Fractal

✔️ Βούλα Ηλιάδου: «Με τα φτερά της φαντασίας, της πίστης και των ”μεταθανάτιων”, ”είδα” την ψυχή του ήρωά μου – απελευθερωμένη απ’ το βάρος του σώματος – να πορεύεται»

Συνέντευξη στον Ιωσήφ Αρνές //

 

 

 

Η Βούλα Ηλιάδου γεννήθηκε στο Κιλκίς και έζησε τα πρώτα της χρόνια στο χωριό «Αντώνιος Καμπάνης», όπου υπηρετούσαν ως δάσκαλοι οι γονείς της. Μετά τη μετάθεση και μόνιμη εγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη, ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές εκεί και φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τμήμα Βυζαντινών & Νεοελληνικών Σπουδών), με πανεπιστημιακούς δασκάλους τους Γ. Σαββίδη, Δ. Μαρωνίτη, Μαν. Ανδρόνικο, Ι. Καραγιαννόπουλο και Απ. Σαχίνη. Το 1982 διορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση. Εργάστηκε οχτώ χρόνια ως καθηγήτρια σε σχολεία της Θεσσαλονίκης και το 1990 μετατέθηκε στην Αθήνα, όπου υπηρέτησε σε λύκεια. Παράλληλα έγραφε μικρά και μεγάλα αφηγήματα, ενασχόληση που τη συντρόφευε απ’ τα μαθητικά και φοιτητικά της χρόνια. Το 1997 γνωρίστηκε με τον Αντώνη Σαμαράκη, ο οποίος την προέτρεψε να εκδώσει αυτά που έγραφε. Έκανε την πρώτη της εμφάνιση στην πεζογραφία το 2006 με το μυθιστόρημα Βαθύ κόκκινο σε γαλάζιο φόντο (εκδόσεις Μ. Σιδέρης). Ακολούθησαν: Μην ξεχάσεις τη φωνή μου (μυθιστόρημα, εκδόσεις Μ. Σιδέρης 2007), Κάτω απ’ τον ίδιο ουρανό (αλληγορικές ιστορίες και παραμύθια, εκδόσεις Μ. Σιδέρης 2008), Ματωμένη πορφύρα (ιστορικό μυθιστόρημα, εκδόσεις Γκοβόστης 2009), Καλπάζοντας στον άνεμο (ιστορικό μυθιστόρημα, εκδόσεις Λιβάνης 2013). Απ’ το 2018 αρθρογραφεί στον ηλεκτρονικό Τύπο με το φιλολογικό ψευδώνυμο Κρινιώ Καλογερίδου. Το μυθιστόρημά της “Ο πλανήτης των ψυχών” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

 

 

 

 

-Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;

Τα δυο πρώτα βιβλία μου είναι επηρεασμένα απ’ την απώλεια του πατέρα και δασκάλου μου, η οποία με ώθησε να μεταφέρω στο χαρτί τις παιδικές μου αναμνήσεις, πλαισιωμένες απ’ τις γραμμές και τα σχήματα, αλλά προπάντων απ’ τα στοιχεία ζωής της αγροτικής Μακεδονίας, όπου υπηρετούσαν οι γονείς μου ως δάσκαλοι. Ήταν μια ψυχόρμητη απόφαση, τότε, στην προσπάθειά μου να μην αφήσω να ξεθωριάσουν μέσα μου οι πολύτιμες αναμνήσεις μου και η θύμηση του πατέρα μου με τον χρόνο.

Στο πρώτο (”Βαθύ κόκκινο σε γαλάζιο φόντο”), όλα αυτά πλαισιώνουν μια αληθινή ιστορία που άκουγα να τη διηγούνται οι μεγάλοι με συγκίνηση. Με την ίδια συγκίνηση έγραψα κι εγώ την αληθινή ιστορία αγάπης μιας νεαρής Ελληνίδας με καταγωγή από το χωριό όπου έζησα τα παιδικά μου χρόνια με έναν Τούρκο εργάτη σε μια εποχή που κουβαλούσε ακόμα την οργή και το εθνοφυλετικό μίσος για τους Τούρκους λόγω των πολλών προσφύγων Ελλήνων Μικρασιατών και Ποντίων οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σχεδόν μαζικά στα ήδη προσφυγικά (απ’ το ’22) χωριά της Μακεδονίας μετά τα δραματικά γεγονότα του ’55 σε βάρος των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.

