Fractal

✔ Γιάννης Δενδρινός: «Ο συγγραφέας, σαν τη μέλισσα, «πεθαίνει» κάθε φορά που η ιστορία του «κεντρίζει»

Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα //*

 

 

«Κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει στη διάρκεια του βίου του τον δικό του πόνο. Την αντοχή του τη γνωρίζει –και τη μετρά– μόνο ο ίδιος. Η νουβέλα είναι μια ανθρώπινη ιστορία, και κάθε αναγνώστης και αναγνώστρια θα τη διαβάσει και θα τη νοηματοδοτήσει ανάλογα με τα προσωπικά του βιώματα, την ιδιοσυγκρασία του και τη συγκυρία της ανάγνωσης. Ίσως μάλιστα κάποιοι να αντλήσουν συμπεράσματα ή μηνύματα που δεν αποτελούσαν συνειδητή επιδίωξή μου να δώσω. Εξάλλου, όπως έχει ήδη ειπωθεί, ο συγγραφέας, σαν τη μέλισσα, «πεθαίνει» κάθε φορά που η ιστορία του «κεντρίζει» το ενδιαφέρον του ξεχωριστού αναγνώστη.».

 

«Περπάταγα στον δρόμο κι ένιωθα τις λοξές ματιές όλων. Ενώ περίμενα τη συμπαράστασή τους, έγινα ο αποσυνάγωγος, ο σαλεμένος που δεν δίστασε να προσβάλει τα ιερά για τη χάρη μιας άγνωστης, μιας ξένης. Τελικά κατάλαβα ότι αυτό ήταν το συμφωνημένο τίμημα για να αποφύγω τα χειρότερα και το κυνήγι, να με θεωρήσουν ανισόρροπο, διαταραγμένο. Έπρεπε να διαλέξω, αφού έτσι ωμά το έθεσε ο ίδιος ο παπάς στην κυρία Ερμιόνη, προκειμένου να δικαιολογηθεί η συμπεριφορά μου και να αποκατασταθεί το κύρος του στη μικρή μας κοινωνία. Εάν δεν συμφωνούσα σε αυτή τη μεσολάβηση, η ζωή μου θα καταστρεφόταν. Και το δέχτηκα. Απλά πράγματα, στη ζωή πρέπει να επιλέγεις τη λιγότερο οδυνηρή εκδοχή της ήττας σου».

 

 

Ο Γιάννης Δενδρινός μιλάει στο Fractal για το νέο του βιβλίο με τίτλο «Όλοι αγαπούν τα τραύματά τους». Ο συγγραφέας αναφέρεται στη μνήμη και το χρόνο, την αγάπη και τη μοναχικότητα, τα τραύματα των ανθρώπων που οφείλονται είτε στις δικές τους επιλογές είτε συνηθέστερα στη συγκυρία και στη δύναμη του τυχαίου. Απαντά στο ρόλο που παίζει το «αναπόδραστο της μοίρας» ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί στη σιωπή και για την ψευδαίσθηση των βεβαιοτήτων.

 

 

-Μιλήστε μας για τον τίτλο του νέου σας βιβλίου «Όλοι αγαπούν τα τραύματά τους». Τι συμβολίζει;

Ο τίτλος είναι δάνεια φράση από ένα υπέροχο πεζό ποίημα του Ε. Χ. Γονατά, από τη συλλογή Η Κρύπτη, το οποίο μάλιστα παραθέτω ολόκληρο και στο προοίμιο του βιβλίου μου. Εκτιμώ ότι συνοψίζει τις κεντρικές έννοιες που διατρέχουν τη νουβέλα μου: τη μνήμη και τον χρόνο, την αγάπη και τη μοναχικότητα, τα τραύματα των ανθρώπων που οφείλονται είτε στις δικές τους επιλογές είτε συνηθέστερα στη συγκυρία και στη δύναμη του τυχαίου.

 

– Ποιο ήταν το κίνητρο για να γράψετε τη νουβέλα;

Ήθελα να αναδείξω την τραγική, αλλά συχνή, περίπτωση ανθρώπων που διάγουν έναν σιωπηλό και χαμηλόφωτο βίο, και η ζωή τους όλη, έρμαιο –όπως προανέφερα– της συγκυρίας και της δύναμης του τυχαίου, μοιάζει με μιαν ανάσα. Παρότι τοποθέτησα την ιστορία σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, από τα τελειώματα του εμφυλίου έως και τα μέσα της δεκαετίας του ’80, περίοδο με σημαντικά γεγονότα και φορτίσεις, ο σκοπός μου ήταν να φωτίσω την υπαρξιακή διάσταση αυτής της καθαρά ανθρώπινης ιστορίας, που θα μπορούσε ενδεχομένως να διαδραματιστεί σε οποιοδήποτε άλλο χρονικό άνυσμα.

