Fractal

Αρποκράτης: Ο Θεός της Σιωπής ο ακτινοχρυσοφαιδροβροντολαμπροφεγγοφωτοστόλιστος

Γράφει ο Παναγιώτης Καμπάνης // *

 

Βαθύς ο Χρόνος.

Όλα σε αυτόν καταδύονται

και όλα από αυτόν αναδύονται.

 

 

εικ.1 Αρποκράτης, Ιερό Αιγυπτίων θεών Θεσσαλονίκη,

Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ.ευρ.ΜΘ 844

3ος αι. μ.Χ.

 

«Ο συντάκτης των γραμμών τούτων, συνεπιβλέπων μετά του καθηγητού κ. Πελεκίδη εις τας εργασίας, και κατελθών εις την κρύπτην ευθύς ως αυτή ηνοίχθη, ευρέθει πρώτος ενώπιον του απροσδόκητου και μυστηριωδώς υποβλητικού περιβάλλοντος. Η ζωηρά συγκίνησις του, ιδίος από τον εξαφνικόν αντίκρυσμα της αγαθής μορφής του θεού, η οποία σχεδόν εζωντάνευε από το σαλεύον αμυδρόν φως του ηλεκτρικού φανού, θα μείνη ασφαλώς αλησμόνητος».

Είναι μια συννεφιασμένη μέρα του 1939 και ο αρχαιολόγος Χ. Μακαρόνας, βυθίζεται σε ένα μυστικό κόσμο. Βαδίζει επιφυλακτικά σε έναν υπόγειο στενό διάδρομο, ενώ η δέσμη φωτός που στέλνει ο φανός που κρατά, σκορπά ολόγυρα τερατώδεις σκιές οι οποίες τρεμοπαίζουν στους τοίχους, αρχίζοντας να χορεύουν γύρω του και να τον «κοροϊδεύουν». Αιγυπτιακά σύμβολα χαραγμένα στο δάπεδο, τον προειδοποιούν για τις κατάρες που πρόκειται να πέσουν επάνω του, αν συνεχίσει αυτή την υπόγεια διαδρομή. Δεν μπορούμε να ξέρουμε, τι θα μπορούσε να σκέφτονταν ένας αρχαιολόγος ο οποίος αναζητούσε στο χρόνο, αυτό που οι άλλοι έψαχναν στο χώρο. Ο διάδρομος τον οδήγησε στην είσοδο μιας κρύπτης. Όταν παραμερίστηκε η πόρτα, το φως του αποκάλυψε μια λευκή μορφή, μετρίου αναστήματος. Οπισθοχώρησε λίγο τρομαγμένος, σκεπτόμενος ίσως κάποιο φάντασμα-φρουρό του τόπου. Αμέσως όμως χαλάρωσε. Η μορφή ήταν ένα άγαλμα. Παρίστανε ένα γυμνό παιδί που στο αριστερό του χέρι κρατούσε ένα κέρας. Το βλέμμα του ήταν πολύ παράξενο και ύψωνε το δεξί του χέρι στα χείλη. Ο «εισβολέας» αρχαιολόγος, αναγνώρισε τη χαρακτηριστική χειρονομία που επιβάλλει τη σιωπή στους μυημένους. Ένιωσε ένα μικρό ρίγος, όταν συνειδητοποίησε, πως αυτός που έκανε αυτήν τη χειρονομία ήταν ο θεός Αρποκράτης! (εικ.1)

Ένας από τους πιο γνωστούς κοσμογονικούς μύθους του αρχαίου κόσμου, αποτελεί και αυτός της Ίσιδας και του Όσιρη, ο οποίος την περίοδο του πολιτιστικού και θρησκευτικού συγκρητισμού, βγήκε από τα όρια της Αιγύπτου και απέκτησε οικουμενικό χαρακτήρα.

Αρποκράτης είναι το ελληνορωμαϊκό όνομα του θεού Ώρου, υιού της Ίσιδας και του Όσιρη [Har -pa-khered ή Heru-pa-khered (hr-p3-hrd, härpŏkrətēz)] που ερμηνεύεται ως ο Ώρος-παιδί και έγινε γνωστός ως ο θεός της σιωπής, ο οποίος μεταμορφώνεται και επανέρχεται στη ζωή, αφού περάσει από τον κόσμο των νεκρών.

Η αρχετυπική μορφή του Αρποκράτη με το όνομα του Ώρου βρίσκεται στην αρχή της αιγυπτιακής κοσμογονίας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτουμε, γραπτές και εικονιστικές, ο Ώρος γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου[1] από την παρθένα Ίσιδα, σε μια σπηλιά ή κατά άλλους σε ένα στάβλο. Η γέννησή του συνοδεύτηκε από την εμφάνιση ενός λαμπρού αστεριού από την Ανατολή, ενώ τον επισκέφτηκαν τρεις μάγοι, που του πρόσφεραν διάφορα δώρα. Η Ίσις, θεά της μητρότητας και της γονιμότητας, ήταν γνωστή ως «μητέρα του ουρανού» και «βασίλισσα του ουρανού», ενώ θεωρούταν «αειπάρθενος», όπως και η κατά πολύ μεταγενέστερη Μαρία. Ακόμα, τοιχογραφίες του 1500 π.Χ. στο Λούξορ (Θήβα) της Αιγύπτου δείχνουν τον «ευαγγελισμό» της Ίσιδας από το Θωθ, που της ανακοινώνει ότι θα γεννήσει τον Ώρο, ενώ η σύλληψη γίνεται μέσω ενός «αγίου πνεύματος» του Κνέπθ (Kneph = η ανάσα της ζωής). Ο Ώρος βαπτίστηκε στην ηλικία των 30, μετά από απουσία 18 ετών (άγνωστο που), από τον Άνουπ, το λεγόμενο «βαπτιστή», ο οποίος αργότερα αποκεφαλίστηκε. Είχε δώδεκα μαθητές, που τον ακολουθούσαν όπου πήγαινε. Πραγματοποίησε διάφορα θαύματα, μεταξύ των οποίων περπάτησε πάνω στο νερό, ξόρκισε δαιμόνια και ανέστησε έναν νεκρό. Ακόμα, «μεταμορφώθηκε» μπροστά στους μαθητές του στις παρυφές ενός βουνού και έκανε μια αντίστοιχη «επί του όρους ομιλία». Σταυρώθηκε για να λυτρώσει τον κόσμο από τις αμαρτίες, ανάμεσα σε δύο ληστές. Μετά το θάνατό του αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Του αποδίδονταν οι χαρακτηρισμοί «μεσσίας», «υιός του ανθρώπου», «υιός του πατρός», «η οδός», «το φως», «η αλήθεια», «ο λόγος», «ο ενσαρκωμένος λόγος», «καλός ποιμένας», «αμνός του θεού» και τα σύμβολά του ήταν ο αμνός και ο ιχθύς. Ο πατέρας του, Όσιρης, αποκαλούταν «κύριος των κυρίων», «θεός των θεών», «βασιλεύς των βασιλέων», «η ανάσταση και η ζωή». Οι πιστοί του Ώρου τελείωναν τις προσευχές τους με τη λέξη «αμήν-τι» και βαπτίζονταν στο Νείλο, με σκοπό να εξαγνιστούν από τις αμαρτίες τους. (εικ. 2)

 

εικ.2 Γραφική αναπαράσταση της τοιχογραφίας στο Λούξορ (Θήβα) της Αιγύπτου,

όπου απεικονίζεται  ο Ευαγγελισμός, η Άμωμος Σύλληψη

και η Γέννηση του Ώρου-Αρποκράτη

1500 π.Χ.

