Fractal

Αυταπάτες, ειρωνείες  και αποδοχές στις ‘Σκηνές καθημερινότητας του κόμη Αλέξιου Ντε Λα Βέγα’

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

“Σκηνές καθημερινότητας του κόμη Αλέξιου Ντε Λα Βέγα”, Βαγγέλης Αλεξόπουλος, Εκδόσεις Οδός Πανός. Φεβρουάριος 2019

 

Πρόκειται για το πέμπτο βιβλίο του Βαγγέλη Αλεξόπουλου, με τίτλο ‘Σκηνές καθημερινότητας του κόμη Αλέξιου Ντε Λα Βέγα’ και υπότιτλο ‘Σε μια πράξη και πέντε σκηνές’, από τον εκδοτικό οίκο ‘Οδός Πανός’ που έχει εκδώσει τα τέσσερα τελευταία του βιβλία. Τα βασικά τμήματά του είναι τρία, ήτοι οι ‘Σκηνές τυπικής καθημερινότητας’, οι ‘Σκηνές φυσικής ιστορίας’, και οι ‘Αμαρτωλές σκηνές’. Με την εισαγωγή, η έκδοση μας κάνει κοινωνούς με τον περίγυρο του ποιητή, τη δική του περίκλειστη θάλασσα, την ‘mare meum’, όπως την κατονομάζει στη λατινική γλώσσα, που δεν είναι τίποτα άλλο από τον χώρο που περιστρέφεται η τυπική του καθημερινότητα. Ήδη από την προηγούμενη συλλογή του, ‘Ο Αρχίλοχος έπεσε από τη Σελήνη με αλεξίπτωτο στην πόλη’ (εκδόσεις Οδός Πανός, Φεβρουάριος 2018), ο Βαγγέλης Αλεξόπουλος μας είχε συστήσει τον Κόμη Αλέξιο ντε λα Βέγα στο ποίημα που άκουγε στο όνομα ‘Ο ψαράς’, στο οποίο ‘Ο κόμης Αλέξιος ντε λα Βέγα/ επιχειρηματίας, αλχημιστής και ποιητής/ τα τελευταία χρόνια ψαρεύει για να ζήσει/ στα βρώμικα νερά του ποταμού Χαϊντίν/Όταν τραβάει τα δίχτυα, γεμίζει η βάρκα του/νεράιδες… και κάποιους λίγους πεθαμένους ποιητές…’!   Το πρόσωπο αυτό έχει έρθει κι’ άλλες φορές στην επιφάνεια μέσα στην ποίηση του Αλεξόπουλου, και έτσι ίσως τελικά  να αποτελεί στην πραγματικότητα, ή να αποτελέσει μελλοντικά, το alter ego του ποιητή, κατά τα πρότυπα πάντοτε του Φερνάντο Πεσσόα.

Σε τούτη τη συλλογή επικρατεί το σκοτάδι, και πάνω από μια φορά ο ποιητής αναφέρει πως ‘ξημερώνει’, γεγονός που αναμένει να δώσει γένεση πιθανόν σε  πολλά και καλύτερα. Ο Βέγας, στον τίτλο της συλλογής, παραπέμπει στο φωτεινότερο αστέρι της Λύρας και το δεύτερο σε φωτεινότητα ολόκληρου του βόρειου ημισφαιρίου της ουράνιας σφαίρας. Ο ποιητής σε αντίθεση όμως όλων αυτών, δρομολογεί τις εξελίξεις στο σκοτάδι. Στην ‘’Ευλογία’, όπου ‘…Στην ασφάλεια του μικρού μας δωματίου/υπό το φως χιλίων κηρίων, δοκιμάζουμε /όλες τις στάσεις του Kana Sutra…’, μας εισαγάγει στην ερωτική παράμετρο και διαδικασία, για την οποία για να είμαστε ειλικρινείς δεν μας είχε συνηθίσει ή προειδοποιήσει νωρίτερα. Στην ίδια ενότητα, χρησιμοποιεί κατά κόρον την λεκτική  ειρωνεία, όπως για παράδειγμα στο ποίημα που φέρει τον τίτλο ‘Νέες μελέτες καταδεικνύουν τις βλαβερές συνέπειες του καπνού’, και στο οποίο ‘Οι καπνιστές/καπνίζουν στα μπαλκόνια τους/τα διασχίζουν κατά μήκος/πάνω κάτω/Φυσάν τον καπνό αναστενάζοντας/και βήχουν λέξεις που στάζουν βενζίνη/Έτσι κάποιες φορές καθώς πετάνε κάτω τα αποτσίγαρα/παίρνουν φωτιά και λαμπαδιάζουν’! ‘Η νυχτερινή σκηνή’, είναι εκτεταμένο ποίημα της συλλογής, γραμμένο όπως και μερικά άλλα με δύο   στήλες. Η δεύτερη, προς τα δεξιά του κυρίως κειμένου, χρησιμεύει είτε για να μας προϊδεάσει για τα μελλούμενα ή για να δώσει έναυσμα στον ποιητή ώστε να συνεχίσει να υφάνει την αφήγησή του στο νυχτερινό μοτίβο. Όπως και να είναι, πάντως, παρουσιάζεται ως μια δεύτερη αφήγηση, ίσως μια εναλλακτική και συμπληρωματική  φωνή που  δραστηριοποιείται παράλληλα με την πρώτη και σε ειδικές διακοπές του νοήματος, η οποία παρουσιάζεται στις σελίδες του  κειμένου με πλάγιους χαρακτήρες. Έτσι,  ‘… Μάτια/-μονόφθαλμες κραυγές-/ καρφώνουν το βλέμμα τους/πάνω μου…’, τη στιγμή εκείνη κατά την οποία,  ‘…οι κεραίες μου γυρνούν την πλάτη…’.

