Fractal

Όταν η γραφή δεν είναι άλλο από μάθημα νοοτροπίας

Γράφει ο Στάθης Κομνηνός //

 

Αριστογείτων Χαραλαμπάκης: «Η καρδιά και τα μυστικά της», Εκδόσεις Αγγελάκη

 

Εισερχόμενος για μια ακόμη φορά στο ιερό πεδίο τής κριτικής, επιτελώντας την έγκοπη και κάθιδρη διακονία – και το τονίζω ολότελα εμφατικά αυτό – της βιβλιοκρισίας, δεν παύω να αναρωτιέμαι μεταξύ άλλων αν ο κριτικός, δηλαδή ο κριτικός που εξαρχής τής δράσης του καλύπτει ένα πεδίο στο οποίο ανήκει και ο ίδιος, λόγου χάρη το λογοτεχνικό ή ευρύτερα εκείνο των ανθρωπιστικών σπουδών όπως συμβαίνει στην περίπτωσή μου, έχει χρέος να ανιχνεύει και σε άλλα πεδία όπως εντοπίσει αρετές και ποιότητα που έχουν καθολικό χαρακτήρα, ασχέτως αν δεν έχει γνώση τού αντικειμένου το οποίο θίγεται σε βιβλία εκτός τής γνωστικής του εμβέλειας. Μιλώ δηλαδή για έναν … φασματικό κριτικό. Έναν κριτικό ανιχνευτή ενοποιήσεων. Έναν κριτικό συμποσιαστή σε κάθε τόπο, δηλαδή έναν κριτικό συλλέκτη ευωχίας και ηδονής, απόλαυσης από κάθε σημείο όπου αυτή μπορεί να θάλλει.

Η παρούσα βιβλιοκρισία αφορά σε επιστημονικό ιατρικό βιβλίο. Ιατρική ιδιότητα δεν έχω, εκτός και αν η Τέχνη και η Ποίηση είναι πεδία θεραπείας «των ψυχών και των σωμάτων ημών» και συνακόλουθα οι διάκονοί τους υπό μία έννοια παρέχουν… ιατρική στήριξη. Συνεπώς, από καθαρά επιστημονική σκοπιά είμαι σχεδόν αδαής αναφορικά με τα θέματα τα οποία το επιστημονικό αυτό ιατρικό βιβλίο πραγματεύεται. Μολαταύτα η ΕΚΦΡΑΣΗ καθαυτή είναι κάτι που αφορά σε κάθε γνωστικό πεδίο και η οικουμενικότητά της είναι εγγενής σ’ αυτήν και εκ φύσεως. Και τα καρδιολογικά θέματα που επιστημονικώς παρουσιάζονται στο βιβλίο υποτάσσονται κι αυτά στην οικουμενική πραγματικότητα τού εκφράζεσθαι για να κοινωνηθούν και εν συνεχεία να γίνουν κατανοητά και μεθεκτά. Υπ’ αυτή την έννοια το παρόν βιβλίο κρίνεται από το μετερίζι αυτό του εκφράζεσθαι στο οποίο και έχω λάβει προ πολλού θέση.

 

 

Πολύ πρόσφατα, λοιπόν, ήρθε στα χέρια μου το βιβλίο τού Αριστογείτονος Χαραλαμπάκη, καρδιολόγου και λογοτέχνη εκδομένο το 2020, το οποίο φέρει τον τίτλο (όχι δίχως μια ποιητική χροιά) «Η καρδιά και τα μυστικά της». Πρόκειται καθαρά για επιστημονικό ιατρικό κείμενο το οποίο θα φανεί χρήσιμο σε κάθε ενδιαφερόμενο (σαφέστατος ο εκλαϊκευτικός χαρακτήρας τού κειμένου), στους φοιτητές Ιατρικής ασφαλώς ή σε όσους αντιμετωπίζουν κάποια καρδιολογικά προβλήματα και θα επιθυμούσαν να εντρυφήσουν κάπως στο θέμα. Το βιβλίο διαιρείται σε 9 κεφάλαια, τα οποία υποδιαιρούνται σε 130 παραγράφους, όσες δηλαδή είναι και οι ερωτήσεις που τίθενται προς απάντηση από τον συγγραφέα. Συνοδεύεται από το πάντα χρήσιμο ευρετήριο και είναι φιλοτεχνημένο με εικονογράφηση (ολότελα ευχάριστη θα έλεγα) από τον συγγραφέα αλλά και από τον γνωστό και καταξιωμένο ζωγράφο Γιώργο Σταθόπουλο. Επιπροσθέτως, η έκδοση είναι επιμελημένη και ποιοτική.