 

Ο Αρποκράτης σχεδόν πάντα εικονίζεται ως παιδί, φέροντας το δείκτη του δεξιού χεριού στα χείλη, σε μια χειρονομία που επιφανειακά δηλώνει τη νηπιακή του ηλικία, αλλά κατά βάθος συστήνει σιωπή σε εκείνους που τον καταλαβαίνουν. Όρθιος ή καθιστός, ντυμένος ή γυμνός, το σώμα και το πρόσωπό του αποδίδονται πάντα ευτραφή, Ένας μακρύς πλόκαμος μαλλιών που προβάλει πίσω από το δεξιό αυτί, καθώς και το διπλό διάδημα (pschent), δηλαδή το λευκό διάδημα της Άνω και το κόκκινο της Κάτω Αιγύπτου, το οποίο υψώνεται συνήθως ανάμεσα σε δύο άνθη λωτού, αποτελούν τα παραδοσιακά στοιχεία που δηλώνουν την αιγυπτιακή του καταγωγή. Με το αριστερό του χέρι κρατά το κέρας της Αμάλθειας, παγανιστικό αρχαιοελληνικό σύμβολο της πνευματικής πληρότητας και ολοκλήρωσης. Το κέρας επίσης συμβόλιζε την αφθονία, τα ατέλειωτα πλούτη, τη γονιμότητα και την καρποφορία, ενώ από το λαιμό του κρέμεται πάντα ένα φυλακτό του τύπου της bulla (φυλακτό κατά της βασκανίας με χαραγμένους ομόκεντρους κύκλους στην επιφάνειά του), το οποίο σύμφωνα με τον Πλούταρχο ερμηνεύεται ως «φωνή αληθής» (εικ. 3).

 

εικ.3 Χρυσό περίαπτο του Αρποκράτη φορώντας ο διπλό διάδημα της Αιγύπτου

μαζί με ημισέληνο, το φυλακτό- bulla στο στήθος και το κέρας της Αμάλθειας.

Βαλτιμόρη, The Walters Art Museum, αρ.ευρ. 571434

2ος αι. μ.Χ.

 

Ο Ρωμαίος πολιτικός και συγγραφέας, Μάρκος Τερέντιος Βάρρων (Marcus Terentius Varro), που έζησε κατά τη διάρκεια του 2ου προχριστιανικού αιώνα, στο έργο του De lingua Latina terra et caelum, θεωρείται από τους πρώτους που ασχολήθηκε με τον Αρποκράτη και κυρίως με το συμβολισμό της χειρονομίας του. Ο Οβίδιος, έναν αιώνα αργότερα, ασχολούμενος με τη νέα θεά Ίσιδα, η λατρεία της οποίας κατέκτησε όλη την ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αναφέρεται και στο νεαρό θεό που κρατάει το δάχτυλο στα χείλη, ερμηνεύοντας για πρώτη φορά τη χειρονομία αυτή ως σύμβολο της σιωπής

Ο ελληνικός κόσμος γνώρισε τον Αρποκράτη κυρίως από τον Πλούταρχο (2ος μ.Χ. αι.), ο οποίος στο έργο του Περί Ίσιδος και Οσίριδος, μολονότι προσπάθησε να περιγράψει την εικόνα του Αρποκράτη σύμφωνα με την αιγυπτιακή λατρεία, επηρεασμένος από τη φιλοσοφική ερμηνεία της λατρείας του, όπως την επεξεργάστηκαν οι νεοπυθαγόρειοι και οι νεοπλατωνικοί, μας παρέδωσε μια εξελληνισμένη εκδοχή του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα. Ο Αυγουστίνος, επίσκοπος Ιππώνος (4ος – 5ος μ.Χ. αι.), αποτελεί τον πρώτο Χριστιανό, ο οποίος ανατρέχοντας στα κείμενα του Βάρρωνα μνημονεύει τον Αρποκράτη και αναφέρεται στη γνωστή εικονική χειρονομία του: «Σχεδόν σε όλους τους ναούς, όπου ο Σέραπιςκαι η Ίσις λατρεύονταν, υπάρχει μια ανθρώπινη φιγούρα  που φαίνεται να διατάζει τη σιωπή φέροντας το δάκτυλό του στο στόμα.».

Η Ρώμη, όπως λέγεται παροιμιωδώς, δε χτίστηκε σε μια μέρα και το ίδιο ισχύει και για τις θρησκείες, που είναι τόσο «θεόπνευστες» όσο και όλα τα υπόλοιπα ανθρώπινα δημιουργήματα. Θεμελιωμένες πάνω σε κατάλοιπα προγονολατρείας, φετιχισμού, τοτεμισμού και ανιμισμού, οι καινούριες θρησκείες κατασκευάζονται «δανειζόμενες» στοιχεία από γειτονικούς λαούς, αλλά και από προγενέστερες θρησκείες της ίδιας περιοχής.
Ο Έριχ Φρομ είχε γράψει, ότι οι σύγχρονες θρησκείες δεν είναι παρά ένα λεπτό στρώμα βερνικιού που επικάθεται πάνω σε πολλές παλαιότερες στρώσεις.
Ένα από τα χαρακτηριστικά του παγανισμού, το οποίο υιοθετήθηκε από την αρχή από τον Χριστιανισμό, ήταν η τάση να λατρεύονται θεότητες σε τριάδες. Συχνά ο Αρποκράτης απεικονίζεται μαζί με τους γονείς του Ίσιδα και Σέραπι, ο οποίος αντικατέστησε τον Όσιρη κατά την ύστερη αρχαιότητα (εικ.4).

 

 

εικ. 4 Χρυσό δαχτυλίδι με τους Ίσιδα, Σέραπι και Αρποκράτη

Φιλαδέλφεια, Penn Museum, αρ.ευρ.29-128-1039

3ος αι. μ.Χ.

 

Ἡ τριάς ἐξαίρετόν τι παρά πάντας τους ἀριθμούς κάλλος εἴληχε καὶ εὐπρέπειαν. Το τρία, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη συμβόλιζε την πολλαπλότητα, τη δημιουργική δύναμη, την ανάπτυξη και τη σύνθεση. Το τρία είναι ο πρώτος αριθμός στον οποίο αρμόζει η λέξη «παν» και η τριάδα είναι ο αριθμός του συνόλου, αφού περιέχει μια αρχή, μια μέση και ένα τέλος. Για τους πυθαγόρειους αποτελούσε τον πρώτο αληθινό αριθμό. Είναι ένα σύνολο που αντιπροσωπεύει το Παρελθόν, το Παρόν και το Μέλλον. Ο Ανατόλιος ο Αλεξανδρεύς (3ος  μ.Χ. αι.) τον αποκαλεί «πλήρη», επειδή δείχνει τα πάντα και την αρχή και το μέσον και το τέλος και για το λόγο αυτό, όταν επαινούν τα υπέρμετρα, τον χρησιμοποιούν ως πρόθεμα, τρισμέγιστος, τρισευτυχής, τρισευδαίμονας.

