Fractal

Δύσκολες σχέσεις και ακόμα δυσκολότεροι έρωτες

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

 

Σωτήρης Σαμπάνης «Ο γιακάς και άλλες τσαλακωμένες ιστορίες». Α Ω Εκδόσεις. Καλύβια Αττικής, 2020

 

Εκείνη, επί του παρόντος, ζούσε στην Αϊόβα, εκείνος στον ελλαδικό χώρο. Όταν εδώ ήταν έξι η ώρα, απόγευμα, εκεί ήταν έντεκα το πρωί. Τουτέστιν κάποιες χιλιάδες μίλια μακρυά ο ένας από τον άλλο. Όμως, «καμιά φορά η αγάπη είναι κρυμμένη εκεί όπου δεν μπορείς να φανταστείς», ισχυρίζεται ο συγγραφέας ετούτων των μικρών ιστοριών. Όλα ξεκίνησαν από την περιπλάνηση  αμφοτέρων μέσα στο αχανές διαδίκτυο, παρά τις αντικρουόμενες γνώμες πολλών για τον ρεαλισμό της κατάστασης αλλά και τον ανύπαρκτο ρομαντισμό της συγκεκριμένης διαδικασίας, λόγω της μεγάλης απόστασης και την απουσία ουσιαστικά εκ του σύνεγγυς γνωριμίας των συναλλασσόμενων προσώπων. Είναι η υπόθεση με λίγα λόγια του πρώτου διηγήματος του Σωτήρη Σαμπάνη, από τη συλλογή «Ο γιακάς και άλλες τσαλακωμένες ιστορίες», που είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας από τις Α Ω Εκδόσεις, με την επιμέλεια της Διώνης Δημητριάδου. Κεντρικό θέμα της ιστορίας, η ευκολία σύναψης «σχέσης» με έναν άγνωστο και ο φόβος καλύτερης γνωριμίας  μαζί του. Η Σερίν, πρόθυμη καθ’ όλα για πληρέστερη γνωριμία, στην αρχή, δυσφορεί με την υπόθεση να βρεθούν μαζί, λίγο μετά. Αλλά και στη «Μαύρη κορδέλα», η ουσία είναι ίδια. Η Στέλλα, αδυνατεί να διακόψει τον απέναντι από την απασχόλησή του και να του μιλήσει ευθέως για την γνώμη ή την έλξη της γι’ αυτόν. Προτιμά την ασφάλεια της απουσίας εκείνου, την ανταλλαγή γραμμένων μηνυμάτων που θα διαβαστούν με την απουσία του άλλου, κάτι που επιβεβαιώνεται και στη «Στάση Παίδων».