Αυτό που με ώθησε να γράψω το δεύτερο βιβλίο (”Μην ξεχάσεις τη φωνή μου”) – το οποίο έχει πλαίσιο ηθογραφικό και αυθεντικές εικόνες ζωής από το χωριό – είναι η διάθεση να ”ζωγραφίσω” περιγραφικά και ψυχογραφικά τη διαδρομή ζωής της ηρωίδας μου από τα σχολικά της χρόνια (παιδικά – εφηβικά), ως την μετέπειτα εξέλιξή της η οποία έχει δραματικές διακυμάνσεις, αφού από ενθουσιώδης, ερωτική και φυσιολατρική, γίνεται στη συνέχεια απρόσμενα σοβαρή και τραγική…

Στο τρίτο βιβλίο μου (μια συλλογή από αλληγορικά παραμύθια και ιστορίες – ”Κάτω απ’ τον ίδιο ουρανό”) αφορμή στάθηκαν οι Παραολυμπιακοί αγώνες του 2004 και ο καθημερινός αγώνας των ανθρώπων με αναπηρία. Έτσι οι ήρωες που διάλεξα – ζώα ή παιδιά – ανήκουν σε αυτήν την ομάδα.

Στο έργο – που ξεχειλίζει από συγκίνηση και εικόνες μιας άλλης πλευράς της ζωής – πρόσωπα και γεγονότα αντιμετωπίζονται με τα μάτια των ηρώων ή των οικείων τους, οι οποίοι μοιράζονται και τον Γολγοθά των παιδιών ή των αδελφών τους. Το κοινό συμπέρασμα όλων είναι ότι ο αγώνας για επιβίωση και η γονεϊκή και κοινωνική συμπαράσταση οπλίζουν αυτά τα παιδιά (και κατ’ επέκταση τους μεγάλους της ομάδας ΑΜΕΑ) με πολλές αρετές, μα πάνω απ’ όλα με δύναμη ψυχής. Έτσι η επιθυμία τους να μοιραστούν τις χαρές της ζωής, όπως και οι άλλοι, κάνει τους ήρωές μου ικανούς να ξεπεράσουν το ψυχικό φορτίο και τα σωματικά τους προβλήματα και να διακριθούν αθλητικά και κοινωνικά!..

Το τέταρτο και το πέμπτο βιβλίο είναι ιστορικά μυθιστορήματα. Στο τέταρτο (”Ματωμένη Πορφύρα”) τα γεγονότα και τα πρόσωπα της εποχής του Βασίλειου Βουλγαροκτόνου – που είναι υπαρκτά, με διαδρομή ζωής συγκεκριμένη σε κάποια βιβλία της Π. Δέλτα – περιστρέφονται γύρω από ένα ιστορικό ζευγάρι: την Ελληνοβουλγάρα Μιροσλάβα (μια απ’ τα 6 παιδιά του τσάρου Σαμουήλ) και τον αγαπημένο της Βυζαντινό κατάσκοπο Ασώτη Ταρωνίτη (γιο του Γρηγόρη Ταρωνίτη, διοικητή της Θεσσαλονίκης που σκότωσαν οι Βούλγαροι αφού του έστησαν προηγουμένως παγίδα). Το πλαίσιο όλων αυτών είναι, φυσικά, οι 32ετείς αγώνες κατά των Βουλγάρων του Βασίλειου Β’ με αποκορύφωμα την μάχη στο Κλειδί (1014).

Για τη συγγραφή του πέμπτου βιβλίου μου (”Καλπάζοντας στον άνεμο”) αφορμή στάθηκε η μόνιμη παραποίηση της ελληνικής ιστορίας από ανθέλληνες παντοίων Κέντρων του εξωτερικού και η προπαγάνδα που διαχέονταν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν έχουν σχέση με τους αρχαίους.

