Fractal

Ο Ρεβέρτε κατέχει καλά την τέχνη να γράφει συναρπαστικά, με ό,τι και να καταπιάνεται. Διδάσκει μυθιστορηματική γραφή.

Γράφει ο Άγγελος Πετρουλάκης //

 

Αρτούρο Πέρεθ – Ρεβέρτε: “Ο Ουσάρος” Μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη, Εκδόσεις Πατάκη

 

Ο Αρτούρο Πέρεθ – Ρεβέρτε είναι, ίσως, ο πλέον γνωστός Ισπανός συγγραφέας. Πολυγραφότατος και ιδιαίτερος τεχνίτης τού λόγου. Είναι εντυπωσιακή η ευχέρειά του να καταπιάνεται με κάθε είδους μυθιστόρημα: κοινωνικό, ερωτικό, αστυνομικό, αντιπολεμικό, όπως και το τελευταίο, το «Ο ουσάρος».

Έξοχο δείγματα της δουλειάς του «Η υπομονή του ελεύθερου σκοπευτή», «Η λέσχη Δουμάς / Η σκιά του Ρισελιέ», «Ο Ναυτικός Χάρτης», «Καλοί άνθρωποι σε σκοτεινούς καιρούς», «Ο λοχαγός Αλατρίστε» κ. ά.

Με το «Το τανγκό της Παλαιάς Φρουράς» έδωσε τις… εξετάσεις του και στο ερωτικό μυθιστόρημα, με το «Φαλκό» μίλησε για τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, ενώ με το «Ο ζωγράφος των μαχών» κατέθεσε ισχυρές αντιπολεμικές κραυγές στη σύγχρονη παγκόσμια λογοτεχνία, δίνοντας παράλληλα μαθήματα πολεμικού φωτορεπορτάζ.

Το «Ο ουσάρος» δίνει την εντύπωση πως είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, που αναφέρεται στην εποχή τών πολέμων τού Ναπολέοντα στην Ισπανία. Όχι, όμως. Όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλα τα μυθιστορήματα του Ρεβέρτε, η αλήθεια – που αποτελεί και το κίνητρο επινόησης της μυθοπλασίας – κρύβεται στις τελευταίες σελίδες τού βιβλίου.

Ένα από τα προτερήματα (έχει πολλά) του Ρεβέρτε είναι πως κατορθώνει με λίγες αράδες να συνθέτει μια ιστορική (ή κοινωνική) επισκόπηση, δίνοντας στην Ιστορία τη διάσταση που της ανήκει.

Η μορφή τού Ναπολέοντα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας Ευρώπης, απ’ την οποία προέκυψε στη συνέχεια και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Τη νέα πραγματικότητα αφηγείται ο νεαρός αξιωματικός των Ουσάρων, συνομιλώντας με έναν ηλικιωμένο Ισπανό ευγενή:

«Σ’ αυτό το σημείο ήταν που ο Φρεντερίκ διέκοψε με σεβασμό τον ηλικιωμένο για να εκφράσει τη διαφωνία του. Μίλησε για τη νέα Ευρώπη χωρίς σύνορα, για την εξάπλωσης μιας κοινής κουλτούρας προσανατολισμένης προς την πρόοδο, για τις νέες ιδέες, για τον Άνθρωπο στον οποίο έπρεπε να επιστραφεί η αξιοπρέπεια. Η Ισπανία ήταν, πρόσθεσε, μια χώρα αιχμάλωτη του ίδιου του παρελθόντος της, κλεισμένη στον εαυτό της, σκοτεινή και δεισιδαίμων. Μόνο οι νέες ιδέες, η ενσωμάτωση σ’ ένα σύγχρονο και ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα μπορούσαν να τη βγάλουν από τη φυλακή όπου την είχαν καταδικάσει η Ιερά Εξέταση, οι παπάδες, και οι διεφθαρμένοι και ανίκανοι μονάρχες».

