Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Ένα ανοιχτό ηθικό ζήτημα

Γράφει  η Διώνη Δημητριάδου //

 

Στέλιος Μάινας: “Να θυμηθώ να παραγγείλω”, εκδόσεις Μεταίχμιο

 

Δεν είναι, φυσικά, η πρώτη φορά που η λογοτεχνία τοποθετεί στο κέντρο της θεματικής της ένα ζήτημα ηθικής, ανοιχτό στη συζήτηση, με αντικρουόμενες απόψεις να δυσκολεύουν μια ευθεία, απόλυτη τοποθέτηση. Είναι, όμως, πάντα θετική στην πρόσληψή της κάθε απόπειρα συγγραφική να παραμείνει το θέμα στο προσκήνιο, έστω ως μια θεωρητική προσέγγιση. Ο Στέλιος Μάινας εδώ, στο πρώτο του μυθιστόρημα (έχει προηγηθεί μια συλλογή διηγημάτων), δείχνει πως μπορεί να χειριστεί ένα ευαίσθητο και αμφιλεγόμενο θέμα με τη σοβαρότητα που του ταιριάζει, αποφεύγοντας την ακραία χρήση της γλώσσας που θα οδηγούσε σε μια εύκολη, όσο και ανούσια, συναισθηματική φόρτιση. Η υποβοήθηση του πάσχοντος σε έναν ήρεμο θάνατο είναι, κατά τη συγγραφική επιλογή του Μάινα, αποτέλεσμα ψύχραιμης στάσης απέναντι τόσο στη ζωή όσο και στο τέλος της. Η δυσκολία του θέματος τον οδηγεί σε μια διττή επιλογή: από τη μία για να αφηγηθεί ο ίδιος όσα τον ταλανίζουν (έστω και θεωρητικά), θα χρειαστεί μια μυθοπλασία ικανή να ενσωματώσει με το ισχυρό «λογοτεχνικό ψεύδος» όσα αλλιώς θα παραμείνουν ανείπωτα, και από την άλλη (σε μια εύστοχη αναλογία) η ηρωίδα του για να αφηγηθεί τη δική της ιστορία θα οδηγηθεί σε μια ανασκόπηση της ζωής της, με το ζήτημα της ευθανασίας να εγκιβωτίζεται ανάμεσα στα υπόλοιπα γεγονότα σαν τη φυσική τους συνέχεια.

Αξίζει να σχολιαστεί ο τρόπος γραφής του Μάινα, γιατί συνιστά μια ενδιαφέρουσα περίπτωση στον χώρο της πεζογραφίας. Πλοκή με εναλλαγές που κρατούν την αναγνωστική προσοχή σε εγρήγορση, γεγονότα που σε μια διαρκή ροή συνειρμών (καθώς η ηρωίδα του από τη φυλακή ανατρέχει στο παρελθόν καταγράφοντας γεγονότα, πρόσωπα και επιχειρώντας συνδέσεις) συνθέτουν σιγά σιγά την  προσωπικότητα της Άννας, της γιατρού αναισθησιολόγου, χωρίς φαινομενικά να σχετίζονται με την επιλογή της, κι όμως να είναι απαραίτητα για να εννοήσουμε τον χαρακτήρα της. Ακόμη περισσότερο για να φανεί ότι ανάλογες αποφάσεις μπορεί να προκύψουν μέσα από τη βίαιη αναγκαιότητα και να αφορούν τον καθένα μας, κάτω  από ικανές συνθήκες. Και τότε, προβάλλουν τα ερωτήματα ηθικής τάξης: έχεις δικαιοδοσία απέναντι στη ζωή και το τέλος της; Πού ακριβώς υπάρχει (αν υπάρχει) όριο στην ανθρώπινη βούληση; Εύκολα η νομοθεσία απαντά, γιατί το καλό και το κακό έχουν οριστεί από μια ηθική που μπερδεύει μεταξύ τους τις θρησκευτικές πεποιθήσεις με την κρατική παρέμβαση για επιβολή του δικαίου. Οπότε εύκολα επίσης μπορεί η συζήτηση να σταματήσει εκεί. Ωστόσο, για τη λογοτεχνική επεξεργασία του θέματος, τίποτα δεν ορίζεται επαρκώς από μια απρόσωπη νομοθεσία (ή μια ιδεοληπτική εν πολλοίς θρησκευτική θεώρηση) που αγνοεί την ιδιαιτερότητα της καθεμιάς ξεχωριστής περίπτωσης.

Ο Μάινας, είτε από συγγραφική αμηχανία μήπως υπερβεί τα όρια του θεμιτού, είτε από ειλικρινή αμφιβολία για την  ορθότητα των επιλογών της ηρωίδας του, επιχειρεί δύο ανατροπές στην πλοκή, που συμβαδίζουν χρονικά και αλληλοσυμπληρώνονται· μία προσωπική υπαναχώρηση (ηθικής τάξης) της ηρωίδας του, και μία έξωθεν παρέμβαση που οδηγεί στην αθώωσή της. Ήταν, επομένως, ένα θέμα που δεν άντεξε να φθάσει στα απώτερα όριά του και πιθανόν να τα υπερβεί; Είναι άραγε αυτή η φύση του θέματος ή αυτά τα όρια του συγγραφικού ρίσκου;

Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που τολμά να θέσει ερωτήματα, μια γραφή που αξίζει να προσεχθεί τόσο για τα μέσα που χρησιμοποιεί (γλώσσα, ύφος, τεχνικές αφήγησης) όσο και για τη σεμνότητα και την προσοχή στην προσέγγιση ενός θέματος που υπερβαίνει τα (συμβατικά και κατ’ ανάγκη  συμφωνημένα) όρια της κοινωνικής συμβίωσης. Κάθε φορά που θίγονται τέτοια θέματα με τέτοιο τρόπο, δεν είναι μόνον η λογοτεχνία που πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα· είναι και η ίδια η ηθική που ψάχνει τα δικά της όρια σε μια βάση πιο ανθρώπινη.

 

Στέλιος Μάινας

 

 

Αποσπάσματα

 

Γιατί να είμαι το μέτρο και όχι η εξαίρεση; Γιατί να είμαι εγώ αυτή που πρέπει να κρατήσει τα ζύγια; Εγώ θα ήθελα να είμαι αυτή που τα χαλάει, που τα ανακατεύει. Ίσως αυτή η εσώτερή μου ανάγκη με έσπρωχνε να δίνω την τελική λύση εκεί που η ίδια η φύση δεν αποφάσιζε. Ίσως η δική μου ύβρις να ξεκινούσε από αυτή την ανάγκη. Από εμένα περίμεναν το μέτρο. Εγώ λοιπόν θα το αμφισβητούσα, θα το ανέτρεπα. (σ. 230).

 

Νομίζεις πως έχεις προτεραιότητα. Δεν άφησες τη φύση σε καμία περίπτωση να κάνει τη δουλειά της. Θέλεις πάντα να επεμβαίνεις, να ελέγχεις, να ορίζεις. Είσαι ένα  μικρό ανάχωμα που αλλάζει  τη ρότα του νερού, και αντί στο δέντρο και στο λουλούδι το στέλνεις στη σχάρα του υπονόμου. Δεν είσαι η φύση ούτε βοηθός της ούτε υπηρέτης της. Είσαι απλώς δολοφόνος. (σ. 248).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top