Fractal

Μια μορφή μύησης στον αστικό χώρο για τα παιδιά του 21ου αιώνα

Γράφει ο Ευάγγελος Αυδίκος //

 

Κωνσταντίνος Ι. Αρώνης , «Οι ήρωες της αυλής», Ιανός, Θεσσαλονίκη 2021, σελ.245

 

Διαβάζοντας το βιβλίο του Κώστα Αρώνη, προσπαθούσα να εντοπίσω το βασικό στοιχείο, σε πρώτη ανάγνωση, που διατρέχει την ανιστόρηση.. Συνήθως, η παιδική ηλικία γίνεται πηγή πολυποίκιλων αρδεύσεων από τους λογοτέχνες, ή από τους ψυχολόγους και τους ψυχίατρους. Οι πρώτοι επιστρέφουν στα χρόνια της αθωότητας, για να χρησιμοποιήσουν πρόσωπα και περιβάλλοντα. Οι άλλοι αναζητούν στον ίδιο χώρο τους παράγοντες που διαμόρφωσαν την ενήλικη προσωπικότητα.

Ο Αρώνης επιλέγει ένα παιδί, σε μια κρίσιμη ηλικιακή μετάβαση: από το δημοτικό στο γυμνάσιο. Πρόκειται για μια περίοδο που δεν έχει χαθεί εξολοκλήρου η φαντασιακή υπέρβαση της πραγματικότητας. Δεν έχει γίνει η αναγκαστική –και συχνά βίαιη – προσαρμογή στον ορθολογισμό.

Το εύρημα του συγγραφέα είναι αξιοπρόσεκτο. τον διευκολύνει να θίξει σχέσεις και στερεότυπα με τρόπο φαινομενικά αφελές, συμβατό με την ηλικία του αφηγητή. Θεωρώ την επιλογή του  Αρώνη επιτυχή, γιατί του λύνει τα χέρια, σε ό,τι αφορά τον τρόπο που προβάλλονται τα πρόσωπα του βιβλίου, είτε στη γειτονιά είτε έξω αυτήν. Η ανάγνωση δε έγινε για μένα ακόμη πιο ενδιαφέρουσα, καθώς παράλληλα με την «αυλή» διάβαζα το μυθιστόρημα του Sam Albatros «Το ελαττωματικό παιδί» (ΕΣΤΙΑ 2021). Και σ’ αυτό το βιβλίο ο αφηγητής είναι ένα παιδί, που λειτουργεί ως αφηγηματικό κέλυφος, ώστε ο  συγγραφέας να αποδομήσει κοινωνικά στερεότυπα.

Ένα επιπλέον εισαγωγικό σχόλιο σχετίζεται με  το στοιχείο που λειτουργεί ως εναρκτήριο λάκτισμα στην αφήγηση. Ο νεαρός θα δώσει εισαγωγικές εξετάσεις για το γυμνάσιο και η οικογένειά του προσλαμβάνει τον δάσκαλό του, ώστε να βελτιώσει τις επιδόσεις του στη συγγραφή εκθέσεων. Η εξιστόρηση λοιπόν αρχίζει ως μια δοκιμή που καταλήγει να συγκροτήσει μια πινακοθήκη με πολλούς αφηγηματικούς κύκλους, είτε ομόκεντρους είτε τεμνόμενους ή με φυγόκεντρες τάσεις και ρωγμή των χωρικών κύκλων που ενίοτε ασκούν ασφυκτικό έλεγχο και καταπίεση στους νεαρούς πρωταγωνιστές.

Το βιβλίο του Αρώνη είναι μια μορφή μύησης στον αστικό χώρο για τα παιδιά του 21ου αιώνα, αλλά και υπενθύμιση στους γονείς τους για έναν κόσμο που έχει χαθεί με την ανωνυμοποίηση των γειτονιών. Αφηγηματικά ο συγγραφέας θέτει ως αφετηριακό σημείο την ανασυγκρότηση του αστικού χώρου της γειτονιάς, που προκαλούσε κεντρομόλες δράσεις για τη συνάντηση και τη διαμόρφωση μιας συλλογικής συνείδησης, χωρίς να παραβλέπονται οι αρνητικές επισημάνσεις. Τα σημεία αυτής της γεωγραφικής ενότητας είναι το σχολείο, το μπακάλικο, το περίπτερο, το γαλακτοπωλείο, το μαγαζί του παππού, οι δρόμοι και οι πλατείες της Θεσσαλονίκης. Αυτός είναι ο χώρος των ανθρώπων γειτονιάς κι εκεί διαμορφώνεται η σκέψη και η μνήμη του αφηγητή.

