Fractal

Ο κλέψας, του κλέψαντος

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Γιάννης Μαρής «Το χαμόγελο της Πυθίας», εκδ. Άγρα, σελ. 232

 

«Περνούσε τη ζωή του σ’ ένα δρόμο κι ανάμεσα σε δυο καφενεία. Κι έβρισκε αυτή τη ζωή “συναρπαστική”.

-Άλλοι ταξιδεύουν σ’ όλο τον κόσμο για να τον γνωρίσουν. Η δική μου μέθοδος είναι πρακτικότερη. Γνωρίζω όλο τον κόσμο εδώ».

Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής και αφηγητής της ιστορίας μας. Ο Γιώργος Στεφάνου. Και ζούσε εξόριστος από την Ελλάδα (χρωστούσε, είχε φύγει με την γυναίκα του εξαδέλφου του πατέρα του) και ζούσε με την Ζιζέλα σε ένα διαμερισματάκι στην οδό Ζακόμπ, ακριβώς πίσω από το Σαιν Ζερμαίν ντε Πρε. Εκεί τον επισκέφτηκε ένας άγνωστος που του συστήθηκε ως καθηγητής Φόυερμπαχ. Του άφησε 5.000 δολάρια και του ζήτησε ως μηχανικός που ήταν κάποτε, να πραγματοποιήσουν για λογαριασμό κάποιου μεγιστάνα, μανιώδους και «αγνού» συλλέκτη, «το κόλπο του αιώνα»: Να κλέψουν τον Ηνίοχο των Δελφών.

«Στάθηκα σε μια άκρη της μικρής αίθουσας που την κυριαρχούσε το αριστούργημα. Έψαξα ένα ένα τα πρόσωπα των ανθρώπων που το κοίταζαν. Υπήρχε ο θαυμασμός, η περιέργεια, ακόμα και το λίγο βαριεστημένο βλέμμα των ανθρώπων που επισκέπτονται ένα μουσείο γιατί πρέπει να το επισκεφτούν. Τέσσερα όμως πρόσωπα είχαν μια διαφορετική έκφραση. Την έκφραση μιας απορίας, σκέψεως, “μελέτης” θα μπορούσα να πω. Τέσσερις άνθρωποι δεν θαύμαζαν ή χάζευαν το αριστούργημα, αλλά το μελετούσαν σαν αντικείμενο δουλειάς. Κι αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι με την ιδιαίτερη έκφραση ήταν ο εισαγωγεύς των ηλεκτρικών μηχανημάτων, ο πρίγκιπας, ο Εγγλέζος μπεκρής μου και, φυσικά, ο καθηγητής κάτω από το καλοκάγαθο ύφος και την αρχαιολογική φλυαρία του. Ο πέμπτος, ασφαλώς, αλλά αυτό δεν το ‘βλεπα, θα ήμουν εγώ».

«Το Χαμόγελο της Πυθίας» (1971) είναι το δεύτερο βιβλίο του Γιάννη Μαρή με θέμα την αρχαιοκαπηλία, δέκα χρόνια μετά τον «Ίλιγγο», μας ενημερώνει στην εμπεριστατωμένη εισαγωγή του ο Ανδρέας Αποστολίδης.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα σε 26 συνέχειες από τον Δεκέμβριο 1971 μέχρι τον Μάρτιο 1972. Και ακριβώς έτσι διαφήμιζε «Το Χαμόγελο της Πυθίας» το περιοδικό:
«Είναι το νέο συναρπαστικό μυθιστόρημα που έγραψε ειδικά για τα “Ε” ο Γιάννης Μαρής. Από το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Ρώμη, τη Βιέννη, το Βερολίνο, πέντε άνθρωποι που δεν γνωρίζονται, που δεν έχουν τίποτα το κοινό, που δεν συναντήθηκαν ποτέ ως τώρα ξεκινούν για την Ελλάδα, για να πραγματοποιήσουν το πιο φανταστικό “κόλπο του αιώνα”. Μια μοντέρνα περιπέτεια που θα αιχμαλωτίσει τον αναγνώστη».

Ο αφηγητής θα συνεργαστεί με τη διεθνή σπείρα που έχει οργανώσει ο Φόυερμπαχ και από το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Ρώμη, τη Βιέννη και το Βερολίνο, πέντε άνθρωποι θα βρεθούν να ανοίγουν τούνελ τον δεκαπενταύγουστο στους Δελφούς, από το σπίτι του ενός στην αίθουσα του Ηνιόχου στο Μουσείο για να κλέψουν το πιο διάσημο έργο του κόσμου.

Με χιούμορ, λεπτή ειρωνεία, εξαιρετικές περιγραφές και χαρακτήρες, ατμόσφαιρα και σασπένς, χωρίς αίματα, πτώματα κι αστυνόμους, μια από τις πιο θελκτικές αστυνομικές αλλά και προφητικές ιστορίες που αποδεικνύουν ότι ο Γιάννης Μαρής υπήρξε συγγραφικά χρόνια μπροστά.

