Fractal

Στο ποιητικό και εικαστικό σκηνικό του Γ. Στεφανάκι

Γράφει ο Ζαχαρίας Στουφής //

 

Για το βιβλίο του Γ. Δ. Στεφανάκι, “Βάθος Ουρανού”, 137 χαϊκού και 35 σχέδια.

 

Ένα χαϊκού

ποίημα για τις πόλεις:

πώς να σου γράψω;

 

 

Πριν ακόμη γράψω οτιδήποτε για το βιβλίο με τα χαϊκού του Γιάννη Στεφανάκι, έχω την ανάγκη να κάνω μια εντελώς προσωπική και γι’ αυτό υποκειμενική, διευκρινιστική εξήγηση για αυτό το είδος ποίησης. Παρόλο που τα χαϊκού είναι ένα σπουδαίο είδος επιγραμματικής και αφαιρετικής ποίησης, θεωρώ ότι η μετρική και η δομή τους δεν ανταποκρίνεται στον ρυθμό και το μέτρο της ελληνικής γλώσσας. Κάτι αντίστοιχο με χαϊκού για την δική μας γλώσσα -σε σχέση με το μέγεθος, την συνοχή και την αλληγορία- θα έλεγα πως είναι οι λαϊκές μας παροιμίες και τα ρητά. Το όλο σκεπτικό μου, έχει σαν αποτέλεσμα να μην αγαπώ ιδιαίτερα αυτό το είδος ποίησης και πολύ σπάνια να βρίσκω ενδιαφέρον σε χαϊκού που είναι γραμμένα στην ελληνική.

Η περίπτωση του Γιάννη Στεφανάκι, με έκανε να αναθεωρήσω την στάση μου για τα ελληνικά χαϊκού. Διαβάζοντας το βιβλίο του παρασύρθηκα τόσο, που ξέχασα ότι αναγιγνώσκω μια ποίηση γραμμένη σε αυτήν την Γιαπωνέζικη φόρμα. Τόσο κατανοητή και οικία η γραφή του Γ. Στεφανάκι, που για πρώτη φορά κι εγώ γράφω για ένα βιβλίο με χαϊκού ποίηση.

Δεν θα μπορούσα να γράψω για το συγκεκριμένο βιβλίο χωρίς πρώτα να αναφερθώ στην περίπτωση του συγγραφέα του. Ο Γ. Στεφανάκις δεν είναι μόνο ποιητής, είναι πολλά περισσότερα! Ζωγράφος, χαράκτης, ποιητής, τυπογράφος, ιδρυτής και εκδότης περιοδικού κ.α. Με ότι έχει καταπιαστεί το έχει κάνει καλά και σε όλους τους τομείς της τέχνης που έχει εμπλακεί, έχει αφήσει την προσωπική του σφραγίδα. Ο Γ. Στεφανάκις είναι διανοούμενος και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, είναι ένας Έλληνας διανοούμενος, με την έννοια πάντα της οικουμενικότητας και όχι με τα στενά όρια της καταγωγής του.

Αυτές τις διευκρινίσεις τις θεωρώ απαραίτητες επειδή, δεν έχουμε μόνο έναν ποιητή θεωρητικό και εγκεφαλικό, μα έχουμε ταυτόχρονα και έναν εικαστικό, χειρωνάκτη, έναν γνώστη των υλικών και των αντοχών τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, ο Γ. Στεφανάκις να μη γράφει μόνο με το μυαλό αλλά και με τα χέρια, έτσι που τα ποιήματά του δεν είναι μόνο θεωρητικές προσεγγίσεις των αναζητήσεων του, αλά είναι και κατασκευές. Είναι οικοδομήματα που μπορούν να στεγάσουν τον αναγνώστη τους, είναι οχήματα και εργαλεία που μπορούν κάπου να σε οδηγήσουν και να σου χρησιμεύσουν. Έχουν όγκο, δεν είναι μοναχά μελάνι πάνω σε σελίδες χαρτιού. Προεξέχουν από τις σελίδες τους, τόσο, όσο ο αναγνώστης μπορεί να αντέξει, χωρίς να του επιβάλλονται.