Το γεγονός αυτό με όπλισε με διάθεση να αποδείξω μυθιστορηματικά (με τεχνική κινηματογραφική) τη συνέχεια της ελληνικής προϊστορίας και ιστορίας με όχημα έναν 16χρονο ήρωα απ’ την Μάνη, γόνο του (υπαρκτού ιστορικά) Πρωτοσπαθάριου του τελευταίου (Έλληνα) αυτοκράτορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, Ιωάννη Φραγκόπουλου, ιδρυτή της Μονής της Παντάννασας στον Μυστρά.

Το έργο εξελίσσεται κυριολεκτικά μαγικά, αφού ”τροχοδρομεί” στις ράγες του παρελθόντος με flash back στις κομβικές μορφές της ελληνικής προϊστορίας και ιστορίας μας βάσει της πορείας ενός βυζαντινού παιχνιδιού (με ζάρια και πούλια εικονογραφημένα και ”μαγνητικά”) το οποίο ανακαλύπτει τυχαία ο ήρωας σε μια κρύπτη της Μονής, την οποία είχαν για καταφύγιό τους οι βυζαντινοί κατάσκοποι.

Το παιχνίδι παίζεται αποκλειστικά απ’ τον 16χρονο Νικήτα, ο οποίος – μέσα σ’ ένα μυστήριο συνέργειας του προγόνου του – ταξιδεύει – ως νεαρός άντρας – στον χωροχρόνο πισωκάπουλα (”Καλπάζοντας στον άνεμο”) του καβαλάρη προγόνου του, ο οποίος τον ταξιδεύει σ’ όλες τις φάσεις της προϊστορίας και ιστορίας (ως το 1453) που προκαθόρισαν τα πούλια του βυζαντινού παιχνιδιού.

Φάσεις που σημαδεύτηκαν από Έλληνες ήρωες διάσημους ανά τον κόσμο. Στο ταξίδι μέσα στον χρόνο ο ίδιος παίζει τον ρόλο του αθέατου μάρτυρα, που θα γίνει ορατός μόνο στο τελευταίο ρίξιμο των ζαριών που θα τον μεταφέρει στους τελευταίους 3 μήνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, για να γνωρίσει τον πρόγονό του και τον έρωτα της ζωής του…

Στο έκτο βιβλίο μου (”Ο Πλανήτης των ψυχών”) αφορμή στάθηκε η περιπετειώδης ζωή του πρώτου φιλολόγου μου (φίλου αργότερα του πατέρα μου), που κάθε φορά που την αφηγούνταν αποσπασματικά – ως ιστορική, μεταπολεμική μαρτυρία ενός παιδιού της εποχής του – με συγκλόνιζε, σε βαθμό που με παρακινούσε (καθώς μεγάλωνα) να την γράψω κάποια στιγμή.

”Ο Πλανήτης των ψυχών”, πρέπει να σας ξεκαθαρίσω, δεν είναι μόνο αναμνηστικό της ζωής ενός εφήβου και του καλύτερου φίλου του (που είναι και μέντοράς του σε κάθε ιστορική ή φιλοσοφική αναδρομή). Δεν είναι μόνο αφήγηση μιας προσωπικής ιστορίας πλαισιωμένης με άλλες μικρότερες δευτεραγωνιστών της επαρχιακής κοινωνίας, αλλά είναι και η ιστορία του έρωτα του νεαρού πρωταγωνιστή για την μητέρα του φίλου του, έστω κι αν φαίνεται να περνάει αυτή πολλές φορές – λόγω συνθηκών – σε δεύτερη μοίρα.

Το ιδιαίτερο γνώρισμα του βιβλίου ωστόσο δεν έχει να κάνει με όλα τα παραπάνω, αλλά με αυτό που υποδηλώνει ο τίτλος στην κυριολεξία του (”Ο Πλανήτης των Ψυχών). Έχει να κάνει μ’ αυτό που ξετυλίγεται στο δεύτερο μέρος του έργου ( το οποίο ξεκινά με το τραγικό δυστύχημα ανήμερα της επιστράτευσης του ’74) και είναι το ταξίδι της ψυχής του ήρωα στον κόσμο των Πνευμάτων. Έναν κόσμο φορτωμένο με το μυστήριο της μετάβασης της ψυχής στο άγνωστο, θέμα που το αντιμετώπιζα πάντα με δέος, αλλά και ένα περίεργο ένστικτο εμφορούμενο από πίστη και ελπίδα για την μετά θάνατον ζωή.