 

 

Είναι άξιο λόγου το γεγονός ότι σε ένα θέμα, όπως αυτό της καρδιάς και των ποικίλων προβλημάτων της, υπάρχουν ζωγραφιές και χρώματα τέτοια τα οποία προκαλούν γηθόσυνη διάθεση. Είναι σαν να έχει επιτευχθεί δια του ΧΡΩΜΑΤΟΣ (!!) και όχι μόνο δια του γράμματος αυτό που τονίζει κατ’ επανάληψη, ευκαιρίας δοθείσης, σε πολλά σημεία τού βιβλίου του ο συγγραφέας ότι, δηλαδή, αν προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε το μέτρο εν χαρά, καλή προαίρεση και θετικές σκέψεις (πάντα η άλλη πλευρά κάθε νομίσματος είναι η χαρά και το θετικό πρόσημο…) συμβάλλουμε καθοριστικά στην καλή λειτουργία αυτού τού εκπληκτικού οργάνου που ονομάζεται καρδιά (βλ. λόγου χάρη τον χαρακτήρα τύπου βήτα, σελ.175, 177). Θεωρώ εξαιρετικά εύστοχη αυτή την εικονιστική επιλογή, διότι η ευφρόσυνη αυτή διάθεση μεταβάλλεται σε προωθητικό όχημα που διευκολύνει τον αναγνώστη να ΔΙΑΒΑΣΕΙ όλο το βιβλίο, όπερ και το τελικό ζητούμενο (τουλάχιστον αυτή είναι η προσωπική εμπειρία μου από την ανάγνωση τού βιβλίου). Η συμβολή του ζωγράφου Γιώργου Σταθόπουλου προς αυτή την κατεύθυνση είναι καίρια και καθοριστική, αλλά και προσφέρει μια επιπλέον διάσταση στο πραγματευόμενο θέμα. Η πάντα ευφρόσυνη χρωματοπυξίς των έργων τού Σταθόπουλου είναι εκ γενετής της, θα έλεγε κανείς, προορισμένη να «σκιρτάει στο φως», να ανοίγει «όλα τα χρώματα ψηλά», να «σπάει με φως καταμεσής τού κόσμου τις κακοκαιριές», να «ξεχύνει στους κόρφους τού ήλιου τα μεθυστικά πουλιά», κοντολογίς να «μάχεται τη συννεφιά του κόσμου», για να θυμηθώ το ελυτικό της αντίστοιχο. Η αταλάντευτη επιμονή της σε μια φυσιοκρατική κατάφαση στο υπαρκτό αφενός δανείζει εικονιστικά αυτόν ακριβώς τον τόνο στο κείμενο τού Αριστογείτονος Χαραλαμπάκη και αφετέρου υπογραμμίζει μία από τις βασικές θέσεις τού συγγραφέα η οποία διατρέχει όλο το κείμενο και αφορά σε ό,τι θα μπορούσε να ονομασθεί θετική και καταφατική στάση έναντι της ζωής. Δεν παύει, δηλαδή, ο Αριστογείτων Χαραλαμπάκης να τονίζει πως «είμαστε ό,τι τρώμε και ό,τι σκεπτόμαστε (βλ.σελ.177), αλλά και να θίγει ό,τι αφορά στη «χαρά και την ευτυχία» (βλ. σελ.241) υπογραμμίζοντας πάντα την ατομική μας ευθύνη στην επιλογή των δρόμων τής υγείας ή της ασθένειας.

 

 

Διαβάζοντας το βιβλίο είμαι σίγουρος ότι ο μη ειδικός προς το θέμα αναγνώστης θα έχει αποκτήσει μια πρωτοεπίπεδη ή και κάτι παραπάνω γνώση, την οποία δεν θα την αφήσει απλά να ρέει λίγο ή πολύ στα αυλάκια του μυαλού του, αλλά θα τη θέσει σε πρακτική εφαρμογή στην καθημερινή του ζωή. Και αυτό, ασφαλώς, δεν είναι διόλου λίγο. Είναι πάντα επιτυχία όταν τα γραφόμενα στο χαρτί κατεβαίνουν στο πεζοδρόμιο, βολτάρουν στον ανοιχτό χώρο και λιάζονται κάτω από τον ήλιο σε πλήρη κίνηση. Βεβαίως η χρησιμότητα τής προσφερόμενης γνώσης τού συγγραφέα στον αναγνώστη για ένα εύρος θεμάτων είναι παραπάνω και από προφανής και τούτο, όπως αντιλαμβάνεται κάποιος, δεν είναι κάτι μικρό.