Το βιβλίο Βάθος Ουρανού, που αποτελείται από 137 χαϊκού και 35 σχέδια του ιδίου, είναι μια καλαίσθητη έκδοση υπό την επιμέλεια και την φροντίδα των εκδόσεων ΑΩ. Ξεκινώντας την προσέγγισή μου από το σκηνικό πάνω στο οποίο εκτυλίσσετε η ποιητική του, με έκπληξη διαπίστωσα ότι αυτό το σκηνικό- φόντο, είναι το φυσικό τοπίο και όχι το αστικό τοπίο που είναι το επικρατέστερο στην τέχνη της εποχής μας. Αυτό το μεταμοντέρνο στοιχείο είναι από μόνο του ανατρεπτικό, σε μια εποχή που η τέχνη τείνει να γίνει υπόθεση των μεγαλουπόλεων.

 

Γιάννης Δ. Στεφανάκις

 

Αυτό το φυσικό τοπίο που κατά πάσα πιθανότητα έχει τις αναφορές του στην Κρήτη, που είναι και γενέτειρα του ποιητή μας, επικρατεί και στα σχέδια του που κοσμούν την εν λόγω έκδοση. Στο ποιητικό και εικαστικό σκηνικό του Γ. Στεφανάκι, η θάλασσα, το βουνό και ο ουρανός είναι μοιρασμένα δίκαια, όπως δίκαια είναι μοιρασμένες και οι τέσσερις εποχές του χρόνου. Δεν χρησιμοποιώ τυχαία την φράση «δίκαια μοιρασμένα» μιας και αυτό προκύπτει από την γεωγραφική θέση της χώρας μας. Θέλω να πω ότι, το φυσικό τοπίο της Ελλάδας, μας προτείνει την δικαιοσύνη. Θάλασσα, ουρανός και βουνά, άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο και χειμώνας, μοιρασμένα δίκαια και αρμονικά.

Το φυσικό τοπίο όμως σε αυτό το βιβλίο, δεν είναι ένα απρόσωπο σκηνικό. Πολλές φορές προσωποποιείται με τα χαρακτηριστικά και την ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων, τονίζοντάς μας έτσι πως ο άνθρωπος και η φύση είναι ένας ενιαίος οργανισμός, που η τεχνολογία ακόμα δεν έχει καταφέρει να διασπάσει.

Τα βασικά χαρακτηριστικά και ζητούμενα αυτού του βιβλίου, που κατά τη γνώμη μου είναι και διαχρονικά ζητούμενα στο σύνολο του έργου του Γ. Στεφανάκι, είναι τρία: Η φιλοσοφία, ο έρωτας και η εικόνα. Ο τίτλος του τελευταίου ποιητικού έργου του «βάθος ουρανού» εκπροσωπεί το ίδιο εύστοχα και τα τρία αυτά ζητούμενα. Ας τα δούμε όμως πιο προσεκτικά.

Το στοιχείο της φιλοσοφίας, προκύπτει ως συνέχεια της φυσικής νομοτέλειας και όχι αντίστροφα, χωρίς να κρύβει τις επιρροές του από την λαϊκή σοφία. Ο τρόπος που εκφράζεται δεν είναι αμιγώς φιλοσοφικός και αυστηρά εννοιολογικός μα προκύπτει αβίαστα από τους στοχασμούς του ποιητή. Φιλοσοφεί εκεί που υπάρχει λόγος να συμβεί αυτό και όχι κάνοντας επίδειξη της διανοητικής του δεινότητας. Πρόκειται για ένα είδος εντελώς βιωματικού και σωματικού θα έλεγα στοχασμού, απολύτως απαραίτητου ως συνθήκη της ύπαρξης. Χωρίς να βρω τεκμηριωμένες ομοιότητες, καθώς διάβαζα αυτό το βιβλίο, θυμήθηκα τον Ν. Καζαντζάκη εντελώς αναπάντεχα.