Όμως, ο νεαρός Γάλλος αξιωματικός, μιλούσε με βάση τον ορθολογισμό τής εποχής, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψη του πως στην Ευρώπη υπήρχαν και λαοί με ιδιαιτερότητες, οι οποίες και είναι αυτές που δημιούργησαν τον σημερινό ευρωπαϊκό χάρτη, γιατί οι λαοί ενίοτε έχουν τη μυστική δύναμη να δημιουργούν έθνη και τα έθνη, κράτη. Αυτήν, τη βαθύτερη πραγματικότητα θα την αποκαλύψει ο ηλικιωμένος, σοφός, Ισπανός ευγενής:

 

Jpeg

 

«Ακούστε, αγαπητέ μου νέε… Δεν αμφιβάλλω πως η μοναδική σύγχρονη ακμαία προσωπικότητα που μπορεί ν’ αλλάξει την Ευρώπη ονομάζεται Ναπολέων Βοναπάρτης, παρότι οφείλω να ομολογήσω ότι τον τελευταίο καιρό μου έχουν δημιουργηθεί κάποιες προσωπικές επιφυλάξεις. Τον χειροκρότησα από καρδιάς όταν ήταν ύπατος, αλλά η αυτοκρατορική ερμίνα που κατέληξε να ενδυθεί μου προκαλεί κάποια καχυποψία…

»Θέλω ν’ αναφερθώ στην αδιαμφισβήτητη πολιτική ιδιοφυΐα του, την οποία θαυμάζω, και πάνω σ’ αυτό το έδαφος είναι που λυπάμαι για την ελάχιστη επιδεξιότητα με την οποία μέχρι τώρα διευθετούνται τα ζητήματα της Ισπανίας…

»… Η Ισπανία είναι πολύ παλιό έθνος, περήφανο και πιστό στους μύθους του, δικαιολογημένους και αδικαιολόγητους. Ο Βοναπάρτης είναι τόσο συνηθισμένος να βλέπει λαούς να γονατίζουν, που δεν μπορεί να κατανοήσει, κι αυτή είναι η λάθος εκτίμηση, ότι νότια των Πυρηναίων, υπάρχει μια ράτσα αποφασισμένη να μη δεχτεί τη θέλησή του. Όχι επειδή οι ιδέες που την υποκινούν είναι καλές ή κακές, αλλά απλώς και μόνο επειδή επιχειρεί να τις εφαρμόσει χωρίς να υπολογίζει καθόλου τη γνώμη όσων προορίζονται να τις δεχτούν.

»Εδώ υπάρχουν συνενωμένα τέσσερις αιώνες τώρα, βασίλεια άλλοτε ανεξάρτητα, τα οποία διατηρούν ακόμα ζηλόφθονα προνόμια και παλιά δικαιώματα, κατοικούνται από ανθρώπους που τόσο η ιστορία όσο και η γη όπου ζουν εδώ και αμέτρητες γενιές τους έχουν σκληραγωγήσει, δημιουργώντας ένα σύνολο ανθρώπων ξεροκέφαλων, πολεμοχαρών και τραχιών, τους οποίους έκαναν έτσι όπως είναι πολλοί αιώνες εσωτερικών πολέμων και οκτώ αιώνες αγώνα εναντίον του ισλάμ. Ανθρώπων στους οποίους επιπλέον μια θρησκεία σκληρή και αδιάλλακτη ενστάλαζε σιγά σιγά, από τα πολύ παλιά χρόνια, έναν άγριο φανατισμό…

»…Οι Ισπανοί δεν είναι άνθρωποι που αφήνουν να τους σώσουν διά της βίας. Μας αρέσει να σωνόμαστε μόνοι μας…»

Να λοιπόν, που η λογοτεχνία τού Ρεβέρτε, διδάσκει ιστορία, με τον καλύτερο τρόπο. Το κυριότερο, όμως, είναι πως διδάσκει το μάταιο και αποτρόπαιο των πολέμων.