Ο παγανισμός, ιδωμένος καθ’ αυτόν, όχι ως αντίπαλος του χριστιανισμού, αλλά μάλλον ως παράλληλη εναλλακτική έκφραση θρησκευτικής πίστης, παραμένει σχετικά σκοτεινός. Ο παγανισμός ως αντίπαλος του χριστιανισμού, αποτελεί ουσιαστικά χριστιανική αντίληψη. Για τους εθνικούς η συνύπαρξη με μια άλλη θρησκευτική πρακτική, όσο δημοφιλής κι αν ήταν αυτή, υπήρξε πάντοτε μια ανοιχτή δυνατότητα. Ο πολυθεϊσμός είναι εξ ορισμού ανεκτικός και «ανοιχτός».

Είναι γνωστό ότι ο χριστιανισμός δανείστηκε άφθονα στοιχεία από τη γλώσσα και την εικονογραφία του παγανισμού, αλλά πρέπει ξανά να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι η διαδικασία αυτή ήταν στην πραγματικότητα αμφίδρομη. Ο ύστερος παγανισμός ανταποκρίθηκε εξίσου στο χριστιανικό περιβάλλον μέσα στο οποίο άνθησε. Καμία θρησκεία δεν είχε το μονοπώλιο της αγιότητας. Κάθε είδους θρησκευτική πίστη είναι αναμενόμενο να περιλαμβάνει πρόσωπα και τόπους που η εγγύτητά τους προς το θείον υποβάλλει την ιδέα κάποιας υπερφυσικής δύναμης.

Στα πλαίσια αυτού του συγκρητισμού της ύστερης αρχαιότητας, ο Αρποκράτης, ως κυρίαρχος θεός της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην αρχή, ανταγωνίστηκε κατόπιν πολλούς από τους θεούς των άλλων θρησκειών της Ανατολής και της Δύσης και στο τέλος ταυτίστηκε μαζί τους και αφομοιώθηκε. Βέβαια ο βασικός του «αντίπαλος» ήταν ο νέος θεός, αυτός των χριστιανών, ο Ιησούς Χριστός.

Από το ελληνικό πάνθεον ταυτίστηκε κυρίως με το θεό Διόνυσο. Τα μυστήρια που τελούταν προς τιμήν του ήταν θρησκευτικές τελετές, στις οποίες συμμετείχαν μόνο όσοι ήταν μυημένοι, ενώ για όλους τους άλλους ήταν απαγορευμένα και πολλές φορές άγνωστα, εξ ου και ο όρος «μυστήρια» (εικ.5). Η παρουσία τους προκαλεί γοητεία, θαυμασμό και ταυτόχρονα, την επιθυμία της αποκάλυψης Η τελετή της μύησης περιλάμβανε εξαγνισμό των πιστών μέσω ομαδικής βάπτισης στα νερά της θάλασσας, κάτι που θυμίζει έντονα τα χριστιανικά Θεοφάνεια. Ανάμεσα στα υπόλοιπα δρώμενα, οι μύστες ξεκινούσαν την πέμπτη ημέρα γνωστή ως «η των λαμπάδων ημέρα» να πορεύονται ομαδικά, κρατώντας αναμμένες λαμπάδες, τελετή που επίσης μας θυμίζει μια μεταγενέστερη χριστιανική, αυτήν της περιφοράς του επιταφίου. Ο Πλάτων ανέφερε για τα μυστήρια στο έργο του  Φαίδων: «Φαίνεται ότι αυτοί που θέσπισαν τις τελετές της μύησής μας στα μυστήρια δεν ήταν κουτοί, γιατί υπάρχει ένα κρυφό νόημα στις διδασκαλίες τους, σύμφωνα με το οποίο οποιοσδήποτε φτάσει αμύητος στον Άδη θα βρίσκεται αιωνίως στη λάσπη, ενώ οι εξαγνισμένοι και οι μυημένοι θα ζουν με τους θεούς». Η συγκεκριμένη άποψη δεν απέχει πολύ από την αντίστοιχη χριστιανική διδασκαλία για την τύχη των αβάφτιστων!!!

Το Διόνυσο προσφωνούσαν συχνά «Καλό Ποιμένα», ενώ οι ιερείς του κρατούσαν την ποιμενική ράβδο, όπως συνέβαινε και με τον Όσιρη. Ανάλογη εικόνα δημιουργήθηκε και για τον Ιησού, που όχι μόνο παρουσιάζεται, αλλά αναπαρίσταται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως και ο Διόνυσος.

 

εικ.5 Μαρμάρινο ανάγλυφο με παράσταση Βακχικής τελετής

Νάπολη, National Archaeological Museum, αρ.ευρ.91

Ρωμαϊκή περίοδος

 

Οι αρχαίοι Πέρσες θεωρούσαν ως προφήτη και ιδρυτή της θρησκείας τους το Ζαρατούστρα ή Ζωροάστρη, τον οποίο αργότερα αντικατέστησαν από το Μίθρα, δημιουργώντας μια θρησκεία, που ήταν ήδη ευρύτατα διαδεδομένη την περίοδο που γράφτηκαν τα πρώτα χριστιανικά Ευαγγέλια. Οι ομοιότητες που είχε η ζωή και η λατρεία του Αρποκράτη, αλλά κυρίως η διδασκαλία του Ιησού με αυτήν του Μίθρα είναι τόσο χτυπητές, ώστε ο Ιουστίνος ο απολογητής καταγγέλλει τους δαίμονες ότι κατασκεύασαν τη λατρεία αυτή μιμούμενοι το (κατά πολύ μεταγενέστερο βέβαια) Χριστό, προφανώς για να αποπροσανατολίσουν τους πιστούς! Συγκεκριμένα, ο Μίθρας γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου σε μια σπηλιά, από την παρθένα Αναχίτα, η οποία έμεινε έγκυος αφού ο θεός εισήλθε μέσα της με τη μορφή φωτός. Αυτή η ημερομηνία γιορτάζονταν στους ναούς του κάθε χρόνο με μεγαλοπρέπεια, με τους ιερείς να φορούν λευκά άμφια, να ανάβουν λαμπάδες και να καίνε λιβάνι. Όπως και τόσοι άλλοι, ο Μίθρας ξεκίνησε τη διδασκαλία του στην ηλικία των 30, είχε 12 μαθητές και περιόδευσε ανά τον κόσμο διδάσκοντας και πραγματοποιώντας θαύματα. Μερικοί χαρακτηρισμοί που του αποδίδονταν ήταν «σωτήρας», «μεσσίας», «λυτρωτής», «υιός του θεού», «η οδός, η αλήθεια και το φως», «φως του κόσμου», «καλός ποιμένας», ενώ συχνά παριστάνονταν ως αμνός. Λίγο πριν το τέλος του οργάνωσε έναν «μυστικό δείπνο» με τους μαθητές του και μετά το θάνατό του θάφτηκε σε έναν τάφο, από τον οποίο αναστήθηκε. Η ανάστασή του γιορταζόταν επίσης με μεγαλοπρέπεια κάθε χρόνο, την ημέρα της εαρινής ισημερίας. Η διδασκαλία και η λατρεία του, μετεξέλιξη αυτών του Ζαρατούστρα, ήταν ακόμα πιο κοντά στις αντίστοιχες χριστιανικές. Αρχικά, ο Μίθρας ήταν μέλος της «αγίας τριάδας». Ακόμα, η θεωρία της μέλλουσας κρίσης ενισχύθηκε, με τα επιπλέον στοιχεία του Παραδείσου και της Κόλασης. Μετά από μια τελική μάχη με το κακό, το καλό θα επικρατήσει και θα φέρει την ημέρα της κρίσεως, κατά την οποία οι νεκροί θα αναστηθούν και θα σταλούν ανάλογα με τις πράξεις τους στον παράδεισο ή την κόλαση. Οι πιστοί του Μίθρα θεωρούσαν το Σάββατο ως ιερή ημέρα, τρώγοντας ένα είδος «ευχαριστίας» από ψωμί και νερό ή ψωμί και κρασί. Αυτά συμβόλιζαν το σώμα και το αίμα του Μίθρα, σύμφωνα και με μια αρχαία περσική επιγραφή: «όποιος δεν φάει από το σώμα μου και πιει από το αίμα μου δεν θα γίνει ένα μ’ εμένα, ούτε εγώ μ’ αυτόν, αυτός δεν θα γνωρίσει τη σωτηρία» (εικ.6).

