Fractal

Με ένα απόλυτο προσωπικό ύφος

Γράφει ο Σταύρος Καρτσωνάκης //

 

Ξανθίππη Λευθεριώτου «Κόρη διεσταλμένη», εκδ. Cinnabar

 

Της αγαπητής Ξανθίππης Λευθεριώτου η τελευταία ποιητική συλλογή έρχεται χρονολογικά 30 χρόνια μετά την πρώτη. Ξέρουμε βέβαια όλοι ότι η ποσότητα είναι συνήθως στοιχείο αδυναμίας. Πάντα πίστευα πως στην περίπτωση της ποίησης, του στίχου δηλαδή, έμμετρου ή ελεύθερου, οι πολλές αναλύσεις (θυμόμαστε όλοι τα σχολικά μας χρόνια) μάλλον σε απωθούν από έναν χώρο, ο οποίος θα έπρεπε να σε γοητεύει, ή, έστω, να σε παρηγορεί ως μικρό καταφύγιο.

Πάντα κάτι τέτοιες στιγμές, μου έρχεται στο νου το οριακό επίγραμμα του ρομαντικού ποιητή Χαίλντερλιν : Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ’ έναν μικρόψυχο καιρό; Μια τέτοια ρήση βέβαια φαντάζει πάντα επίκαιρη, μια που ο ολοένα μεταβαλλόμενος κόσμος μας, την ψηφιακή ειδικά εποχή μιας δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης, μέσα σε ένα πλαίσιο ακόμα ταχύτερων πολιτικοκοινωνικών και οικονομικών ανατροπών, αυτός λοιπόν ο τραυματισμένος κόσμος των views και των likes, ολοένα απομακρύνεται από τις πρωταρχικές πηγές μιας παρηγοριάς, μιας ευαισθησίας ή ενός κοινωνικού προβληματισμού και σχολιασμού που συχνά θέτει η ποίηση, και, γενικότερα ο λόγος των ανθρώπων του Λόγου.

 

Για μένα όμως, αλλά και για πολλούς φαντάζομαι ακόμα, ένα μικρό βιβλίο (αισθητικά πολύ όμορφο) μόλις 88 σελίδων και 70 ποιημάτων έχει λόγο ύπαρξης. Πάντα είχε. Και οι αριθμοί που αναφέρω αναδεικνύουν το πρώτο από τα πολλά προτερήματα της γραφής της αγαπητής Ξανθίππης. Την οικονομία λόγου. Γνωρίζει η δημιουργός τους καλά το καβαφικό και σολωμικό πρότυπο της καίριας λιτής έκφρασης, φιλόλογος γαρ.

Η Κόρη διεσταλμένη λοιπόν διαβάζεται σα νερό που λέμε, αφού αποτελείται από ολιγόστιχα ποιήματα τα οποία σπάνια ξεπερνούν τη σελίδα. Είναι σαφή, χωρίς περιττές αισθηματολογίες και απλώνονται θεματικά σε ένα πολυποίκιλο φάσμα. Δεν έχουμε δηλαδή αυτό που συχνά βλέπω στη σύγχρονη ποίηση των τελευταίων 40 χρόνων, μια αφόρητη ρητορεία, σε πρώτο πρόσωπο, με ποιήματα τριών και τεσσάρων σελίδων ακατάσχετης φλυαρίας επικεντρωμένα στο εγώ του ποιητή. Δεν είναι κακό να γράφεις, αλλά άλλο η τέχνη για την τέχνη, άλλο το να βγάζεις βιβλία για να βγάζεις, άλλο το να μην έχεις καμία αίσθηση του τι θα μείνει από αυτά που γράφεις. Τίποτα βέβαια από όλα τα παραπάνω δεν αφορούν την περίπτωσή μας εδώ.

Ο τίτλος της συλλογής σε κεντρίζει βέβαια αρχικά, αφού, αν κρίνω από μένα, τον διαβάζω διττώς και αν παίξεις και λίγο με τα γράμματα αντικαθιστώντας ένα με κάποιο άλλο, νέες συνυποδηλώσεις και συνειρμοί αναδύονται. Όλοι μας γνωρίζουμε καλά ότι ένας τίτλος, είτε σε βιβλίο, είτε σε δίσκο, είτε σε ταινία, είτε σε ποίημα, δίνει ένα πολύ ισχυρό στίγμα και μια κατεύθυνση. Γιατί πόσο διαφορετικός θα ήταν εκείνος ο οριακός δίσκος αν δε λεγόταν Dark side of the moon ή ο πίνακας Guernica ή ο γάμος αν δεν ήταν ματωμένος ή, αν ο έρωτας δεν ήταν στα χρόνια της χολέρας. Μου αρέσει αυτός ο τίτλος. Και, παρατήρησα, ότι υπάρχει και ως τίτλος ποιήματος αλλά και ως μεμονωμένος στίχος σε άλλο ποίημα. Άρα είναι μια φράση κλειδί εδώ και λειτουργεί ως υπόγειος συνδετικός αρμός.

