Fractal

Κρυφτό με το θάνατο

Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα // *

 

 

 

Γιώργος Βέης, «Βράχια», ποιήματα, εκδόσεις ύψιλον, Αθήνα 2020, σελ. 20

 

Ταξίδια σε άλλες διαστάσεις παίζοντας κρυφτούλι με την ιδέα του Θανάτου. Ο επιτυχημένος διπλωμάτης, εμβριθής ταξιδευτής και καταξιωμένος ποιητής Γιώργος Βέης περιηγείται αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία. Αναζητεί την έμπνευση σε εξωτερικά τοπία που μεταπλάθονται και σχηματίζουν εσωτερικές εικόνες ασύλληπτης ενάργειας. Μία ενέργεια σχεδόν “σεφερική” είναι αυτή του η αναζήτηση ενός Άλλου που δεν υπάγεται στους κανόνες της Λογικής και ξεφεύγει πολύ από την πεζή καθημερινότητα.

Σε επίπεδο ποιητικής τεχνικής, ο έμπειρος πλέον λογοτέχνης ενοφθαλμίζει (κοινώς “μπολιάζει” προτάσεις από αρχαιότερες στρώσεις της γλώσσας μας, με τις ανάλογες παραπομπές πάντα και με τα απαραίτητα πλάγια στοιχεία. Οι διακειμενικές του αναφορές είναι άλλοτε προφανείς κι άλλοτε υποφώσκουσες, όμως τέλεια συναρμοσμένες στο ποιητικό “σώμα” ενός λόγου κρουστού κι αναγνωρίσιμου. Το υφολογικό στοιχείο αυτών των πνευματικών περιδιαβάσεων συνείρει την έννοια του “διαλογισμού σε κίνηση”. Ο Γιώργος Βέης είναι απόγονος των δασκάλων της παλαιάς “περιπατητικής σχολής”. Είναι καθαρός, είναι τίμιος, είναι διαυγής. Ο γραπτός του λόγος ξάστερος, σαν το γάργαρο νερό της μυθικής Κασταλίας Κρήνης.

Μία ιδιαιτερότητα (και όχι μόνον ως προς την στοιχειοθέτηση) είναι ότι ο πρώτος στίχος κάθε ποιήματος γίνεται τίτλος με κεφαλαία, χωρίς να επαναλαμβάνεται με πεζά αμέσως μετά και ακολουθεί ο δεύτερος στίχος κάτω από τον τίτλο. Κι εδώ ο ασιατικός μινιμαλισμός, η λακωνική αφαίρεση, η έγνοια να μην προδοθεί το νόημα από περιττά στολίδια.

Το Εγώ διαχέεται στο Άπαν.

“Η Επίσκεψη” της σελίδας 15 μοιάζει με ανατολίτικη μονοκοντυλιά, υπερ-ρεαλιστική απόπειρα αποκρυσταλλώσεως ενός ελεύθερου συνειρμού.

 

Γιώργος Βέης

 

Στον τελευταίο στίχο του ποιήματος με τίτλο “Στους θάμνους με τα μύρτιλα” (σελ. 16), λείπει, θαρρώ, ένα άρθρο “τα”:

 

λένε ότι κρύβεται κάθε φορά

ό,τι γλιτώνει από τα όνειρα

και βγαίνει στο φως της μέρας

να βρει καταφύγιο να σωθεί [·]

φιλόξενα κλαδιά

φωλιά των ερώτων είναι

που δεν [τα] καταράστηκε ο καιρός.

 

Επίσης, μια άνω τελεία, ή μία παύλα παρενθετική, θα άρμοζε, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μετά το “σωθεί”.

 

Υπερβάσεις διαπιστώνουμε στο αμέσως επόμενο ποίημα “Ξεκαθάρισμα λογαριασμών” (σελ. 17).

 

Στην “Προοπτική” παγιώνεται η πεποίθησή μας πως ο ποιητής Γιώργος Βέης σκέφτεται σε τετράστιχα.

