Fractal

Ονειρικό παραλήρημα

Γράφει η Περσεφόνη Τζίμα // *

 

Μαρία Κουγιουμτζή, «Νύχτες πυρετού», εκδ. Καστανιώτη

 

Στο καινούριο μυθιστόρημα «Νύχτες πυρετού» της Μαρίας Κουγιουμτζή παρακολουθούμε αλληλένδετες διαδρομές του νου και της ψυχής, μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Αφηγείται η Ε.Β., μια νεαρή ύπαρξη  που βρίσκεται σε κώμα για αρκετά χρόνια, έπειτα από δυστύχημα και βρίσκεται σε μία ομιχλώδη επαφή με την πραγματικότητα. Παραληρεί μέσα στον ερωτικό, φαντασιακό ή πραγματικό πυρετό και τον λήθαργό της με τρόπο που ανατρέπεται η διάκριση μεταξύ πραγματικότητας και μη πραγματικότητας, ζωής και θανάτου, όπως και οι συμβατικές βαθμίδες του χρόνου συγχέονται και καταλήγει συνεχής, ενιαίος και σχετικός: « Όταν συντελείται η στάση του χρόνου μέσα στη σκέψη: καθώς ο άλλος μιλάει- ή φαντάζεται πως μιλάει-, ο χρόνος σταματάει και διαστέλλεται μέσα στο «σκέπτεσθαι». Και: «είναι τότε που τα δευτερόλεπτα κρατούν μια μικρή αιωνιότητα.  Και η γεύση τους είναι… αν μπορούμε να το πούμε… καθαρά ποιητική». (σελ. 434).  Ο πραγματικός τόπος δεν μοιάζει να ενδιαφέρει άμεσα τη συγγραφέα. Μπορεί να αναφέρεται η Θεσσαλονίκη, κάπως αόριστα ή κάποιο σπίτι ή βίλα, όμως η πραγμάτευση του τόπου την ενδιαφέρει κυρίως φιλοσοφικά: (Σκέψη του Γεδεών) «Η ουτοπία δεν είναι ακινησία, αλλά διαρκής ανανέωση μορφών και κόσμων, που αυτοκαταργούνται, αφού δεν έχουν τόπο. Η ακινησία ως κατάληξη, παρόλο που είναι αμετακίνητη (δεν παράγει έργο), μεταβαίνει συνεχώς ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον χωρίς κανένα παρόν, μόνο στην ουτοπία, στον μη τόπο.  Ο μη τόπος είναι το πεπερασμένο που περιέχει το άπειρο των τόπων».  

Η Ε.Β. περιγράφει – αφηγείται τις ζωές και τις εμπειρίες διάφορων ανθρώπων με διαφορετικούς χαρακτήρες, τους οποίους η ίδια συνάντησε πραγματικά ή φανταστικά, ήρθε σε στενή επαφή με κάποιους απ’ αυτούς, τους βιώνει, συζητάει μαζί τους αλλά από κάποια απόσταση, δεν συμμετέχει πλήρως, σαν να τους παρατηρεί, άτολμη και βρισκόμενη ταυτόχρονα αλλού.  Τα πρόσωπα απεγκλωβίζουν με φυσικό τρόπο ό,τι κρύβουν στα κατάβαθα της ψυχής τους με πλήρη ελευθερία σκέψεων και πράξεων. Εδώ δεν αξιολογείται τι είναι καλό ή κακό, τι ηθικό και τι ανήθικο, γιατί δεν υπάρχουν όρια στην εκπλήρωση του διακαούς πόθου για έρωτα και σεξ. Η ίδια η φύση και η ζωή υπαγορεύει τα ένστικτά τους, που μόνον από την εκπλήρωσή τους καταξιώνει ο άνθρωπος την ύπαρξή του: «Α, μπα», είπε σαν να άκουγε τις σκέψεις μου η Συλβί, «δεν χρειαζόμασταν τέτοιες επινοήσεις για να φτάνουμε στον οργασμό.  Το ίδιο το σώμα μας τον παρείχε. Και μόνον το άγγιγμά μας σαν πυρακτωμένη λάβα διαπερνούσε το βλέμμα μας, που αποκτούσε χιλιάδες φολίδες ηδονής… Κάθε μόριο του σώματος ήταν ανοιχτό στόμα…». (Σελ.222)