Η συγγραφική επεξεργασία των θιγόμενων από τον συγγραφέα θεμάτων είναι εύστοχη και …φιλαναγνωστική. Εννοώ ότι όπως έχει στηθεί συγγραφικά η δομή τού κειμένου ο αναγνώστης διευκολύνεται σε μέγιστο βαθμό να κατανοήσει άνετα τα καρδιολογικά θέματα αλλά και να θελήσει να διεξέλθει, όπως προανέφερα, το βιβλίο έως την τελευταία σελίδα του ή ακόμη και να ερευνήσει αλλού περισσότερο επιμέρους θεματικές του. Στη συγγραφική αυτή επεξεργασία θα σταθώ τώρα, καθώς αποτελεί τη σπονδυλική στήλη αυτής της βιβλιοκρισίας αλλά και τον κύριο λόγο ύπαρξής της.

Στην αρχή αυτής της βιβλιοκρισίας έκανα λόγο για «αρετές και ποιότητα που έχουν καθολικό χαρακτήρα». Ιδού λοιπόν τι εννοώ αναφορικά με το βιβλίο του Αριστογείτονος Χαραλαμπάκη, «Η καρδιά και τα μυστικά της». Η καθαρότητα, η εκφραστική ευδία, το λεκτικά καίριο, η λεκτική επιλογή, ο ρυθμός και το εύρος της παραγράφου ή της προτάσεως, το λιτό, ευσύνοπτο και σαφές είναι οι συγγραφικές εκείνες αρετές οι οποίες συνιστούν λογοτεχνικό χάρμα ιδέσθαι και χάρμα γεύεσθαι (η γραφή είναι και κάτι που τρώγεται υπενθυμίζω). Δεν βρήκα θολάδα στην έκφραση, στις λέξεις, στο νόημα, στη σειρά προτάσεων ή λέξεων. Ούτε κάτι που εκφραστικά, δηλαδή συγγραφικά, να ήταν συγκεχυμένο ή βαρύ ή δύσπεπτο ή πεποιημένο προς επίδειξη και εντυπωσιασμό. Οι ιατρικοί όροι και γενικά η ορολογία που ενυπάρχει στο κείμενο τίθενται και λειτουργούν υπό τους συγγραφικούς όρους τής καθαρότητας που μόλις προανέφερα. Είναι απλά όροι οι οποίοι δεν βουλιάζουν το στήσιμο τής έκφρασης επικαθήμενοι αλαζονικά πάνω της.

 

 

Η συγγραφική αυτή οικοδόμηση μού προξένησε μεγάλη αναγνωστική ευεξία. Είναι κάτι που

αναζητώ στους ομοτέχνους μου, που επιζητώ στην τέχνη μου και με τους όρους της τέχνης μου και που όταν το εντοπίζω ή ενίοτε το πράττω με γεμίζει αγαλλίαση και ευφροσύνη. Το αισθάνομαι λες και έχει κατορθωθεί υπαρκτική τελείωση, ανθρώπινη αξιοπρέπεια και πλήγμα κατά της ασχήμιας και της βλακώδους ανθρώπινης υπερηφάνειας. Λες και έχει συντελεσθεί η καθαρότητα του εαυτού μας. Λες και μπορούμε να σταθούμε επαξίως στον κόσμο και να συναντήσουμε τα όντα ευπροσώπως, τίμια, …ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ. Ασφαλώς, κάποιος αναγνώστης θα μπορούσε να αντιτείνει στο σημείο αυτό και να πει ότι αυτό συνιστά μια δική μου, καθαρά υποκειμενική, εντύπωση και ότι πιθανόν τα πράγματα άλλως έχουν. Μα δεν έχει παρά να δοκιμάσει αν ισχύει αυτή η εντύπωσή μου συναντώντας ο ίδιος και με τις δικές του δυνάμεις το κείμενο του Αριστογείτονος Χαραλαμπάκη. Αν ωστόσο διαπιστώσει ότι έχουν βάση αυτά που γεύτηκα διαβάζοντας το κείμενο, τότε ας σκεφθεί τρόπους να τα θέσει σε εφαρμογή στην καθημερινότητά του, διότι η (επιτυχημένη με τους όρους που μόλις περιέγραψα) γραφή δεν είναι άλλο από μάθημα νοοτροπίας, τρόπου δηλαδή του νοείν και μάθημα τού υπάρχειν-πώς.

 

 

Κλείνω με μια ταπεινή παραίνεση προς όλους εμάς τους λογοτεχνίζοντες: είναι καλό να εντρυφούμε εν γένει σε βιβλία επιστημονικά και εκτός του πεδίου μας, διότι αυτό είναι σίγουρα ένα ισχυρότατο φάρμακο κατά της υπαρξιακής μονολιθικότητας και της ψυχικής νεύρωσης (τουλάχιστον).

 

Αριστογείτων Χαραλαμπάκης

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top