Fractal

Τα παιδιά της Ιλλυρίας

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος //

 

Σημείωμα για το αφήγημα «Στην Αλβανία του Ενβέρ Χότζα» της Μαρίνας Λυκούδη με φωτογραφία εξωφύλλου του Βασίλη Σημαντηράκη από τις εκδόσεις Βακχικόν

 

Ο κύριος Φρέντι με επισκέφτηκε σήμερα, όπως ακριβώς είχαμε συμφωνήσει. Είναι κηπουρός, από εκείνες τις σχεδόν χωμάτινες φιγούρες που αναλαμβάνουν λογής επιδιορθώσεις και επιστρατεύουν γνώσεις απλής κηποτεχνίας για την αποκατάσταση της πρόσοψης που κάνει μια πόλη ότι ακριβώς είναι. Ο κύριος Φρέντι κατάγεται από το Αργυρόκαστρο και έφθασε στην Αθήνα με το πρώτο κύμα των προσφύγων. Ίσως νεότερο κάπως, να τον είχα συναντήσει στις ορδές των Αλβανών που κατέκλυζαν την Αθήνα του 1990 γυρεύοντας μια καλύτερη ζωή. Τα χρόνια περάσανε, ο κύριος Φρέντι μεγάλωσε, οι κήποι μαράθηκαν. Και εγώ μεγάλωσα κύριε Φρέντι μα δεν ξέχασα τα μπουλούκια των ρακένδυτων που έφθαναν στην πρωτεύουσα ανήμποροι να χορτάσουν το θέαμα της ευμάρειας. Ο κύριος Φρέντι ισχυρίζεται πως το εκπαιδευτικό σύστημα του Χότζα παρείχε τα αναγκαία εφόδια. Έτσι τα παιδιά διδάσκονταν τρεις ξένες γλώσσες, λιγότερες από όσες μιλούσε ο λαοπρόβλητος ηγέτης. Και οι φοιτητές αμέσως προωθούνταν στην εργασία, σε κάθε πόστο και μετερίζι, σύμφωνα με την κρίση του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος των Εργατών της Αλβανίας. Ο κύριος Φρέντι θυμάται εκείνες τις μέρες με νοσταλγία μα τώρα πια η ζωή του βρίσκεται εδώ. Πίσω στην πατρίδα του δεν υπάρχει τίποτε, μονάχα κτίσματα πολύχρωμα σε μια εκστρατεία ανανέωσης του προσώπου των Τιράνων, της αλβανικής πρωτεύουσας. Υπάρχουν ακόμη βεβαίως οικοδομές αφημένες με τα τούβλα, καταστρατηγώντας κάθε έννοια αισθητικής. Και οι άνθρωποι, να παλεύουν να στήσουν την ζωή τους, δεμένοι από το άρμα της ευρωπαϊκής ένωσης που φιλοδοξεί να εντάξει την Αλβανία στην οικογένειά της. Ο κύριος Φρέντι τέλειωσε τη δουλειά του και έφυγε. Πειθαρχημένος, δεν ξόδεψε ούτε μια ώρα σε στιγμές ανάπαυλας. Θα θυμάμαι τον κύριο Φρέντι σαν έναν εργατικό και τίμιο κηπουρό.

Σήμερα με δυσκολία κανείς αντιλαμβάνεται την δεύτερη και τρίτη γενιά των Αλβανών που ζουν στην χώρα μας. Τα παιδιά που γεννήθηκαν στις ελληνικές πόλεις μεγαλώνουν σαν Έλληνες, μαθαίνουν τη γλώσσα, λαμβάνουν την παιδεία μας και γράφουν μαζί μας τις σελίδες της νεοελληνικής εποποιίας. Η Αλβανία τους έδιωξε πριν από χρόνια και τώρα στέλνουν συνάλλαγμα στις οικογένειές τους, δίχως ποτέ να λογαριάζουν πως επιστρέφουν. Ίσως ούτε και οι ίδιοι να μπορούν να ανακαλέσουν εκείνα τα χρόνια, τουλάχιστον όσο γλαφυρά τα παραθέτει η κυρία Μαρίνα Λυκούδη στο βιωματικό της βιβλίο «Στην Αλβανία του Ενβέρ Χότζα». Μιλώ για τα χρόνια της νεότητας που περάσανε τόσο γρήγορα μες στην ανέχεια, τους περιορισμούς και τον κρατικό εκφοβισμό. Οι εκδόσεις Βακχικόν δίνουν ζωή στις αναμνήσεις της δημιουργού  Μαρίνας Λυκούδη που έχει να παρουσιάσει ένα πλούσιο, εκπαιδευτικό έργο για τον απόδημο ελληνισμό. Πτυχιούχος Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, με κατάρτιση επάνω στο αντικείμενο της Κλινικής Ψυχολογίας, η κυρία Μαρίνα Λυκούδη έζησε στις Βρυξέλλες και το Μόντρεαλ φροντίζοντας για την παιδεία του ελληνισμού που κρατάει όρθιες ολόκληρες κοινότητες, εκατοντάδες μίλια μακριά από την πατρίδα. Στο πλευρό του συζύγου της, Πρέσβη της Ελλάδας στο Περού και αλλού, η κυρία Μαρίνα Λυκούδη θα γνωρίσει τον κόσμο με τις αντιθέσεις και τα αφηγήματα του. Και τους λαούς του, πάντα δέσμιους κάποιου συλλογικού, ψευδεπίγραφου οράματος.

