Fractal

Διήγημα: “Η Ν. και το πολιτιστικό ρεπορτάζ”

Της Τζένης Μανάκη //

 

Παρά τον φόρτο της δουλειάς μου, την όχι και πολύ καλή συνεννόηση με τον Μάρτιν, τον νεαρό βοηθό στο πολιτιστικό ρεπορτάζ, που τον έκανε επαχθέστερο, το μυαλό μου έβρισκε τρόπους να προσθέτει ανησυχίες. Η εξασθενημένη ελπίδα μου ανέρρωσε, όταν με το κλείσιμο της δεύτερης εβδομάδας, ο Φουάντ ανακοίνωσε ότι θα ερχόταν, επιτέλους. Διατηρούσα κάποιες  υποτυπώδεις επιφυλάξεις για το πως θα ήταν ακριβώς μετά τις εξελίξεις στην προσωπική του ζωή. Ήταν αδύνατο να έχω μία πολύ συγκεκριμένη εικόνα, γιατί όταν μιλάει κανείς στο τηλέφωνο, μπορεί κάπως να κρίνει από τον ήχο, τον παλμό της φωνής, δεν παρατηρεί όμως τις ανεπαίσθητες αλλαγές στο πρόσωπο από τα αισθήματα, τις προθέσεις  που γράφουν επάνω του. Παρά τον σκεπτικισμό, ένιωθα σε όλο της το μέγεθος την αδημονία, τη λαχτάρα της ερωτευμένης γυναίκας, όχι κάποιας  παραδομένης σε έναν ανέφικτο μύθο.

 

 

Η προσοχή μου ήταν διασπασμένη ανάμεσα σε δύο θεατρικές πρεμιέρες σε σκηνές του West End, στην ανάληψη της θέσης του καλλιτεχνικού διευθυντή του Old Vic Τheater από τον Κέβιν Σπέισυ – ο αρχισυντάκτης επέμενε να του πάρω μία συνέντευξη, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο- μία εικαστική έκθεση σε μεγάλη γκαλερί από το γνωστό παράδοξο δίδυμο George και Gilbert, που εξέφραζαν κατά καιρούς κάποιες αντιμουσουλμανικές απόψεις, γεγονός που κέντριζε το γενικότερο ενδιαφέρον μου, και την άφιξη του Λεονάρντο ντι Κάπριο για την πρεμιέρα της ταινίας “Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης”.

 

Έκανε ένα ψωφόκρυο, κι έτσι αποφάσισα ν’ αφήσω τον Μάρτιν έξω στην πλατεία Λέστερ, με το μικρόφωνο, δίπλα στο αλαλάζον πλήθος, να απολαύσει την άφιξη του νεαρού αστέρα του Χόλλυγουντ, που συνοδευόταν από τον μεγάλο ηθοποιό Ντάνιελ Ντέι Λούις. Κάνοντας χρήση της πρόσκλησης, χώθηκα μέσα στη θερμή αίθουσα του κινηματογράφου Empire, όπου παρών ήταν και ο διάσημος σκηνοθέτης της ταινίας. Σκορτσέζε.

 

 

Δεν με ενθουσίασαν ποτέ οι ταινίες με γκάνγκστερς- ο Νονός εκτός του σχετικού σχολιασμού, εννοείται. Δεν αρνούμαι ότι η ταινία είχε ενδιαφέρον, πέρα από τις εξαιρετικές ερμηνείες. Αναφερόταν σ’ ένα κομμάτι της Αμερικανικής Ιστορίας των αρχών του 19ου αιώνα, που ίσως δεν είχε προβληθεί στον κινηματογράφο μ’ αυτό τον τρόπο. Ο Σκορτσέζε είχε δηλώσει ότι έκανε μία ταινία με πραγματικά σκηνικά, όχι με κομπιούτερ. Αναφερόταν στην ιστορία ενός ιρλανδικής καταγωγής Αμερικανού, (Ντι Κάπριο),  που ήθελε να εκδικηθεί για τον θάνατο του πατέρα του, τον αρχηγό μιας ομάδας γκάνγκστερς που υποδυόταν ο Ντάνιελ Ντέι Λούις.

 

 

Απογοητεύτηκα που ο Μάρτιν δεν κατάφερε να πάρει μία δήλωση από τους δύο πρωταγωνιστές και θα αναγκαζόμουν να αναμασήσω αυτά που δήλωσαν σε ρεπόρτερς άλλων εντύπων. Ο Μαξ σίγουρα θα είχε κάποιες πληροφορίες, θα συμμετείχε οπωσδήποτε στις προγραμματισμένες συνεντεύξεις τους, αλλά δεν ήθελα να έρθω σ’ επαφή μαζί του, ούτε είχα χρόνο για συμμετοχή.

