Fractal

Από εγκιβωτισμό αφηγήσεων στην κύρια αφήγηση

Γράφει η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη // *

 

Αλέξανδρος Ακριτόπουλος, “Η αληθινή ζωή ενός γυναικωνίτη”, Εκδόσεις Γράφημα, 2017, σελ. 444

 

“Γράφουμε για να κατανοήσουμε,  γράφουμε για να αναμοχλεύουμε και να αναπλάθουμε την ιστορική μνήμη. Γράφουμε για να αντέχουμε, για να αναστοχαζόμαστε, για να ανιχνεύουμε και να ανασύρουμε το φως. ”

Η συγγραφή όπως και ο προφορικός λόγος ικανοποιούν ανάγκες μοιράσματος του ψυχικού φορτίου, ανάγκες έκφρασης και επικοινωνίας, ανάγκες κατανόησης και μνήμης. Γράφουμε για να ανιχνεύσουμε το φως μέσα μας και γύρω μας θέτοντας ερωτήματα, καταγράφοντας φόβους, άγχη, στοχασμούς και ιδέες μας.

“Γιαυτό κι εγώ, σεράντα μήλα κόκκινα, είπα από ‘δω να φύγω.

Γιαυτό θ’ ανέβω στο βουνό, να βρω τη χαμένη μου ελευθερία.

Γι’ αυτό θ’ ανεβώ στο βουνό, να βρω τη χαμένη μου πατρίδα.

Γιατί τώρα θέλω εγώ να είμαι η καθεμιά χαμένη μου πατρίδα!..”

Απρίλης 1945 [Εγγραφή δέκατη έκτη], σελ. 256

Ο Αλέξανδρος Ακριτόπουλος με το πρώτο του μυθιστόρημα,  Η αληθινή ζωή ενός γυναικωνίτη, των εκδόσεων Γράφημα, καταθέτει στοιχεία ιστορικής μνήμης, όπως και ερωτήματα, προβληματισμούς και στοχασμούς που του γεννήθηκαν από την μελέτη στοιχείων του τόπου του, μέσα από την αφήγηση των ιστοριών των ηρώων του, αρχίζοντας από τα τέλη του 19ου αιώνα και  φτάνοντας μέχρι τη συνθήκη της κρίσης των τελευταίων ετών στη χώρα μας. Το βιβλίο αποτελεί έργο ενδελεχούς μελέτης και έρευνας μέσα από την οποία αναζωπυρώνεται η μνήμη και δη η ιστορική μνήμη, που με την αρωγή της φαντασίας και του λογοτεχνικού οίστρου του συγγραφέα μας ανοίγει το σύμπαν του και μας ταξιδεύει. Διαβάζοντάς το μου ήρθε στο νου ο Χάουαρντ Ζιν, ο σπουδαίος ιστορικός των λαών, ο συγγραφέας της  Ιστορίας του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών.                                                 

Το βιβλίο του Αλέξανδρου είναι ένα  ιστορικό μυθιστόρημα αλλά δεν είναι ακριβώς αυτό ή δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και φωνή ανησυχίας και αγωνίας και στοχασμού και αφύπνισης της ατομικής μας συνείδησης για το ψυχοκοινωνικό γίγνεσθαι που μας περιβάλει, μέσα στο οποίο  διάγουμε τη ζωή μας και μεγαλώνουμε τα παιδιά μας συν-διαμορφώνοντάς το.  Είναι μια βαθιά φωνή  που για να μας αγγίξει χρησιμοποιεί τόσο την ρεαλιστική αφήγηση όσο και την αλληγορία.

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι το βιβλίο είναι αφιερωμένο στους πρόσφυγες. Άλλωστε έτσι που κατάντησαν τις ζωές των ανθρώπων οι ισχυρές δυνάμεις του οικονομικού ελέγχου, το προσφυγικό ζήτημα συνεχώς θεριεύει ανησυχητικά και εκτός του ότι ταλανίζει τους ίδιους τους πρόσφυγες κι απειλεί τις ζωές τους, αποτελεί πλέον μείζον θέμα της καθημερινότητας τόσο των χωρών προέλευσης, όσο και των χορών υποδοχής. Ο τόπος μας κι εμείς οι ίδιοι στην πλειοψηφία μας έχουμε μακρά εμπειρία από προσφυγιά, μετανάστευση και ξεριζωμό με πάμπολλα τραυματικά βιώματα. Ίσως και γι’ αυτό εκτός από την αφιέρωση, μια από τις πιο συγκλονιστικές ενότητες του βιβλίου, με τον τίτλο “Μαρτυρίες” αναφέρεται στην ζωή του πρόσφυγα Πάνου, όπου μέσα από τις ημερολογιακές καταγραφές του μας μεταφέρει με ευαισθησία, ανθρωπιά και ρεαλισμό στην ατμόσφαιρα και στο προπολεμικό κλίμα, όπως και στα μαύρα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου που ταλάνισαν τη χώρα και τις ζωές μας.

