Fractal

Η χαρτογράφηση της διαπολιτισμικότητας

Γράφει ο Olaf Immanuel Seel // *

 

Αγλαΐα Μπλιούμη «Αποχαιρέτα την τη Στουτγάρδη, Αστυάνακτα», εκδ. Κέδρος

 

Πώς βρέθηκε ο Αστυάναξ στη Στουτγάρδη; Σε αυτό το ερώτημα απαντά μεταξύ άλλων το μυθιστόρημα της Αγλαΐας Μπλιούμη «Αποχαιρέτα την τη Στουτγάρδη, Αστυάνακτα». Ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα, στις 37 ιστορίες του – που δεν μπορούν να διαβαστούν αυτόνομα – ξετυλίγεται η οικογενειακή ιστορία ενός παιδιού δεύτερης γενιάς μεταναστών στη Γερμανία. Η οικογενειακή ιστορία εντάσσεται σε γενικότερα ιστορικο-πολιτισμικά πλαίσια, όπου το ιδιωτικό πλέκεται αβίαστα με το «γενικό».

Η ιδιαιτερότητα αυτού του μυθιστορήματος έγκειται μεταξύ άλλων στο γεγονός ότι το «γενικό» έχει πολλές εκφάνσεις. Αναφέρεται στον απόδημο ελληνισμό της Γερμανίας κατά τις δεκαετίες του 1980 και 1990, στην ίδια τη Γερμανία αυτών των δεκαετιών, στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης έως το έτος 2019, ενώ μέσα από τα μάτια ενός μεταναστόπουλου και τις ενθυμίσεις του ανώνυμου αφηγητή φωτίζονται παράλληλα και οι ελληνογερμανικές σχέσεις, οι διεπαφές των δύο χωρών. Στην ουσία το βιβλίο χαρτογραφεί διάφορες εκφάνσεις αυτού ακριβώς του «γενικού», όπως αυτό εκλαμβάνεται μέσα από τα αφιλτράριστα παιδικά μάτια. Με άλλα λόγια περιγράφεται μια σειρά από πολιτισμικούς κώδικες: οι άρρητες κοινωνικές συμβάσεις, ο ρατσισμός της καθημερινής ζωής, λεπτοί αλλά τραυματικοί μηχανισμοί κοινωνικού αποκλεισμού τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ελλάδα.

Εν ολίγοις, σκιαγραφούνται πάσης φύσης απώλειες που μετουσιώνουν σε επίπεδο πρόζας τον Σεφερικό Αστυάναξ «Τώρα που θα φύγεις,/ πάρε μαζί σου το παιδί που είδε το φως/κάτω απ’ τα φύλλα εκείνου του πλατάνου/ και μάθε του να μελετά τα δέντρα». (Σεφέρης, ΙΖ’ Αστυάναξ) Για αυτόν τον λόγο δεν είναι τυχαία η αναφορά στο εξώφυλλο: «Ποιος είναι ο πονηρός Αστυάνακτας που αναγκάζει την κόρη με τα πολλά ονόματα να βλέπει την πραγματικότητα μέσα από τον αριστερό οφθαλμό ενός παιδιού που θυμάται και τον δεξιό οφθαλμό ενός ενήλικα που ωριμάζει με τροφό τη Μνημοσύνη;».

Μέσα από τις αναμνήσεις το παιδί μαθαίνει, και αυτή η μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ωρίμανση γίνεται με έναν αφηγηματικά άψογο τρόπο, αφενός μέσω της συνεχούς εναλλαγής του πρωτοπρόσωπου και του τριτοπρόσωπου αφηγητή, αφετέρου με το εφεύρημα του ανώνυμου αφηγητή που απευθύνεται άμεσα σε δεύτερο πρόσωπο στον αναγνώστη ή και στους άλλους πρωταγωνιστές του έργου. Οι πετυχημένες αυτές αφηγηματικές εναλλαγές είναι τόσο συχνές που επιτελούνται ακόμη και στο επίπεδο λίγων προτάσεων «Ούτε κατάλαβε ο Παντελής πότε βρέθηκε ξανά στο ισόγειο. Βγήκε. Και τώρα; Αυτή τη φορά άνοιξε το φερμουάρ, για να φεγγοβολήσει ο μαύρος πάτος της τσάντας. Μα τι έκανα; πρόλαβε να σκεφτεί… Δε μιλάς, ε;».