 

εικ.6 Σάρδιος με παράσταση της μιθραϊκής ταυροκτονίας,

Βαλτιμόρη, The Walters Art Museum, αρ.ευρ.42.1342.

4ος αι. μ.Χ.

 

Η λατρεία του θεού Ταμμούζ στην Βαβυλώνα αφού είχε διαδοθεί σε όλη την Ανατολή έφτασε και μέχρι την Ελλάδα και τη Ρώμη. Στην Ελλάδα έγινε γνωστός με το όνομα Άδωνης. Η λατρεία του χάνεται στα βάθη των αιώνων, με επικρατέστερη χρονολογία το 2000 π.Χ. Η Βίβλος αναφέρει την ύπαρξή του στο βιβλίο του Ιεζεκιήλ (8:14). Όπως όλοι οι καθωσπρέπει θεοί, γεννήθηκε από παρθένα μάνα, τη Μυλίττα, στις 25 Δεκεμβρίου. Θεωρούταν θεότητα συνυφασμένη με τον κύκλο ζωής-θανάτου, θέρους-χειμώνα, καθώς η γέννησή του σηματοδοτούσε την αρχή της άνοιξης, ενώ ο θάνατός του την αρχή του χειμώνα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο βίαιος θάνατός του, που είχε ως σκοπό να λυτρώσει τους ανθρώπους. Ο Έλληνας ιατρός και ιστορικός του 5ου π.Χ. αιώνα Κτησίας γράφει στα «Περσικά» του: «Πιστέψτε, άνθρωποι, ο κύριός σας αναστήθηκε, πιστέψτε στον αναστημένο κύριό σας. Από τους πόνους που ένιωσε ο Ταμμούζ η σωτηρία μας πηγάζει…». Την τρίτη μέρα μετά το θάνατό του, ο Ταμμούζ αναστήθηκε, γεγονός που γιορτάζονταν ιδιαίτερα κάθε χρόνο, με τελετές που περιελάμβαναν βάπτισμα σε νερό και χρίσμα με λάδι. Η συχνότερη αναπαράσταση του Ταμμούζ ήταν ως καλού ποιμένα που θανατώνεται από ένα αγριογούρουνο, σύμβολο του χειμώνα. Η ταύτιση και αυτού του θεού με τον Αρποκράτη όπως και με τον αντίπαλό του Χριστό είναι εμφανής.

Σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνη που γινόταν σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας, τελούνταν κάθε χρόνο εορτή που διαρκούσε επτά ημέρες. Οι πρώτες ημέρες της γιορτής ήταν πένθιμες και τις ονόμαζαν «ο αφανισμός» εξαιτίας των παθών του θεού. Οι γυναίκες φορώντας ρούχα πένθους, τελούσαν τα καθιερωμένα έθιμα για την κηδεία του θεού και θρηνούσαν το χαμό του μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα (επιτάφιους), όπου τοποθετούσαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους “κήπους του Άδωνη” δηλαδή γλάστρες με φυτά, τα οποία είχαν φυτέψει λίγες μέρες πριν. Κατόπιν, με λυμένα μαλλιά γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας τα ομοιώματα του θεού και μέσα σε οδύνη έψελναν πένθιμους ύμνους τα «αδωνίδια» με τη συνοδεία αυλού, που ονομαζόταν «γίγγρα». Τη χαραυγή της επόμενης μέρας πετούσαν τα ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια. Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών οι πιστοί γιόρταζαν την ανάσταση του θεού. Η μέρα αυτή ονομαζόταν «εύρεσις» και εορτάζονταν με χορούς, πλούσια γεύματα, μέσα σε μια κατάσταση γενικής ευθυμίας. Ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη είχε σχέση με τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας (εικ.7).

 

εικ.7 Μπλε υαλόμαζα με παράσταση της Αφροδίτης και του Άδωνη

Λονδίνο, The British Museum, αρ.ευρ.1923,0401.1106

1ος αι. μ.Χ.

 

Στη γειτονική Φρυγία ήταν δημοφιλής η λατρεία του θεού Άττη, η οποία ξεκίνησε περίπου το 1400 π.Χ. και διαδόθηκε αργότερα στη Ρώμη. Η γέννησή του έλαβε χώρα επίσης στις 25 Δεκεμβρίου, ενώ μητέρα του ήταν η παρθένα Κυβέλη. Ο Άττης ήταν ακόμα μια θεότητα συνδεδεμένη με τον κύκλο ζωής και θανάτου. Πέθανε σταυρωμένος πάνω σε ένα δέντρο, θάφτηκε σε τάφο σκεπασμένο με μια πέτρα και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, κάτι που αναπαριστούσαν οι οπαδοί του κάθε χρόνο στις 22 Μαρτίου. Στη συγκεκριμένη τελετή έφερναν στο ναό της Κυβέλης ένα ομοίωμα του Άττη δεμένο σε ένα δέντρο και θρηνούσαν για το χαμό του μέχρι την 25η Μαρτίου, μέρα της ανάστασής του. Ο επίπονος θάνατος του Άττη είχε σκοπό να λυτρώσει την ανθρωπότητα και να φέρει τη σωτηρία. Η λατρεία του είχε πολλά κοινά με την προγενέστερη του Ώρου-Αρποκράτη, καθώς και με τη μεταγενέστερη χριστιανική, καθώς συμπεριελάμβανε ένα είδος «θείας ευχαριστίας» από ψωμί και κρασί, από τα οποία το ψωμί συμβόλιζε το σώμα του και το κρασί το αίμα του. Ακόμα, οι πιστοί του βαπτίζονταν, όχι όμως σε νερό, αλλά στο αίμα ενός σφαγμένου ταύρου, τελετή που υπήρχε και στη λατρεία του Μίθρα. Ο Άττης ήταν γνωστός μεταξύ άλλων ως «σωτήρας», «μονογενής υιός», «καλός ποιμένας» (εικ.8).