 

-Το νέο σας βιβλίο έχει αυτοβιογραφικά στοιχεία;

Όχι, καθόλου. Πρόκειται καθαρά για μια επινοημένη ιστορία. Ωστόσο, όπως συνήθως συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις αφηγήσεις, μικρά ή μεγάλα βιώματα του ίδιου του συγγραφέα ή τρίτων, που εκείνος έτυχε να δει ή να ακούσει, παίζουν κι αυτά τον ρόλο τους. Έστω με έναν λανθάνοντα ή αποσπασματικό τρόπο. Μπαίνουν λαθραία στο μυαλό του αφηγητή και λειτουργούν σαν σπίθες για να ανάψει μια φωτιά, δηλαδή να χτιστεί μια ιστορία, να στηθεί μια περιγραφή ή να διαπλαστεί ένας χαρακτήρας.

 

-Τι είναι αυτό που ενώνει τους πρωταγωνιστές σας και τι τους χωρίζει;

Η ίδια η ζωή και οι ανατροπές της είναι που κάνουν και τα δύο. Αυτό που τους ενώνει, λοιπόν, είναι ότι όλοι ανεξαιρέτως οι πρωταγωνιστές έχουν μόνο αποσπασματική γνώση των δεδομένων της πραγματικότητας που τους αφορά, γεγονός που οδηγεί σε εγωιστικές συμπεριφορές. Κι εκείνο που τους χωρίζει είναι η επίπτωση της ιστορικής συγκυρίας και των τυχαίων γεγονότων σε αυτούς, κάτι που θα μπορούσε να αποκαλέσει κανείς και «αναπόδραστο της μοίρας», διαφορετικής για τον καθένα.

 

-Μου άρεσε η φράση «Τη σιωπή όχι μόνο την ανέχθηκα, κάποιες στιγμές ένιωσα και τις θετικές της ανάσες». Μπορεί η σιωπή να μας ανακουφίσει από τα προβλήματα;

Αν εξαιρέσουμε τις περιπτώσεις που η σιωπή υποδηλώνει τη συνδρομή ψυχοπαθολογικών αιτιών, η επιλογή της μπορεί να είναι ίδιον μιας εσωτερικής ενατένισης και αναμέτρησης του καθενός με τον εαυτό του ή και μια καθόλα φυσιολογική αντίδραση απέναντι στον θόρυβο (μεταφορικά και κυριολεκτικά) που κυριαρχεί συντριπτικά στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Υπό αυτή την έννοια μπορεί να είναι και λυτρωτική.

 

-Στην έναρξη της αφήγησης γράφετε ότι κάθε μέρα στη ζωή μας τραβάμε λαχνούς. «Δεν πιστεύω στην τύχη ούτε στη μοίρα». Είναι κάτι που θα αναθεωρήσουν οι πρωταγωνιστές σας στην εξέλιξη της ιστορίας;

Την άποψη αυτή –«δεν πιστεύω στην τύχη ούτε στην μοίρα»– τη διατύπωσε ένας συγκεκριμένος χαρακτήρας της νουβέλας, ο Ορέστης, κλασικός τύπος ανθρώπου της δράσης, που υμνεί τη δύναμη της απόφασης και της επιλογής. Δεν την αναθεώρησε ποτέ καθώς σε καμία φάση της ιστορίας δεν ήρθε, όπως και οι άλλοι πρωταγωνιστές, αντιμέτωπος με το σύνολο των πραγματικών δεδομένων, της αλήθειας. Έτσι έμειναν όλοι με την ψευδαίσθηση των δικών τους βεβαιοτήτων.

 

-«Τα λόγια μπορούν να παραπλανήσουν και να συσκοτίσουν» παρά να μας φανερώσουν την αλήθεια;

Θα έλεγα ότι αποτελεί κοινή αποδεκτή αλήθεια και για αυτό δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Παρότι δεν μου αρέσει με αφορμή τη λογοτεχνία να υπεισέρχομαι σε εξωλογοτεχνικούς παραλληλισμούς, εκτιμώ ότι αρκεί να ανατρέξει κανείς στην τρέχουσα (και παρελθούσα) «ποιότητα» της δημόσιας συζήτησης στη χώρα μας καθώς και στην πολιτική και κοινωνική ειδησεογραφία για να κατανοήσει τη δυναμική παραπλάνησης και συσκότισης που έχουν τα λόγια (και ιδιαίτερα τα μεγάλα).