Γιατί πίστευα και πιστεύω σ’ αυτό που γράφω. Σ’ αυτό που παραπέμπει στο ”Σπήλαιο” του Σωκράτη όπως το περιέγραψε ο μαθητής του ο Πλάτωνας. Με τα φτερά της φαντασίας, της πίστης και των λίγων ”μεταθανάτιων” μαρτυριών που είχα στη διάθεσή μου, ”είδα” την ψυχή του ήρωά μου – απελευθερωμένη απ’ το βάρος του σώματος – να πορεύεται σ’ έναν άλλον Πλανήτη ανεξερεύνητο, όπου γίνονται δεκτοί οι ”θνητοί” ήρωες της επίγειας ζωής και οι ”αθάνατοι” της ιστορίας.

Γίνονται δεκτοί και ”συνυπάρχουν” με τους δεσμώτες του αλληγορικού σπηλαίου του Σωκράτη, όπως τους περιέγραψε ο Πλάτωνας. Εκεί μεταφέρεται η – μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας – ψυχή του ήρωά μου, ο οποίος βιώνει – ωσεί νεκρός – δεδομένα εξωπραγματικά που άπτονται του χώρου της Μεταφυσικής, στο διάστημα που βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση στο Νοσοκομείο.

 

 

-Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς είναι να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;

Νομίζω ότι είναι απ’ τα πιο εύκολα πράγματα για μένα, όταν πρόκειται να αποτυπώσω στο χαρτί σκέψεις ή συναισθήματά μου, γιατί έμαθα να γράφω από μικρή (Ξεκίνησα με Ποίηση στα πρώτα εφηβικά χρόνια μου, για να μεταπηδήσω στην Πεζογραφία με παρότρυνση του καθηγητή μου στο ΑΠΘ Απόστολου Σαχίνη και του Αντώνη Σαμαράκη αργότερα).

Ωστόσο, πρέπει να ομολογήσω ότι δεν είχα την ίδια ευκολία με τα ιστορικά μυθιστορήματα (το ”Καλπάζοντας στον άνεμο”, λ.χ, το έγραψα σε 4-5 χρόνια), γιατί έπρεπε να στηριχτώ σε αληθινά γεγονότα και να περιορίσω τη φαντασία μου. Έπρεπε, προπάντων, να έχω φερέγγυες και διασταυρωμένες πηγές από την Ελλάδα και το Εξωτερικό, ιστορικά ντοκουμέντα, μαρτυρίες χρονογραφήματα κλπ.

Έτσι τα πρώτα δυο χρόνια συγκέντρωνα στοιχεία απ’ όλα τα μέρη που περπάτησαν οι ήρωές μου μέσα και έξω απ’ τη χώρα μας (Σ’ αυτό με βοήθησαν οι κατά τόπους ερευνητές-ιστορικοί του που είχαν διασυνδέσεις με τους εκδοτικούς Οίκους που συνεργαζόμουν και μέλη των πρεσβειών μας). Όλα αυτά έπρεπε να προσαρμοστούν στη ζωή των πρωταγωνιστών και δευτεραγωνιστών των έργων μου χωρίς το παραμικρό ιστορικό λάθος. Η προσπάθεια ήταν πολυετής και επίπονη, αλλά άξιζε νομίζω τον κόπο.

 

 

 

 

-Ποιες είναι οι επιρροές σας;

Οι ”κλασσικοί” της ελληνικής πεζογραφίας ήταν οι δάσκαλοί μου. Τα έργα μου παραπέμπουν στη Σχολή του ρεαλισμού, με κάποια στοιχεία ρομαντισμού και μεταφυσικής θεώρησης των πραγμάτων. Ωστόσο, όπως μου έλεγε ο αξέχαστος Αντώνης Σαμαράκης, δεν μιμούμαι κανέναν. Έχω το δικό μου, ξεχωριστό στίγμα, ενώ στα κοινωνικά ”μεταφέρω κινηματογραφικά την πνοή της ελληνικής υπαίθρου, την αγνότητα και την αυθεντικότητα των κατοίκων της”.