Είπα παραπάνω για ένα πολυποίκιλο φάσμα στο οποίο κινούνται ετούτα τα ποιήματα και αυτό αποτελεί το δεύτερο μεγάλο προτέρημά τους. Και δεν εννοώ μόνο θεματικά. Θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε και εικαστικά ποιήματα, αφού πέρα από τα πολύ ενδιαφέροντα σκίτσα τα οποία τα υποστηρίζουν, η ζωγραφική ως τέχνη, αλλά και η μουσική και η αρχιτεκτονική ως στήσιμο των στίχων είναι στοιχεία πολύ βασικά εδώ. Έχω δηλαδή πάντα την αίσθηση ότι ο τρόπος που τοποθετούνται οι στίχοι, κάθε φορά απόλυτα διαφορετικός, αντιστοιχεί με έναν ζωγράφο ή αρχιτέκτονα και τον τρόπο που προετοιμάζει την παλέτα του, αναθεωρώντας τη μάλιστα συνέχεια επειδή ίσως πλήττει στο να επαναλαμβάνεται. Πολλές φορές ο τίτλος του ποιήματος συνεχίζεται στον πρώτο στίχο, κάτι πολύ ενδιαφέρον. Εκδόθηκες; (είναι ο τίτλος) ρωτούσαν οι αθεόφοβες (είναι ο πρώτος και μοναδικός στίχος που προεκτείνει τον τίτλο). Ποιήματα επιγράμματα όπως αυτό έχουν και το βασικό στοιχείο της γραφής της Λευθεριώτου που είναι για μένα η ειρωνεία, ο σαρκασμός, το χιούμορ και η αυτουπονόμευση, το παιχνίδι με τις λέξεις επίσης. Πιάσε ένα καλό κοψίδι και άσε τις περιττές και επιζήμιες ευαισθησίες είναι 3 πρώτοι στίχοι από το ποίημα στη σελ. 52. Αντιποιητικό; Διόλου!

Ποτέ τα πράγματα δε φιλοσοφούν επικίνδυνα και βαρετά, δε γίνονται ευπρόβλεπτα και σοβαροφανή. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι δε λέγονται μεγάλες αλήθειες. Ότι δεν υπάρχει ένα καταστάλαγμα ζωής, εμπειρίας, φιλοσοφίας στους στίχους της. Και πάντα βέβαια το δεύτερο πρόσωπο μου δίνει την αίσθηση ότι τα κείμενα αυτά απευθύνονται σε ένα υπαρκτό υποκείμενο που εδώ μέσα θα διαβάσει όσα δεν πρόλαβαν να ειπωθούν σε μια τελική ετυμηγορία.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό υφολογικό στοιχείο της γραφής της δημιουργού, το τρίτο, είναι κάτι που έχουν όλοι οι σοβαροί εργάτες του λόγου, δηλ. η αξιοποίηση της προηγούμενης ποιητικής παράδοσης. Λέξεις, ονόματα, διακειμενικές αναφορές, είδη γραφής, σχήματα λόγου, παρηχήσεις, μοτίβα επαναλαμβανόμενα όπως ο τοκετός, και σε μια πιο ευρεία αναγωγή η εκάστοτε γέννηση, τα παγωτά με τα ξυλάκια τους, ή τα λέπια των ψαριών. Όλα αυτά βέβαια ακούγονται πολύ φιλολογικά και θα παρέμεναν κούφιες αναλύσεις αν δεν έρχονταν κοντά στο σήμερα, μέσα από ένα ευτυχές και ενδιαφέρον πάντρεμα. Έτσι στην Κόρη, θα συναντήσουμε τον μικρό πρίγκιπα σε ένα εντελώς ανατρεπτικό πλαίσιο, τη μυθική Φραγκογιαννού του Παπαδιαμάντη (τραγικά επίκαιρη με αυτά που βλέπουμε σήμερα στα δελτία ειδήσεων), μια κόκκινη διάτρητη πανοπλία, ποιήματα βαμπίρ, ΑΟΖ (κι αυτές με διττή ίσως σημασία) που έντεχνα παραβιάζονται, νοσταλγούς σε καιρούς εγκλεισμού, μάσκες και αποστάσεις, μια παρτιτούρα σε allegro ma non troppo, ένα στίχο από τραγούδι της Αλεξίου δίπλα σε λαχνίσματα παιδιών και αμπεμπαμπλόμ αλλά και το ρεύμα…που ακρίβυνε (σε εντελώς άλλο βέβαια κι αυτό συγκείμενο, ως σχόλιο εσωτερικής σκέψης ενός μονόλογου). Η λίστα αυτή είναι ατέλειωτη, πολύχρωμη και πολυποίκιλη.