 

 

 

– Στο βιβλίο αναφέρετε ότι «Πρέπει να επιλέγεις τη λιγότερο οδυνηρή εκδοχή της ήττας σου». Πόση δύναμη χρειάζεται να έχει κάποιος για να το καταφέρει;

Είναι άποψη ενός εκ των πρωταγωνιστών της νουβέλας, ενός ανθρώπου με μεγάλο εγωισμό και ορθολογική σκέψη. Η πραγματική ζωή, όμως, ενδέχεται να εξελίσσεται με τέτοιο σαρωτικό ρυθμό που δεν αφήνει σε κανέναν περιθώρια για ασφαλείς και ορθολογικές επιλογές.

 

-Κύριε Δενδρινέ, πληγή με πληγή διαφέρει. Δεν έχουν όλοι οι οργανισμοί την ίδια αντοχή στον πόνο;

Κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει στη διάρκεια του βίου του τον δικό του πόνο. Την αντοχή του τη γνωρίζει –και τη μετρά– μόνο ο ίδιος.

 

-Οι ματιές των πρωταγωνιστών σας διασταυρώθηκαν στην επιφάνεια της ήρεμης θάλασσας και έκτοτε η Γαλάτεια έγινε για τον Ορέστη μια έμμονη ιδέα. Πόσο σημαντικός είναι για τον Ορέστη αυτός ο έρωτας;

Όπως αποδείχθηκε όχι τόσο σημαντικός στο διάβα του χρόνου. Όπως λέει και ο ίδιος, «πάθος που αποκτά κανείς σε μικρή ηλικία είναι εύκολο να ξεχαστεί. Ζαρώνει, αχνίζει, γίνεται καθημερινότητα, ανάμνηση, μια πληροφορία».

 

-Στο βιβλίο σας πέρα από τον έρωτα μιλάτε για την αληθινή φιλία που διακόπτεται ξαφνικά. Είναι ένα τραύμα που δύσκολα επουλώνεται;

Έρωτας και αληθινή φιλία είναι εξίσου δυνατά συναισθήματα. Συνεπώς η διάψευσή τους μπορεί δυνητικά να προκαλέσει βαθιά τραύματα.

 

-Τι μήνυμα θα θέλατε να πάρουν οι αναγνώστες από την ιστορία σας;

Δεν φιλοδοξώ να κομίσει η ιστορία μου κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα. Είναι μια ανθρώπινη ιστορία, και κάθε αναγνώστης και αναγνώστρια θα τη διαβάσει και θα τη νοηματοδοτήσει ανάλογα με τα προσωπικά του βιώματα, την ιδιοσυγκρασία του και τη συγκυρία της ανάγνωσης. Ίσως μάλιστα κάποιοι να αντλήσουν συμπεράσματα ή μηνύματα που δεν αποτελούσαν συνειδητή επιδίωξή μου να δώσω. Εξάλλου, όπως έχει ήδη ειπωθεί, ο συγγραφέας, σαν τη μέλισσα, «πεθαίνει» κάθε φορά που η ιστορία του «κεντρίζει» το ενδιαφέρον του ξεχωριστού αναγνώστη.

 

-Τελικά όταν αποδεχόμαστε τα τραύματά μας μπορούμε να τα διαχειριστούμε και να προχωρήσουμε;

Ναι, γιατί τα τραύματα είναι αιχμαλωσία κι απελευθέρωση μαζί. Δεν είμαι ειδικός επί του θέματος, ούτε το βιβλίο μου είναι ψυχαναλυτικό εγχειρίδιο, αλλά νομίζω ότι αυτός είναι ένας κοινός τόπος από τα καθημερινά βιώματα όλων μας.

 

-Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;

Για να πω την αλήθεια, αποφεύγω να κάνω σχέδια. Η ζωή εξάλλου φαίνεται να έχει, όπως και στην ιστορία μας, τον δικό της σχεδιασμό. Θα ήθελα, ωστόσο, η επόμενη προσπάθειά μου να επικεντρωθεί περισσότερο στο σήμερα και στις νέες προκλήσεις που αυτό θέτει στις συμπεριφορές των ανθρώπων.

 

 

 

Ο Γιάννης Δενδρινός γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιθάκη. Σήμερα ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Μηχανικός στο ΕΜΠ, καθώς και Οικονομικές και Πολιτικές επιστήμες. Διηγήματά του έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και δημοσιευθεί σε συλλογικούς τόμους. Έχει γράψει τη συλλογή διηγημάτων «Σπασμένες Γραμμές» (Ενύπνιο, 2021). Η νουβέλα «Όλοι αγαπούν τα τραύματά τους» είναι το δεύτερο βιβλίο του.

 

 

 

Γεωργία Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top