Fractal

Για την «Επίκληση της Γοητείας» του Γιάννη Μαυριτσάκη

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

«Η επίκληση της γοητείας», Γιάννης Μαυριτσάκης, εκδ. Μωβ Σκίουρος, Αθήνα 2018

 

Ο Γιάννης Μαυριτσάκης, πολυμεταφρασμένος και πολυπαιγμένος σε πολλές σκηνές στην Ευρώπη και την Αμερική, διαθέτει «ένα ρηξικέλευθο πνεύμα και αυθεντική θεατρική φωνή».1 Συνηθίζει να «προσεγγίζει μεθοδικά τα μεγάλα ζητήματα της ζωής και του θανάτου».2 Με το παρόν κείμενο εξετάζουμε το έργο του με τίτλο «Η επίκληση της γοητείας» (Μωβ Σκίουρος, Αθήνα 2018). Ένα σύγχρονο έργο με θέμα τον άνθρωπο και την κοινωνία, αλλά και τις δυστοπίες αυτής. Και στο έργο του «Κωλοδουλειά» αναφέρεται επίσης «στις δυστοπίες3 και στις κανονικότητες της σύγχρονης βουλιμικής κοινωνίας». Γενικά τα έργα του Μαυριτσάκη παραπέμπουν σε έντονες φιλοσοφικές αναζητήσεις4.

Αναφερόμαστε στον εννοιολογικό άξονα που διατρέχει το έργο και συνδέει τη ζωικότητα, την ανθρωπινότητα και το κακό.

 

Ι

 

Ο Περαστικός και η μητέρα. Στις παρυφές της πόλης. Η Μητέρα κρατάει μαχαίρι και πλαστική σακούλα.

 

Το διπλό πρόσωπο του Κακού. Οι αντιθέσεις, οι παγίδες, η επικινδυνότητα.

 

Δύο πρόσωπα. Ένας άντρας, μια γυναίκα. Άγνωστοι. Στον ενικό. Με ερωταποκρίσεις. Κοφτές. Ανάμεσα στις σιωπές. Με το ρήμα «φοβάμαι» να δίνει το στίγμα της συζήτησης, να προσδιορίζει το κλίμα της κουβέντας. Ο Περαστικός την έχει δει, την έχει παρατηρήσει καθώς εκείνη μαζεύει χόρτα. Μπορεί να μιλήσει γι’ αυτήν, να σχολιάσει. Η Μητέρα πάλι, δεν θυμάται να τον έχει ξαναδεί. Η κουβέντα περί χόρτων, περί ανέμων και υδάτων. Ο άγνωστος άντρας χρησιμοποιεί το λεωφορείο, του αρέσει η περιοχή επειδή δεν είναι πυκνοκατοικημένη. Εκείνος γνωρίζει, παρακολουθεί τα πάντα, ελέγχει, είναι εμφανές. Η γυναίκα δεν γνωρίζει, ή δεν νοιάζεται να γνωρίσει, είναι αφελής ή αδιάφορη. Το μυαλό της είναι κολλημένο στη φροντίδα  του άρρωστου άντρα της και χρόνο δεν έχει γι’ άλλα. Ομολογεί πως έχει παραμελήσει και την Κόρη της, εξαιτίας αυτού. Επίσης, κινείται από την επιθυμία της ταφής του σκύλου της οικογένειας. Είναι η αγάπη και η τρυφερότητά της που την κάνουν να σέβεται τον νεκρό. Δεν πιάνει τα σήματα που της δίνει ο Περαστικός. Της επαναλαμβάνει το ρήμα «πρόσεχε», την προτρέπει να προσέχει κάποιον που κυκλοφορεί στην περιοχή και μπορεί να είναι  επικίνδυνος για τους κατοίκους. Κάποιοι άνθρωποι τον περιγράφουν έτσι, κάποιοι αλλιώς. Διαβάζω τα λόγια του Περαστικού στη σελίδα 23: «Άλλοι λένε ότι είναι γοητευτικός, ευγενικός, έξυπνος, άλλοι ότι είναι βίαιος και απροκάλυπτος, ένα πανίσχυρο και ανενδοίαστο ζώο που επιτίθεται χωρίς καθυστερήσεις». Οι περιγραφές ποικίλουν, μια αβεβαιότητα πλανάται στον αέρα. Η Μητέρα μοιάζει αμέριμνη, σαν να μην δίνει ιδιαίτερη σημασία. Μιλάει ελεύθερα για όλα -και για την κόρη της-ενώ ο… «λύκος » καιροφυλακτεί.