Ο έρωτας στην ποίηση του Γ. Στεφανάκι που είναι γεμάτος πάθος και ορμή, φέρει τα χαρακτηριστικά της θρησκευτικής λατρείας. Δεν επιχειρεί με την λογική, μα όπως συμβαίνει και με τους συλλογισμούς του, προτάσσει το σώμα, χωρίς ποτέ να προκύπτει επιφανειακή προσέγγιση του ερωτικού βιώματος και της επιθυμίας. Εδώ πάλι με τον ίδιο αναπάντεχο τρόπο θυμήθηκα τον «Ερωτόκριτο» του Β. Κορνάρου, κάτι που ενισχύει ακόμα περισσότερο την πεποίθησή μου ότι ο Γ. Στεφανάκις, τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα, είναι φορέας του κρητικού πολιτισμού. Αν και δεν μου αρέσει να παραθέτω στοίχους όταν γράφω για κάποιο ποιητικό βιβλίο, εδώ έχω την ανάγκη να υποκύψω στον πειρασμό. Στήθος ο τρούλος·/ ξωκλήσι ερημικό:/ σταυρός και ρώγα./

 

 

Η εικόνα στην ποίηση του Γ. Στεφανάκι είναι έντονη και πολυεπίπεδη, δηλαδή ποιητική. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει αναπόφευκτα, μιας και ο ίδιος, εκτός από ποιητής είναι και εικαστικός καλλιτέχνης. Για όσους γνωρίζουν το ζωγραφικό- χαρακτικό του έργο, θα συναντήσουν σε αυτό το βιβλίο, ποιήματα χαϊκού που περιγράφουν στο μικρό τους μέγεθος, κάποιο από τα εικαστικά έργα του. Εδώ, και πάλι αναπάντεχα, θα παρομοίαζα το «φαινόμενο  Στεφανάκις» με την περίπτωση του Ν. Εγγονόπουλου. Το γεγονός ότι ζούμε στην εποχή της εικόνας είναι μια τεράστια πρόκληση για τους καλλιτέχνες όλων των καλών τεχνών. Ο Γ. Στεφανάκις, όπως αποδεικνύετε από το έργο του, το γνωρίζει πολύ καλά αυτό, έτσι χειρίζεται την εικόνα με τρόπο μοναδικό και ιδιαίτερο σε όλα τα πεδία της τέχνης που έχει εμπλακεί.

Οι αναφορές μου στους, Καζαντζάκη, Κορνάρο και Εγγονόπουλο, παρόλο που είναι εντελώς συνειρμικές δεν είναι καθόλου τυχαίες. Είναι που θέλω με κάθε τρόπο να τονίσω το στοιχείο της ελληνικότητας στο σύνολο του έργου του. Υπάρχει όμως και ένα αξιοθαύμαστο χαρακτηριστικό στοιχείο στο έργο του Γ. Στεφανάκι που δεν απουσιάζει και από το εν λόγω βιβλίο. Σε όλο του το έργο συναντάμε τη δύναμη και την ορμή ενός νέου ανθρώπου, ενός οραματιστή και μαχητή. Παρόλο που ο ποιητής μας έχει περάσει την μέση ηλικία και παρόλο που η εικόνα της εγκατάλειψης και της φθοράς του χρόνου, δεν απουσιάζει από το έργο του, αυτός δεν εγκλωβίζει την ποίησή του στους μάταιους απολογισμούς και στις αναμνήσεις του παρελθόντος. Ο Γ. Στεφανάκις και την «ώριμη περίοδο» του έργου του, την αναλώνει στο όραμα χωρίς να ιστορεί και να νοσταλγεί. Πατώντας γερά και αντλώντας από τις πανάρχαιες ρίζες του, κατασκευάζει ξανά και ξανά το νεανικό όραμά του. Ένα όραμα εντελώς προσωπικό μα τόσο έντιμα αποδομένο που καθίσταται οικουμενικό.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top