Fractal

Αφήγημα: “Η κεχαριτωμένη των ερώτων”

Της Ελένης Χωρεάνθη //

 

 

 

 

Η κεχαριτωμένη των ερώτων

 

 

Το χώμα

 

“…Μένει το χώμα,

η αρχή ενός συμπυκνωμένου απείρου.

Θέλω να πω η γη,

το χώμα που μας γνέφει …”

 

Έγειρε πάνω μου τις προάλλες. Μύριζε λεβάντα και σαπούνι πράσινο. Τα τρυφερά της χρόνια που μας χώριζαν. Η αναπνοή της ακουγόταν ρυθμικά πάνω στο στήθος μου, κάτι εξαίσιο συνέβαινε, όχι ενοχή, κάτι γλυκό και τρυφερό χαροποιούσε τα κύτταρα του κορμιού μου. Ίσως η ξαφνική χαρά που δίνει στο δέρμα η παρουσία του άλλου, ίσως το φως που αναδίνουν τα πράγματα στην πρώτη επαφή τους με τον άνθρωπο.

Ήταν γυμνή μέσα στα χέρια μου, είχα γυμνό το τρυφερό μου όνειρο, μοσχοβολούσε δυόσμο, δενδρολίβανο και γιασεμί ο χρόνος του μικρού μου σύμπαντος. Δεν μιλούσε. Ανάπνεε με τη βιασύνη του αείρροου μέσα μου, του απροσμέτρητου.

Ήταν ένα ήρεμο, πανέμορφο κι ανεξίκακο πλάσμα, ανθρώπινη παρουσία. Ήτανε ώριμη, ένας ανθός, μια ζωντανή στιγμή μέσα στα χέρια μου, όλη φωτιά, όλη επιθυμία, όλη έρωτας η τρυφερότατη, η κεχαριτωμένη των ερώτων, φοβόμουνα να την αγγίξω. Κάτι μ’ εμπόδιζε. Κάτι σαν ήχος από μακρινό βιολί, μια μουσική πρωτόγνωρη, κάτι ζεστό και απαλό, σαν θαλπωρή χαροποιούσε τα κύτταρα του κορμιού μου. Το άγγιγμα, είναι που σκέφτομαι, πόσο κοστίζει.

-Είναι χρεόγραφα που εκκρεμούν απ’ τον καιρό της ευωχίας, είπε και βούλιαξε στον ύπνο της.

Λογάριασα τον καιρό που διάβαινε ανάμεσά μας. Ένα σπυρί φωτιάς το πρόσωπό της, έκδηλη διαφυγή.

-Είναι το χώμα που φυραίνει μέσα μας κι η γύμνια που σε περιβάλλει. Τίποτα δεν μένει αγέραστο. Μονάχα η επιθυμία. Η σάρκα λιγοστεύει κάθε μέρα, δεν το νιώθεις; Τι μένει από τον άνθρωπο, τι μένει από το χρόνο του ερωδιού; Δος μου το χέρι σου, περνούνε τα πουλιά, δος μου τη δύναμη να κρατηθώ, κάτι πονάει μέσα μου. Θέλω μια στέρεα παλάμη να σταθώ, μια στέρεα μνήμη, την ακούω μέσα μου ως πράξη υποταγής.

Η φωνή ερχόταν από μακριά, από την άλλη όχθη του μικρού μας σύμπαντος, έρρεε στα χάη του αισθήματος.

-Εκεί στον κόρφο σου είναι το σπήλαιο που χάσκει μέσα μου. Πώς δεν το νιώθεις, μας προσπέρασε ο καιρός, δεν τον ακούς; Εκείνα τα πουλιά έξω στον κήπο συλλαβίζουν τον ύπνο μας και τον καιρό.

-Ακούω μονάχα το νερό, τη μελωδία των ερώτων. Ακούω τον άνεμο και τη φωτιά που τρώει τα σπλάχνα μου, το θρήνο της βροχής στ’ αποκαΐδια.

-Δεν είναι αυτό που σκέφτεσαι που τρώει το δέρμα. Εκείνο το σκουλήκι ο καημός μας κατατρέχει.

– Κι είσαι ένας κλώνος τρυφερός πάνω στο δέρμα μου

-Όμως εκείνα τα σκυλιά τι σκούζουν έξω από το σπίτι…

 

Χωμένη στο γαλάζιο φόρεμα, μες στο πλατύ της όνειρο, έφυγε να ταΐσει τα πουλιά. Το σάλι της ανέμιζε πάνω από τους αμμόλοφους της ουτοπίας, το άρωμά της διάβαινε ανάμεσα απ’ τους ανθισμένους κλώνους του αισθήματος.

Η άλλη μέρα ήταν κενή. Έβλεπα μόνο το γαλάζιο φόρεμα, λοξοδρομούσε και πετάριζε πάνω απ’ τους λόφους, πάνω απ’ τα κύματα, σαν τα πουλιά. Το βυσσινί της σάλι ανέμιζε πάνω από τους αμμόλοφους των αμφιβολιών, πάνω απ’ τους όρμους της διαφυγής, το άρωμά της κάλυπτε τον κόσμο. Α, τι θεσπέσιο άρωμα!

Ήταν μέσα στα χέρια μου το αμάρτημά της κι όλος ο πύρινος εαυτός της στάλαζε εντός μου έναν ήλιο τηλαυγή της αθωότητας.

– Ακούς το δειλινό πώς πεταρίζει μέσα μου;

Δεν άκουγε. Είχε το νου της στα πουλιά. Η φωνή της έτρεμε μες στον αέρα της σιγής.

– Περνούνε τα πουλιά, ριγούν απ’ τη νοτιά τα κεραμίδια κι αργεί πολύ να ξημερώσει. Πες κάτι θέλω ν’ αποξεχαστώ. Από καιρό σκεφτόμουνα πώς να καλημερίσω την καινούρια μέρα, τη λαχτάρα λέω του καθενός να κρατηθεί από την αίσθηση της μοναξιάς μέσα στον χρόνο, από έναν κλώνο αμφίβολο, δεν ξέρω. Ωστόσο κάτι μέσα μου τρυγάει το φως κι η έπαρση πως ακουμπάω στο στέρνο σου, είναι μια όμορφη απάτη που με συντηρεί.

– …

– Άκου το δειλινό καλπάζει μέσα μου κι ο κλώνος σου λυγάει. Άκου πώς κροταλίζουν οι ροές των ποταμών μες στη χλωμή μου ακινησία, μες στη χλωρή σου ενθύμηση.

-Καληνύχτα.

 

 

* Ελαφρώς τροποποιημένη η ποιητική σύνθεσή μου, “Το χώμα”, η δεύτερη ενότητα της συλλογής:

“Οι ώρες του ερωδιού”. Στο εξώφυλλο πίνακας του σπουδαίου ζωγράφου, ποιητή Τάκη Σιδέρη. Εκδόσεις: ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα 1993.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top