 

εικ.8 Βωμός με παράσταση της Κυβέλης και του Άττη,

Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο

4ος αι. μ.Χ.

 

Από τη μακρινή Ινδία, σε σχέση με την μεσογειακή λεκάνη, ο θεός Κρίσνα είναι το άλλο πρόσωπο του Αρποκράτη, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει και πολλές ομοιότητες με τον Ιησού της Καινής Διαθήκης (εικ.9).

εικ.9 Οι θεοί Αρποκράτης και Κρίσνα κρατώντας δοχείο με μέλι,

Βουδαπέστη, Museum of Fine Arts, αρ.ευρ.T. 476

1ος αι.π.Χ. / σύγχρονο αντίγραφο

 

Ο Κρίσνα έκανε την εμφάνισή του πολλές εκατοντάδες χρόνια πριν το Χριστό (σύμφωνα με κάποιους ερευνητές τα ονόματα «Κρίσνα»-«Χριστός» έχουν κοινή ρίζα), κατά προσέγγιση το 1400 π.Χ. Γεννήθηκε από την παρθένα Ντεβάκι, που είχε προηγουμένως γονιμοποιηθεί με θαυματουργικό τρόπο από το θεό Βίσνου, ο οποίος σημειωτέον είναι το δεύτερο μέλος της ινδουιστικής αγίας τριάδας (Μπράχμα, Βίσνου, Σίβα). Η γέννηση του Κρίσνα συνοδεύτηκε από την εμφάνιση αγγέλων, ένας από τους οποίους είπε στη Ντεβάκι «ω εκλεκτή ανάμεσα στις γυναίκες, όλοι οι λαοί έχουν σήμερα αιτία να γιορτάζουν». Ακόμα, ο Κρίσνα δέχτηκε ως δώρα σμύρνα, χρυσάφι και λιβάνι από τρεις σοφούς. Σύντομα μετά τη γέννησή του, ένας άγγελος προειδοποίησε τη μητέρα και τον πατριό του, ότι ο δικτάτορας της περιοχής σκοπεύει να τον εξοντώσει, από φόβο μήπως του πάρει το θρόνο στο μέλλον. Πράγματι, ο βασιλιάς Κάμσα, όπως ονομαζόταν, διέταξε τη σφαγή όλων των αρένων παιδιών που γεννήθηκαν την ίδια νύχτα. Στην ενήλική του ζωή ο Κρίσνα βαπτίστηκε στον ποταμό Γάγγη, συνήθεια που ακολουθείται έως και σήμερα από τους πιστούς του, για να εξαγνίσουν το σώμα και το πνεύμα τους. Περιόδευε στις πόλεις και τα χωριά, ακολουθούμενος από μαθητές, διδάσκοντας και κάνοντας θαύματα, όπως η θεραπεία λεπρών και τυφλών, ο εξορκισμός δαιμόνων, η ανάσταση νεκρών. Συναναστρεφόταν με φτωχούς και αμαρτωλούς, ταπείνωνε τον εαυτό του πλένοντας τα πόδια των άλλων, ενώ ακόμα «μεταμορφώθηκε» μπροστά στους μαθητές του. Ήταν πράος και ελεήμων, δίδασκε ότι πρέπει να συγχωρεί κάποιος τους εχθρούς του. Πριν πεθάνει οργάνωσε έναν τελευταίο «μυστικό δείπνο» με τους μαθητές του. Δολοφονήθηκε όταν ήταν 30 χρονών, από το βέλος κάποιου κυνηγού που τον βρήκε στη φτέρνα (εδώ θυμίζει τον ομηρικό Αχιλλέα). Τη στιγμή του θανάτου του ο ουρανός σκοτείνιασε, ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, ενώ την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Έως σήμερα πιστεύεται, ότι θα επιστρέψει κάποτε στον κόσμο ως κριτής, μετά από ανάσταση όλων των νεκρών, τιμωρώντας τους άδικους και επιβραβεύοντας τους δίκαιους. Ορισμένα ονόματα με τα οποία αποκαλείται είναι «ποιμένας», «απελευθερωτής», «λυτρωτής», «η αρχή και το τέλος», «ο λόγος».

Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι μέσα στο διάβα των αιώνων η κάθε θρησκεία διαμόρφωνε τα ίδια δεδομένα δίνοντάς τους διαφορετικό περιεχόμενο και προσαρμόζοντάς τες στις δικές της διδασκαλίες. Πρέπει λοιπόν κανείς να μη χρησιμοποιεί τους μύθους σα να ήταν πραγματικές ή φανταστικές ιστορίες και τίποτε άλλο, αλλά να αποκομίζει από αυτούς, ό, τι διαθέτουν που μπορεί να απεικονίζει την αλήθεια. Ο Παυσανίας στο έργο του Ελλάδος Περιήγησις (2ος μ. Χ. αι.) ομολογεί ότι, αν και στην αρχή θεωρούσε τις τοπικές λατρείες και τους θρύλους αφελή δημιουργήματα των αμαθών χωρικών, τώρα άρχισε να τους βλέπει ως σύμβολα της διδασκαλίας σοφών ανδρών του παρελθόντος. Οι μύθοι, οι οποίοι από πολλούς προσλαμβάνονται σαν ευφάνταστες διηγήσεις, αν προσεγγισθούν κατάλληλα για το σκοπό για τον οποίο φτιάχτηκαν, αποτελούν ανεξάντλητες πηγές πληροφοριών.

Παρόλο που η θεματολογία της εικονογραφίας του Αρποκράτη δεν είναι τόσο πλούσια, η ποσότητα των αντικειμένων ωστόσο που κυκλοφορούσαν, δείχνει ότι πρωταγωνιστούσε στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Ειδώλια από μάρμαρο, πηλό, ημιπολύτιμους λίθους, μαρμάρινα αγαλματίδια, νομίσματα, λυχνάρια, και ένας μεγάλος αριθμός κοσμημάτων-φυλακτών μαρτυρούν τη γενική αποδοχή του.

 

εικ. 10 Ίασπις με παράσταση του Αρποκράτη καθισμένου σε λωτό.

Νέα Υόρκη, The Metropolitan Museum of Art, αρ.ευρ.41.160.638

3ος -4ος αι. μ.Χ.