Συνηθισμένες ιστορίες δύσκολων σχέσεων και ακόμα δυσκολότερων μόνιμων και πιστών συντρόφων. Κι’ αν οι ιστορίες αυτές διαδραματίζονται στους σύγχρονους καιρούς μας, η επόμενη η οποία δίνει και το όνομα στη συλλογή και ακούει στο όνομα «ο γιακάς», παρά το γεγονός ότι αφηγείται από τον πρωταγωνιστή πολλά χρόνια μετά,  εν τούτοις λαμβάνει χώρα αμέσως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, τότε που ενώ οι άλλες χώρες της Ευρώπης προσπαθούσαν εναγωνίως να μαζέψουν τα διάσπαρτα συντρίμμια τους, η δική μας συνέχιζε και παρέπαιε σε περίεργες δίνες, πνιγμένη μέσα στον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο που τη σημάδεψε ανεξίτηλα όχι μόνο τότε, αλλά με επιπτώσεις που εξικνούνται σχεδόν μέχρι και σήμερα, στον καινούργιο πλέον αιώνα μας. Σε αυτό το διήγημα όμως, ο εμφύλιος είναι το χρονικό υπόβαθρο, γιατί η ιστορία εμπλέκει κοινωνικές και σεξουαλικές συμπεριφορές ανάμεσα στα μέλη οικογενειών ή σε φίλους, γειτόνους, συμμαθητές, του ίδιου ή του αντίθετου φύλου. Η σύφιλη ήταν συχνό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα εκείνης της εποχής, και για τη χώρα μας, όπως και οι ακραίες μορφές της. Η εποχή του  AIDS, βεβαίως, βρισκόταν πολλές δεκαετίες  μακρυά. Ο συγγραφέας αναλώνει μεγάλο μέρος της ιστορίας στη σχέση του αφηγητή με τους φίλους του, τις συμμορίες του καιρού που ανέτειλαν σταδιακά και έρχονταν στο προσκήνιο, τον αλκοολισμό των αρσενικών, καθώς και στη συμπεριφορά των γυναικών. Ομοφυλοφιλικές και ετεροφυλικές σχέσεις διηθούσαν τον κοινωνικό ιστό της εποχής, αλλά ο συγγραφέας προτιμά να εστιασθεί στην αληθινή φιλία ανάμεσα σε δύο νεαρούς, και βεβαίως δίνει ξεχωριστή σημασία και κάνει αναφορά για τη γυναίκα του αφηγητή. «Θα ήταν λάθος μου να προσπαθήσω να σε αλλάξω», λέει αναδρομικά η σύζυγός του. «…Όταν υπάρχει αγάπη, δεν αλλάζεις  τον άλλο. Τον σηκώνεις να προχωρήσει στο δρόμο του». Κι εκείνος, αναγνωρίζοντας όλα εκείνα που βίωσε τις παρελθούσες δεκαετίες, και ήταν ομολογουμένως πολλά,  προσπαθεί έστω και αργά να εξοφλήσει σε μικρό ποσοστό με τον τρόπο που επιθυμεί και όπου και όπως δύναται.

 

Σωτήρης Σαμπάνης

 

Στην «Καρακάξα», σημαίνοντα ρόλο διαδραματίζει η Λουκία με την προχωρημένη πνευμονική ίνωση και τη βαρειά αναπνευστική ανεπάρκεια που της περιορίζει σχεδόν όλες τις συνήθεις καθημερινές της δυνατότητες και δραστηριότητες. Στο «Κομμάτι κήπου», ο συγγραφέας επανέρχεται στο δύσκολο θέμα της κακοήθειας, πηγαίνοντας τα γνωστά και εύκολα αναγνωρίσιμα στάδια των καρκινοπαθών, ένα βήμα παραπέρα. Όταν, για παράδειγμα, εκείνη υποψιασμένη ομολογούσε ότι «…Δεν είμαι αυτή που ήμουν πριν. Προπαντός δεν θέλω να εξαπατώ άλλο τον εαυτό μου. Καμιά άλλη παρέμβαση στο σώμα μου. Τη λύτρωση θέλω».

Ιστορίες καθημερινές, αλλά και δύσκολων ερώτων, απαραίτητων όμως για κάποιας μορφής ενηλικίωση, όπως διαβάζουμε στα τελευταία κείμενα  του βιβλίου, «Μια πουτάνα για πέταμα» και «Κρανγκ κρανγκ». Κείμενα που παραπέμπουν αφ’ ενός στις ραγισμένες  σχέσεις των ανθρώπων, διαχρονικά, τις εύκολες αναζητήσεις αλλότριων, και αφ’ ετέρου την αποδοχή και την απόρριψη, καθώς και την προσφορά, την ενσυναίσθηση, την καλωσύνη και την αλληλεγγύη σε σεβαστή μερίδα πολιτών. Το κατά πόσο αυτές είναι βιωματικές ή μυθοπλασία και σε τι ποσοστό, είναι όπως είναι ευνόητο, άγνωστο. Άλλωστε από τις πρώτες σελίδες ο συγγραφέας μας προκαταλαμβάνει αναφέροντας το ρηθέν υπό του Καρλ Γιούνγκ: «Είτε οι ιστορίες είναι αλήθεια, είτε όχι δεν υπάρχει πρόβλημα. Το μόνο ερώτημα είναι πότε αυτό που λέω είναι μύθος μου ή αλήθεια μου»! Στα θετικά της έκδοσης, τελειώνοντας, να αναφέρουμε την άψογη από αισθητικής πλευράς έκδοση του βιβλίου από τις πάντα φροντισμένες Α Ω εκδόσεις, δείγμα και αυτό σεβασμού προς τον αναγνώστη.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top