Fractal

Το Έψιλον και η Πόλη

Γράφει ο Νίκος Παπαδάκης // *

 

«Πες μου μια λέξη από Έψιλον» του Νίκου Μεντζίνη, εκδόσεις Παράξενες Μέρες

 

Είχα την χαρά να παρουσιάσω παλιότερα και άλλο βιβλίο του Νίκου του Μεντζίνη (τις Πολιτείες Αθέατες) και είχα επισημάνει τότε την ικανότητα του να αποτυπώνει με δελεαστικό τρόπο ολόκληρους μικρόκοσμους. Ακέραιη και ενδυναμωμένη επιστρέφει αυτή του η ικανότητα στην ανά χείρας συλλογή διηγημάτων του, με τίτλο «Πες μου μια Λέξη από…. Έψιλον». Με κάποιο τρόπο η ζωή, η ίδια η εξατομικευμένη βιοτική τροχιά ορίζεται από μια ακολουθία λέξεων από έψιλον, πέραν από της αρχετυπικής εκείνης λέξης που αναδύεται στο πρώτο του διήγημα (τον έρωτα δηλαδή). Επιλογή, επιθυμία, επιτρεπτικότητα, ελλειπτικότητα και  ενδεχομενικότητα είναι συγκροτησιακές συνιστώσες της ίδιας της υποκειμενικής προσοικείωσης του πραγματικού.

Ας επιστρέψουμε όμως στο Έψιλον του Νίκου. Το σύμπαν του, όπως και οι ήρωες του, δεν ασθμαίνει. Είτε στην αρχή είτε στο τέλος επιμένει να πάλλεται. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

Σε καιρούς διολίσθησης στην τυποποιημένη σκέψη, συναισθηματικής αναδιευθέτησης και (όχι σπάνια) υποκατάστασης του προσώπου από το προσωπείο, κάθε απόπειρα δημιουργικής πρωτότυπης έκφρασης μέσω της τέχνης αποτελεί μια ουσιαστική μορφή αντίστασης στις γενικευτικές απλουστεύσεις και αναγωγισμούς.

Κι είναι ακριβώς μια τέτοια απόπειρα η πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή διηγημάτων σε πεζό και ποιητικό λόγο του Νίκου Μεντζίνη.  Ο τίτλος της, με μια παιγνιώδη διάθεση, ανοίγει ήδη από το εξώφυλλο έναν διάλογο με τον αναγνώστη, θέτοντας ως σημείο αναφοράς την αναζήτηση συγκεκριμένων λέξεων από «Ε..ψιλον». Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης των διηγημάτων, ανταποκρινόμενες στο κάλεσμα που διατυπώνεται στον τίτλο, ξεπηδούν μία μία αυθόρμητα και αυτόκλητα από τη μνήμη λέξεις όπως επικοινωνία, επανάσταση, ελευθερία, ενοχή, εργασία, εγωισμός, εγκατάλειψη, επανάληψη, επιστροφή, ελπίδα, έρωτας.

Η θεματολογία των πεζών αφηγημάτων και των ποιημάτων της συλλογής, αν και παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία, αφήνει στον αντιληπτικό ορίζοντα του αναγνώστη το χαρακτηριστικό της αποτύπωμα. Στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής, επώδυνα αναγνωρίσιμα, πρόσωπα της διπλανής πόρτας, αντιηρωϊκές φιγούρες που με τρόπο ηρωικό προσπαθούν να ξεπεράσουν ή να αποδεχθούν την κοινοτυπία της ύπαρξής τους, άνθρωποι λαϊκοί εγκλωβισμένοι μέσα στη ρουτίνα τους χωρίς εμφανή έξοδο διαφυγής, διαψευσμένες επαναστάσεις και ματαιωμένες ιδεολογίες που απονευρώνονται από μια μικροαστική μίζερη πραγματικότητα, η τεχνολογική πρόοδος που απελευθερώνει και ταυτόχρονα περιορίζει, σκηνές συζυγικής απόγνωσης καλυμμένης κάτω από τον μανδύα μιας άρρωστης συντροφικότητας. Άνθρωποι που κάνουν την αυτοκριτική τους, που δομούν ή αποδομούν την αυτοεικόνα τους, που φτάνουν στα όριά τους χωρίς να τολμούν να τα υπερβούν. Μορφές με άδειο βλέμμα που «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ» ύψωσαν γύρω τους τείχη από κοινωνικές συμβάσεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες και στερεότυπες αντιλήψεις. Άνθρωποι που εδώ και χρόνια έχουν αλλοτριωθεί, αναζητούν μια σωτηρία, αναπολούν ή ονειρεύονται το «αλλού» για να βρουν τη δύναμη να αντέξουν το «εδώ». Η μοιραία συνάντηση με το θάνατο που έρχεται αναπάντεχα άλλοτε να διακόψει τη ροή της ζωής των προσώπων πυροδοτώντας υπαρξιακούς προβληματισμούς, άλλοτε να αφήσει ανεξίτηλα στίγματα και άλλοτε να αποτελέσει διέξοδο απελευθέρωσης από το τέλμα. Και σαν επωδός ο έρωτας, άλλοτε βασανιστικός, άλλοτε λυτρωτικός, παρέχει ένα ουσιώδες καταφύγιο, προσφέρει απολαύσεις ή γίνεται πηγή ανανεωτικής έμπνευσης.