 

Ένας από τους πιο γνωστούς εικονογραφικούς τύπους του Αρποκράτη, είναι αυτός που απεικονίζει το θεό καθισμένο πάνω σε ένα λωτό (εικ.10). Όπως γράφει και ο Πλούταρχος: «…είχε δει τους Αιγυπτίους να ζωγραφίζουν ως σύμβολο καταγωγής και ανατολής του ήλιου ένα νεογέννητο παιδί καθισμένο πάνω σε λωτό». Το γεγονός ότι ο Αρποκράτης εικονίζεται σχεδόν πάντα καθιστός, οδήγησε πολλούς, από την αρχαιότητα κιόλας, να πιστέψουν ότι ο μικρός θεός είχε γεννηθεί με καχεκτικά τα κάτω άρθρα. Γράφει σχετικά ο Πλούταρχος: «Η δε Ίσιδα πλάγιασε με τον Όσιρη και μετά το θάνατό του, γέννησε πρόωρο γιο με καχεκτικά τα κάτω άκρα, τον Αρποκράτη» και συνεχίζει λίγο παρακάτω: «…γι’ αυτό λένε ότι η Ίσιδα μόλις έμαθε ότι κυοφορεί, φόρεσε φυλακτό την έκτη του μηνός Φαωφί και ότι ο Αρποκράτης γεννήθηκε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο ατελής και πρόωρος, μαζί με τα άλλα φυτά που ανθούν και βλασταίνουν πριν την ώρα τους (εξ ου και του προσφέρουν τις πρώτες φακές που φυτρώνουν), ενώ τις ημέρες της λοχείας τις γιορτάζουν μετά την εαρινή ισημερία».

Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, όπως και όλοι σχεδόν οι πολιτισμοί, είχαν και εξακολουθούν να έχουν πάντα την αγωνία της μεταθανάτιας ύπαρξης. Ήλπιζαν ότι θα επιστρέψουν στην επίγεια ζωή, αφού ακολουθήσουν την πορεία που καθημερινά ακολουθούσε ο ήλιος, ανώτατη αιγυπτιακή θεότητα. Ο λωτός, το λουλούδι του Νείλου, είχε ταυτιστεί με το θεό ήλιο, γιατί την ώρα που ο ήλιος έδυε, τα πέταλά του έκλειναν ερμητικά και βυθιζόταν στα σκοτεινά νερά του ποταμού. Με το πρώτο φως της ημέρας αναδυόταν, σκορπώντας το μεθυστικό του άρωμα που θα βοηθούσε τους νεκρούς να επανέλθουν στη ζωή.

 

Θεέ μου, άνθος του λωτού, λουλούδι μου!

Είναι τόσο ευχάριστο να προβάλλεις

Θέλω μπροστά σου να λουστώ

την ομορφιά μου να σου δείξω,

που λεπτά υφάσματα τη φανερώνουν

και ποτισμένη είναι με αρώματα.

 

Ο νεκρός που θα ξαναγεννιόταν θα ζούσε αιώνια σαν τον Αρποκράτη, ο οποίος ξαναγεννιέται για να αντικαταστήσει το νεκρό πατέρα του, τον Όσιρη.

«Παριστάνεται, επίσης, να ταξιδεύει με βάρκα δείχνοντας πως κυβερνά την επικράτεια του κόσμου. Όπως λοιπόν ο κυβερνήτης ελέγχει το πλοίο με τα πηδάλια όπως θέλει, έτσι και ο ήλιος, έχοντας μια ξεχωριστή ύπαρξη κυβερνά τα πηδάλια του κόσμου όλου. Και όπως ο κυβερνήτης κατευθύνει τα πάντα από την πρύμνη, δίνοντας ο ίδιος την μικρή πρώτη αρχή της κίνησης, έτσι και ο θεός, πολύ πιο πριν, πάνω από τις πρώτες αρχές της φύσης, παρέχει αδιαίρετα, τις πρωτουργούς αιτίες των κινήσεων. Τέτοια λοιπόν και ακόμη περισσότερα δηλώνει η πλοήγηση της βάρκας» (εικ.11).

 

εικ. 11 Ίασπις  με παράσταση του Αρποκράτη καθισμένου

μέσα σε μονόξυλη αμφίπρωρη λέμβο από μπαμπού,

Βουδαπέστη, Museum of Fine Arts, αρ.ευρ.55.246

2ος-3ος αι. μ.Χ.

 

Το πλοίο ήταν σύμβολο των Αιγυπτίων, των Ελλήνων και των Ρωμαίων και φανέρωνε είτε το ταξίδι της ανθρώπινης ζωής γενικά, είτε το ταξίδι της ψυχής μετά το θάνατο.

Κατά τους χριστιανικούς χρόνους το πλοίο πήρε έναν ευρύτερο συμβολισμό. Συμβόλιζε τη ζωή των χριστιανών, οι οποίοι με κυβερνήτη το Χριστό οδηγούνταν με ασφάλεια στο λιμάνι του Παραδείσου. Συμβόλιζε γενικώς τη σωτηρία του πιστού από τις τρικυμίες της ζωής (εικ.12).

 

εικ.12 Αιματίτης με παράσταση του Ιησού καθισμένου

μέσα σε  μονόξυλη αμφίπρωρη λέμβο από μπαμπού,

 Επιγραφή στην πίσω όψη: ΧΡΙC/ΤΟC.

Μόναχο, Staatliche Münzasammlung, αρ. ευρ. 96543.

5ος – 6ος αι. μ.Χ.

 

Μια ενδιαφέρουσα σειρά ημιπολύτιμων λίθων, η οποία αντιγράφει ζωγραφικά πρότυπα της εποχής, φέρει παράσταση μιας βρεφοκρατούσας γυναίκας, η οποία άλλοτε ερμηνεύεται ως η Ίσις με το μικρό Αρποκράτη στην αγκαλιά, και άλλοτε ως η Παναγία με το μικρό Ιησού. Οι εικονογραφικές τους διαφορές είναι πολύ μικρές, σε σημείο που εύκολα την εποχή εκείνη οποιοσδήποτε θα μπορούσε να τις μπερδέψει.  Η ουσία είναι ότι και οι δύο τύποι φυλακτών αναφέρονται στη μητρότητα και η χρήση τους θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ήταν κοινή στις διάφορες θρησκευτικές ομάδες (εικ.13-14).

 

εικ.13 Ίασπις με παράσταση της

Ίσιδας βρεφοκρατούσας.

Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο,

Συλλογή Καραπάνου, αρ.ευρ. 904.

3ος – 4ος αι.

εικ.14 Μαύρη υαλόμαζα με παράσταση της

Θεοτόκου βρεφοκρατούσας.

Άνν Άρμπορ, University of Michigan,

Taubman Medical Library, αρ.ευρ. 330.

4ος – 5ος αι.

Πολύ συχνά ο Αρποκράτης, αφομοιώνοντας τις ιδιότητες του Μίθρα και του Ερμή, ως θεοί που ελέγχουν τον αστρολογικό χάρτη, εμφανίζεται σε περίαπτα φυλακτά στο κέντρο των οποίων εικονίζονται γύρω του διάφορα ζώα κατανεμημένα σε τριάδες (εικ.15).

 

εικ. 15 Αιματίτης με παράσταση του Αρποκράτη

και ζώων σε τριάδες.

Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο,

Συλλογή Δημητρίου, αρ.ευρ.1012.

3ος – 4ος αι. μ.Χ.