Η παραμονή του ζευγαριού και των παιδιών του στα Τίρανα, κατά την πρώτη μετάθεση του συζύγου της στη Γραμματεία του Ελληνικού Προξενείου , θα καταγραφεί στο ξεχωριστό βιβλίο των εκδόσεων Βακχικόν. Τόσο κοντά μα και μακριά η Αλβανία ταξιδεύει μες στον παλιό αιώνα. Ετοιμόρροπη, κρατάει το ίσο της ζωής κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Προσανατολισμένη στον σοσιαλισμό από τον ηγέτη της Ενβέρ Χότζα θα χάσει το τραίνο της προόδου και θα βρεθεί να παραπαίει μες στην βαλκανική της ιστορία, πλούσια σε καταστροφές και ήρωες περισπούδαστους. Τόσο κοντά μα και τόσο μακριά εκείνο το εξώφυλλο με τα υψωμένα πλακάτ. Είναι οι φωτογραφίες των μελών της κεντρικής επιτροπής του κόμματος και συνιστούν με βεβαιότητα, κάποιο είδος τιμής, που αν το κράτος στην εμπιστευτεί από μόνο του ετούτο συνιστά μια ύψιστη τιμή.

Η κυρία Λυκούδη καταγράφει τα πάντα με τον φακό και την πένα της. Τους δρόμους, τις συνήθειες, τα οδοιπορικά στις μικρές και τις μεγάλες πολιτείες που αποτελούν σήμερα το παρόν, το παρελθόν και ίσως το μέλλον της χώρας. Τίρανα, Άγιοι Σαράντα, Αργυρόκαστρο. Ορισμένες περιοχές αποτελούν ήδη μήλον της έριδος για τα μεγάλα, κατασκευαστικά συμφέροντα, καθώς η Αλβανία εισέρχεται με καθυστέρηση στον 21ο αιώνα. Και όλα αυτά στ΄όνομα των εβδομήντα επτά χιλιάδων εκτοπισμένων, των έξι χιλιάδων εκτελεσμένων και όσων δηλώθηκαν αγνοούμενοι όσο το καθεστώς ισχυροποιούσε για σαράντα χρόνια τα όρια της εξουσίας του. Την πολιτική στην Αλβανία πριν το ‘90 αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει η κρατική αστυνομία, στα πρότυπα του σταλινικού καθεστώτος. Συνήθειες, πράξεις, λόγια και όνειρα μπαίνουν στο μικροσκόπιο της Singurin που γνωρίζει τα πάντα και προστατεύει την Αλβανία από το φάσμα του επικίνδυνου καπιταλισμού. Τι και αν το παλάτι του Χότζα υπακούει στις δυτικές συνήθειες, η ζωή πρέπει να παραμένει προσηλωμένη στους κανόνες, να κυλάει αργά, με την αφοσίωση που απαιτεί η δικτατορία του Χότζα. Με σπουδές στα ευρωπαϊκή πανεπιστήμια, πολύγλωσσος και ανεξέλεγκτος κράτησε την Αλβανία δεμένη με σχοινιά, μακριά από την προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Έπρεπε να σημάνει το βιολογικό του τέλος ώστε η χώρα να περάσει στην επόμενη φάση της μαζικής φυγής, της ερημοποίησης ολόκληρων περιοχών που σήμερα σε τίποτε δεν θυμίζουν την αρρωστημένη αίγλη εκείνου του καιρού, όχι και τόσο απόμακρου πια. Η συγγραφέας αυτού του εξαιρετικού ψυχογραφήματος μιας χώρας αυτή τη φορά, διαθέτει την ικανότητα να παρατηρεί, να αφαιρεί και να κριτικάρει κρατώντας ένα είδος αποστάγματος από την Αλβανία που σωριάστηκε με θόρυβο πάνω στην ψευδεπίγραφη αίγλη του καθεστώτος προτού περάσει σε νέες συλλογικές αναζητήσεις στην αυγή του 21ου αιώνα.