Ο Μαυριτσάκης «παίζει», στήνει παγίδες, όπως και ο αρνητικού προσήμου ήρωάς του. Ανιχνεύουμε στην ιστορία ισχυρές αντιθέσεις: το «φαίνεσθαι» και το «είναι». Η «άγνοια» και η «γνώση». Ο «κακός» της ιστορίας υποδύεται έναν ρόλο, παριστάνει κάποιον που δεν είναι. Κι όταν έρχεται ο λόγος στο μαχαίρι, η ειρωνεία είναι δυνατή. Της ζητάει το μαχαίρι για να νιώσει τάχα ασφαλής, για να προστατευτεί. Η μητέρα αν και το χρειάζεται για τα χόρτα, τού το δίνει αβίαστα και λέει με βεβαιότητα πως δεν το θέλει πίσω. Δεν συλλαμβάνει τη στιγμή, αυτό το διαβολικό που συντελείται μπροστά στα μάτια της. Δεν υπάρχει επικινδυνότητα στη δική της συνείδηση, όλα γίνονται φυσικά και άμεσα, μέσα σε ένα κλίμα συνδιαλλαγής και ιδιότυπης υπακοής. Ο Περαστικός την έχει κερδίσει. Αυτός δεν επιτίθεται αμέσως, δεν δείχνει προκλητικός, ούτε διαφορετικός με κάποιον τρόπο, κι όμως επιβουλεύεται τους άλλους. Το Κακό παρουσιάζεται προσωποποιημένο, φοράει το προσωπείο της καλοσύνης, προσποιείται ότι νοιάζεται για το θάψιμο του σκύλου, για την ασφάλεια των κατοίκων, για την ανυποψίαστη Μητέρα και τον άρρωστο άντρα της, για την εξαφανισμένη Κόρη.

Το δολοφονικό παιχνίδι με τη σακούλα θυμίζει ταινία θρίλερ. Η τεχνική με τις βαθιές ανάσες παρουσιάζεται στην καλόπιστη γυναίκα με τρόπο παραστατικό. Υπάρχει και το επιχείρημα (σελ.30): «Τώρα ο κόσμος μάς φαίνεται απείρως ωραιότερος, οι άσχημες σκέψεις έχουν διαλυθεί και ο πανικός μας έχει επιστρέψει εκεί όπου ανήκει: στα σκοτάδια της προϊστορίας.»

 

II 

 

O Κύριος και το Κορίτσι στο λεωφορείο

 

Ο κυνηγός και το θήραμα

 

O Κύριος απευθύνεται στο Κορίτσι: «Σε παρατηρώ από την αρχή της διαδρομής.», (σέλ.35)  και παρακάτω: «Μου αρέσει που δεν κοιτάζεις κανέναν, μόνο την αντανάκλαση του εαυτού σου στο τζάμι.» (σελ.35) Του αρέσουν πολλά πράγματα πάνω της, όπως η αναίδεια και η ρευστή νεότητά της. Δηλώνει γοητευμένος από την παρουσία της.