Ο συγγραφέας επιτυγχάνει να επιστρέψει στη  μήτρα της παιδικής του ηλικίας και να μιλήσει για έναν κόσμο που τον διαμόρφωσε, αποφεύγοντας τον υπερβολικό συναισθηματισμό. Γίνεται ο ίδιος παιδί κι έτσι η αφήγησή του αποκτά ειλικρίνεια, χωρίς να προσφεύγει στη χρήση μεγαλόστομων διακηρύξεων. Μοιάζει η αφήγηση να γίνεται στην παρέα των παλιών συμμαθητών και συμμαθητριών, σ’ αυτές τις επετειακές συναντήσεις (reunions) που οργανώνονται κατά καιρούς. Χωρίς όμως διδακτισμούς. Γιατί όλοι πλέον γίνονται παιδιά. Μπαίνουν στη μηχανή του χρόνου. Ίσως, αυτό να οφείλεται και στην καλλιτεχνική φύση του Αρώνη, που διευκολύνει τη μετάβαση από τον ενήλικο ορθολογισμό στην ανατρεπτική οπτική ενός παιδιού.

Το φλερτ και ο έρωτας αναδεικνύονται άσκηση ανακάλυψης του σώματος αλλά και του ρόλου, ο οποίος ωστόσο συχνά εγκλωβίζεται από τα έμφυλα στερεότυπα των ενήλικων. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σχέση του με την Αφροδίτη, το μήλο της έριδος στο πάρτι των μεγάλων, που τελικά εξελίσσεται σε  πηγή έντονων σωματικών συγκινήσεων για τον ίδιο.

Ωστόσο, ο συγγραφέας πλέκει τις ιστορίες με ποικίλα υλικά, που μπορεί να έχουν ως αφετηρία ένα οικογενειακό θέμα.  πλάθονται όμως από μια ευρεία γκάμα. Αυτά τα τελευταία δεν φωνασκούν στην αφήγηση, όπως οφείλει, κατ’ εμέ, να πράξει κάθε ιστορία. Όμως, κλείνουν το μάτι σε περιήγηση στα ιστορικά γεγονότα, που έχουν ως αφετηρία την οικογένεια ως βίωσή τους. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν δυο σημαντικές στιγμές. Η πρώτη αφορά τη δολοφονία του Λαμπράκη. Στο αφήγημα (η βεράντα μας) μεταφέρεται ο παλμός των αντιδράσεων στη Θεσσαλονίκη. Στην περίπτωση αυτή η βεράντα λειτουργεί ως παρατηρητήριο. ο ήχος της διαδήλωσης προκαλεί τον φόβο και τη σιωπή σε μια εποχή που προετοίμασε την πολιτική ανωμαλία. Σ’ αυτή την ιστορία ο αστικός χώρος ενοποιείται. Η βεράντα γίνεται η κλειδαρότρυπα της τοπικής και εθνικής ιστορίας. Το δεύτερο παράδειγμα ανήκει στην οικογενειακή σάγκα. Που είναι ταυτισμένη με την εθνική ιστορία και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Το πλεονέκτημα στην ιστορία (στο σπίτι της γιαγιάς) αλλά και αλλαχού είναι ότι όλα τα επιμέρους συνιστούν στοιχεία μιας οικογενειακής μνήμης, η οποία έρχεται στην επικαιρότητα, καθώς έχουμε δύο συνεχόμενες ιστορικές επετείους (1821, 1922). Πώς μιλάμε γι’ αυτά; Πώς γίνεται η μύηση στην ιστορία; Οι παλιότερες γενιές με τη βιωματική εμπειρία απέρχονται. Ακόμη, η γιαγιά και ο παππούς ολοένα και περισσότερο περιθωριοποιούνται ως αρμοί στην πολιτισμική  διαδοχή των γενεών.

