Fractal

Αντικείμενα αγάπης και πόθου

Γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου //

 

 

 

Στάθης Κουτσούνης, Ρόδο σε καθρέφτη, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2024, σελ. 48

 

Ο Στάθης Κουτσούνης, ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και κριτικός, εμφανίστηκε στα γράμματα το 1987 με την ποιητική συλλογή Σπουδές για Φωνή και Ποίηση και έκτοτε εκδίδει βιβλία σε τακτά χρονικά διαστήματα. Εφέτος εξέδωσε τη συλλογή Ρόδο σε καθρέφτη, όπου αποτυπώνει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του για ποικίλα θέματα, κυρίως για την ποίηση και τον έρωτα. Το πρώτο ποίημα, το similia similibus, έχει αυτοβιογραφικό και εξομολογητικό χαρακτήρα, καθώς ανατρέχει στο παρελθόν του:

 

όταν ήμουν μικρός

τα ποιήματα με τρόμαζαν

τόσο που η μητέρα μου για να διαβάσω

μ’ αγριοκοίταζε κραδαίνοντας Σαχτούρη […]

ώσπου μεγαλώνοντας

αντιμετώπισα το ζήτημα ομοιοπαθητικά

άρχισα να γράφω ποιήματα

 

Στο «δυστοκία» διαβάζουμε λίγους στίχους για ένα κοριτσάκι, την Άλκηστη –στην οποία είναι αφιερωμένο-, την κόρη του ποιητή και τη σχέση της με τις λέξεις και το γράψιμο. Αλλά και με τη δική του δυσκολία, όταν καταφεύγει στη λευκή σελίδα για να καταγράψει στίχους:

 

εγώ ακόμη να εξημερώσω τη λευκότητα

ακόμη να δαμάσω το θηρίο

 

Στο «κίνδυνος» αρχίσει η ας πούμε περιπλάνηση του ποιητή στο γυναικείο σώμα και τα συναισθήματα που αυτό του προκαλεί δια της όρασης, της αφής και της όσφρησης, κάτι που ενδεχομένως καταλήξει σε ποίημα:

 

αρώματα και φθόγγοι αναδύονται

από τα μέλη του κορμιού σου

τα χείλη μου χασομεράνε στις θηλές

και με κυκλώνει από παντού επιθυμία

 

Συνέχεια του προηγούμενου είναι το «ο καθρέφτης», όπου τα πράγματα φαίνεται να φτάνουν στο απροχώρητο:

 

νυχιά στο βλέμμα μου η ομορφιά

ώστε σαστίζει ο νους

και δεν ξέρω αν φλέγομαι

για το πραγματικό κορμί σου

 

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο ποιητής δεν αρκείται στο να εκφράζει τα συναισθήματα που νιώθει για την αγαπημένη του, κυρίως τον πόθο, μα ομολογεί και τα ξενοκοιτάγματά του, λ. χ. τη λαχτάρα του για την γειτόνισσα στο μπαλκόνι με την τολμηρή αμφίεση, όπως την αποτυπώνει στο «άπνοια»:

 

αναμμένη από τον ολονύχτιο καύσωνα

βγαίνει πρωί μ’ ένα σιθρού κομπινεζόν

και σκουπίζει με στιλ το μπαλόνι […]

το βλέμμα μπαινοβγαίνει στο διαφανές

κεντώντας το κορμί της ψιλοβελονιές:

 

Όχι, ο ποιητής δεν ασχολείται μόνο με τη γυναίκα ως ερωτικό αντικείμενο. Στη συλλογή διαβάζουμε ποιήματα για τη μητέρα του, για την αγάπη του προς αυτήν, για όσα τον δένουν μαζί της. Αυτό φαίνεται στο «ταξίδι» που είναι αποχαιρετιστήριο:

 

πόσα πρωινά μ’ έντυσες

δεν με φίλησες και δεν με ξεπροβόδισες

για το σχολείο ή τη δουλειά

πάντα με τη συμβουλή στα χείλη

 

Υπάρχουν κι άλλα τρυφερά ποιήματα για τη μητέρα, γεμάτα αναμνήσεις και φανταστικές σκηνές που οραματίζεται μετά τη φυγή της ή καλύτερα μετά το τελευταίο ταξίδι της, όπως στο «δάσος:

 

περιπλανώμενη στον ουρανό η μητέρα

μπαίνει ξαφνικά στο δάσος σαν ιπτάμενο

έπιπλο που επιστρέφει

κι εξελίσσεται σ’ ένα ήμερο ζώο

 

 

Στάθης Κουτσούνης

 

 

Κι όμως το τελευταίο ποίημα της συλλογής, το «η θέα», δεν είναι ούτε για την αγαπημένη, ούτε για την κόρη, ούτε για τη μητέρα. Είναι για τη γειτόνισσα, η οποία ηθελημένα ή αθέλητα τον κάνει να τη λαχταράει:

 

ανοιγοκλείνει το παντζούρι

και το παράθυρο φλερτάρει με τη θέα

απλόχερα τραβάει τη φούστα της εκείνη

και φαίνεται ο πράσινος μηρός

 

Ασφαλώς, είναι απολαυστικοί οι στίχοι του Στάθη Κουτσούνη. Δεν έχει καμιά σημασία ποιο είναι το αντικείμενο της προσοχής και της αγάπης του, αυτό που προέχει είναι η τρυφερή ματιά του πάνω σε αυτό.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top