Επίσης, μιλάει για το λεωφορείο, μιλάει για το κλίμα μέσα εκεί, την αίσθηση που αποκομίζει κανείς, τα συναισθήματα που γεννιούνται, καθώς και τους κινδύνους που κρύβει η εξονυχιστική παρατήρηση. Όπως και στο πρώτο μέρος, η λέξη «κίνδυνος» κυριαρχεί. Δίνεται και εδώ η αίσθηση της επικινδυνότητας. Η ζωή στα όρια, η επαγρύπνηση. Η ετοιμότητα θα πάει κόντρα στην παγίδα, κόντρα στις «ναρκωμένες αισθήσεις» (σελ.35) και στο Κακό που καιροφυλακτεί. Μέσα στο έργο του Μαυριτσάκη «το κακό εμφανίζεται ως κάτι μοιραίο και αναπόδραστο, κάτι που είναι προτιμότερο να του παραδοθείς παρά να μπεις στον κόπο να τα βάλεις μαζί του» (σελ.35). Η απειλή και η διαστροφή αλλά και τα κρυμμένα ζωώδη ένστικτα αποτελούν πυλώνες ερμηνείας του έργου. Ο κυνηγός και το θήραμα. Αφενός μεν το θηρίο που φοράει το προσωπείο του ανθρώπου και αφετέρου, το Κορίτσι που έχει άγνοια. Ο «Κύριος» που μένει σε ξενοδοχείο για ερωτευμένους τα ‘χει όλα μέσα στο μυαλό του, το Κορίτσι είναι το αντικείμενο της κρυφής παρατήρησής του. Το Κορίτσι μέσα στην άγνοιά του είναι η λεία του, αυτό που διακαώς επιθυμεί να κατασπαράξει, κινούμενος από ένα άγριο και δολοφονικό ένστικτο. Ο αναγνώστης τρομάζει στη σκέψη ότι κάτι Κακό θα του συμβεί, αφού στο τέλος του λόγου, βλέπει ότι το Κορίτσι ακολουθεί τον άντρα .«Θα του δείξει τι έχει μέσα στην τσάντα της και αυτός θα της αποκαλύψει τα πρόσωπα στον καθρέφτη.» (σελ.39) Της έχει άραγε κάνει αίσθηση; Tην έχει παράξενα μαγνητίσει; Πού θα πάνε μαζί και πώς θα εξελιχθεί η ιστορία; «Σαγήνη και ζωικότητα5: και στις δύο έννοιες κρύβεται κάτι σκοτεινό, που μένει μακριά από τα βλέμματα των πολλών, κάτι ενστικτώδες που σε οδηγεί άμεσα στη φυσική στιβάδα».

 

III
Ο Εκπαιδευτής και ο Πατέρας

 

Δεμένα μάτια-Άσκηση εμπιστοσύνης

 

O Περαστικός, ο Κύριος, ο Εκπαιδευτής φορούν το ίδιο προσωπείο, αντιπροσωπεύουν το Κακό που ρέει ελεύθερο ως ενέργεια στις ζωές των ανθρώπων, που δεν το αντιμάχονται, γιατί δεν το εκλαμβάνουν ως Κακό. Όταν του δένει τα μάτια με το μαύρο πανί, ο Πατέρας είναι στο έλεός του. Τον έχει προσεγγίσει ο Εκπαιδευτής νωρίτερα, έχουν ανταλλάξει ερωταποκρίσεις, ο Πατέρας έσπασε τη σιωπή του, του απευθύνθηκε. «Όλα πρέπει να ξαναγίνουν από την αρχή» (σελ.57) λέει ο Εκπαιδευτής και η κουβέντα του ακούγεται αινιγματική, αλλά και τρομαχτική συνάμα. Αυτό το «Μη φοβάσαι. Να μου έχεις εμπιστοσύνη» (σελ.59) ηχεί στ’ αλήθεια τόσο ειρωνικό στα αυτιά του θεατή! Και όταν ο Πατέρας πέφτει στα γόνατα, θυμίζει υποταγμένο ζώο, θυμίζει σκύλο, υπάκουο στον αφέντη του. «Εγώ θα έχω τη βούληση, εσύ θα έχεις τα πόδια, θα είσαι η μηχανή μου της εκπλήρωσης, θα σε πηγαίνω στα μουσεία..[…]θα σου μάθω την τέχνη της γλώσσας, να μιλάς με επιχειρήματα, να γοητεύεις με τις λέξεις[..], θα γλείφεις τις μπότες μου […] θα είσαι το πτυελοδοχείο μου»[σελ.58-59].