 

Κάθε ζώδιο είχε και το δικό του σύμβολο από το ζωικό βασίλειο. Στα φυλακτά εκτός από τα γνωστά σύμβολα του ζωδιακού, απαντούν και τα σύμβολα αυτά, η καταγωγή των οποίων θεωρείται αιγυπτιακή. Στο ζώδιο του Κριού αντιστοιχούσε μια γάτα, στου Ταύρου ένα τσακάλι ή σκύλος, στους Διδύμους μια σαύρα, στον Καρκίνο ένας σκαραβαίος, στον Λέοντα ένας γάιδαρος, στην Παρθένο ένας λέοντας σε βηματισμό, στον Ζυγό μια αίγα, στον Σκορπιό ένα βόδι, στον Τοξότη ένας αετός, στον Αιγόκερω ένας πίθηκος, στον Υδροχόο μια ίβις και τέλος στους Ιχθύς ένας κροκόδειλος.

Από το 2ο μεταχριστιανικό αιώνα αναφέρονται τα Αρποκράτεια, γιορτές προς τιμήν του θεού που είχε το προνόμιο να μένει πάντα παιδί.

Σύμφωνα με τα λιγοστά δεδομένα που διαθέτουμε, μάλλον επρόκειτο για μια γιορτή η οποία διαδραματιζόταν παράλληλα με αυτήν της Ίσιδας, με κατανάλωση διαφόρων εδεσμάτων, φαγητών και γλυκών, τα οποία πρόσφεραν οι πιστοί του (εικ.16).

 

εικ.16 Τοιχογραφία με παράσταση απόδοσης λατρευτικών τιμών

στο είδωλο του Αρποκράτη,

Πομπηία, Ναός της Ίσιδας

Νάπολη, National Archaeological Museum

1ος-2ος  αι. μ.Χ.

 

εικ.17 Τοιχογραφία με παράσταση ξέφρενων

χορών κατά τη διάρκεια των Αρποκρατείων.

Πομπηία, Ναός της Ίσιδας

Νάπολη, National Archaeological Museum

1ος-2ος  αι. μ.Χ.

 

Το μυστηριακό χαρακτήρα της γιορτής έδινε ένα είδος διονυσιακού χορού (εικ.17) και η χρήση αναμένων λύχνων (εικ.18). Η λυχνοκαΐα ήταν μία γιορτή των αρχαίων Αιγυπτίων, που ονομάστηκε έτσι από τον Ηρόδοτο, επειδή συνήθιζαν να καίνε όλη τη νύχτα γύρω από τα σπίτια τους λυχνάρια. Πιστεύεται ότι η λυχνοκαΐα προήλθε από τη λατρευτική συνήθεια των λαών να ανάβουν τα λυχνάρια για τους θεούς και τους νεκρούς τους, συνήθεια που παραμένει μέχρι σήμερα.

 

εικ.18 Πήλινος λύχνος με παράσταση του Αρποκράτη

Παρόμοιοι λύχνοι προφανώς χρησιμοποιούταν κατά την λυχνοκαΐα στα Αρποκράτεια.

Ατλάντα, Emory University, Michael C. Carlos Museum, αρ.ευρ. 1995.004.005

2ος – 3ος αι. μ.Χ.

 

Κατά τη διάρκεια της γιορτής δυο οι περισσότεροι ιερείς της Ίσιδας, περιέφεραν ένα είδωλο ή μια εικόνα του Αρποκράτη, εν είδη λιτανείας, ενώ οι πιστοί για να λάβουν τη χάρη και την εύνοια του θεού ακολουθούσαν όλη την πορεία και στο τέλος περνούσαν κάτω από την εικόνα (εικ.19-20). Μια παρόμοια εικόνα μας μεταφέρει ο  Επιφάνειος, τον 4ο μ.Χ. αι., στο γνωστό του έργο με τίτλο Πανάριον: «στο Κορείον (ναός αφιερωμένος στην Ίσιδα στην Αλεξάνδρεια)… λαμπαδηφόροι περιφέρουν το ξόανο επτά φορές στα άδυτα του ναού με συνοδεία αυλών, τυμπάνων και ύμνων…το ξόανο αυτό φέρει χρυσές σφραγίδες στο σχήμα του σταυρού, μια στο μέτωπο, μια σε κάθε χέρι και από μια στα δυο γόνατα…».

 

εικ.19  Λιτανεία του ειδώλου του Αρποκράτη

Βουδαπέστη, Museum of Fine Arts, αρ.ευρ.T.487

3ος-4ος αι. μ.Χ. 

                                                        

εικ.20 Λιτανεία εικόνας Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

 

Τρέχοντας τους αιώνες με την ευκολία που μας προσφέρει η γνώση της αρχαιότητας (από τα λίγα προνόμια που διαθέτουν όσοι ασχολούνται με τις επιστήμες του παρελθόντος) και προσπερνώντας πολλές ενδιαφέρουσες μαρτυρίες, τις οποίες ο περιορισμένος χώρος του παρόντος άρθρου τις κάνει απαγορευτικές έστω και ως απλή αναφορά, φτάνουμε σε μεταγενέστερες εποχές έως το σήμερα. Εδώ κανονικά θα έπρεπε να ανιχνεύσουμε και να ερμηνεύσουμε το γιατί και το πως μια κοινωνία που πλάθεται και μετασχηματίζεται  με το πέρασμα των αιώνων, το μη πραγματικό έχει τόση σημασία στα μάτια της, όση και το πραγματικό. Δεν είναι τα γεγονότα αυτά καθαυτά που εξάπτουν τη λαϊκή φαντασία, αλλά μάλλον ο τρόπος με τον οποίο αυτά παρουσιάζονται

Όχι τόσο ο ανατολικός ορθόδοξος Χριστιανισμός, αλλά ο καθολικισμός της Δύσης ήταν αυτός που έκανε πράξη την πολύ συνηθισμένη έκφραση των Ελλήνων της ύστερης αρχαιότητας Σιγή Αρποκράτειος. Πολλά μεσαιωνικά μοναστικά τάγματα καθιέρωσαν τον «όρκο σιωπής» και οι απεικονίσεις αγίων και αγγέλων ως άλλων μορφών του Αρποκράτη είναι συνήθεις σε όλη την μεσαιωνική Ευρώπη (εικ.21). Κάποια στιγμή το δάκτυλο στο στόμα, ως  σύμβολο υιοθετήθηκε από τα μασονικά τάγματα και προσέλαβε πολλαπλές ερμηνείες, οι οποίες δεν έχουν θέση στην παρούσα μελέτη.

 

 

εικ. 21 Τοιχογραφία του Fra Angelico

με παράσταση του αγίου Πέτρου

 Φλωρεντία, Άγιος Μάρκος,

15ος αι. μ.Χ.

 

Σε νεότερους χρόνους ο πιο διάσημος «Αρποκράτης» υπήρξε ο ένας από τους αδελφούς Marx, γνωστούς ηθοποιούς του βωβού κινηματογράφου. Ο Harpo(crates) όλοι πίστευαν ότι ήταν μουγγός και στην πραγματικότητα ποτέ κανείς δεν έμαθε την αλήθεια (εικ.22).

 

εικ.22 Ο Harpo Marx συστήνει Σιωπή,

πίνακας του Shepard Fairey (1987)

 

Στη σύγχρονη τέχνη ο συγκεκριμένος συμβολισμός απασχόλησε αρκετούς καλλιτέχνες. Ξεχωριστή θέση κατέχει το άγαλμα του Dali με τίτλο «Σιωπή» (εικ.23).