 

Βαγγέλης Αλεξόπουλος

 

Φυσικά δεν λείπουν οι αναφορές στην μοιραία αποδοχή των πραγμάτων και των καταστάσεων από τον ποιητή, όπως εκείνες που αφορούν το πέρασμα του ανίκανου χρόνου αλλά και του παντοδύναμου καιρού: ‘ Σπαταλήσαμε τις καλές μέρες/νεκροτομώντας τις κακές στιγμές/και τώρα που καταλήξαμε σε συμπεράσματα/Έπεσε η νύχτα/Σκοτάδι πια και /νεκρική ακαμψία’, μας εξομολογείται ανοιχτά στις ‘καλές μέρες’. Σε ολόκληρη τη συλλογή δεν παραλείπει να μας υπενθυμίσει κάποιες χαρακτηριστικές ιδιότητες των ποιητών, γιατί αυτοί, ‘… είναι/οι χειρότερες περιπτώσεις/κανείς θεραπευτής δεν τις αναλαμβάνει…’, και επειδή ‘…όταν παντρεύεσαι γάτες, σκύλους, φαντάσματα/έχεις για φίλους μικρούς κήπους/κονσέρβες μπύρες και οφθαλμαπάτες…’. Κι ακόμα, ‘…Δεν είναι μόνον οι ποιητές/αλλά και κάποιες γάτες, που/κάνοντας πως μυρίζουν τον αέρα/σφυρίζουν αδιάφορα/καθώς κρυφοκοιτάνε το φεγγάρι’, έτσι που στο τέλος, ‘… κανείς τελικά/Τίποτα/ Δεν αναλαμβάνει’.

Το διάβα του χρόνου, έρχεται και ξαναέρχεται αμείλικτο μπροστά μας και μάλιστα σε συνεχόμενη βάση: Στα ‘γενέθλιά’ του ο ποιητής μας λέει: ‘Δήλωσα στη αστυνομία/την εξαφάνιση των 48 μου χρόνων/ Την επομένη/κατέβηκα στο λεβητοστάσιο/να μετρήσω τη στάθμη του πετρελαίου/και τα βρήκα κρεμασμένα πάνω από τον καυστήρα/ εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεται/ η κόκκινη φούσκα με την ξηρά σκόνη/Ώστε έγιναν σκόνη λοιπόν/Ούτε καν καπνός’! Το ποίημα αυτό, σημειωτέον,  έχει στο κάτω μέρος του την ημερομηνία 8 Νοεμβρίου 2017, χωρίς φυσικά ο ίδιος να μας πληροφορεί για τη στιγμή που  γεννήθηκε, δηλαδή τον Νοέμβριο του 1969. Τα γενέθλια, η υπενθύμιση του βιωμένου παρελθόντος χρόνου, ως έννοια περιλαμβάνεται και σε άλλα ποιήματα της συλλογής με έντονο το βιωματικό στοιχείο, όπως, για παράδειγμα, στο ‘Είναι κάποια βαθιά νυχτωμένα απογεύματα γενεθλίων’, από την ενότητα ‘Αμαρτωλές σκηνές’, ή όταν ας πούμε ‘…σε κάποια απογεύματα  γενεθλίων/που ανοίγεις το κουτί με τις πάστες/και ανατινάζονται μπροστά στα μάτια σου/τα παιδικά σου χρόνια…’, κι’ ακόμα  όταν ‘… ύστερα τα τυλίγεις με το λευκό/νεκροσέντονο του πατέρα σου/ και τα θάβεις στο δημόσιο πάρκο…’.

 

 

Για κάποιο περίεργο λόγο, ο ποιητής δεν τελειώνει τον εναγκαλισμό του  με την ποίηση και εδώ, ούτε και τις πολυποίκιλες αναφορές του σε άλλους ποιητές, και πως θα μπορούσε άλλωστε,  αφού στον επίλογο της συγκεκριμένης συλλογής, γράφει πως εκείνο που φοβάται,  ‘… δεν είναι ο λαβύρινθος/δεν είναι το δάσος/εκείνο που φοβάμαι/ είναι μη μου φάνε /τα πουλιά τα ψίχουλα’!  ‘Που είσαι Μίλτο… ’,  γράφει, ‘να δεις πως καταντήσαμε/ Αντί για το φεγγάρι/να τρώμε τις σάρκες μας’, με σαφείς αναφορές και παραπομπές σε στίχους ποιημάτων του Μίλτου Σαχτούρη.  Στο ΥΓ της ποιητικής συλλογής, δύο τελείες και τίποτα άλλο, με πρόδηλους υπαινιγμούς ότι ο Βαγγέλης Αλεξόπουλος δεν τελείωσε τους λογαριασμούς μαζί της, ακόμα, αλλά θα συνεχίσει την  ‘…περιπλάνηση/ σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και σε αρτηρίες/όπου η ζωή χορεύει…’, σύμφωνα με το ‘Ars Poetica’ του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top