Μιλάμε για την επιθυμία για υποταγή, για μια σφοδρή επιθυμία επιβολής ολοκληρωτικής. Και δεν πρόκειται για υποταγή -εξημέρωση, όπως στο κλασικό αλληγορικό παραμύθι «Μικρός Πρίγκιπας» του Εξυπερύ. Με την Αγάπη μπορούμε να εξημερώσουμε κάποιον, να τον κάνουμε δικό μας και να είναι μοναδικός για μας. Εδώ πρόκειται για ένα αρρωστημένο ένστικτο -που δεν ξέρουμε από ποια έλλειψη πηγάζει. Ή από ποιες ελλείψεις. Σαν να ναι ζώο σε τσίρκο ή αρκούδα σε πανηγύρι που μόλις έκανε το νούμερό της, ο εκπαιδευτής σπρώχνει μπροστά τον πατέρα-ζώο να υποκλιθεί. Η κουρτίνα-αυλαία κλείνει και ξανανοίγει. Ο Πατέρας σκύβει το κεφάλι. Στο τρίτο άνοιγμα εμφανίζεται μόνος του ο Εκπαιδευτής να κρατά το κομμένο κεφάλι του Πατέρα, το οποίο έπειτα το ρίχνει στη σακούλα. Υποκλίνεται βαθιά και η κουρτίνα κλείνει για πάντα. Θέατρο ωμότητας και ζωικότητας χωρίς εξωραϊσμό.

 

Γιάννης Μαυριτσάκης

 

 

Το ιπτάμενο Θηρίο και ο σκύλος

 

Ο σκύλος πιστός φύλακας-είναι στη φύση του άλλωστε-συζητά με το Θηρίο που στέκεται στον αέρα. Πρόκειται για τον σκύλο των θυμάτων (Μητέρα-Πατέρας-Κόρη). «Κανένας εχθρός δεν θα περάσει ποτέ την αυλόπορτα, κανένας που να επιβουλεύεται την ευτυχία μας.»Μέσα στο «μας» εντάσσει και τον εαυτό του, είναι και ο ίδιος μέλος της οικογένειας. Παρουσιάζεται σαν πρόσωπο με συναισθήματα και ανθρωπινότητα. Όπως λέει κι ο ίδιος «μπήκε στον κύκλο της οικογένειας και της αγάπης». Περιγράφει τον κύκλο της ζωής που τους τρέφει και τους προστατεύει, τη ζωή τους την ίδια. Αλλά και η οικογένεια τον αποδέχεται ως ισότιμο μέλος. Ο σκύλος ανατρέχει και σε αναμνήσεις από το καλοκαίρι και τον χειμώνα. Παρουσιάζεται προσωποποιημένος, να έχει συνείδηση και να αισθάνεται πως ανήκει κάπου και είναι ασφαλής.

Ο σκύλος αναγνωρίζει το Θηρίο ως τον μεγάλο εχθρό, αλλά και τον εαυτό του ως τον μεγάλο προστάτη.

Το Θηρίο του Κακού αναφέρεται στα όρια της γνώσης του σκύλου. Ο σκύλος δεν μπορεί να δει και να ακούσει ό,τι προμηνύεται ως Κακό. Αν ήξερε, αν μπορούσε να γνωρίζει την αλήθεια, θα ήταν αλλιώς, θα γνώριζε τι κρύβεται πίσω από την κουρτίνα και δεν θα θεωρούσε ότι δεν υπάρχει κάτι τρομακτικό. «Αν μπορούσες να δεις και να ακούσεις, δεν θα άντεχες το κύμα της καταστροφής που θα ξεσπούσε, ο χαλασμός που βράζει κάτω από τα πόδια σου και περιμένει να σε καταπιεί.» (σελ.42)

Στην τελευταία σκηνή το Κορίτσι θέλει απεγνωσμένα να λύσει το αίνιγμα, να μάθει τι κρύβεται πίσω απ’ το Θηρίο του Κακού, διψά για μια αποκάλυψη.

 

Εστιάζοντας….

