Fractal

Διαμορφώνοντας ένα εγκλητικό τρίπτυχο μεγάλης ισχύος: Ερεύνησε, Άγγιξε, προσέφερε, αφέσου.

Γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης //

 

Κωνσταντίνος Μπούρας: «Φάος. ΛΕΞΙΚΑΝΘΑΡΟΣ. α-ΦΘΟΝΙΑ ΦΩΤΟΣ.’», εκδ. Νίκας

 

Από τις εκδόσεις Νίκας, πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε το βιβλίο του Κωνσταντίνου Μπούρα, που εν προκειμένω φέρει τον τίτλο ‘Φάος. ΛΕΞΙΚΑΝΘΑΡΟΣ. α-ΦΘΟΝΙΑ ΦΩΤΟΣ.’

Τυπολογικά, δεν είναι εύκολη η κατηγοριοποίηση του ως άλλη μίας ποιητικής συλλογής, ωσάν αυτές που διαρκώς προστίθενται τα τελευταία χρόνια στην εκδοτική παραγωγή και δεν αφορούν μόνο επανεκδόσεις ποιητικών συλλογών κλασικών (εάν είναι δόκιμος ο όρος) ποιητών.[1]

Και, θεωρητικώ τω τρόπω, η κατηγοριοποίηση δεν καθίσταται εύκολη, διότι ο Κωνσταντίνος Μπούρας, μπορεί και κινείται με περισσή επάρκεια μεταξύ διαφορετικών ειδών γραφής, ακόμη και εντός της ίδιας συλλογής, δίχως όμως να απωλέσει, αφενός μεν το ποιητικό πρόσημο, σχετικό με όλα εκείνα τα ερεθίσματα που τον ωθούν στο να επενδύσει συμβολικούς, γλωσσικούς και γνωσιακούς πόρους στον εν στενή εννοία ποιητικό λόγο, και, αφετέρου δε, το ποιητικό αισθητήριο, αυτό που δηλαδή που κατά βάση και όχι κατά συνθήκη του επιτρέπει να αυτο-προσδιορίζεται ως ποιητής.

Άρα, θα μπορούσαμε να πούμε πως στην περίπτωση του δεν ισχύει η συνειδητή απώλεια της «συγγραφικής ιδιότητας»,[2] για την οποία έκανε λόγο η Μαρίνα Τσβετάγιεβα, στο γράμμα της προς τον ποιητή Β. Χοντασέβιτς.

Η ποιητική ιδιότητα παραμένει και εγγράφεται καταστατικά στη συλλογή που δεν ακολουθεί γραμμική πορεία,[3] με τα νοήματα που προκύπτουν όσο την προσεγγίζει ο αναγνώστης, να είναι πυκνά.

Και η ποιητική ιδιότητα συμβάλλει στην ‘απελευθέρωση’ σειράς παράλληλων ιδιοτήτων: Στοχαστής, δοκιμιογράφος, σύγχρονος φιλόσοφος.

Τα νοήματα της συλλογής  σχετίζονται με την ιστορία,[4] αρχαία και σύγχρονη και τις πολλαπλές επιστρώσεις της, με μία εν γένει υπαρξιακή διάσταση (θέμα που απασχόλησε τον ποιητή και στην ποιητική συλλογή ‘Μελλοντική Ελευθερία’ που συνέγραψε μαζί με τον Βαγγέλη Χρόνη),[5] με τον έρωτα ως ευκαιρία ή αλλιώς, δυνατότητα επανεπινόησης του εαυτού μέσα σε συνθήκες κρίσης, με την ίδια την γλώσσα, η χρήση της οποίας, είναι «ελεύθερη», δηλαδή, «ποιητική»,[6] για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Αριστοτέλη Νικολαΐδη. «Χωρίς τον Έρωτα θα ήμασταν τυφλοί, Χωρίς τον Θάνατο Αλαζόνες»,[7] γράφει χαρακτηριστικά.