Στα ποιήματα της συλλογής, ο λόγος είναι λιτός, μεστός, κρυπτικός, χωρίς περιττά στολίδια, διακρίνεται από πυκνότητα και βάθος ενώ ταυτόχρονα έχει χαρακτήρα αντιλυρικό και συχνά εξομολογητικό. Οι στίχοι είναι σύντομοι, πολύ συχνά μονολεκτικοί διαμορφώνοντας με τον τρόπο αυτόν έναν ασθμαίνοντα λόγο και αισθητοποιώντας την αγωνία έκφρασης του ποιητικού υποκειμένου καθώς και το αδιέξοδο που βιώνει. Η εικονοπλασία που συναντάται σε αρκετά σημεία κάποιες φορές αξιοποιείται για να αποδοθεί ένα συναίσθημα ενώ κάποιες άλλες λειτουργεί σε επίπεδο συμβολικό.

 

Νίκος Μεντζίνης

 

Το σκηνικό που φιλοξενεί τα γεγονότα είναι συχνά το περιβάλλον μιας επαρχιακής πόλης. Στο «Φωτορεπορτάζ» ως αγαπημένη πόλη προβάλλεται το Ηράκλειο μέσα από μια πολύ ενδιαφέρουσα σχεδόν ιμπρεσιονιστική αποτύπωση φευγαλέων στιγμών που δίνεται με εννιά φωτογραφικά στιγμιότυπα με επίκεντρο κομβικά σημεία της πόλης: οδός Δαιδάλου, Λιοντάρια, Δημαρχείο, Χανιόπορτα, Πλατεία Κορνάρου, Νεοκλασικό κατάληψης, Ενετικό λιμάνι. Ο συγγραφέας ακολουθεί μέσα από τη δική του αφηγηματική εστίαση την αγωνία του φωτογράφου να ακινητοποιήσει τη διάσταση του χρόνου αιχμαλωτίζοντας την κυρίαρχη ατμόσφαιρα με ένα κλικ την κατάλληλη στιγμή (το “decisive moment κατά τον Henri Cartier-Bresson). Η εικόνα αυτή του φωτογράφου συμπλέκεται δημιουργικά με μια σειρά από άλλες εικόνες που διεγείρουν τις αισθήσεις, τη μνήμη και τη φαντασία, συνθέτοντας ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό, στο πλαίσιο του οποίου οι ανθρώπινες μορφές αλληλεπιδρούν με τον περιβάλλοντα χώρο και του προσδίδουν μια ζωντανή υπόσταση.

Το πολύ ενδιαφέρον διήγημα «Ο καθρέφτης», απηχεί έναν από τους βασικότερους διαχρονικούς προβληματισμούς του ανθρώπου, την υπαρξιακή αναζήτηση του «είναι» πίσω και πέρα από το «φαίνεσθαι». Ο πρωταγωνιστής στο πλαίσιο ενός ονείρου παρατηρεί το είδωλό του στη γυάλινη επιφάνεια ενός καθρέπτη και οδηγείται σε μια αγωνιώδη προσπάθεια ανακάλυψης του αληθινού του εαυτού. Προσπαθεί μέσω του εφήμερου προσωπείου του να προσεγγίσει το πραγματικό του πρόσωπο που δεν υπόκειται στην φθορά που προκαλείται από το πέρασμα του χρόνου. Το πρόσωπο αυτό δεν έχει χαθεί, βρίσκεται εκεί σε μια παράλληλη διάσταση και γίνεται ορατό μόνο όταν καταφέρει κάποιος, ακολουθώντας ανεπαίσθητα ίχνη, να το ξεκλειδώσει. Πρόκειται για μια διαδικασία επώδυνη και λυτρωτική ταυτόχρονα, που πραγματοποιείται σε ένα ονειρικό επίπεδο, στο οποίο το υποσυνείδητο καταφέρνει να υπερβεί την επίμονη αντίσταση του συνειδητού.