 

1.Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος

 

Το κάθε δίπτυχο μέσα στο έργο (περαστικός-μητέρα/κύριος-κορίτσι/εκπαιδευτής-πατέρας) θα λέγαμε πως αποτελεί δίπτυχο αντίστιξης ζωικότητας-ανθρωπινότητας. Όπως είναι γνωστό, ο Άγγλος φιλόσοφος Τόμας Χόμπς6 πίστευε πως ο άνθρωπος είναι ένα σκληρό ζώο που δεν συμπονά τον συνάνθρωπο. Χαρακτήρισε τον άνθρωπο μέσω της παρακάτω προτάσεως:«homini lupus» («homo homini lupus est» = «o άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος είναι»). Αυτή η φράση προέρχεται από μια λατινική παροιμία, η οποία μετά πέρασε μέσα στο έργο του Πλαύτου7(Αsinarai). Όποιος το έχει αυτό στο μυαλό του βλέπει τον κόσμο σαν κόλαση που υπερβαίνει αυτήν του Δάντη, όπου ο καθένας πρέπει να είναι ο διάβολος του άλλου. Αλλά και ο Σάρτρ8 στο «Κεκλεισμένων των θυρών» είχε υποστηρίξει πώς «η κόλαση είναι οι άλλοι», προβάλλοντας μια ανθρωποφαγική συνύπαρξη.

 

  1. Η Δυστοπία

 

Θα μπορούσαμε να σημειώσουμε πως μέσα στο έργο του Μαυριτσάκη συναντάμε τη δυστοπία9 ως μοτίβο.

Αυτό που είναι απέναντί μας δεν είναι πάντα αυτό που φαίνεται. Ένας έλεγχος πάνω στην κοινωνία από έναν Μεγάλο Αδερφό, που όμως δεν έχει καλούς σκοπούς. Σε μια κλειστή κοινότητα υπάρχει μια ρωγμή, κάτι δεν λειτουργεί σωστά. Δίνεται η αίσθηση της έλλειψης ασφάλειας και συγκρότησης και υποβάλλεται η ιδέα πως ο άνθρωπος είναι αδύναμος μπροστά στον Κίνδυνο που ελλοχεύει.

α. Στη σελίδα 44 ο εκπαιδευτής λέει: «Η περιοχή σας εδώ μοιάζει ισοπεδωμένη. Δεν δίνει ακριβώς την εντύπωση της ελεύθερης γης, μοιάζει περισσότερο με το αποτέλεσμα μιας μεγάλης πτώσης. Σαν ό,τι υπήρχε πάνω της χτισμένο, να έπεσε.»Μια εικόνα χαλασμού και καταστροφής.

β. Τέτοια εικόνα δίνεται και από το Θηρίο στη σελίδα 42: «Σύντομα ο ευτυχισμένος κύκλος σου θα σπάσει, τα παράθυρα του σπιτιού θα πέσουν, οι πόρτες θ’ ανοίξουν, οι άνθρωποί σου θα σκορπιστούν, κι εκεί θα επιστρέψεις εκεί απ’ όπου ξεκίνησες, χαμένος στον απέραντο κόσμο.»

 

3.Η βία και το μάθημα της υπακοής

 

Ο Περαστικός, ο Κύριος, ο Εκπαιδευτής, το Θηρίο ασκούν βία. Πείθουν, εξουσιάζουν ανενδοίαστα. Η σκοτεινή τους δύναμη, η ζωώδης, ανιχνεύεται παντού μέσα στο έργο. Διαχέεται σαν κύμα, σαν ρεύμα ισχυρό.

«Η δύναμη», λέει ο Βολταίρος10, «συνίσταται στο να κάνω τους άλλους να πράττουν όπως εγώ επιλέγω.» Είναι παρούσα οπουδήποτε έχω την ευκαιρία «να επιβάλω τη θέλησή μου ενάντια στην αντίσταση των άλλων» λέει ο Μάξ Βέμπερ11.

Σύμφωνα με τον Τζων Στιούαρντ Μιλ12, «το πρώτο μάθημα του πολιτισμού είναι το μάθημα της υπακοής.» Ο ίδιος μιλάει για «τις δύο καταστάσεις των διαθέσεων… η μία είναι η επιθυμία των ανθρώπων να εξουσιάζουν άλλους. Η άλλη η απροθυμία τους να εξουσιάζονται οι ίδιοι.»

