Fractal

Τρόπος ζωής

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπούρας // *

 

Αλμπέρτα Τσοπανάκη, “Ο Θεός του Φόβου”, μυθιστόρημα, εικονογράφηση: Marilisa Rendl, εκδόσεις Αγγελάκη, Αθήνα, 2η έκδοση Φεβρουάριος 2021, σελ. 118

 

Σκεφτόταν πως κάποιος μάγος, ταχυδακτυλουργός, είχε ρίξει αυτό το αόρατο πέπλο της ομίχλης επάνω στη γη προκειμένου να εξαφανίσει την ασχήμια

της. (σελ. 26).

 

Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό της γραφής μιας δραματικής προσωπικότητας που ζει ποιητικά, ακόμα κι όταν αναπνέει, όταν ανοιγοκλείνει τα τεράστια αμυγδαλένια μάτια της, όταν εξακοντίζει εκείνη την τοξίνη της καλοσύνης προς κάθε κατεύθυνση.

Η διάθεση της Αλμπέρτας Τσοπανάκη είναι σαν τον καιρό της Μάνης: ασύστολα συννεφιασμένος κι απροκάλυπτα ηλιόλουστος ταυτοχρόνως και κάποτε εναλλάξ.

Το παράλογο είναι συστατικό στοιχείο για να βλέπει τον κόσμο όχι όπως είναι αλλά όπως τον οραματίζεται στα πιο βαθιά όνειρά της που είναι πάντα πικρόγλυκα.

Σαν γλυκό νεραντζάκι αυτή η γραφή, αμιγώς μεσογειακή, από τα βάθη των αιώνων, άχρονη συντοπίτισσα κουρσάρων που και πειρατές τους είπαν, ενώ εκείνοι οι κακόμοιροι μόνο να επιβιώσουν ήθελαν μακριά πολύ από τις δικές μας ηρωοποιητικές μυθολογικές διαστάσεις.

Το τοπίο βέβαια είναι καθοριστικό για τις προσλαμβάνουσες εικόνες με τις οποίες θα χτίσουμε τις όποιες εμπειρίες μας, άμεσες ή διαμεσολαβημένες. Όμως κι αυτό έχει την χάρη του. Ζούμε από την ασφάλεια του αναλογίου μας περιπέτειες που δεν θα τολμούσε να επιλέξει η ψυχή μας δια ζώσης.

Όμως η Αλμπέρτα Τσοπανάκη είναι γενναία, σαν τους μακρινούς προγόνους της. Ακόμα κι αν δεν τους ξέρει, δεκατρείς γενιές πίσω – πώς να ψάξει κανείς;

Από βεντέτες και μεσαιωνικά μίση βρίθει η μυθική Μάνη. Όμως την κιβδηλότητα του γονίδιου των βιασμένων γυναικών που ενέδωσαν στων μελαψών ανδρών την κατακτητική βία πώς να την παρακάμψεις;

Και το Ταίναρον, εις Άδου Κάθοδος προς εξευμενισμόν των ψυχών των θυμάτων μας. Πετυχαίνει άραγε το εξορκισμένο μίσος να δηλητηριάσει τις καρδιές των παιδιών μας; Ειδικά εκείνων που δεν αποκτήσαμε ακόμη;

Οργανωμένοι κατακτητές επάτησαν και δεν επάτησαν εδώ. Αποπάτησαν όμως πίσω από τις φραγκοσυκιές που ορίζουν επιθετικά το τοπίο. Αυτές είναι το σύνορο ανάμεσα σε θάλασσα και ουρανό. Και τα δύο σε διαφορετικές αποχρώσεις του λουλακιού.

Ο σουρεαλισμός της αφήγησης είναι θεατρικός φουτουρισμός. Είναι περισσότερο συγγενής του Μαγιακόφσκι και των γονιμολατρικών τελετών του ελληνικού καρναβαλιού παρά του παραμορφωμένου Μπέκετ και του σαρδόνιου Ιονέσκο.