Από την αρχή έως το τέλος της, η συλλογή αποτελεί ένα παίγνιο με τη γλώσσα και με τις γλωσσικές πρακτικές (το επίπεδο εμπιστοσύνης του προς αυτήν, είναι ιδιαίτερα υψηλό), με τις συνδηλώσεις και τις συμπαραδηλώσεις της, την «εναλλαγή κώδικα» (code switching), κατά την αναλυτική του Κρίστοφερ-Τζέιμς Λις, μέσω της οποίας ο ποιητής καταφέρνει να επιτύχει τη μετάβαση από το φαντασιακό στη βιωμένη πραγματικότητα, τη δική του και των άλλων, συγκροτώντας, δια της γλώσσας και ‘υπό’ τη γλώσσα, ένα ελεύθερο σε πολλαπλές αναγνώσεις, ποιητικό ‘πράττειν.’

«Η ποίηση είναι μια υπόθεση σωματική. Αναπαύομαι στις λέξεις όπως οι φακίρηδες στα καρφιά. Η γλώσσα είναι ένας κώδικας. Το σώμα ένας άλλος. Αναζητώ για όλους μας τον δρόμο Όπου σώμα και Ποίηση γίνουνται Ένα».[8]

Είναι σε αυτό το απόσπασμα από το ποίημα ‘Τριακόσιες εξήντα πέντε προσοχές εις το Αχανές,’ όπου και ξεδιπλώνεται εναργώς το ποιητικό όραμα για μία εκφραστική και ταυτοτική συνένωση σώματος και ποίησης, με την γλώσσα που είναι «κώδικας»[9] και σύστημα συμβολισμών και όχι τόσο ‘σώμα,’ να λειτουργεί επικουρικά προς αυτό.

 

Κωνσταντίνος Μπούρας

 

Θεωρούμε πως ενέχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το να ειπωθεί πως η συλλογή ομνύει σε μία δι-επιστημονικότητα, και όχι σε μία δια-κειμενικότητα,[10] ήτοι ως «συν-παρουσία μες το ίδιο το κείμενο δύο ή περισσότερων κειμένων (παράθεση, νύξη)»,[11] σύμφωνα με την ενδιαφέρουσα θεώρηση της Άννας Προσιάννικοβα.

Σε μία δι-επιστημονικότητα (η ευθύνη προτιμάται της μη κοπιώδους ευτυχίας και η φιλότητα, υπό μορφή ερωτικού καλέσματος αλλά και ως φιλία, της ζωής που είναι ‘πλούσια’ σε προσόντα αλλά ‘φτωχή’ σε συναισθήματα και συναισθηματικές εναλλαγές), με τον τρόπο του Δημήτριου Γιατρομανωλάκη:[12] Συστηματική ανάγνωση, εμβάθυνση, κατανόηση και παραγωγή γνώσης, και όχι σκόρπια και εντυπωσιοθηρική  ενίοτε παράθεση γνώσεων από διαφορετικά επιστημονικά πεδία.

Κάτωθι, παραθέτουμε ένα ποιητικό τεκμήριο συγκερασμού Ηρακλείτειας φιλοσοφίας με τη θεωρητική φυσική, περιστρεφόμενο γύρω από μία ποιητική απορία (που υπενθυμίζει τον Μάνο Ελευθερίου), που εκτίθεται χωρίς σημασιολογικές προφυλάξεις: ‘Ποιοι είμαστε; Τι ορίζει τις ζωές μας;’

«Αν ξέραμε πόσα ποτάμια Φωτιάς Περνούν από μέσα μας Δεν θα μάς τάραζε Ο μεταθανάτιος Πυριφλεγέθων. Γιατί, παππού Ηράκλειτε, Το θέμα δεν είναι Σε ποια κοσμικά ρεύματα Θα παγιδευτούμε μετά (Έντομα στον ιστό Αράχνης συμπαντικής) Αλλά ποιος Μάς κλώθει Και μάς κεντά Υφαίνοντας ασύλληπτο Τάπητα Τώρα».

Διαφορετικά ειπωμένο, η παραγωγή ενός τέτοιου γλωσσικού όγκου, προϋποτίθεται στη βαθιά γνώση, στο εγκάρσιο σημείο όπου ο ποιητής δεν διστάζει να διαπραγματευθεί την ιστορική σημασία της κάθε χρησιμοποιούμενης λέξης.