Συνάμα, η συχνή χρήση του ελεύθερου πλάγιου λόγου λειτουργεί ως εγκάρσια χειρουργική τομή στον ψυχισμό των ηρώων, δίνοντας αριστοτεχνικά δείγματα εσωτερικής εστίασης «Θα ήξερε και ο Μάουλικ ότι του άξιζε το ξύλο. Και, κάθε φορά που επαναλαμβανόταν το επεισόδιο, ο Σταύρος έλεγε πως σα θα μεγάλωνε θα έφευγε. Θα τους έδειχνε αυτός. «Θα φύγω», έλεγε χωρίς φωνή. Μέχρι τότε όμως, ανεβοκατέβαινε και αυτός τις σκάλες, όπως οι άλλοι. Οι σκάλες λένε πάντα την αλήθεια».

Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα αφορούν μεταξύ άλλων τη Μικρασιατική Καταστροφή, τη Γερμανική Κατοχή, το «παιδομάζωμα» κατά τον εμφύλιο, τον αντιστασιακό αγώνα των Ελλήνων της Γερμανίας κατά της χούντας, όπου ο αναστοχασμός πάνω σε θέματα ταμπού της ελληνικής κοινωνίας, όπως παραδείγματος χάρη το παιδομάζωμα, συνδυάζονται με άγνωστες πτυχές της ιστορίας του απόδημου ελληνισμού. Η Αγλαΐα Μπλιούμη ρίχνει μια σύντομη, μα άκρως διαφωτιστική ματιά στον αντιστασιακό αγώνα των Ελλήνων της Γερμανίας κατά της χούντας, όπου σκιαγραφούνται με ενάργεια η ιστορία της Ντόιτσε Βέλε (Deutsche Welle) και ο συντονισμός του αγώνα από τον Παύλο Μπακογιάννη. Ουδόλως όμως πρόκειται απλώς και μόνο για μια καταγραφή άγνωστων γεγονότων. Η αναπαράσταση των γεγονότων συμβαδίζει με την ανοικείωση παγιωμένων εννοιών, όπως την έννοια της μετανάστευσης «…λες και η λέξη «μετανάστης» από μόνη της είναι γραμμένη από το μελάνι της δυστυχίας, βουλοκέρι που σφραγίζουν οι άλλοι, και η εργατιά μοναδική ιδιότητα των ανθρώπων. Μα είναι καιρός να ξεβουλώσει».

Η γλώσσα, καθώς παγιώνει έννοιες μετατρέποντάς τες σε μυθολογίες, αλλά και καθώς μετατρέπεται η ίδια σε εργαλείο διαπολιτισμικότητας για τα δίγλωσσα παιδιά δεύτερης γενιάς μεταναστών, κατέχει εξέχουσα θέση στο μυθιστόρημα. Το βιβλίο καταδεικνύει πώς η διγλωσσία μπορεί να μετατραπεί σε φορέα διαπολιτισμικής μνήμης και πολιτισμικής υβριδοποίησης, πώς η διγλωσσία ως άλλο βουλοκέρι καθορίζει ακόμη και τη χρήση της μητρικής γλώσσας:

«Αθήνα, 2018

Το πληκτρολόγιο τις τελευταίες εβδομάδες κολλάει πάλι στο ‘τς’ και ‘τζ’. Σα να αρχίζει κάποιος εκ νέου να κεκίζει. Πάντα με δυσκόλευαν τα ελληνικά διπλά σύμφωνα που δεν υπάρχουν στα γερμανικά».

 

Αγλαΐα Μπλιούμη

 