Το βιβλίο εκπηγάζει από προσωπικά βιώματα και χαρακτηρίζεται από αυτοαναφορικότητα που όμως πρόκειται για συλλογικά τεκταινόμενα του τόπου μας, που αφορούν όλους μας και μέσα απ’ αυτά στοχεύει και το πετυχαίνει με πολύ όμορφο τρόπο ν’ αγγίξει συλλογικότητες και οικουμενικά θέματα.

Η αφήγηση ξετυλίγεται με αφορμή την συντήρηση της παλιάς εκκλησίας ενός χωριού. Μ’ αυτό στήνει ο συγγραφέας το νεοτερικό στημόνι του πάνω στο οποίο περνά τα πολύτροπα νήματα της γραφής του  και υφαίνει με έναν ευρηματικό τρόπο το υφάδι του πλουμιστού μυθιστορήματός του, που μας κεντρίζει το ενδιαφέρον από τις πρώτες σελίδες. Οι διάφορες ιστορίες και τα πρόσωπα που αναδύονται ξεχωριστά, δένονται με έναν όμορφο τρόπο και μ’ ένα ιδιαίτερο νήμα στο ενιαίο υφάδι της μυθιστορίας του βιβλίου.

Ο συγγραφέας προσωποποιεί την κοινωνική συνείδηση με τον γυναικωνίτη της παλιάς εκκλησίας σ’ ένα χωριό της Μακεδονίας, της οποίας οι τοίχοι έχουν υποστεί ρωγμές. Η εκκλησία πρέπει να συντηρηθεί  για να αντέξει στο χρόνο και η διαδικασία της συντήρησης αποτελεί αφορμή για να ξεκινήσει η διήγηση και ν’ αναπτυχθεί το αφήγημα. Η μικρή πόρτα που οδηγούσε στον γυναικωνίτη έχει σφραγιστεί και ο γυναικωνίτης της εκκλησίας έχει χτιστεί κι εντοιχιστεί με τσιμεντογωνίες ενώ αιωρείται ο φόβος της κατάρρευσή του στις κεφαλές των εκκλησιαζόμενων. Οποία μεταφορά!! Ο ξεχασμένος πλέον και σχεδόν ανύπαρκτος γυναικωνίτης προσωποποιείται ως η ασώματη φωνή της συλλογικής συνείδησης ακούγεται μέσα από την αλληγορική αφήγηση  και προσπαθεί να βρει ευήκοα ώτα για να καταθέσει τις μαρτυρίες της, στοχεύοντας στη δική της λύτρωση αλλά και στην ταύτιση και στην ενσωμάτωση της ατομικής συνείδησης των συνομιλητών της στο κορμό της, ως ενιαίο και κραταιό σώμα και έκφραση  κοινωνικής συνείδησης.  Έτσι π.χ. θ’ ακούσουμε την ασώματη φωνή της συλλογικής συνείδησης να μιλά για δοσίλογους που ονειρεύτηκε.                                                                                                                                                                                     Ο χρόνος που εκτυλίσσεται το υφάδι της αφήγησης απλώνεται από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα μέχρι τις μέρες μας, ενώ ο τόπος που διαδραματίζονται τα γεγονότα είναι κυρίως η όμορφη Μακεδονία μας κι ιδιαίτερα περιοχές των Σερρών, όπου κι ο γενέθλιος τόπος του συγγραφέα, της Δράμας, όπως και η Θεσσαλονίκη.

Το βιβλίο αποτελείται από τις εξής έξι ενότητες: Ώρες, Saga, Ενθυμήματα, Φωνές, Εποχές και Σκιές, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους μέσω της εκκλησίας και ιδιαίτερα του Γυναικωνίτη άλλοτε ως πραγματικό και άλλοτε ως αλληγορική ασώματη φωνή.

Εκτός από τον αφηγητή και την ασώματη φωνή του Γυναικωνίτη, αναδύονται κυρίως τα πρόσωπα του ιστορικού Τιβέριου Σόδη, η κόρη του Θάλεια Σόδη, φοιτήτρια Αρχιτεκτονικής και η φίλη της Ευφροσύνη, υπάλληλος της Ευφορίας Νεότερων Μνημείων, το ζεύγος Σλάβων Γιούλια & Τσβετάν με εβραϊκή καταγωγή και ο γιος τους Πέταρ, ο Πάνος ή Θάνος Στασίδης ή Στασιάδης, το προσφυγόπουλο και μετέπειτα ο αδικοχαμένος αντάρτης και τα μέλη της πατρικής του οικογένειας, η μουσουλμάνα εργάτρια Αϊγκούλ από την Ξάνθη που περιέσωσε το τετράδιο με τις ημερολογιακές καταγραφές του Πάνου, κλπ. Το βιβλίο το χαρακτηρίζει η πολυπολιτισμική προέλευση και η κινητικότητα των ηρώων, στοχεύοντας στον σεβασμό απέναντι στην ετερότητα, στην αμοιβαία αποδοχή και αγαστή συνύπαρξη, στην διάχυση ενός οικουμενικού πνεύματος.