Διαβάζω το απόσπασμα που έχει επιμεληθεί η κυρία Λυκούδη για το περίφημο Αργυρόκαστρο. Η Αργυρώ, μια τοπική κυρά που χάνει τόσο άδικα τον μονάκριβο γιο της σαρώνει, σαν τις Αμαζόνες τα γειτονικά χωριά και υπερασπίζεται δίχως να το γνωρίζει, με πάθος και αλήθεια μαζί την εθνική ταυτότητα της Αλβανίας. Για χάρη της θα δοθεί στην πόλη το όνομα Αργυρόκαστρο, εις μνήμην αυτού του σκληρού μύθου, αυτής της θαρραλέας και αδέκαστης γυναίκας, μιας μάνας με άσβηστη πληγή.

Ο κύριος Φρέντι θυμίζει σε πολλά τα πρόσωπα που περνούν δίχως ονόματα από τις σελίδες αυτού του εγχειριδίου της μνήμης. Άραγε να αγαπούσε και εκείνος το Αργυρόκαστρο που ΄χε την τύχη, έναντι στις άλλες αλβανικές πόλεις να αποτελέσει ιδιαίτερη πατρίδα του ηγέτη; Κανείς δεν θα το μάθει. Και όμως μες στο βιβλίο των εκδόσεων Βακχικόν που αφηγείται από την αρχή τις τελευταίες δεκαετίες του παλιού αιώνα αφθονούν οι σκληροτράχηλοι και ανθεκτικοί άνθρωποι που με το τίποτε στήσανε τις ζωές τους, άνθρωποι αφοσιωμένοι στον εθνικό στόχο και άλλοι πάλι που γίνηκαν σταυροί ανάμεσα στα λουλούδια, κάτι σαν τους σπαρμένους νεκρούς της Φλάνδρας. Είναι τραχιά η επιφάνεια της Αλβανίας και αβέβαιο το μέλλον της. Ίσως να μαλακώνει μια ιδέα σαν ανταμώσει κανείς τα κείμενα του Ισμαήλ Κανταρέ. Δεν υπάρχουν εδώ αρκετοί ποιητές, οι περισσότερο σκοτώθηκαν από την παγωνιά στα ρείθρα των πιο κεντρικών δρόμων.

«Στην Αλβανία του Ένβερ Χότζα», της Μαρίνας Λυκούδη. Και είναι να συλλογιέται κανείς αν τάχα κάποιες από τις υπερμεγέθεις φωτογραφίες των πλακάτ ξεχειμωνιάζουν σήμερα στις πεδινές εκτάσεις που απλώνονται πέρα από το Αργυρόκαστρο. Μιλώ για τις μορφές της κεντρικής επιτροπής, την φωτογραφία του Βασίλη Σημαντηράκη, συζύγου της δημιουργού που κοσμεί το εξώφυλλο της έκδοσης. Η κυρία Λυκούδη καταθέτει ένα σπουδαίο εγχειρίδιο για την μεγάλη άγνωστη των Βαλκανίων, την Αλβανία που μετάλλαξε τυράννους και σήμερα παραδίδει τα κλειδιά της στους ανθρώπους του υποκόσμου. Κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να πει αν ο Χότζα ήταν πιο επικίνδυνος. Το βασιλόπουλο αργεί για να φιλήσει και να ξυπνήσει την Αλβανία από τον λήθαργο. Μέχρι τότε, βιβλία όπως αυτό των εκδόσεων Βακχικόν θα στέκουν πλάι στην επίσημη ιστορία καταγράφοντας τον ήχο που κάνει η ζωή όταν θυμάται και όταν προχωρεί. Από τις καλές εκδόσεις Βακχικόν.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top