Fractal

Όταν το χέρι του Οδυσσέα Ελύτη φύσηξε και πάλι ζωή στους στίχους της Σαπφώς

Γράφει ο Ανδρέας Λαμπέτης //

 

 

«Τέτοιο πλάσμα ευαίσθητο και θαρρετό συνάμα δεν μας παρουσιάζει συχνά η ζωή. Ένα μικροκαμωμένο, βαθυμελάχρινο κορίτσι, ένα “μαυροτσούκαλο”, όπως θα λέγαμε σήμερα, που, ωστόσο, έδειξε ότι είναι σε θέση να υποτάξει ένα τριαντάφυλλο, να ερμηνεύσει ένα κύμα ή ένα αηδόνι και να πει “σ’ αγαπώ” για να συγκινηθεί η υφήλιος».

 

 

Μ’ αυτά τα λόγια ο Οδυσσέας Ελύτης περιέγραψε την για μας σχεδόν χαμένη πια μορφή της ποιήτριας Σαπφώς. Αυτός ο μακρινός ξαδελφός της έσκυψε μ’ υπομονή και σεβασμό πάνω απ’ τους στίχους της, για να τους νιώσει και να τους αναστήσει μες στη νέα μας γλώσσα. Στίχοι από ποιήματα που ολόκληρα ή σε θραύσματα πια συρρικνωμένα ταξίδεψαν στις τρικυμισμένες θάλασσες των εποχών. Στίχοι σωσμένοι από χέρια άλλων καιρών που συχνά ένιωθαν τους έρωτες και τον κόσμο που τραγουδούσε η μακρινή Σαπφώ να ‘ναι ξένοι κι ανίεροι. Όσους επέλεξαν τους στερέωσαν σε αγγεία, πάπυρους και χειρόγραφα. Μετά αφέθηκαν στο έλεος των ανθρώπων και της φύσης. Από αιώνα σε αιώνα κι από τόπο σε τόπο σπρωγμένοι, όσοι γλίτωσαν, έφτασαν ως εμάς.

 

 

Όπως ήταν γραμμένοι σε μια παράξενη διάλεκτο, χρειάστηκε να τους μεταφέρει κανείς στη δική μας ζώσα γλώσσα, για να τους εννοήσουμε. Το χρέος αυτό ανέλαβαν πολλοί. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Μυτιληνιός κι αυτός στην καταγωγή Οδυσσέας Ελύτης. Τα ποιήματα της ομότεχνής του Σαπφώς τά ‘νιωσε με τα μάτια της ψυχής και της λογικής του. Τους φόρεσε νέα ενδύματα, προσέχοντας να τα πληγώσει όσο λιγότερο τού ήταν δυνατόν. Κατόπιν κίνησε να χαρίσει και σε μας τα δώρα που έλαβε. Έναν κήπο, όπου ανθούν υποταγμένα τα ρόδα κι ακόμη καρπίζει η φωνή τ’ αηδονιού που με σπασμένες τις φτερούγες σμίγει τα τραγούδια του μ’ αυτά της θάλασσας και των κυμάτων της. Το 1984 βρήκε ο κήπος αυτός θεμέλια σ’ ένα σπίτι-πουλί που έχει τ’ όνομα Ίκαρος. Εκεί καταφεύγουν χρόνια τώρα οι στίχοι των Ελλήνων ποιητών, για να μην χαριστούν στη λησμονιά και για να ταξιδέψουν με τα φτερά του Ίκαρου, προτού να λιώσουν στα μάτια των αναγνωστών και στους ήλιους των αλλαγών.

 

 

 

Ανάμεσα στους στίχους που βουτήχτηκαν στις λέξεις του σήμερα διαβάζουμε και για κείνη την ολόγιομη, μες στο λαμπερό της φως πνιγμένη, σελήνη. Τόσο φωτεινή που σαν βγει στον ουρανό γίνονται μπροστά της ωχρά τ’ άστρα τ’ ουρανού:

 

ἄστερες μὲν ἀμφὶ κάλαν σελάνναν

ἂψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,

ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπηι

γᾶν [                                 ] 4

 

ἀργυρία..

(Ε. Lobel, D. L. Page (ed.), Poetarum Lesbiorum fragmenta, Oxford 1955.)

 

κι ὅσ’ ἄστρα γύρω βρίσκονται στὴν ἔκπα

γλη σελήνη παρευθὺς τὸ φωτεινὸ τους πρό

σωπο κρύβουν κάθε φορὰ ποὺ ἐκείνη ὁλόγιο

μη καταλάμπει τὴ γῆ τὴ σκοτεινὴ ἀνεβαί

νοντας ~ ἀσημοκαπνισμένη.

 

(Ο. Ελύτης, Σαπφώ, Αθήνα 1984.)

 

Ένα νέο ταξίδι άρχισαν οι στίχοι αυτοί στις γειτονιές των ανθρώπων του σήμερα. Παρακινημένος απ’ το έκπαγλό τους κάλλος ο ευαίσθητος συνθέτης Νίκος Ξυδάκης τους έκανε τραγούδι φωτεινό και το μοιράστηκε με την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Με νέα φτερά πετούν οι παλιοί στίχοι κι έρχονται να ξεκουραστούν στους ώμους μας, διώχνοντας προσωρινά τα βάρη της ζωής:

 

 

 

Ανδρέας Λαμπέτης, μεταπτυχιακός φοιτητής της Κλασικής Φιλολογίας, Universität Hamburg/Humboldt-Universität zu Berlin.

Ανατολικό Βερολίνο 10 Μαρτίου του 2021.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top