 

4.Το Κακό

 

Στη σελίδα 19 ο Περαστικός λέει: «Το κακό βέβαια έχει τον τρόπο του να κρύβεται, να εξαφανίζει τα ίχνη του, να ξεγλιστράει. Σε κάνει να πιστεύει ότι είναι ασύλληπτο, άτρωτο, αυτή είναι η μεγαλύτερη δύναμή του. Έχω δει τόσες φορές το κακό να διαφεύγει που, αν δεν με εμψύχωνε η ιδέα μιας κοσμικής δικαιοσύνης, θα κινδύνευα και εγώ να πέσω στην παγίδα του να χάσω την πίστη μου.» Ο Paul Ricœur 13 λέει πως τόσο η φιλοσοφία όσο και η θεολογία αντιμετωπίζουν το κακό ως μια πρόκληση που δεν έχει όμοιά της. Αναρωτιούνται και οι δύο από πού προέρχεται. Εκείνο που κάνει τον κανόνα να εμφανίζεται ως αίνιγμα είναι το ότι, τουλάχιστον στην ιουδαιοχριστιανική παράδοση της Δύσης, αποδίδουμε με έναν κοινό όρο φαινόμενα τόσο ανομοιογενή μεταξύ τους, όπως η αμαρτία, ο πόνος και ο θάνατος. Το να κάνεις το κακό σημαίνει να κάνεις τον πλησίον σου να υποφέρει. Η βία δεν παύει να αναπαράγει την ενότητα ανάμεσα στο ηθικό κακό και τον πόνο.

 

Έργο με έντονη φιλοσοφική χροιά και στοχαστικότητα, με ποικίλες προεκτάσεις και σε άλλα πεδία.

Οι όροι και τα όρια, η υφή της γοητείας, το δίπτυχο ανθρωπινότητα – ζωικότητα, η ενέργεια του Κακού, το πρόσωπο της Βίας. Όλα συμπλέκονται και συμπλέουν μέσα στο δυνατό αυτό κείμενο, θέτοντας συνεχείς προβληματισμούς και δίνοντας διαρκώς ερεθίσματα.

 

 

 

 

Σημειώσεις

 

  1. Γιώργος Π. Πεφάνης: «Η σύγχρονη ελληνική δραματουργία (2000-2016)»Θέματα Λογοτεχνίας57, 2018, σσ. 165-185. Στη διεύθυνσηhttps://uoa.academia.edu/GeorgePefanis/Papers-on-Dramaturgy.

2.Γιώργος Π. Πεφάνης: «Η σύγχρονη ελληνική δραματουργία (2000-2016)»-Θέματα Λογοτεχνίας 57, 2018, σσ. 165-185. Στη διεύθυνση https://uoa.academia.edu/GeorgePefanis/Papers-on-Dramaturgy.

3.Γιώργος Π. Πεφάνης, «Η σύγχρονη ελληνική δραματουργία (2000-2016)» στο βιβλίο του Θιασώτες και φιλόσοφοι, σελ.263-272

4.Γιώργος Π. Πεφάνης: «Η σύγχρονη ελληνική δραματουργία (2000-2016)» –Θέματα Λογοτεχνίας 57, 2018, σσ. 165-185. Στη διεύθυνση https://uoa.academia.edu/GeorgePefanis/Papers-on-Dramaturgy.

5.Γιώργος Π. Πεφάνης: Κωλοδουλειά: Η σύγχρονη κανονικότητα της δυστοπίας”, στο βιβλίο του Θιασώτες και φιλόσοφοι. Σκιαγράφηση μιας θεατροφιλοσοφίας, Παπαζήσης, Αθήνα 2016, σελ.14

6.Ο Thomas Hobbes περιέχει την πρόταση αυτή αλλιώς, την παροιμία αυτή, στο De Cive του (Edited by Howard Warrender)

  1. Τitus Maccius Plautus Αsinaria.The Latin Library. Retrieved 28 June 2015.
    Μια παραλλαγή της παροιμίας εμφανίστηκε ως γραμμή στο παιχνίδι Ασινάρια από τον Πλαύτο: “Lupus est homo hominī, nōn homō, quom quālis sit nōn nōvit” [1, το οποίο έχει μεταφραστεί ως “Ο άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος, αλλά λύκος, ένας ξένος”, ή πιο συγκεκριμένα “ένας άνθρωπος είναι λύκος, όχι άνθρωπος, σε έναν άλλο άνθρωπο που δεν έχει ακόμη συναντήσει”.