Το διαπολιτισμικό περιεχόμενο οδηγεί και στον προβληματισμό γύρω από τη μετάγγιση πολιτισμικών δεδομένων της Γερμανίας στην ελληνική γλώσσα. Θα λέγαμε μάλιστα ότι σε πολλά σημεία η πλοκή του μύθου λειτουργεί ως καλειδοσκόπιο πολιτισμικών στοιχείων που είτε μεταγγίζονται αυτούσια από τον γερμανικό πολιτισμό είτε υπόκεινται σε μια «επιχώρια προσαρμογή» ή ακόμα και υβριδοποιούνται. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα στην ιστορία «Ξύλινες νότες χωρίς μετάφραση», για να δειχθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός των αλλοδαπών παιδιών λόγω διαφορετικότητας. Η ίδια στρατηγική ακολουθείται και στην ιστορία «Χίτσεφράι» όπου κατ’ ουσία «μεταφράζονται» μυθοπλαστικά θεσμοθετημένες πρακτικές της σχολικής ζωής στη Γερμανία. Αυτή η «μικτή μετάγγιση πολιτισμικών δεδομένων» συνδέεται όμως ευθέως και με τις ελληνογερμανικές σχέσεις, εφόσον πίσω από τη μετάγγιση αυτή αναδεικνύονται οι διαφορετικές αντιλήψεις Ελλήνων και Γερμανών σχετικά με τη διεκδίκηση κοινωνικών δικαιωμάτων. Η ιστορία «Σαν ιστορικό μυθιστόρημα» ενσωματώνει πολλά στοιχεία από τη γερμανόφωνη ιστορία «Zigeunerzug» που προηγείται. Το γεγονός ότι η ιστορία «Zigeunerzug» δεν αποδίδεται στα ελληνικά εξ’ ολοκλήρου παρά μόνο κάποια σημεία της, εξοικειώνει μεν το ελληνικό κοινό με το γερμανόφωνο κείμενο, υποδεικνύει δε ότι και οι πολιτισμοί δεν μπορούν πάντα να αποδοθούν σε μια αναλογία απολύτως ισοδύναμη.

Το καλειδοσκόπιο πολιτισμικών δεδομένων συνιστά μια εξαιρετικά πρωτότυπη θεματολογία που ξεφεύγει από το επίπεδο της απλής περιγραφής και της αφήγησης και αναλύει μέσω μιας ζωντανής λογοτεχνικής γραφής άγνωστες πολιτισμικές ιδιαιτερότητες σε Ελλάδα και Γερμανία. Αυτές ακριβώς οι πολλαπλές μεταγγίσεις αναδεικνύουν την έντονα διαπολιτισμική διάσταση του έργου, όπου η έννοια της «ρωμιοσύνης» συνδέεται με τη διασπορά και άρα με την πολυδιάσπασή της «Το πεπρωμένο της ρωμιοσύνης είναι η διασπορά της. Εμείς απλώς βουτάμε στη θάλασσα και ξεριζώνουμε τις ρίζες του βυθού».

Πέρα όμως από αυτές τις καινοτομίες, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί πως πρόκειται για ένα βιβλίο που απευθύνεται αποκλειστικά σε φιλολογικά καταρτισμένο κοινό. Ως επί τω πλείστων πρόκειται για ιστορίες από τη καθημερινότητα ενός παιδιού που μεγαλώνει σε διαπολιτισμικό και δίγλωσσο περιβάλλον. Δίνονται ζωντανοί διάλογοι και εύληπτες περιγραφές, γραμμένες με λυρισμό, χιούμορ και αναστοχαστική διάθεση, που υπόκεινται σε ένα πλήθος ερμηνειών. Ερμηνείες ανοιχτές, που αποτελούν κάλεσμα προς τον αναγνώστη για περαιτέρω ενασχόληση με το ζήτημα  του διαπολιτισμικού και δίγλωσσου περιβάλλοντος.

Τα ελληνόφωνα κείμενα σύγχρονης μεταναστευτικής λογοτεχνίας δεν είναι πολλά. Συνήθως στεκόμαστε στο «Διπλό Βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή, όπου και πάλι πρωταγωνιστεί η Στουτγάρδη της πρώτης γενιάς μεταναστών. Με το βιβλίο της Μπλιούμη δίδεται πια η συνέχεια της σύγχρονης ελληνικής μετανάστευσης. Υπό το πρίσμα της δεύτερης γενιάς μεταναστών γράφεται ένα βιβλίο πολλαπλής σημειολογίας που χαρτογραφεί τη διαπολιτισμικότητα και την κοινή ευρωπαϊκή μνήμη.

 

 

* Ο Olaf Immanuel Seel υπηρετεί στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας (ΤΞΓΜΔ) του Ιονίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα ως μόνιμος επίκουρους καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο «Γλώσσα και μετάφραση: γερμανικά-ελληνικά». Τον Νοέμβριο 2020 του απονεμήθηκε το Βραβείο Μετάφρασης της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μεταφρασεολογίας (EST) “2020 EST Translation Prize”.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top