Ακόμα και η παράνοια γίνεται σχεδόν συμπαθής μέσα από την παιδική σκανταλιά της αφηγήτριας που επιζητεί έτσι να τραβήξει την προσοχή ενός απλοϊκού μεροκαματιάρη, οδηγού παμπάλαιου λεωφορείου που ήταν κάποτε του πατέρα του.

Η πατριαρχία είναι καθαρά συμβατική σε αυτό το μυθοπλασμένο σύμπαν. Πρωταγωνιστής είναι η γυναίκα, η γοργόνα, το πάθος που γίνεται και δεν γίνεται “μάθος” κι εκείνη η ασίγαστη επιθυμία να ενωθείς με την πλατιά επικίνδυνη θάλασσα, ακριβώς όπως η άνυδρη γη που δεν αντέχει τόση αν-αλμύρα [συγχωρέστε μου τον νεολογισμό, αλλά κείμενα σαν αυτό “με στέλνουν”, με διώχνουν από τα αραχνιασμένα ρασιοναλιστικά μονοπάτια και με ξεναγούν σε απόκρημνα σπήλαια, εκεί που έμενε ο άνθρωπος πριν κάποιοι τον βαφτίσουν “νεολιθικό”, ενώ ήταν απείρως επινοητικότερος από εμάς… Τα κόκκαλα των ανθρώπων χρησιμεύουν σαν εργαλείο κυνηγητικό για την λογοτέχνιδα Αλμπέρτα Τσοπανάκη που αφηγείται ένα δράμα δίχως τελειωμό, με αρχή όμως την ανάσα της.

Δεν πρόκειται για κανένα αυτοαναφορικό “δράμα του εγώ” (“ich drama”). Μην γελαστείτε. Είναι περισσότερο φούγκα για βροχή-βράχο και ξερή θάλασσα, αφυδατωμένη. Η λανθάνουσα φωνή κραυγάζει και μεταλλάσσει το σαρκίο της προκειμένου να εφαρμόσει κάθε στιγμή στο κοστούμι του ρόλου που εκείνη επιλέγει να υπο-ντυθεί.

Στερεύουν τα λόγια όταν μιλάς για κείμενα που δεν μιμούνται κανέναν, δεν θυμίζουν τίποτα και καθρεφτίζονται στον εαυτό τους με μια υπνωτική ταχύτητα που ΔΕΝ είναι συνώνυμη της καθαρότητας και δεν παριστάνει την σαφήνεια.

Γλώσσα μετανεωτερική, λόγος δραματικός, εικονοπλασία κινηματογραφική, αφήγηση για τυφλούς, εικαστική αναπαράσταση για χωλούς, αισθηματολαγνεία για τυφλούς και πολλά ακόμα που δεν ξέρω, γιατί δεν πρόλαβα ή δεν άντεχα να τα ανιχνεύσω σε αυτό το μυθιστόρημα – συγκρατημένο χείμαρρο, λίγο πριν γίνει ποταμός και χυθεί από ψηλά στην μαύρη θάλασσα, αυτοκτονώντας από τα απόκρημνα βράχια κάτω…

Υψιπετής έμπνευση και απόδοση ενός εσωτερικού χορού που μοιάζει με έμπνευση αλλά δεν είναι. Είναι τρόπος ζωής!

 

Αλμπέρτα Τσοπανάκη

 

Για του λόγου το αληθές, σας παραθέτω μερικά χαρακτηριστικά (εκτενή) αποσπάσματα:

 