Πράγματι, η Συλβί, από τα κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου, είναι εντελώς ελεύθερη και άκακη, αφελής και αθώα. Η αφηγήτρια δέθηκε πολύ μαζί της, την θαύμαζε, αν και η ίδια απείχε από τις συμπεριφορές της. Από την άλλη, σαν αντίποδας στον χαρακτήρα της Συλβί, ο Γεδεών των «των ονείρων της», η προσωποποίηση του εξιδανικευμένου έρωτα, το στήριγμά της, διατρέχει όλες σχεδόν τις σελίδες, καθώς και η μητέρα της, η εγκατεστημένη βιωματικά στα κατάβαθα του είναι της και που ταυτίζεται εν τέλει μαζί της.

Άλλα πρόσωπα, πρωτεύοντα και δευτερεύοντα, συνυπάρχουν, συζητούν και διαδρούν στη φανταστική ή πραγματική ιστορία: Ο Μαρκίς, ο φωτογράφος, ο Ηρακλής με τον αυταρχικό του χαρακτήρα και πρόξενος κακών, ο ταγματάρχης, ο αξιωματικός, ο συγγραφέας, ο σκηνοθέτης, η Αμαρυλλίς και άλλοι, βοηθητικοί της εσωτερικής και εξωτερικής δράσης, χαρακτήρες.

 

Μαρία Κουγιουμτζή

 

Στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση της «κοιμωμένης» παρατίθενται τέτοιες και τόσες λεπτομέρειες, ώστε να διαστέλλονται εξαιρετικά η κάθε στιγμή, το κάθε συναίσθημα, γεγονός, εικόνα, σκηνή με έναν βαθύτατα ψυχογραφικό και μαγικό τρόπο. Ως προς αυτόν τον τρόπο γραφής, θυμάμαι τον Μαρσέλ Προυστ να τον εφαρμόζει στο πολύτομο έργο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».  Μολονότι ένα μεγάλο μέρος όλων των κεφαλαίων εμπεριέχει σκηνές ερωτικές ή καθαρά σεξιστικές που αφορμώνται από το ένστικτο, διακρίνουμε μια σπάνια ικανότητα της συγγραφέα να εξυψώνει ως την ύψιστη φυσική αξία τον έρωτα, σε όλες του τις παραλλαγές και υποστάσεις: σαρκικό, αγαπητικό, ιδεαλιστικό.  Να τον εξαγνίζει, να τον αθωώνει και να τον ανάγει, μαζί με την αγάπη, ως τη βασικότερη κινητήρια δύναμη της ψυχοσωματικής ζωής του ανθρώπου. Με έναν ξεχωριστό λόγο, που διακρίνεται για την ευγένεια, τη φυσικότητα και τη γλαφυρότητα του ύφους, η συγγραφέας ξεγυμνώνει τα κατάβαθα της ψυχής της γυναίκας σε κώμα, ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μη πραγματικότητα, με πλήρη συγγραφική και ατομική ειλικρίνεια αποθεώνει τον έρωτα, τη γενεσιουργό δύναμη της δημιουργίας του Ανθρώπου και του Πολιτισμού: 0 Γεδεών, ο Μαρκίς, η Συλβί δεν ήταν παρά ερωτικές μεταμορφώσεις δικές του; (του έρωτα) παρουσίες που εκπορεύονταν από το πονηρό, εκπάγλου ομορφιάς πρόσωπό του; Μια ομορφιά που δεν είχε σχέση με καμία τιμιότητα, με κανένα αγαθό, παρά μονάχα την απόλαυση με στόχο την εμφάνιση της ύπαρξης; Ήτανε στ’ αλήθεια, λίγο αυτό; Δεν ήταν πιο μεγαλειώδες από κάθε ηθικό κανόνα; Από κάθε ήμερο και ακίνητο παράδεισο; Ένα μωρό που λάμπει από την άγνοια της ύπαρξής του; / Λοιπόν δεν είχα παρά να ανοίξω την πόρτα του άδειου και να βγω στον κόσμο των ανθρώπων.  Να τους κοιτάξω έναν έναν, προσωπικά και με ευγνωμοσύνη.  Να με αφήσω ελεύθερη να κυλιστώ μαζί τους μέσα στη ζωή και την ανθρωπινότητά τους.  Γιατί ό,τι ήταν ανθρώπινο, ήταν αγάπη.  Επειδή αγάπη είναι το να υπάρχεις… γιατί η ζωή είναι το θαύμα που μας ανήκει. (σελ.228)