 

Ξανθίππη Λευθεριώτου

 

Αυτό που αξίζει να παρατηρήσει κανείς επίσης είναι μια απίστευτη διαστρωμάτωση στα εκφραστικά μέσα και τους τρόπους γραφής. Μικροί κοφτοί στίχοι σα χαρακιές, απουσία σημείων στίξης βέβαια, και πολλά, μα πάρα πολλά επιγράμματα. Δηλαδή μεμονωμένοι στίχοι που λειτουργούν αυτόνομα ως συνθήματα, ρήσεις ή αποφθέγματα, τα οποία ενδεχομένως θα μπορούσαμε να δούμε σε έναν τοίχο κάπου βγαίνοντας από εδώ έξω. Πέντε ενδεικτικά παραδείγματα σχεδόν τυχαία, το καθένα κι από διαφορετικό ποίημα:

  1. Καταραμένες αντένες
  2. Με τους δαίμονές μου παλεύω
  3. Άφησα το παραθυράκι του φωταγωγού ανοιχτό. Να χωρέσει το σώμα σου.
  4. Ψάχνουν πολλοί για δακρύβρεχτα stories
  5. Μη ρωτάς ποιος νικήθηκε

          Παλεύει με τις λέξεις έγραφε κάποτε θυμάμαι ο Μάνος Ελευθερίου σε ένα μικρό του τετράστιχο που ξεκινούσε μια ποιητική του συλλογή. Και τις μαζεύει από τους δρόμους αποτσίγαρα.

          Αυτό το πάλεμα, αν κάνεις τον κόπο να μπεις λίγο στα μισοφωτισμένα παρασκήνια πολλών ποιημάτων εδώ, θα το διακρίνεις. Λέξεις προσεκτικά διαλεγμένες, όχι εξεζητημένες βέβαια ή φτηνού εντυπωσιασμού.

Σκόρπιες λέξεις και φράσεις λοιπόν που λέγαμε… από τα ποιήματα. Οι λέξεις- γνωρίζουμε- είναι φορείς ιδεολογίας και αισθήσεων. Δημώδεις, δημοτικοφανείς, λόγιες, ξενικές, ξεχασμένες, από την θρησκευτική παράδοση, αντιθετικές, υπερρεαλιστικές, γεμάτες εικόνες και αισθήσεις. Απλώνονται σε πολλές κατηγορίες. Σταχυολογώ:

βαγονέτο, Spiderman, γιορτάσι, πουέντ, σώσον, ελέησον, baby doll, o μωβ σκίουρος (το βιβλιοπωλείο φαντάζομαι), μειδίαμα, ένα κολιέ ελάχιστο παράσημο κυρίας.

Τελειώνοντας αυτή την πολλή σύντομη και καθαρά προσωπική ανάγνωση των ποιημάτων της αγαπητής Ξανθίππης,  και λέω προσωπικής, αφού ο καθένας μας στο εκάστοτε κείμενο καλύπτει εντελώς διαφορετικά τα κενά απροσδιοριστίας του-καταλήγω ότι το μεγάλο της πλεονέκτημα είναι αυτό που παρατήρησα από την πρώτη φορά που διάβασα ένα ποίημά της τυχαία σε μια σελίδα στο facebook. Ένα απόλυτα προσωπικό ύφος το οποίο είναι εντελώς αναγνωρίσιμο, μια τόλμη στη γραφή, και μια πραγματική πρωτοτυπία. Νομίζω θα μπορούσα άνετα να ξεχωρίσω ένα ποίημα δικό της ανάμεσα σε 100 άλλα. Αυτό αποτελεί ένα σπουδαίο επίτευγμα. Και εις άλλα με υγεία λοιπόν, αρκεί να μην περιμένουμε άλλα 30 χρόνια….

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top