 

Αλέξανδρος Ακριτόπουλος

 

Το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Ακριτόπουλου αποτελεί ένα ιδιότυπο και πολυεπίπεδο βιβλίο που ανατέμνει διακριτικά το ιστορικό του τελευταίου αιώνα στην χώρα μας, ανατρέχοντας στο παρελθόν και σκιαγραφώντας κοινωνικοπολιτκά πλαίσια και ψυχοκοινωνικές συνθήκες, εστιάζοντας στην ηθική κρίση και κρίση αξιών ως αίτιο και αιτιατό της κρίσης των τελευταίων αιτών.

Η νεωτερική γραφή του χαρακτηρίζεται επίσης από εγκιβωτισμό αφηγήσεων στην κύρια αφήγηση, όπως αυτή στην ενότητα Saga, όπου εξιστορείται η ζωή του ζεύγους των Σλάβων Γιούλιας & Τσβετάν, η  κάθοδος, εγκατάσταση και φυγή τους απ’ το χωριό και το χτίσιμο της ορθόδοξης εκκλησίας, πριν την εγκατάσταση των ποντίων προσφύγων του 1924. Εγκιβωτισμένη αφήγηση αποτελεί και η ενότητα “Μαρτυρίες” που μας μεταφέρει με συγκλονιστικό τρόπο μέσα από τις ημερολογιακές εγγραφές του πρόσφυγα Πάνου στο κλίμα και την ατμόσφαιρα της κατοχής και του εμφυλίου.

Το ύφος του βιβλίου εναλλάσσεται από ενότητα σε ενότητα, άλλοτε είναι γλαφυρό με ποιητικότητα και λυρισμό, άλλοτε μεστό και στοχαστικό, άλλοτε λυτό και ρεαλιστικό, άλλοτε ειρωνικό και σαρκαστικό, άλλοτε υπαινικτικό και αλληγορικό και άλλοτε αέρινο και υπερβατικό.

Η γραφή του χαρακτηρίζεται από διακειμενικότητα, όπου το κείμενο εμπλουτίζουν στίχοι ποιημάτων και φράσεις κειμένων με βαρύνουσα σημασιοδότηση στο λογοτεχνικό και ψυχοκοινωνικό γίγνεσθαι του πολιτισμού μας. Από τις πρώτες κι όλα σελίδες η αφήγηση διανθίζεται διακειμενικά καταδεικνύοντας την ευρυμάθεια του συγγραφέα αλλά και δομώντας ένα πυκνό και πολυεπίπεδο λόγο. Έτσι διαβάζουμε πχ. την αναφορά του Στο Άξιον εστί του Οδυσσέα Ελύτη με τη φράση “Επικαλούμενοι τον νοητό ήλιο της δικαιοσύνης να μην εγκαταλείψει τη χώρα μας” στη σ. 10, την αναφορά στην Έρημη χώρα του Έλιοτ με το “April is the cruellest month” , στη σελ.166, με την αναφορά στον Γεώργιο Βιζυηνό με τη φράση “αφού το μόνο της ζωής του ταξίδιον ήταν αυτό”, στη σ. 276 , την αναφορά του στον Κων/ντινο Καβάφη με το “χωρίς βαρβάρους”, στη σ.379 κλπ παραπέμποντας σε ότι αυτές σηματοδοτούν και εγείρουν στους συνειρμούς μας.