[…]  Αισθάνθηκε

πως ήταν ο χαμένος παίχτης του παιχνιδιού. Ένας

ακόμη κομπάρσος σε μια ταινία που ποτέ κανείς δεν

την θυμάται, αναρωτήθηκε πως ήταν δυνατόν να εί-

χαν επιλέξει για πρωταγωνιστή ένα σκουριασμένο

και σαραβαλιασμένο καράβι από ναυάγιο. Και για

πρωταγωνίστρια μια στοιχειωμένοι πολιτεία που

κοιτούσε με ένα παγωμένο και ηλίθιο βλέμμα παρι-

στάνοντας την ανθρωπότητα. Οι σκέψεις αυτές της

δημιούργησαν φόβο και πανικό. Άρχισε να πηγαινο-

έρχεται νευρική και ξυπόλητη επάνω στα βότσαλα

της παραλίας. Είχε αρχίσει πάλι να βρέχει. Φώναξε

δυνατά πως οι παραγωγοί ήταν ανώμαλοι και διε-

στραμμένοι. Προσπαθούν, φώναξε να σκορπίσουν

φόβο με ξεπερασμένα εφέ. Οι σεναριογράφοι τους

δεν διαθέτουν κόκκο φαντασίας. Άκουγε τη φωνή

της να επιστρέφει στα αυτιά της μέσα από τον αντί-

λαλο που έκανε η ερημική παραλία που κοίταζε πα-

γωμένη τον πέτρινο βράχο. Προσπαθούσε να βρει

μια λογική εξήγηση προκειμένου να δώσει μία απά-

ντηση στον εαυτό της για το γεγονός ότι οι ερωτευ-

μένοι έκαναν ευχές την στιγμή που τ’ αστέρια πέ-

φτανε στη γη και ξεψυχούσανε μέσα στη βρώμα της.

Δεν έβρισκε καμιά απάντηση που να μπορούσε να

δικαιολογήσει αυτήν την παράλογη συνήθεια των

ερωτευμένων. Αυτή η ανθρωπότητα είναι παρανοϊκή

ψέλλισε τρομαγμένη. Ύστερα γύρισε και κοίταξε

το τοπίο, της φάνταξε εφιαλτικό.

            Την κυρίεψε ο φόβος συνειδητοποιώντας ότι εί-

ναι ολομόναχη και άρχισε να μετράει τα δάχτυλα

των χεριών και των ποδιών της. Τα μετρούσε με

μανία επαναλαμβάνοντας συνεχώς τους αριθμούς,

ένα, δύο, τρία, δεκαεπτά, δεκαεννέα, είκοσι. Επιτά-

χυνε το μέτρημα εφιαλτικά λες και βρισκόταν σε ψυ-

χωτική εγρήγορση. Έχω είκοσι δάχτυλα είπε στο τέ-

λος ήρεμη. Ύστερα άρχισε να μετράει τα μάτια της,

ένα, δύο, φώναξε, διερωτήθηκε τι ακριβώς σήμαινε

η αλήθεια. Για να απαντήσει στον εαυτό της ότι η

αλήθεια είχε είκοσι δάχτυλα και δύο μάτια. Η αλή-

θεια περπατάει με τα μισά δάχτυλα, τα δέκα, των πο-

διών της. Της πέρασε από το μυαλό τότε πως η αλή-

θεια θα πρέπει να περπατούσε μισή και χαμογέλασε.

Έκανε την σκέψη πως όταν ο άνθρωπος σηκώθηκε

όρθιος θα αποκόπηκε από τα άλλα του δέκα δά-

χτυλα της περπατησιάς του. Και έτσι η αλήθεια του

έμεινε από τότε μισή. Η άλλη μισή πήγε στα άλλα

του δέκα δάχτυλα, των χεριών του. Που χρησιμεύ-

ουν για να τον βοηθάνε να πιάνει… να γαντζώνει…

συλλογίστηκε κοιτάζοντας τα δάχτυλα των χεριών

της.[…]

 

 