Στα ιστορικά ωστόσο αναγνωρίζω η ίδια – ως αναγνώστρια των βιβλίων μου – κάποιες επιρροές απ’ την Π. Δέλτα, την οποία είχα πάντα για πνευματική ”οδηγό” στα παιδικά και εφηβικά χρόνια μου, γιατί μέσα από τη βιβλία της γνώρισα τον κόσμο των ιδεών και των αξιών, μα προπάντων την αληθινή αγάπη για την πατρίδα.

 

 

-Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;

Στα Κοινωνικά μυθιστορήματα βασικό μέρος της θεματολογίας μου – που πλαισιώνει την εξέλιξη της ζωής και της δράσης των ηρώων – είναι η ηθογραφική παρουσίαση της εποχής τους, που κουβαλούσε πολλά αρνητικά (προκαταλήψεις, στερεότυπα εθνοφυλετικά, κοινωνικά ή ηλικιακά), τα οποία πάντοτε με ενοχλούσαν γιατί πατούσαν στην αδικία, ενώ το μήνυμα που στέλνω μέσα απ’ τα κοινωνικά μυθιστορήματά μου είναι η κοινωνική δικαιοσύνη.

 

 

-Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας. (Το απάντησα ήδη με αφορμή την πρώτη ερώτηση)

Στο έκτο βιβλίο μου (”Ο Πλανήτης των ψυχών”) αφορμή στάθηκε η περιπετειώδης ζωή του πρώτου φιλολόγου μου (φίλου αργότερα του πατέρα μου), που κάθε φορά που την αφηγούνταν αποσπασματικά – ως ιστορική, μεταπολεμική μαρτυρία ενός παιδιού της εποχής του – με συγκλόνιζε, σε βαθμό που με παρακινούσε (καθώς μεγάλωνα) να την γράψω κάποια στιγμή.

”Ο Πλανήτης των ψυχών”, πρέπει να σας ξεκαθαρίσω, δεν είναι μόνο αναμνηστικό της ζωής ενός εφήβου και του καλύτερου φίλου του (που είναι και μέντοράς του σε κάθε ιστορική ή φιλοσοφική αναδρομή). Δεν είναι μόνο αφήγηση μιας προσωπικής ιστορίας πλαισιωμένης με άλλες μικρότερες δευτεραγωνιστών της επαρχιακής κοινωνίας, αλλά είναι και η ιστορία του έρωτα του νεαρού πρωταγωνιστή για την μητέρα του φίλου του, έστω κι αν φαίνεται να περνάει αυτή πολλές φορές – λόγω συνθηκών – σε δεύτερη μοίρα.

Το ιδιαίτερο γνώρισμα του βιβλίου ωστόσο δεν έχει να κάνει με όλα τα παραπάνω, αλλά με αυτό που υποδηλώνει ο τίτλος στην κυριολεξία του (”Ο Πλανήτης των Ψυχών). Έχει να κάνει μ’ αυτό που ξετυλίγεται στο δεύτερο μέρος του έργου ( το οποίο ξεκινά με το τραγικό δυστύχημα ανήμερα της επιστράτευσης του ’74) και είναι το ταξίδι της ψυχής του ήρωα στον κόσμο των Πνευμάτων. Έναν κόσμο φορτωμένο με το μυστήριο της μετάβασης της ψυχής στο άγνωστο, θέμα που το αντιμετώπιζα πάντα με δέος, αλλά και ένα περίεργο ένστικτο εμφορούμενο από πίστη και ελπίδα για την μετά θάνατον ζωή.