8.JeanPaul Sartre, Kεκλεισμένων των θυρών, Μτφση Πάνος Κυπαρίσσης,Γαβριηλίδης,2014

  1. Ελπίδα Κανελλίδου, Η δυστοπία στη λογοτεχνία και στην οθόνη, https://www.willowisps.gr/main/-/13/9/2018: «Δυστοπία(από τοελληνικό δυς- και τόπος ονομάζεται η κοινότητα ή κοινωνία που είναι ανεπιθύμητη ή τρομακτική. Θεωρείται ως ένα κακό μέρος, και πρόκειται για το αντίθετο της oυτοπίας η οποία είναι το υπόδειγμα για μία ιδανική κοινωνία χωρίς εγκληματικότητα ή φτώχεια. Οι δυστοπικές κοινωνίες εμφανίζονται σε πολλά καλλιτεχνικά έργα, αλλά και σε ιστορίες που εξελίσσονται στο μέλλον και συχνά χαρακτηρίζονται από τον απανθρωπισμό
  2. 10. Hannah Arendt, Περί Βίας,Εισαγωγή -Μετάφραση Βάνα Νικολαίδου -Κυριανίδου, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια 2000,σελ.:96-100
  3. Hannah Arendt, Περί Βίας, Εισαγωγή -Μετάφραση Βάνα Νικολαίδου -Κυριανίδου, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια 2000, σελ: 96-100
  4. Hannah Arendt, Περί Βίας, Εισαγωγή -Μετάφραση Βάνα Νικολαίδου -Κυριανίδου, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια 2000, σελ: 96-100

13.Paul Ricœur: Το κακό. Μια πρόκληση για τη φιλοσοφία και τη θεολογία, Πόλις, Αθήνα 2005.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ

 

1.Γιάννης Μαυριτσάκης, Επίκληση της γοητείας, Μωβ Σκίουρος, Αθήνα 2018

2.Γιώργος Π.Πεφάνης, Θιασώτες και φιλόσοφοι. Σκιαγράφηση μιας θεατροφιλοσοφίας, Παπαζήσης, Αθήνα 2016

3.Γιώργος Π. Πεφάνης: Κωλοδουλειά: Η σύγχρονη κανονικότητα της δυστοπίας,

4.Schopenhauer,Arthur, Mεταφυσική του Έρωτα ,Μετάφραση Νικολούδης Π.Ηλίας,2009

5.Ντάντε Αλιγκέρι, Η θεία Κωμωδία, Κόλαση Μτφση Γιώργος Κότσιρας, Ζαχαρόπουλος Σ.Ι.1986

6.Jean -Paul Sartre,Κεκλεισμένων των θυρών, Μτφση Πάνος Κυπαρρίσης, Γαβριηλίδης, 2014

7.Hannah Arendt, Περί Βίας, Εισαγωγή -Μετάφραση Βάνα Νικολαίδου -Κυριανίδου, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια 2000

  1. Paul Ricœur:Το κακό. Μια πρόκληση για τη φιλοσοφία και τη θεολογία, Πόλις, Αθήνα 2005.

 9.Τitus Maccius Plautus, ΑsinariaThe Latin Library. Retrieved 28 June 2015.

  1. Freud, Sigmund Freud, Civilization and Its Discontents, 1930The History Guide. Retrieved 28 June 2015.

11.Ελπίδα Κανελλίδου, Η δυστοπία στη λογοτεχνία και στην οθόνη,https://www.willowisps.gr/main/-/13/9/2018 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top