Σχετικά με την αθωωποίηση του έρωτα, υπάρχει κάτι ανάλογο στο εγχείρημα του Ανδρέα Εμπειρίκου, στον Μέγα Ανατολικό, που δέχτηκε αρνητικά σχόλια αλλά όσοι το διάβασαν ολόκληρο, το έκριναν θετικά, θεωρώντας ότι «αυτό το βιβλίο γράφτηκε, για να δείξει πόσο λανθασμένα συλλάβαμε τη δωρεά της ζωής» (Γιατρομανωλάκης).  Παρόμοια άποψη είχε και ο Ελύτης: «Τα υλικά και οι προϋποθέσεις για το καλό έχουν δοθεί στον άνθρωπο, που αν δεν τα εκμεταλλεύεται, είναι από δικό του λάθος, από την ανικανότητα να υπερνικήσει τις μακραίωνες προλήψεις και τα κατατυραννισμένα στο σκότος της ψυχής του συμπλέγματα».  Αυτά θεωρώ ότι ισχύουν και για το εν λόγω βιβλίο, ένα λογοτεχνικό έργο ψυχανάλυσης, που φωτίζει τα εσώψυχα, όπου φυλάγονται μυστικοπαθώς και τεχνηέντως τα ανομολόγητα.

Στη χαλαρή δομή του μυθιστορήματος η συγγραφέας έχει τη ικανότητα να παρεμβάλλει εξαιρετικά δοκιμιακά κομμάτια και σελίδες ολόκληρες ψυχοκοινωνιολογίας, και στο πρώτο αλλά κυρίως στο δεύτερο μισό του βιβλίου και με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει να ολοκληρώσει ένα πολυεπίπεδο, άρτιο μυθιστόρημα, με θέματα κυρίως υπαρξιακά, λογοτεχνικά, Τέχνης, Θεάτρου και πολλά άλλα. Γι αυτό τον σκοπό σκηνοθετούνται στα μεγάλα κεφάλαια «Στο σαλόνι της Συλβί», «Η φωτογραφία», «Στη βίλα του ταγματάρχη» και αλλού, συναντήσεις των προσώπων, συζητήσεις, όπου πραγματεύονται όλα τα κεφαλαιώδη θέματα που αφορούν τους ίδιους αλλά και όλους τους ανθρώπους.

Ο τίτλος του έργου εμπεριέχεται και γίνεται πιο κατανοητός στη σελ. 469: «Στους πυρετούς σου, στις τρεμούλες σου, τα λες όλα.  Μέσα απ’ αυτούς τους πυρετούς επικοινωνείς, συνομιλείς μ’  αυτά που υπάρχουν και μ’ αυτά που δεν υπάρχουν. Μόνο οι μοναχικές ψυχές μπορούν να ακούσουν τα βήματα ενός ιδανικού, γιατί ο κόσμος μας, εμείς, δεν είμαστε σε θέση να επιτρέψουμε την ύπαρξή του. Το ιδανικό είναι ένας τόπος που πάντα θα αναζητούμε, για να αντέχουμε τη δύσβατη καθημερινότητά μας».

Η προσεκτική ανάγνωση ολόκληρου το μυθιστορήματος οδηγεί τον αναγνώστη στην ανακάλυψη ενός λογοτεχνικού διαμαντιού. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για ένα φιλοσοφικό – διδακτικό μυθιστόρημα υπαρξιακού κυρίως προβληματισμού, με χαρακτηριστικά υψηλής λογοτεχνίας.

 

 

 

 

 

* Η Περσεφόνη Τζίμα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και κατοικεί. Σπούδασε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Φιλολογία. Εργάστηκε στο Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών, στο Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας του καθηγητή Εμμανουήλ  Κριαρά. Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση. Ποιητικές συλλογές: Παλινδρομήσεις (Θεσσαλονίκη 1996), το Γαλάζιο μελανό (Κεντρί 2017) και Ένα ποιητικό ταξίδι ( μία μελέτη για τα Εύρετρα της Κικής Δημουλά – υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μελέτης- Μαλλιάρης  Παιδεία 2013).

Το 2005 εκδόθηκαν τα Μικρά Κείμενα, ένα βοήθημα για τη Γλώσσα (Δωρικός). Ποιήματά της και κριτικές δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top