Η γνώση και δη η ποιητικά παραγόμενη γνώση, ανάγεται στο ύψος της ανθεκτικότητας και της ευαισθησίας: Μέσω αυτής, το δρων υποκείμενο, μπορεί να γίνει και περισσότερο ανθεκτικό απέναντι στις προκλήσεις του βίου και περισσότερο ευαίσθητο απέναντι στις ανάγκες του άλλου. Στρεφόμενοι στην ηθική (όσο ηθικής βάσεως είναι η ποίηση του Κωνσταντίνου Μπούρα) του Εμμανουήλ Λεβινάς, θα σημειώσουμε πως ο ποιητικός λόγος, ο «αληθινός ποιητικός λόγος, κατά την ουσία του είναι εντολή».[13]

Κάτι που πράττει ο Κωνσταντίνος Μπούρας, διαμορφώνοντας ένα εγκλητικό τρίπτυχο μεγάλης ισχύος: Ερεύνησε, Άγγιξε, προσέφερε, αφέσου.

 

 

______________________________

[1] Κινούμενοι σε ένα καθαυτό γλωσσικό επίπεδο, σπεύδουμε, με αναγνωστικούς όρος, να αλληλεπιδράσουμε δημιουργικά με το πολυ-επίπεδο γλωσσικό γίγνεσθαι που συγκροτεί ο Κωνσταντίνος Μπούρας, θέτοντας, δίπλα στον όρο της ‘α-φθονίας’ που επιλέγει, προσδιορίζοντας το καθημερινό περίσσευμα φωτός, τον όρο ‘υπερ-αφθονία,’ προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να περιγράψουμε τις πολλές ποιητικές συλλογές που κυκλοφορούν τα τελευταία χρόνια.

[2] Βλέπε σχετικά, ‘Τα γράμματα της Μαρίνας Τσβετάγιεβα,’ ‘Καινούργιος κόσμος,’ Επιμέλεια: Εφρόν, Α, Μόσχα, 1987. Η ποιήτρια τοποθετεί τον εαυτό της και δη τον ποιητικό εαυτό της σε μία συνθήκη οιονεί ανισορροπίας, εκεί όπου, όσο περισσότερο νοηματοδοτεί το ποίημα ως ‘αυτοτελή κόσμο’ το οποίο δεν αναμένει την ανταπόδοση ενός εκάστου, την ευγενική χειρονομία ενός αναγνώστη, τόσο περισσότερο χάνει την ποιητική της ιδιότητα, με διακύβευμα το να διαφανεί ό,τι εδώ θα ορίσουμε ως ‘παραδοξότητα’: Το ποίημα, γλωσσική πρακτική οιονεί παράδοξη, μέσα σε έναν παράδοξο κόσμο.

[3] Θεωρούμε πως και η συμβατικότητα ως προς τη σχέση ποιητή-αναγνώστη (ο ποιητής σε ρόλου δημιουργού ή αλλιώς, πομπού, και ο αναγνώστης σε θέση αποδέκτη), παύει να υφίσταται εν τοις πράγμασι, καθότι, ο Κωνσταντίνος Μπούρας το ‘ανταλλάσσει συμβολικά, ή αλλιώς, το ‘θυσιάζει’ χάριν της βιωματικότητας: Μέσω της βιωματικότητας, προτείνει ένα νέο μοντέλο ως προς τη σχέση ποιητή-αναγνώστη, στο οποίο, ο αναγνώστης δεν θα αναγνωρίζει ενδεχομένως (μία τέτοια διαδικασία είναι εξ ορισμού ενδεχομενική και ριψοκίνδυνη), τον εαυτό του σε ένα ποίημα, σε ένα απόσπασμα ποιήματος, σε μία λέξη, αλλά, αντιθέτως, θα αξιοποιεί το ποίημα (και την ποιητική συλλογή), για την ανα-συγκρότηση της ταυτότητας του, της οποίας μπορεί να κάνει χρήση καθημερινά. Έτσι δύναται να ενσκήψει μία βαθύτερη σχέση ποιητή-αναγνώστη, που δεν περιορίζεται εντός των ποιητικών ορίων (ένας ποδοσφαιρικός όρος θα ήσαν ‘εντός των τεσσάρων γραμμών’), όσο εξελίσσεται εξω-ποιητικά και εξω-γλωσσικά.