Γιατί πίστευα και πιστεύω σ’ αυτό που γράφω. Σ’ αυτό που παραπέμπει στο ”Σπήλαιο” του Σωκράτη όπως το περιέγραψε ο μαθητής του ο Πλάτωνας. Με τα φτερά της φαντασίας, της πίστης και των λίγων ”μεταθανάτιων” μαρτυριών που είχα στη διάθεσή μου, ”είδα” την ψυχή του ήρωά μου – απελευθερωμένη απ’ το βάρος του σώματος – να πορεύεται σ’ έναν άλλον Πλανήτη ανεξερεύνητο, όπου γίνονται δεκτοί οι ”θνητοί” ήρωες της επίγειας ζωής και οι ”αθάνατοι” της ιστορίας.

Γίνονται δεκτοί και ”συνυπάρχουν” με τους δεσμώτες του αλληγορικού σπηλαίου του Σωκράτη, όπως τους περιέγραψε ο Πλάτωνας. Εκεί μεταφέρεται η – μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας – ψυχή του ήρωά μου, ο οποίος βιώνει – ωσεί νεκρός – δεδομένα εξωπραγματικά που άπτονται του χώρου της Μεταφυσικής, στο διάστημα που βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση στο Νοσοκομείο.

 

 

-Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

Η συγγραφή έχει να κάνει με την ψυχοσύνθεση, τα διαβάσματα, τις παραστάσεις, τον τρόπο που μεγάλωσε, αλλά – προπάντων – με το ξεχωριστό χάρισμα που διαθέτει κάποιος άνθρωπος. Κι αυτό δεν είναι άλλο απ’ την γονιμοποιό έμπνευση και φαντασίας του. Την ικανότητα να ”ζωγραφίζει” με τα ωραιότερα και τα χειρότερα χρώματα τους χαρακτήρες των ηρώων του, την ομορφιά ή την ασχήμια της ψυχής τους (ψυχογραφική ικανότητα συγγραφέα).

Να περιγράφει φυσικά την ελεύθερη έκφραση συναισθημάτων και αντιλήψεων και να ζωντανεύει εικονοπλαστικά πρόσωπα και γεγονότα κάνοντας τους αναγνώστες του να αισθάνονται σαν αθέατοι μάρτυρες της υπόθεσης του έργου, με φόντο τον κοινωνικό ή ιστορικό καμβά που ξετυλίγεται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου)-

 

 

-Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας τι θα ήταν αυτό;

Το πρώτο που θα επέλεγα να αλλάξω είναι το υπάρχον ”τοξικό” περιβάλλον για την Λογοτεχνία. Θα ήθελα, αν μπορούσα, να καταργήσω τις υπάρχουσες ”κάστες” συγγραφέων και εκδοτών που προωθούν και προβάλλουν έργα υψηλής… εμπορικότητας (τύπου ”Άρλεκιν” και ”Νόρα”), αλλά όλο και χαμηλότερης ποιότητας και μέτριας έως ανύπαρκτης λογοτεχνικής αξίας…

Το δεύτερο που θα ήθελα να κάνω προϋποθέτει κρατική παρέμβαση και αξιοκρατία. Θα ήθελα να δημιουργήσω ένα ”παράθυρο στον ήλιο” της ”τσιμεντένιας” κι απρόσωπης ελληνικής Πολιτείας για αξιοποίηση των φυσικών ταλέντων γραφής στις πόλεις και την ελληνική περιφέρεια.

 

 

-Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;

Ετοιμάζω από καιρό ένα κοινωνικό, δραματικό μυθιστόρημα εποχής (”Το λάθος του πεπρωμένου”). Ευελπιστώ να το τελειώσω σύντομα, γιατί – ομολογώ – μου έχει πάρει τα μυαλά, τα δυο τελευταία χρόνια, η αρθρογραφία. Κι αυτό δημιουργεί προϋποθέσεις έκδοσης των άρθρων, δοκιμίων και επιφυλλίδων

που γράφω για τον ηλεκτρονικό Τύπο σε βιβλίο. Η έκπληξη σ’ αυτήν την περίπτωση είναι ότι χρησιμοποιώ ως φιλολογικό ψευδώνυμο το ”Κρινιώ Καλογερίδου”, όνομα μιας εκ των ηρωίδων μου…

 

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top