Το βιβλίο του Αλέξανδρου Ακριτόπουλου δεν αποτελεί ένα εύπεπτο αφήγημα και δεν προσφέρεται για να μας συναρπάσει με πλοκή, καταιγισμό γεγονότων και σασπένς ανάλογων των ερωτικών και αστυνομικών μυθιστορημάτων. Μας συναρπάζει όμως με τον βαθύ στοχασμό που καταθέτει ο συγγραφέας, με την υπέροχη γραφή και γλώσσα του, με την αλήθεια του,  με το σθένος και το βαθύ αίσθημα συλλογικής ευθύνης, με τα οποία θέτει το δάχτυλο στον τύπο των ήλων και μας μιλά μ’ ανθρωπιά κι ευαισθησία για τις μαύρες μέρες που στιγμάτισαν τον τόπο και της ζωές μας, σπάζοντας τη σιωπή και παραμερίζοντας την λήθη ή την απώθηση. Μιλά για την ηθική έκπτωση που μας ώθησε στην οικονομική κρίση. Αναφέρεται στο σκοτεινό, το κάλπικο το δόλιο, το απάνθρωπο, την αρχαιοκαπηλία, το εύκολο κέρδος και τον αθέμιτο νεοπλουτισμό, τον μικροαστισμό και τα αρχαία και σύγχρονα σπορ της μικρο ή μάκρο απατεωνίας και αισχροκέρδειας σε βάρος του ανυποψίαστου πολίτη και του συνόλου. Και το κάνει με τέτοιο τρόπο έτσι που να μπορούμε, ν’ αντέχουμε ν’ ακούσουμε τη φωνή του και ίσως να ανυψώσουμε τη δική μας εσωτερική φωνή που ενδεχομένως έχει σιγάσει λόγω ματαιώσεων ή λόγω  κοινωνικών συμβάσεων. Γράφει στις Μαρτυρίες:

“ Είμαι σεράντα μήλα κόκκινα σ’ έναν μεντήλ’ δεμένα…

Όμως δεν είμαι μόνον αυτά. Τώρα πια δεν είμαι μόνον αυτά.

Γιατί, είσαι αλλιώς έξω από σένα.

Είσαι και αυτός που λένε ότι είσαι.

Είσαι και αυτός που λένε ότι είσαι, ίσως και με το δίκιο τους.

Είσαι και αυτός που λένε ότι είσαι, κι ας μην έχουν δίκαιο σ’ αυτό.

Είσαι κι αυτός που λένε ότι δεν είσαι, κι ας έχουν άδικο σ’ αυτό.

Είσαι και αυτός που χθες βράδυ κάποιος σε είδε απλώς τυχαία να κάνεις ή τυχαία να βρίσκεσαι εκεί, και ας μην έχει αυτό να κάνει καθόλου με σένα τον ίδιο, και ας μην είναι αλήθεια.

Είσαι λογής λογής και τί δεν είσαι.

Και στη ζωή έτσι μεγάλωσα, ψάχνοντας το φως σχεδόν μες στο σκοτάδι. Γιατί είδα ότι υπάρχει φως στη ζωή όσο και πυκνό σκοτάδι. Και τώρα δε μπορώ να κάνω αλλιώς.”

Απρίλης 1945  [Εγγραφή δέκατη έκτη] σελ. 255

“Όταν όμως είμαι μόνος μου και τα βλέπω όλα αυτά, αναρωτιέμαι γιατί εμείς και οι άλλοι σκοτωνόμαστε. Γιατί στους δρόμους, στις πλατείες, στις ερημιές, στα άγρια βουνά, όλους να μας κυβερνάει ο θάνατος;”

Ιούνιος του 1947,    [Εγγραφή δέκατη ένατη]  σελ. 267

Εν κατακλείδι ο Αλέξανδρος Ακριτόπουλος στο βιβλίο του “Η αληθινή ζωή ενός γυναικωνίτη” με την ευρηματική πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη αφήγησή του και με εργαλείο τον ποιητικό και στοχαστικό, ρεαλιστικό αλλά και αλληγορικό λόγο του, την ιστορική μνήμη και τον αφουγκρασμό των τεκταινομένων στη χώρα μας πετυχαίνει να μας συγκινήσει, καταδεικνύοντας τα κακώς κείμενα και την ηθική και συνειδησιακή μας έκπτωση. Κατορθώνει να μας ‘τσιγκλίσει” και να μας αφυπνίσει  για να γκρεμίσουμε τις τσιμεντογωνίες της ατομικής μας συνείδησης και να την εντάξουμε σε μια συνεκτική και ανοιχτή συλλογική συνείδηση με ανθρωπιστικά ιδεώδη, κοινωνική ευαισθησία και κοινωνική ευθύνη. Να αναδομήσουμε και να ενδυναμώσουμε δηλαδή, να συνθέσουμε και να συνταιριάσουμε την συλλογική και την ατομική μας συνείδηση με στόχο το υψηλό και το ωραίο του ήθους και του πολιτισμού μας, της ζωής και του τόπου μας.

 

 

 

Ο Αλέξανδρος Ν.Ακριτόπουλος είναι  Καθηγητής  στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και πέρα από τις επιστημονικές μελέτες έχει εκδώσει βιβλία για τη λογοτεχνία και το έργο λογοτεχνών, όπως και μια ποιητική συλλογή.

 

 

 

* Η  Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη (MSc) είναι ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και έχει εκδώσει τέσσερα ποιητικά βιβλία, καθώς και ένα βιβλίο μετάφρασης σουηδικής ποίησης.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top