[…]  Με δυσκολία κατάφερ-

νε να περπατήσει στην ανηφόρα. Λες και κάποιος

της έριχνε με ορμή τα λασπόνερα αντίθετα από τα

βήματά της. Σαν να επιδίωκε να χάσει την ισορρο-

πία της και να τσακιστεί επάνω στα βράχια. Μόλις

κατάφερε να φτάσει στον κεντρικό δρόμο, κοίταξε

γύρω της παραξενευμένη να υψώνονται τεράστιες

οθόνες τηλεοράσεων. Ολόκληρος ο δρόμος είχε γε-

μίσει οθόνες μπροστά και πίσω της, παντού οθόνες

που την είχαν περικυκλώσει. Μετέδιδαν δελτία ει-

δήσεων απ’ όλο τον κόσμο. Ο ήχος τους ήταν εκκω-

φαντικός, όμως δεν ξεχώριζε τι έλεγαν. Μια δυνατή

βοή τρύπαγε τ’ αυτιά της. Οι οθόνες έδειχναν φέ-

ρετρα που ανοιγοκλείνανε, από μέσα ξεπηδούσανε

κάτι τοσοδούτσικα ανθρωπάκια. Το κάθε ανθρω-

πάκι είχε το μέγεθος ενός φασολιού. Το πρώτο αν-

θρωπάκι κρατούσε στο χέρι του ένα πώμα από νε-

ροχύτη. Δημιουργούσαν μια τεράστια ουρά καθώς

τα ανθρωπάκια πήγαιναν και καθόντουσαν το ένα

πίσω από το άλλο. Το πρώτο ανθρωπάκι έδωσε το

πώμα του νεροχύτη στο πίσω ανθρωπάκι και πήδηξε

μέσα στην τρύπα του νεροχύτη. Το δεύτερο ανθρω-

πάκι τάπωσε με το πώμα του νεροχύτη την τρύπα

του. Ύστερα άνοιξε το δεύτερο ανθρωπάκι το πώμα

και πήδησε μέσα στον νεροχύτη. Το πίσω ανθρωπά-

κι τάπωσε με το πώμα που κρατούσε στο χέρι του

το πώμα του νεροχύτη, ύστερα έβγαλε το πώμα και

πήδηξε μέσα στην τρύπα του νεροχύτη. Αυτό γινό-

ταν συνέχεια και συνέχεια με όλα τα ανθρωπάκια

μέχρι ωσότου τα ανθρωπάκια εξαφανίστηκαν από

τις οθόνες. Τώρα οι οθόνες έδειχναν μόνο τον νε-

ροχύτη, ήταν μαρμάρινος, κατάλευκος. Ξαφνικά, το

πώμα του νεροχύτη εκσφενδονίστηκε στον αέρα και

εξαερώθηκε αφήνοντας καπνούς. Από την τρύπα

του νεροχύτη άρχισε να ξεπηδάει ένα κοκκινόμαυ-

ρο υγρό που ξεχείλιζε από τον νεροχύτη και χύθηκε

στο πάτωμα, το υγρό έτρεχε πάνω στις σκάλες, στην

εξώπορτα του σπιτιού, βγήκε στον δρόμο, απλώθη-

κε σε πλατείες και έπεσε πάνω σε έναν γεωγραφικό

χάρτη και τότε εξαφανίστηκε η εικόνα από τις οθό-

νες. Ύστερα στις οθόνες έδειχνε ένα σαλάμι. Μετά

το σαλάμι εξαφανίστηκε και οι οθόνες έδειχναν κάτι

ζώα που τρέχανε πανικόβλητα να σωθούν. Μα από

τι τρέχουν να σωθούν αυτά τα ζώα; Διερωτήθηκε

φωναχτά, αφού κανένας δεν τα κυνηγάει. Της φά-

νηκε σαν να μίλησε κάποιος, άκουσε τη φωνή να της

λέει πως τα ζώα έτρεχαν να σωθούν από τις διαφη-

μίσεις. Κοίταξε γύρω της να δει ποιος μιλούσε, μα

δεν είδε κανέναν. Είκοσι δάχτυλα και δύο μάτια είπε

είναι η αλήθεια. Τα δέκα δάχτυλα για να περπατάνε

και τ’ άλλα δέκα για να γαντζώνουν και να ενώνουν

τον ύπνο με τον θάνατο. Και δύο μάτια που κοιτά-

ζουν τα είκοσι δάχτυλα. Μα και πάλι σκέφτηκε πως

η αλήθεια είναι μισή. Ίσως η άλλη μισή ψιθύρισε να

βρίσκεται στις οθόνες των τηλεοράσεων. Μα όταν

γύρισε να κοιτάξει, εκείνες είχαν εξαφανιστεί.

