Fractal

Ωδή στους σύγχρονους κρεολούς των λιμανιών

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

Ευαγγελία Τάτση, «ακακίες στη σαβάνα». Εκδόσεις Βακχικόν. Αθήνα, Ιούνιος 2020

 

Η Ευαγγελία Τάτση είναι χημικός. Γεννήθηκε στα 1967, στο Περιστέρι,  και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Πατρών.  Μετά από την εργασία της για πολλά χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση, τελευταία εργάζεται σε φαρμακευτική εταιρεία στον τομέα της ιατρικής ενημέρωσης. Η συγκεκριμένη ποιητική συλλογή είναι η πρώτη της εκδοτική προσπάθεια. Εδώ η νεόκοπη ποιήτρια μας φέρνει σε επαφή με κάποιες γνώσεις φυτολογίας και ορυκτολογίας, γιατί άραγε; Για όσους ανατρέξουν σε κάποια σχετικά εγχειρίδια θα διαπιστώσουν ότι οι ακακίες ευδοκιμούν, πέραν των άλλων γνωστών και εύφορων,  και σε δύσκολα εδάφη με παρουσία λίγης ποσότητας νερού και το σπουδαιότερο σε μεγάλου εύρους θερμοκρασίες του περιβάλλοντος. Ίσως εκείνο που θα έπρεπε να συγκρατήσει ο αναγνώστης είναι ότι μετά το τριακοστό έτος η ανάπτυξή τους αρχίζει να δείχνει σημεία στασιμότητας και ν’ αρχίζει η παρακμή του δέντρου. Όμως να μην μας διαφεύγει πως προτιμάται ακόμα και για διακόσμηση πάρκων και άλλων σχετικών δομών.

Αν τώρα συνδυάσουμε τις λέξεις του τίτλου της συλλογής θα δούμε την παρουσία ακακίας σε σαβάνα, κάτι που παρατηρείται αρκετά σε μέρη όπως σε εκείνες τις μεγάλες πεδινές εκτάσεις  της ανατολικής Αφρικής. Όμως η ποιήτρια χρησιμοποιεί τον όρο «κρεολοί», σε δύο ποιήματά της, στο πεζό «Οι Κρεολοί» και σε εκείνο που δίδει και τον τίτλο στην συλλογή, «Ακακίες στη σαβάνα», έναν όρο που η έννοιά της σε διαχρονική βάση παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις, με συνηθέστερη την ταμπέλα του μιγά, αυτού δηλαδή που δεν γεννήθηκε στον τόπο όπου ζει ή της καταγωγής του, χωρίς φυσικά να αποκλείεται εκείνη η ομάδα των πλούσιων κρεολών, οι οποίοι σε συγκεκριμένα μέρη και εποχές βρέθηκαν στην κορυφή από κοινωνικής σκοπιάς.

Η Τάτση χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο τίτλο στη συλλογή της, προφανώς, για να δείξει ή να υπαινιχθεί την παρουσία των όποιων ανθρώπων και πρωταγωνιστών που αναφέρονται στα ποιήματά της μέσα  σε χώρους και πεδία αφιλόξενα, σε καταστάσεις δύστροπες, όχι οικείες μη επιθυμητές. Από το πρώτο ήδη ποίημα της συλλογής, με τίτλο «Σε στάδιο πειραματικό», η Τάτση μας εισαγάγει στον πλανητικό κόσμο της και μας περιγράφει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτός διαμορφώνεται, «…ποτέ με του φωτός /την έντονη διάχυση παρούσα…», αλλά με «άτακτες λάμψεις» και παρούσα την πανσέληνο.

Οι άνθρωποι της Τάτση, όπως και οι Κρεολοί, ήρθαν στον περιβάλλοντα χώρο της από διάφορα γεωγραφικά μέρη και ανήκουν σε διάφορες κοινωνικές ομάδες και επαγγελματικούς χώρους, όπως οι Κρεολοί της πόλης Νέας Ορλεάνης στη Λουϊζιάνα του  αμερικάνικου Νότου, πολίτες «με τα δάχτυλα ξεφλουδισμένα από την αλευρόκολλα» λόγω προφανώς της άφθονης αφισοκόλλησης, της διανομής των προκηρύξεων, αντιδραστικοί σε κάθε απάνθρωπη καθεστηκυία  τάξη, μουσικοί, φτωχοί και άστεγοι, μικροί καθημερινοί επαναστάτες, την έλλειψη παράλληλα του επιθυμητού ανθρώπινου χαδιού, πλημμυρισμένους από την ελληνική ρακή και το δημοφιλές burbon στην αντίπερα πλευρά του Ατλαντικού, ανάμεσα από δακρυγόνα, οράματα και ελπίδες, συνοδεία σκυλιών και μοναξιάς, σ’ ένα λιμάνι γεμάτο με τη συνήθη υγρασία, αλλά και προτίμηση και προστασία των όποιων ανεπιθύμητων. Στο ποίημα «Ραντεβού στο περίπτερο», ξεδιπλώνεται με παραδείγματα ο χαρακτήρας της ποιήτριας, ανοιχτός στις όποιες προκλήσεις και προσκλήσεις των καιρών και του άλλου,  χρόνος για να «σκεφτεί» κάποιος που θα πάει, ή «…χώρος/ να ξανάρθεις…».