[4] Tο οικουμενικό όμως υπερέχει του τοπικού ή εθνικού, καθότι ο Κωνσταντίνος Μπούρας δεν αξιοποιεί τις όποιες ιστορικές αναφορές για να κατασκευάσει τη δική του εκδοχή του εθνικού μέσα στο χρόνο.

[5] Η ‘Μελλοντική Ελευθερία’ συνιστά ισχυρό δείγμα πανδημικής και όχι μετα-πανδημικής ποίησης, η οποία διαθέτει το πλεονέκτημα του διαχωρισμού μεταξύ του ‘πριν’ την πανδημική κρίση και του ‘μετά’ την πανδημική κρίση: Στο μεταίχμιο που προκύπτει μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων, αυτο-τοποθείται η ίδια, με τους δύο ποιητές να βιώνουν με δημιουργικό τρόπο τις αντιφάσεις μεταξύ μίας ιστορικά ‘πολλά υποσχόμενης’ ελευθερίας, οικείας όσο και ανοίκειας, και των καταστάσεων περιορισμού και εγκλεισμού που διαμορφώνονται. Αν μη τι άλλο, η εργογραφία του Κωνσταντίνου Μπούρα, είναι πλούσια και εξελισσόμενη. Σε αυτή τη συλλογή, το παίγνιο με τη γλώσσα, ‘ενσαρκώνει’ την αίσθηση της ελευθερίας.

[6] Βλέπε σχετικά, Νικολαΐδης, Αριστοτέλης., ‘Η οργασμική ιδεολογία του Εμπειρίκου και η ποίηση του,’ Χάρτης 17/18, 1985, σελ. 588-589.

[7] Βλέπε σχετικά, Μπούρας, Κωνσταντίνος., ‘Λεξικάνθαρος. Αφθονία φωτός,’ Ποιητική Συλλογή, ‘Φάος. ΛΕΞΙΚΑΝΘΑΡΟΣ. α-ΦΘΟΝΙΑ ΦΩΤΟΣ,’ Εκδόσεις Νίκας, Αθήνα, 2021, σελ. 9. Δεν διακρίνουμε κάποιο δια-κειμενικό, μακρινό ή μη, απόηχο της Κικής Δημουλά, στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τον έρωτα ο ποιητής. Αντιθέτως, είναι η έλλειψη του από την καθημερινή ζωή (θα υπογραμμίσουμε πως η εκπλήρωση του έρωτα προϋποτίθεται στην ευγένεια), και από τις δια-προσωπικές σχέσεις αυτή που μπορεί να αυτο-εγκλωβίσει ένα υποκείμενο στη γλωσσική σιωπή, ιδωμένη ως δια του έρωτα και της ερωτικής σχέσης έκφρασης θετικών συναισθημάτων, και, να το καταστήσει «τυφλό», με την Ομηρική έννοια: Ανίκανο δηλαδή, να αντιληφθεί την ομορφιά που το περιβάλλει. Η αντίληψη περί θανάτου καθίσταται βαθιά υπαρξιακή, ανθρωπο-κεντρική, μη μεταφυσική: Η ‘απουσία’ του συνιστά ισχυρή ένδειξη ανθρώπινης οίησης και, σε ένα βαθύτερο επίπεδο, ένδειξη ενδεχόμενης καταστροφής των ανθρώπινων επιτευγμάτων και του ανθρώπινου πολιτισμού.