Το τρίτο διήγημα που επιλέχθηκε δειγματοληπτικά για τη συγκεκριμένη παρουσίαση είναι το «Chat»  στο οποίο δύο άτομα αντίθετου φύλου προσπαθούν να ξορκίσουν τη μοναξιά τους χρησιμοποιώντας ως μέσο το internet, φιλοξενούμενα στον ψευδοχώρο ενός chatroom, καλυμμένα πίσω από το προσωπείο μιας ψευδώνυμης ταυτότητας η οποία τους επιτρέπει να επικοινωνήσουν ρισκάροντας εκ του ασφαλούς μέσω μιας προσέγγισης από απόσταση. Κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας αυτής, αν και αποκρύπτεται η διάσταση της πραγματικής ζωής των πρωταγωνιστών, την ίδια στιγμή τούς δίνεται η δυνατότητα να αποκαλύψουν λεπτομέρειες ανασυρμένες από πιο σκοτεινές πτυχές της προσωπικότητάς τους. Πρόκειται για δυο φωνές απρόσωπες και συνάμα προσωπικές μέσα από την ιδιότητα του φύλου τους που αφήνουν τα ψηφιακά τους αποτυπώματα πάνω στον καμβά του κυβερνοχώρου. Ο λόγος ελλειπτικός και υπαινικτικός κάνει παρούσα την απουσία και ακροβατεί στο τεντωμένο σκοινί ενός λανθάνοντα καταπιεσμένου ερωτισμού, αρθρώνοντας με τρόπο σχεδόν φετιχιστικό τα φωνήματα. Η γλώσσα καλύπτει και αποκαλύπτει, δηλώνει ρητά, υπαινίσσεται, φωνάζει, ψιθυρίζει, ερμηνεύει, παρερμηνεύει, προκαλεί και δοκιμάζει διαφορετικές επικοινωνιακές φόρμες για να αντικατοπτρίσει σε θολωμένα νερά το κυρίαρχο συναίσθημα της απομόνωσης.

Γενικότερα, η ποικιλομορφία των διηγημάτων τόσο ως προς τη μορφή και το περιεχόμενό τους όσο και ως προς τον υφολογικό χαρακτήρα τους δημιουργεί στον αναγνώστη την έντονη επιθυμία να ακολουθήσει τον συγγραφέα στα πρωτότυπα αφηγηματικά εγχειρήματά του. Μέσω της διακειμενικότητας, επίσης, εγκιβωτίζονται στα διηγήματα αποσπάσματα από το έργο παλιότερων και σύγχρονων συγγραφέων όπως ο Παπαδιαμάντης, ο Μπόρχες και ο Χριστιανόπουλος, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα μιας επιπλέον νοηματοδότησης των διηγημάτων, υπό το πρίσμα των προγενέστερων αυτών επιλεγμένων έργων.

Καταληκτικά θα μπορούσε με βεβαιότητα να ειπωθεί ότι το βιβλίο δημιουργεί ουσιαστικούς προβληματισμούς υπαρξιακούς, κοινωνικούς και πολιτικούς. Ο αναγνώστης παρατηρεί από απόσταση τους ήρωες να κινούνται ή να αδρανούν, να υποφέρουν σιωπηλά ή να κραυγάζουν, να είναι εγκλωβισμένοι μέσα στον γυάλινο κόσμο τους και αναγνωρίζει στο πρόσωπό τους τον αγώνα του ανθρώπου να δώσει νόημα στην ύπαρξή του. Αν και δεν πρόκειται για ένα ευκολοδιάβαστο έργο – με την έννοια του επιφανειακού και εύπεπτου αναγνώσματος – το ενδιαφέρον παραμένει οξυμένο μέχρι το τελευταίο κείμενο της συλλογής.

Αφηγηματική δύναμη, οργανική συσχέτιση των διηγημάτων του με το ευρύτερο πλαίσιο, με πλείστες όσες άλλοτε ρητές και άλλοτε υπαινικτικές πολιτικές, κοινωνικές και υπαρξιακές συνδηλώσεις, δελεαστικές περιγραφές και διάλογοι που αποτυπώνουν μια σύνθετη και πολυεπίπεδη πραγματικότητα, ενδιαφέροντες ήρωες και κυρίως αντιήρωες και πλοκή δημιουργούν ένα βιβλίο, που οφείλει να κάνει τον συγγραφέα υπερήφανο και τους αναγνώστες ανυπόμονους.

 

 

 

* Ο Νίκος Παπαδάκης είναι Καθηγητής και Διευθυντής του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας & Τεκμηρίωσης Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτης

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top