Στο «Μαγικό κόλπο», φέρει στο προσκήνιο και αναφέρεται στον καθρέφτη, όπως και σε κάποια άλλα ποιήματα, με την διαφορά ότι εδώ τον χρησιμοποιεί σπασμένο, ίσως για ατενίσει  έναν διαφορετικό εαυτό, ίσως να δει κάποια δική της βεβαιότητα με άλλα μάτια περισσότερα και διαφορετικά και πιθανόν με ορθότερο τρόπο και βλέμμα. Η ποιήτρια ακολουθεί μια πορεία, στο χώρο και στο χρόνο, την οποία και μας παρουσιάζει μέσα από  τους στίχους της, από την συνήθως επιβεβλημένη εφηβική «Αποψίλωση» των τριχών σε διάφορα σημεία του σώματος, έως την «Πάτρα 1991», εποχή προφανώς κατά την οποία φοιτούσε στο εκεί Πανεπιστήμιο, με τις κάποιες χαρακτηριστικές της σκεπασμένες ή ξέσκεπες μεριές και νοσταλγίες.  Οι τοποθεσίες παρεμβάλλονται ή και συνοδεύονται από συναισθηματικές εκλάμψεις και εκφάνσεις, άλλοτε φορτισμένα, άλλοτε απλώς περιγραφικά.

 

Ευαγγελία Τάτση

 

Η παρουσία και η αναφορά πολλών ποιημάτων της στη γυναίκα, είναι συχνή στο βιβλίο, από την μικρή ηλικία, έως τις μεγαλύτερες. Από την ερωτευμένη νεαρή, στην μεγαλύτερη ηλικία αγκαλιά με όλες τις επακόλουθες ιδιότητες, όπως στην προαναφερόμενη «Αποψίλωση», στο «Το μυστικό του φάρου», ή τις «Αντανακλάσεις» με την ειδική και μοναδική σχέση μητέρας και κόρης. Όπως και για τις γυναίκες, έτσι το ίδιο θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε για τη μουσική που αρκετά συχνά αναφέρεται ανάμεσα στους στίχους της, με προεξάρχοντα ρόλο την τζαζ, σήμα κατατεθέν της πόλης της Νέας Ορλεάνης με το κρεολικό στοιχείο, και το ρεμπέτικο από την εδώ μεριά, με ενδιάμεσες, φυσικά, παρεμβολές άλλων μουσικών ειδών, θεμάτων και ονομάτων. Κι’ αν αυτά ισχύουν για τις μουσικές και συναισθηματικές εκφάνσεις της ποιήτριας,  εκπλήσσει αρκετά ευχάριστα η αναφορά στον «πατέρα». Το ποίημα «Συρτό στα τρία», είναι αρκούντως προσωπικό και συνάμα συγκινητικό όταν αναφέρεται σε εκείνον, που «Δεν τις συμπάθησε ποτέ τις τελετές/ογδόντα χρόνια πριν γεννήθηκε στην Άρτα/και παραπάνω απ’ τα μισά χτυπούσε κάρτα/μισές οι λύπες του, μισές και οι χαρές/το κυριακάτικο τραπέζι μια απ’ αυτές/λίγες μπουκιές για να βγουν τα χρόνια σκάρτα…», και τελειώνει βέβαια το ποίημα με τον χορό: «…Το μεσημέρι    αυτό, αυτής της Κυριακής/μια τελετή για να χωρίσει απ’ τον θυμό του/μπροστά στα μάτια μου ν’ αφήσει τον σταυρό του/τις απαντήσεις που ζητούσα λυτρωθείς/πατέρας, γιος και αιφνιδίως ευτυχής/μπροστά μου έδωσε, να πουν το βάσανό του/μαντήλι κράτησε να σύρουν το χορό του»!

Στην πρώτη ποιητική συλλογή της Τάτση, «ακακίες στη σαβάνα», παρελαύνουν γυναίκες όλων των ηλικιών, κάποιοι μεμονωμένοι άντρες, τοπία και γνωστά γεωγραφικά μέρη της, με την απαραίτητη συναισθηματική φόρτιση, τη νοσταλγία κάποιες φορές, τους αγώνες και την ελπίδα  για μια καινούργια μέρα, όλους εμάς που «δεν είμαστε καβαλάρηδες», αλλά  «..είμαστε ακακίες σε μια σαβάνα…», με τα «…μικρά ωχροκίτρινα τα άνθη μας…»! Η Ευαγγελία Τάτση με ετούτη, την πρώτη της ποιητική συλλογή, από τις εκδόσεις Βακχικόν, μας ταξιδεύει μέσω των δικών της ανησυχιών στους ευρύτερους στοχασμούς μας με ακατόρθωτα και κατορθωτά πράγματα, με ανεκπλήρωτα όνειρα και οράματα και ελπίδες, παρά την ξηρασία της κοινωνικής σαβάνας και την διάχυτη υγρασία των λιμανιών μας.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top