[…]

Είμαι συγγραφέας είπε στον οδηγό. Και όλη μου

τη ζωή κατασκευάζω ήρωες προσπαθώντας να συ-

ναρμολογήσω τις σκέψεις μου. Στους ήρωες μου

πασχίζω να βρω μια λύση που θα τους βγάλει από

το αδιέξοδο που βρίσκονται. Είναι τόσο αόριστοι,

μπερδεμένοι. Ανατρέπουν τα δεδομένα, ξεφεύγουν

από την πορεία τους, είναι απρόβλεπτοι. Είναι ημι-

τελείς. Υπάρχει μία αοριστία στην σκέψη μου. Μέσα

στο μυαλό μου, έχει τρυπώσει μια αράχνη που υφαί-

νει, διαρκώς υφαίνει, περπατάει αργά, φτιάχνει ένα

ιστό μέσα στο μυαλό μου. Ίσως αυτό που επιδιώκει

είναι να παγιδεύσει τις ιδέες μου. Προσπαθώ να

γράψω ένα έργο που να είναι τέλειο. Στην πραγ-

ματικότητα αυτό το έργο δεν θα γραφτεί ποτέ του.

Γιατί δεν υπάρχει αυτό το έργο. Είναι εφιαλτικό να

επιμένω ότι κάποια στιγμή θα καταφέρω να πετύχω

να γράψω κάτι που δεν υπάρχει. Προσπαθώ να απο-

γειώσω τους ήρωές μου. Τότε εκείνοι παγώνουν με

σαρκασμό. Μετά ξεπαγώνουν. Στρέφονται εναντίον

μου λες και θέλουν να με τιμωρήσουν. Ο οδηγός την

κοίταξε παραξενευμένος μέσα από τον μπροστινό

καθρέπτη του λεωφορείου. Εκείνη έμεινε αμίλητη

για λίγη ώρα κοιτάζοντας από το παράθυρο σαν να

έψαχνε κάτι να δει… Σε λίγο τον ρώτησε αν είχε δει

τις τεράστιες οθόνες. Βρισκόντουσαν εκεί που είχε

σταματήσει το λεωφορείο, του είπε. Και άρχισε να

του περιγράφει τι έδειχναν οι οθόνες μήπως και τις

θυμόταν ο άντρας του λεωφορείου. Τα ανθρωπάκια

πηδούσαν στον νεροχύτη είπε η γυναίκα. Το σα-

λάμι εξαφανίστηκε. Και τα ζώα έτρεχαν να σωθούν

πανικόβλητα. Ένας κύριος είπε πως είχαν τρομάξει

από τις διαφημίσεις. Ο οδηγός φάνηκε να απορεί με

όλα εκείνα που του έλεγε η γυναίκα. Της απάντησε

πως δεν είχε δει τίποτα. Η άρνησή του, την τρόμα-

ξε. Ίσως ο άνθρωπος γνώριζε για τις οθόνες και δεν

θέλει να μιλήσει σκέφτηκε. Η σιωπή, είπε φωναχτά

η γυναίκα, δεν είναι μόνο χρυσός. Το νόμισμα έχει

πάντα δύο όψεις, μπορεί να είναι και προδοσία,

αλλά πάλι δεν είμαι σίγουρη ψέλλισε. Αισθάνθηκε

πως μέσα στο μυαλό της σαν να ταξίδευαν παράξε-

να σχήματα που πηδούσαν πολύ ψηλά και μεταμορ-

φωνόντουσαν σε αστροπελέκια και στη συνέχεια τα

αστροπελέκια έφτυναν τα ανθρωπάκια. Στο σημείο

εκείνο, οι εικόνες πάγωσαν. Έστρεψε το κεφάλι της

προς τον οδηγό και του είπε. Μπορείτε σας παρα-

καλώ να δυναμώσετε την ένταση του ραδιοφώνου.

Παίζει το αγαπημένο μου τραγούδι. Ο οδηγός ρώ-

τησε τι σχέση είχε με την Αρχαία Ιππόλα και εκείνη

του εξήγησε πως ήταν η καταγωγή της μητέρας της. […]

 

Αλμπέρτα Τσοπανάκη, σε λατρεύω. Για την τόλμη να είσαι ο εαυτός σου. Βαθιά φιλοσοφία ζωής, έμπρακτη και εμπράγματη.

 

 

* Ο Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top