 

Αρτούρο Πέρεθ – Ρεβέρτε

 

Ο κεντρικός άξονας του βιβλίου, ο νεαρός αξιωματικός των Ουσάρων, πρέπει να βρεθεί μόνος και ηττημένος στο πεδίο τής μάχης για να το αντιληφθεί αυτό και να επαναστατήσει απέναντι στην ιδέα των ηρωικώς μαχόμενων για τη μισαλλοδοξία των ηγετών:

«Αισθανόταν σαν ηλικιωμένος που είχε γεράσει πενήντα χρόνια μέσα σε λίγες ώρες. Η τελευταία μέρα πέρασε μπροστά από τα πρησμένα από την κούραση μάτια του σαν πράγματα που είχαν συμβεί πριν από πολύ καιρό στη διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής… Η σκηνή στον καταυλισμό, η σπάθη που άστραφτε κάτω από το φως της λάμπας, ο Μισέλ ντε Μπουρμόν που κάπνιζε την πίπα του. Ο Μισέλ. Σε τίποτα δεν τον είχαν ωφελήσει τα νιάτα, η ομορφιά, η ανδρεία του. Εκείνη η σημαία που είχε πέσει μέσα σε ένα δάσος εχθρικών λογχών, εκείνο το αγωνιώδες παράπονο της σάλπιγγας που καλούσε άδικα, εκείνα τα άλογα χωρίς αναβάτη που περιφέρονταν στη λασπωμένη κοιλάδα, κάτω από τη βροχή. Τουλάχιστον, είπε μέσα του, ο Μισέλ ντε Μπουρμόν είχε πέσει έφιππος, βλέποντας τον θάνατο καταπρόσωπο, όπως ο Φιλιππό, ο Μονό, όπως ο Λαφόν, όπως οι άλλοι. Δε βρίσκονταν μαζί με τον Φρεντερίκ, κουβαριασμένοι στη λάσπη, ζαρωμένοι από φόβο, περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή να βρουν έναν μπαμπέσικο θάνατο βρόμικο, σκοτεινό, ανάξιο ενός ουσάρου…

»… Ο πόλεμος. Πόσο απείχε από τις διδασκαλίες της Στρατιωτικής Σχολής, από τα εγχειρίδια ελιγμών, από τις παρελάσεις μπροστά σε ένα πλήθος θαμπωμένο από τη λάμψη των στολών!…

»Ο Θεός, αν υπήρχε Θεός πέρα από εκείνο τον δυσοίωνο μαύρο θόλο που έσταζε υγρασία και θάνατο, παραχωρούσε στους ανθρώπους μια μικρή γωνιά γης για να μπορέσουν εκεί, με την ησυχία τους, να δημιουργήσουν την κόλαση.

»Και η δόξα. Σκατά στη δόξα, σκατά σε όλους τους. Σκατά στη σημαία για την οποία είχε υποκύψει ο Μισέλ ντε Μπουρμόν, που εκείνη τη στιγμή θα την παρέλαυνε ένας από τους Ισπανούς λογχοφόρους. Ας την κρατούσαν όλοι εκείνοι την καταραμένη δόξα τους, με τις σημαίες τους, τις ζητωκραυγές τους στον αυτοκράτορα. Ήταν αυτός, ο Φρεντερίκ Γκλυντς, από το Στρασβούργο, που είχε καλπάσει εναντίον του εχθρού, που είχε σκοτώσει για τη δόξα και για τη Γαλλία, και που τώρα ήταν πεσμένος πάνω στη λάσπη, σ’ ένα δάσος σκοτεινό και εχθρικό, παγωμένος από το κρύο, πεινασμένος και διψασμένος, με το δέρμα του να καίει από τον πυρετό, μόνος και χαμένος. Δεν ήταν ο Βοναπάρτης εκεί, να τον πάρει ο διάβολος. Ήταν αυτός…

»…Στον διάβολο. Στον διάβολο όλοι τους με τη ρομαντική και ηλίθια ιδέα τους για τον πόλεμο. Στον διάβολο οι ήρωες και το ελαφρύ ιππικό του αυτοκράτορα. Τίποτα απ’ αυτά δεν άντεχε κάτω από εκείνο το τρομερό σκοτάδι, ανάμεσα στους θάμνους, δίπλα στη λάμψη της κοντινής φωτιάς…»

Οι σελίδες που ακολουθούν είναι συγκλονιστικές. Για όσους έχουν διαβάσει το «Ο ζωγράφος των μαχών», οι περιγραφές, του το ξαναθυμίζουν. Όπως και να έχει, όμως, ακόμα και ως πρώτη επαφή ενός αναγνώστη με τον Ρεβέρτε, οι εντυπώσεις είναι δυνατές.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top