Τελικά δεν κατάφερα να κλείσω ένα ραντεβού με τον ατζέντη του Σπέισυ, πολύ περισσότερο να του πάρω μία συνέντευξη, πράγμα που δυσαρέστησε τον αρχισυντάκτη, που ήξερε πολύ καλά τις δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος. Έμεινε όμως ικανοποιημένος γενικότερα,  από τις κριτικές μου για τις νέες παραστάσεις μάλιστα με παίνεψε που εμβάθυνα τόσο στην ουσία των έργων.

 

 

Κατάφερα να βρω χρόνο να παρακολουθήσω μία τρίτη παράσταση ενός υβριδικού θιάσου, σε μια αίθουσα του βόρειου Λονδίνου, που ανέβασε δύο μονόπρακτα του Ιονέσκο.

Στην πρόσκληση έγραφε : “Θα ακολουθήσει συζήτηση με το κοινό”. Είχα πάντα κατά νου τη συμμετοχή μου σε κάποιο ερασιτεχνικό θίασο, και η σκέψη αυτή, παρά την έλλειψη χρόνου, δεν με εγκατέλειπε. Σκεφτόμουν καθώς πήγαινα με το μετρό προς το θέατρο, να έγραφα μία καλή κριτική για τους νέους ανθρώπους που τολμούσαν να ανεβάσουν όχι τόσο γνωστά έργα, αν βέβαια άξιζε πράγματι η δουλειά τους. Ήταν κι ένας τρόπος να αποκτήσω μία επαφή μαζί τους…

Η δουλειά τους πραγματικά με ενθουσίασε! Τα μονόπρακτα ήταν: «Ο Ιάκωβος ή η Υποταγή», και η συνέχειά του: «Το μέλλον είναι τα αυγά». Τα  μονόπρακτα του Ιονέσκο σατιρίζουν την υλιστική ζωή, την υποταγή του ανθρώπου στον ζωώδη κομφορμισμό της κοινωνίας που αποσκοπεί αποκλειστικά στην απόκτηση υλικών αγαθών. Ο δύσμοιρος Ιάκωβος με την τάση αυτού του πλεονασμού, παντρεύεται μια γυναίκα με τρεις μύτες και δεκατέσσερα δάχτυλα. Οι οικογένειες των νιόπαντρων πανηγυρίζουν όταν η Ρομπέρτα, η γυναίκα του, αρχίζει και γεννά μεγάλες ποσότητες αυγών, τα οποία κλωσά ο Ιάκωβος, που τελικά τον σκεπάζουν ολόκληρο – ένα πραγματικό σύμβολο της μηχανικής παραγωγής που τελικά κατακλύζει την ανθρωπότητα,  Το τελευταίο αποδόθηκε εξαιρετικά με βιντεοπροβολή και πολύ προσεγμένο φωτισμό. Ενθουσιάστηκα πραγματικά. Ακολούθησε μία γόνιμη συζήτηση σχετικά με το έργο του Ιονέσκο, και εντυπωσιάστηκα όταν στις ερωτήσεις του κοινού οι δύο ηθοποιοί, που ήταν συγχρόνως και σκηνοθέτες, ανταποκρίθηκαν επαρκώς.

 

 

Στο τέλος της παράστασης πήγα στα παρασκήνια, όπου γνώρισα τους  πρωταγωνιστές, δυο νέους ανθρώπους που είχαν τη δύναμη να αντέξουν το κόστος μιας παράστασης χάρη στο μεράκι και την άπειρη αγάπη τους για το θέατρο.

Μετά λίγη ώρα βρεθήκαμε μαζί στους δερμάτινους καναπέδες της “the northern great railway tavern”, μιας παλιάς παμπ, όπου η Άλις και ο Νάιτζελ, ή  η Ρομπέρτα και ο Ιάκωβος, προφανώς, ήταν θαμώνες. Τουλάχιστον οι μισοί από τους πελάτες σήκωσαν τα χέρια και φώναζαν τα ονόματά τους, επηρεασμένοι και από ποιος ξέρει ποιες ποσότητες μπύρας … «Εδώ λειτουργεί μια κινηματογραφική λέσχη κάθε μήνα και είμαστε όλοι παρόντες», διευκρίνισε η ‘Αλις.

«Γιατί Ιονέσκο;» ρώτησα, μετά τα πρώτα τσουγκρίσματα των τεράστιων ποτηριών μπύρας που μας σέρβιραν.