Ο Αρώνης, η λογοτεχνία, αναλαμβάνει αυτό τον ρόλο, χωρίς να υιοθετεί την αυταρχική αντίληψη για την εκπαιδευτική διδασκαλία. Δεν κουνάει το δάκτυλο. Αναδεικνύει οπτικές που διαφεύγουν από τους μεγάλους. Το αφήγημα, για παράδειγμα, «Ο Λάκης και οι καραμέλες», θα μπορούσε να ενταχθεί στα αναγνωστικά αλλά, έχω την άποψη , και στα μαθήματα δημιουργικής γραφής. Από τη μια μεριά, ένα είδος, οι καραμέλες, και μια τελετουργία, η ονομαστική εορτή, που δημιουργεί σχέσεις μες στην τάξη , διαμορφώνοντας συνθήκες αυτοσεβασμού και αποδοχής από την ομάδα. Κι από την άλλη, μια δασκάλα που δεν διαθέτει εκπαιδευτική ενσυναίσθηση. Οι ίδιες οι καραμέλες την τιμωρούν. Γίνονται εκφραστές μιας αλληλεγγύης, χωρίς αφηγηματικές εξάρσεις και εντάσεις. Σε άλλο σημείο, με αφορμή τη δημιουργία ενός  χάρτη   αντιπαραβάλλεται η αλληλεγγύη των παιδιών στον άρρωστο ανταγωνισμό και ατομικισμό της εκπαιδευτικού.

 

Κωνσταντίνος Ι. Αρώνης

 

Οι ιστορίες του Αρώνη δεν εκπέμπουν συναιθηματισμό. Γίνονται λογοτεχνία που εκλύει συναισθήματα, για όσους εισέρχονται σ’ αυτές. Κάποιες απ’ αυτές είναι και υποδειγματικές για το πώς μπορεί να δημιουργηθεί μια αξιόπιστη αφήγηση, με όλα τα χρειαζούμενα. Κορύφωση αυτής της ικανότητας του συγγραφέα είναι το αφήγημα «Ο πύργος των γερόντων». Υλικά που χρησιμοποιούνται είναι ένα εγκαταλειμμένο σπίτι, η κλειστή εξώπορτα, το χορταριασμένο οικόπεδο και προπάντων ο παρατεταμένος ήχος, η σκόνη. Και όλα αυτά ζυμώνονται με την καλπάζουσα φαντασία των παιδιών. «Εκείνη τη στιγμή όμως έγινε κάτι φοβερό. Ένας τεράστιος θόρυβος ακούστηκε από το σπίτι και μετά ένα σύννεφο σκόνης βγήκε από τα κλειστά παντζούρια που υπήρχανε στον όροφο! Μετά ένα ελαφρό τρέξιμο από ζώα, κι ύστερα ένας τρομαχτικός ήχος από κάτι που έσπαγε πέφτοντας από ψηλά)».

Ο συγγραφέας δημιουργεί ένα εξαιρετικό νουάρ αφήγημα με υλικά κατεδάφισης ενός σπιτιού, που  γαρνινάρει με την ανάγκη των παιδιών να ανακαλύψουν το άγνωστο και το μυστήριο. Η διευθύντρια του σχολείου τους προσγειώνει στην πραγματικότητα,Το διπλανό κτίριο κατεδαφίστηκε. Έχασαν την ευκαιρία, να αναδιηγηθούν το παράξενο. Σημασία όμως, έχει το γεγονός ότι το βίωσαν ως τέτοιο. Για τους αναγνώστες υπάρχει η απόλαυση της αφηγηματικής δεξιότητας του συγγραφέα.

Ο Αρώνης είναι μια ανήσυχη συνείδηση καλλιτέχνη αλλά κι πόλη. Έχει βιώσει τη μετάλλαξη του αστικού χώρου, την απώλεια της μνήμης. Έχει προκληθεί ρωγμή στην πολιτισμική διαδοχή κι έτσι χάνονται οι ιστορίες που αφορούν το παρελθόν της πόλης. Ανήκει σ’ εκείνους που έχει ακούσει τα κτίρια να αφηγούνται την πολυκύμαντη ιστορία της πόλης. Κι αυτό πλέκεται με τους αστικούς μύθους που συνήθως συνοδεύουν παλιά κτίρια. Σαν εκείνον της Δάφνης και της Ροδιάς, μύθοι  που επιβιώνουν και αναπαράγονται μέσα από τα μπάζα που επιχειρούν να σκεπάσουν την ψυχή της πόλης.

Ένα πηγάδι είναι το βιβλίο του Αρώνη. Η αφήγησή του ποτίζει την άνυδρη ψυχή του αστεακού ανθρώπου. Μεγάλοι και μικροί το έχουν ανάγκη. Οι μεγάλοι για να θυμηθούν. Οι μικροί για να μάθουν. Και οι δύο για να απολαύσουν το αναγνωστικό ταξίδι.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top