 

εικ.23 Η Σιωπή

Μπρούτζινο άγαλμα του Salvador Dali

μέσα 20ου αι.

 

Σκεπτόμενος τον επίλογο της σύντομης αυτής μελέτης, αντιλήφθηκα ότι είναι πολύ νωρίς ακόμη για την έρευνα να γράψει τον επίλογο μιας μυστηριακής θεότητας, η οποία κατόρθωσε να επιβιώσει μέσα σε αντίξοες και εχθρικές συνθήκες, μέχρι σήμερα. Αντί επιλόγου παραθέτω αποσπάσματα ενός κειμένου του διακεκριμένου Γάλλου δημοσιογράφου και διανοούμενου Jose Manuel Lamarque (http://helpthegreekpeople.blogspot.gr), ο οποίος στην ιστοσελίδα που διατηρεί στο διαδίκτυο σε άρθρο του υπέρ των Ελλήνων την περίοδο της οικονομικής κρίσης, γράφει:   «O Αρποκράτης, ο θεός της σιωπής, βασιλεύει στην Ελλάδα. Είμαι έκπληκτος που καμιά ελληνική φωνή δεν ακούγεται έξω από την Ελλάδα. Έχουμε ακούσει όλα αυτά τα χρόνια τόσες και τόσες φωνές εξέγερσης, όπως αυτή της Μελίνας Μερκούρη, του Μίκη Θεοδωράκη, του Κώστα Γαβρά, και άλλων. Αυτές οι φωνές ήταν η φωνή της Ελλάδας ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία. Πού είναι όμως οι περίφημες ελληνικές φωνές σήμερα; Και μιλάω για εκείνους που έχουν το βεληνεκές  και την ευκαιρία να ευαισθητοποιήσουν τη διεθνή κοινή γνώμη και τα μέσα ενημέρωσης. Γιατί όλοι αυτοί δεν λένε τίποτα; Τραγουδοποιοί, μουσικοί, αρχιτέκτονες, ζωγράφοι, γλύπτες, διάσημοι σεφ, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ποιητές, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, πού είναι όλοι αυτοί; Γιατί επιλέγουν τη σιωπή; Έχει  βάλει ο Αρποκράτης το δάχτυλό του στα χείλη τους; … Που είναι οι διανοούμενοι, και όλοι εκείνοι που έχουν άμεση πρόσβαση στον Τύπο;  Δεν λένε τίποτα και παραμένουν σιωπηλοί. Πού είναι το ελληνικό πνεύμα της αντίστασης; Μετά τη δικτατορία των συνταγματαρχών και το σκουλήκι που μπήκε στο εσωτερικό του καρπού, που είναι όλοι εκείνοι που υπερασπίστηκαν την ελληνική ταυτότητα απέναντι στην άφιξη του fast-food και τις άλλες  καταναλωτικές συνήθειες, που δημιουργήθηκαν για να καταστρέψουν μια ισορροπημένη κοινωνία. Σήμερα τα φρούτα είναι σάπια και κανείς δεν σκέφτεται να ξεριζώσει το δέντρο, κάνοντας έκκληση στη συνείδηση. Σιωπή, ας ακούσουμε τον ήχο των κυμάτων, το κελάηδημα των γρύλων, και ας νιώσουμε τη γεύση της ελιάς στην παλάμη του χεριού μας. Σιωπή και στα όνειρά μας, γιατί το οικονομικό τσουνάμι συγκλόνισε την Ελλάδα. Τι ωφελεί λοιπόν να είναι κανείς διάσημος και δημοφιλής; Ποιο είναι το όφελος που πηγάζει από την αναγνώριση ενός ολόκληρου έθνους, αν είναι να παραμείνεις κλεισμένος στο σπίτι; Τι να την κάνεις την καλή φήμη, αν δεν τη χρησιμοποιήσεις για να βοηθήσεις όσους έχουν ανάγκη να ταυτιστούν με αυτήν,  η δόξα πρέπει να απονέμεται σε όσους υποφέρουν. Είμαι έκπληκτος!!! Αρποκράτη, κατέβασε το δάχτυλό σου, σε παρακαλώ!».

 

 

 

* Ο Παναγιώτης Καμπάνης είναι Δρ. Αρχαιολόγος – Ιστορικός, Προϊστάμενος του Τμήματος αρχαιολογικών συλλογών Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού

 

 

_________________

[1]  Ο Δεκέμβριος, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένος με τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 του μήνα. Ο κύριος μάλιστα λόγος που έκανε την Εκκλησία να προσδιορίσει τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου ήταν η προσπάθεια των Πατέρων, όπως αναφέρει ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ «να μετατραπούν βαθμιαίως αι εορταί των εθνικών εις Χριστιανικάς», αφού η 25η Δεκεμβρίου ήταν για τη Ρώμη η κεντρική εορτή των Σατουρναλίων και της γέννησης του «αήττητου ηλίου», η γνωστή ως Dies Natalis Invicti Solis. Παράλληλα οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν τα Κρόνια (αφιερωμένα στον Κρόνο) και τα Διονύσια, καθώς επίσης και τα Θεοφάνια ή Επιφάνεια αφιερωμένα στον ηλιακό θεό Φοίβο-Απόλλωνα. Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αήττητου ηλίου» στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του ηλίου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, να μεγαλώνουν οι ημέρες, και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του ήλιου ξανάκαναν τη Γη να καρποφορήσει. Τότε ο Ήλιος νικά το σκοτάδι, και έρχεται η άνοιξη η εποχή της αναγέννησης για την φύση. Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων, καθιερώθηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη κατά τα μέσα περίπου του 4ου μ.Χ. αι. Ο εορτασμός όμως των Χριστουγέννων την ίδια ημέρα που οι εθνικοί γιόρταζαν τα δικά τους Σατουρνάλια ή Κρόνια είχε και τις δυσμενείς του επιπτώσεις. Γιατί, σιγά-σιγά, και ιδιαίτερα μεταξύ του 5ου και 8ου αιώνα, πολλά από τα απαράδεκτα για την εκκλησία έθιμα των αρχαίων εορτασμών πέρασαν και στη χριστιανική εορτή «όπου ο λαός τα ακολουθούσε με υπερβολή και γι’ αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας ή οι Κανόνες των Συνόδων τα πολεμούσαν». Το 729 μ.Χ. ο Πάπας Ζαχαρίας αναγκάστηκε να απαγορεύσει με αυστηρότητα τους εορτασμούς των Χριστουγέννων του τύπου των αρχαίων Καλενδών. Εντούτοις πολλά από τα έθιμα αυτά των Σατουρναλίων και των Καλενδών, που διαρκούσαν 12 συνολικά ημέρες, διατηρούνται ακόμη και σήμερα στους εορτασμούς του «Δωδεκαημέρου» του χρονικού δηλαδή διαστήματος μεταξύ των δυο μεγάλων ακινήτων εορτών της Χριστιανοσύνης των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, και των Θεοφανίων στις 6 Ιανουαρίου

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top