 

 

“Η αδυναμία των ανθρώπων να επικοινωνήσουν, να συνεννοηθούν  μεταξύ τους με τον λόγο…”, απάντησε ο Νάιτζελ και τον λόγο αμέσως πήρε η Άλις:

“Αυτό είναι το κεντρικό στοιχείο στο έργο του, σκεπτικό που ανατρέπει το αξίωμα μερικών φιλοσόφων, ότι ο λόγος δόθηκε στον άνθρωπο για να κρύβει τις σκέψεις του. Για τον Ιονέσκο ο λόγος δεν μπορεί πλέον να εκφράσει σκέψεις επειδή δεν υπάρχουν σκέψεις, η αστική κοινωνία που στηρίζεται σε κονφορμιστικές ιδέες, παλιωμένες, μιλάει μια γλώσσα χωρίς υπόβαθρο σκέψης, μιλάει χωρίς να λέει κάτι, οι άνθρωποι πια έχουν πάψει να έχουν πάθη, να συγκινούνται, έχουν χάσει το νόημα της ζωής, δεν ξέρουν πια να υπάρχουν… κι αυτή η αδυναμία επικοινωνίας με το λόγο, η ανυπαρξία ατομικής προσωπικότητας οδηγεί στην κατάργηση της Λογικής. Οι καθημερινές κοινοτοπίες, μπορούν να ανήκουν στον έναν ή στον άλλον, χωρίς να προσδιορίζουν μία προσωπικότητα. Ο καθένας,  μπορεί να πάρει τη θέση του άλλου… μόνο κάποια δραματικά πρόσωπα μπορεί να είναι πραγματικά, να είναι ο εαυτός τους.”

     “Θα πρέπει να πούμε ότι σε αντίθεση με τον συνεχώς πιο απελπισμένο Μπέκετ, ο Ιονέσκο, από κάποιο σημείο του έργου του και μετά, αρχίζει να προβάλλει κάποια πιο ανθρώπινα στοιχεία, δείχνει να αποφάσισε ότι αυτή η αξιοθρήνητη ανθρωπότητα  αξίζει κάποια συμπάθεια και ίσως περισσότερη κατανόηση απ’ όσο νόμιζε παλιότερα”, συμπληρωσε ο Νάιτζελ.

       Θυμήθηκα το έργο του, “Ο Βασιλιάς πεθαίνει”, που προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε στο τέλος των μαθημάτων  θεάτρου που παρακολουθούσα, όπου ο τρόμος του θανάτου γίνεται το επίκεντρο της δράσης, και όπου η αγωνία του ήρωα, αν και προκαλεί τη συμπόνια, δεν τον απαλλάσσει από την γήινη ασήμαντη υπόστασή του.

 

 

Ο Νάιτζελ έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ενασχόλησή μου με το θέατρο,

“αν ανεβάσουμε ένα πολυπρόσωπο έργο, να ελπίζουμε σε συμμετοχή σας”, είπε, ενώ η Άλις επέμεινε στη συνέχεια της κουβέντας μας για το έργο του Ιονέσκο.

Τελικά, σπάει ο πεσιμισμός του στο τελευταίο του έργο, ίσως η ανθρώπινη ανάγκη για λίγη ελπίδα, γίνεται επιτακτική από τη μέση ηλικία και μετά… Με τον “πεζό στον αέρα”, που πάλι έχει σαν ήρωα τον Μπερανζέ, θα τον θυμάστε και από το 

“ο Βασιλιάς πεθαίνει”, δείχνει μια βαθμιαία πίστη στις ψυχικές και πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου. Μπορεί μεν ο ήρωάς του να αποκτά την ικανότητα να πετάει και να χάνεται στο άπειρο, αλλά γυρίζει πίσω αναστατωμένος από όλα τα δεινά που προοιωνίζει η ατομιστική  εποχή μας  για τον άνθρωπο… ωστόσο το πέταγμα συμβολίζει την δυνατότητα του ανθρώπου να υψώνεται πάνω από την ύλη και να αποτρέπει τον αφανισμό του πνεύματος… δεν είναι μικρή στροφή αυτή, τι λέτε;” 

     “Συμφωνώ, όχι μόνο όσον αφορά τη στροφή του Ιονέσκο σε μία λιγότερο θλιβερή εικόνα για την ανθρωπότητα, αλλά και προσωπικά πιστεύω ότι ο ψυχικά υγιής άνθρωπος διατηρεί πάντα μέσα του κάποια, έστω και παράλογη ελπίδα, σαν σπίθα που ανάβει το ενδιαφέρον του για τη ζωή. Χάρηκα πολύ που σας γνώρισα, και πραγματικά θα ήθελα να βρεθούμε ξανά!”

      Μου έδωσαν φωτογραφίες από την παράσταση και κάποιες απαντήσεις για τα μελλοντικά τους σχέδια, στοιχεία που θα ήταν αρκετά μαζί με την κριτική, για ένα “σαλόνι” στο περιοδικό. Επέστρεφα σπίτι, άδεια από τις προσωπικές μου αγωνίες, γεμάτη  νέες σκέψεις. Όταν αρχίζεις να αναλύεις τα πανανθρώπινα, οι ιδιωτικές ιστορίες φαίνονται σχεδόν ασήμαντες…

 

 

 (απόσπασμα από το βιβλίο μου “Με το χέρι στο στήθος”)  

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top