Κι ύστερα ακολούθησαν τα αίματα (από σκανδιναβούς και λοιπούς) κι οι κανόνες (από έλληνες περισσότερο): να υπάρχει πτώμα λέει και δολοφονία, να υπάρχουν κι αστυνόμοι για να είναι αστυνομικό. Και να ’σου να ανταγωνίζονται για τις πιο φρικαλέες σκηνές και τις πιο αποτρόπαιες δολοφονίες συγγραφείς από όλα τα πέρατα του κόσμου. Εντάξει η εποχή μας είναι σύνθετη και σκληρή. Αλλά ό,τι και να λέμε ο Γιάννης Μαρής υπήρξε ο μέγας σκηνογράφος της δικής του εποχής. Και όλα ατμοσφαιρικά και μετρημένα, μελετημένα και καλοδομημένα, με χαρακτήρες καλοσχηματισμένους με μια σχεδόν μονοκοντηλιά.

«Το πρόσεξα και το κατάλαβε. Εγώ κοίταζα τα αριστουργήματα που πουλούσαν. Αυτά μ’ ενδιέφεραν. Εκείνον τον ενδιέφεραν οι άνθρωποι που αγόραζαν. Εκείνους παρακολουθούσε το βλέμμα του. Αλήθεια, έχεις προσέξει το βλέμμα του κάτω από τα πυκνά φρύδια; Χωρίς αυτό θα ήταν ένας ασήμαντος τύπος. Μ’ αυτό…»

Σ’ αυτό, «εμφανίζονται στον Μαρή οι φοιτητές και οι φοιτήτριες. Ένας νέος τύπος χειραφετημένης κοπέλας που σπουδάζει, άγνωστος τη δεκαετία του 1950». Στο «Χαμόγελο της Πυθίας» είναι φίλη του αφηγητή και ο από μηχανής θεός της ιστορίας μας και την λένε Αλίκη Λαμπρινού.

Από τα πιο θελκτικά αναγνώσματα του Γιάννη Μαρή και του Καλοκαιριού.

 

Γιάννης Μαρής

 

 

Λίγα λόγια για τον ήδη γνωστό μας συγγραφέα:

Ο Γιάννης Τσιριμώκος (ψευδ. Γιάννης Μαρής) [[1916-1979] γεννήθηκε στη Σκόπελο. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στη Λαμία. Σπούδασε νομικά στη Θεσσαλονίκη. Προπολεμικά εργάστηκε στην Αγροτική Τράπεζα ως διευθυντής υποκαταστήματος στην Αρναία Χαλκιδικής. Το 1943 βγήκε στο βουνό και εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Ανήκε στη σοσιαλιστική αριστερά και στην ΕΛΔ (Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας), το κόμμα του Αλέξανδρου Σβώλου και του ξαδέλφου του Ηλία Τσιριμώκου. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Αρχικά στη Μάχη και στον Προοδευτικό Φιλελεύθερο και αργότερα στο συγκρότημα Μπότση (Ακρόπολις, Απογευματινή) και το περιοδικό Πρώτο.

Ως συγγραφέας εμφανίστηκε το 1953 στο βραχύβιο περιοδικό Οικογένεια, δημοσιεύοντας με το πραγματικό του όνομα σε συνέχειες το αστυνομικό μυθιστόρημα Έγκλημα στο Κολωνάκι. Υπήρξε πολυγραφότατος. Θα ακολουθήσουν, πάντα σε συνέχειες, περισσότερα από εξήντα αστυνομικά μυθιστορήματα και νουβέλες, ενώ το σύνολο των αφηγημάτων του στον ημερήσιο τύπο, ιστορικών και αισθηματικών, ξεπερνάει τα εκατό. Τα υπογράφει ως Γιάννης Μαρής και έτσι πλέον θα μείνει γνωστός. Τα μυθιστορήματά του εκδίδονταν συχνά και σε πολλές άλλες εφημερίδες σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού (ελληνόφωνο Τύπο της Αυστραλίας, Κύπρου, Λονδίνου, Κωνσταντινουπόλεως, Ν. Αφρικής κ.α.).

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 τα αστυνομικά του μυθιστορήματα εκδίδονται και σε βιβλία από τις Εκδόσεις Ατλαντίδα-Πεχλιβανίδη και Περγαμηνή, κατά κανόνα με διαφορετικό τίτλο από τον αρχικό των εφημερίδων. Μέχρι το 1978 εκδόθηκαν σαρανταεννέα. Από το 2012 οι Εκδόσεις Άγρα εξέδωσαν οκτώ από τα αδημοσίευτα σε βιβλίο μυθιστορήματά του και δύο που είχαν κυκλοφορήσει βραχύβια από τις Εκδόσεις Περγαμηνή.

Ο Γιάννης Μαρής ανανέωσε το αθηναϊκό ανάγνωσμα της εποχής συνδυάζοντας την ποιότητα με τη συναρπαστική πλοκή και έγινε ο θεμελιωτής του ελληνικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Υπήρξε ένας από τους δημοφιλέστερους Έλληνες συγγραφείς των δεκαετιών 1950, 1960 και 1970.

Ο Γιάννης Μαρής έγραψε επιπλέον το σενάριο είκοσι κινηματογραφικών ταινιών και ανέβασε δύο θεατρικά έργα.

Το συγγραφικό έργο του Γιάννη Μαρή ήταν πάντα ενταγμένο στη δημοσιογραφική του δουλειά, που περιλάμβανε κινηματογραφική κριτική, έρευνες, συνεντεύξεις, ανταποκρίσεις και αποστολές στο εξωτερικό.

Τελευταία του μυθιστορήματα είναι Η εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη (1976) και Η απαγωγή (1978).

Πέθανε στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1979 λίγο μετά τη συνταξιοδότησή του.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top