[8] Βλέπε σχετικά, Μπούρας, Κωνσταντίνος., ‘Τριακόσιες εξήντα πέντε προσοχές εις το Αχανές,’ Ποιητική Συλλογή: Φάος. ΛΕΞΙΚΑΝΘΑΡΟΣ. α-ΦΘΟΝΙΑ ΦΩΤΟΣ…ό.π., σελ. 24. Οι ποιητικές «προσοχές» θα μπορούσαν να είναι ή να καταστούν ‘προσευχές;’ Η  ‘φορτισμένη’ ευγνωμοσύνη προς τη ζωή και επίσης, η στωικότητα  απέναντι στο θάνατο (που θα ‘έρθει’ αφαιρώντας) σημασιοδοτούνται εναργώς στην 92η ποιητική στροφή, το πνεύμα της οποίας διεπιδρά συμβολικά-αξιακά, με τους στίχους του τραγουδιού ‘Δυο πόρτες έχει η ζωή’ σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου.  «Φιλώ το χώμα Που με φιλοξένησε Μιά μέρα. Χαιρετώ την πεταλούδα Που με συντρόφεψε μιά ζωή. Τραγουδώ με τ’ αηδόνια. Τώρα θα λιπάνω τ’ αγριολούλουδα Και θ’ ανθίσω με την Άνοιξη κι εγώ Μέχρι κάποιο χέρι Άστοργο Να με κόψει». Στο ίδιο, σελ. 60.

[9] Και αυτό το ποίημα, όπως και σειρά άλλων, καλλιεργεί το έδαφος για μία ρυθμική απαγγελία του από τον ποιητή που είναι καθ’ έξιν ‘λεξικάνθαρος’, δημιουργός (γλωσσική επινόηση), μία λέξης και ‘μεταφραστής’ (απόδοση καινούργιου νοήματος), ‘επικοινωνητής’ των νοημάτων της προκειμένου αυτά να βρουν μεγαλύτερο ακροατήριο,   ή από κάποιον αναγνώστη (κάτι παρόμοιο ισχύει και για την ‘Τέταρτη Διάσταση’ του Γιάννη Ρίτσου), σε ένα φόντο οιονεί θεατρικό-τελετουργικό. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε πως ο Κωνσταντίνος Μπούρας είναι θεατρολόγος. Οπότε, θα υπογραμμίσουμε πως η κατανόηση του νοήματος ενός ποιήματος, δοκιμιακού ύφους και μη, συμβαδίζει με την απαγγελία του, κάτι που του παρέχει την ευκαιρία, μέσω της απαγγελίας-αφήγησης (πότε ένα ποίημα καθίσταται ‘αφηγήσιμο; ), του να ‘ανήκει.’ Κάπου και σε κάποιον. Και όχι κτητικά.

[10] Αξίζει να σημειώσουμε πως η λήθη δεν συνιστά το αντίθετο της μνήμης, ατομικής και συλλογικής, αλλά, αντιθέτως, το δραστικό και λειτουργικό συμπλήρωμα της.

[11] Βλέπε σχετικά, Προσιάννικοβα, Άννα., ‘Η πρόσληψη της ρωσικής λογοτεχνίας στην ελληνική μεταπολεμική ποίηση,’ Διδακτορική Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2015, σελ. 12, Διαθέσιμη στο: Διατριβή: Η πρόσληψη της ρωσικής λογοτεχνίας στην ελληνική μεταπολεμική ποίηση – Κωδικός: 36890 (ekt.gr)

[12] ‘Δ. Γιατρομανωλάκης: Άλλοθι της πολιτισμικής μας νωθρότητας να αποκαλούμε τον τουρισμό βαριά βιομηχανία,’ Συνέντευξη στην Κατερίνα Λυμπεροπούλου, Ιστοσελίδα ‘Huffpost,’ 23/08/2022, Δ. Γιατρομανωλάκης: Άλλοθι της πολιτισμικής μας νωθρότητας να αποκαλούμε τον τουρισμό βαριά βιομηχανία | HuffPost Greece CULTURE (huffingtonpost.gr) Θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μία έρευνα η οποία θα έχει ως πρωταρχικό διακύβευμα της την αναζήτηση συγκλίσεων στον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουν σημασιολογικά την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και δη, τη φιλοσοφία του Ηράκλειτου οι δύο στοχαστές.

[13] Βλέπε σχετικά, Λεβινάς, Εμμανουήλ., ‘Ελευθερία και Εντολή,’ Μετάφραση: Πάγκαλος Μιχάλης, Επιμέλεια: Χαχλά Ανδριάννα, Εκδόσεις Εστία, Αθήνα, 2007.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top