 

Ανατριχιαστική “Η Μαρμαρυγή” (σελ. 20).

 

“Η Γέρικη γλυσίνα” συνιστά μια όμορφη επινόηση, γέμουσα συμβολικών νοημάτων (σελ. 22).

 

Στις “Ξινομηλιές” ανακαλύπτουμε πως και τα δέντρα μεταστοιχειώνονται στης “μεταμόρφωσης το νόημα” (σελ. 23).

 

Η λεξιλαγνεία ως εικονοποιητικός “τρόμος κενού” απογειώνεται με τον στίχο “νέα κοραλλόδεντρα από άχνη” (σελ. 24).

 

Υψηλή Ποίηση ζωγραφικής τάξεως στο ποίημα “Η Πάλη” (σελ. 27).

 

Αλλά και ο Lao Tsu παρηχεί με το “ταό” στο ποίημα “Φεσάκι με παράδες και συρταρωτό ρόδακα” (σελ. 32).

Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσω πως ο σουρεαλισμός του ποιητή Γιώργου Βέη είναι εκλογικευμένος, “πραγματιστής”, συγκρατημένος, λελογισμένος. Δεν είναι επίδειξη και δεν συνιστά μανιέρα. Σε καμία περίπτωση.

 

“Το στοργικό παρόν της ανάμνησης”, όπως το προσλαμβάνουμε στο κλείσιμο του ποιήματος  “Καρλόβασι Σάμου”:

 

όλα θα μείνουν δικά μας

όρθια, πεσμένα στο πλάι

έτοιμα να ξαναμπούν

το στοργικό παρόν της ανάμνησης (σελ. 40).

 

Εδώ δύο τινά συμβαίνουν: ή λείπει το κόμμα μετά το “ξαναμπούν” και ο ποιητής αξιοποιεί το ασύνδετο σχήμα ή λείπει ένα σίγμα από το “το”.

 

Έτοιμα να ξαναμπούν

στο στοργικό παρόν της ανάμνησης.

 

Ούτως ή άλλως, ο ποιητικός λόγος δεν είναι δοκιμιακός και παραπέμπει στην “αν-οικείωση”, στο παραξένεμα, στην παραλλαγμένη χρήση της γλώσσας.

 

Υπέροχο ποιητικό επίτευγμα η “Επίκληση” της σελίδας 47.

 

Το περίφημο μεσοποταμιακό “Έπος της Γκιλγαμές” υποφώσκει και υπονοείται στο ποίημα με τίτλο “Ο πειρασμός της σαφήνειας”, με την ανάλογη πίστη στην μετενσάρκωση φυσικά

 

Αριστουργηματική χρήση του διασκελισμού. Τα νοήματα διασκελίζουν, δρασκελούν και συνεχίζονται στίχους μετά στο σπονδυλωτό ποίημα “Με τους ψαράδες” (σσ. 62-64). Γλώσσα-χταπόδι. Γλώσσα ως ανάμνηση ερώτων. Ο Γιώργος Βέης “κεντάει” στίχους με την υπομονή και την επιμονή αιώνιας παρθένου.

 

Παρενθετικές επεξηγήσεις έχει και το προηγούμενο σπονδυλωτό ποίημα “Ηραίον Σάμου” (σσ. 60-61).

 

Οξυμένη ποιητική παρατηρητικότητα ανιχνεύεται στο ποίημα “Κιουστέκι από γιορτινή φορεσιά Καραγκούνας” και ειδικότερα στους στίχους:

 

“οι νιφάδες βιάζονται πάντα / ν’ αγκαλιάζουν όλες μαζί τη συκομουριά της αυλής” (σελ. 67).

 

Νοσταλγία της παιδικής ματιάς, αθωότητα της όρασης, ποιητικός εναγκαλισμός του σύμπαντος κόσμου στο προτελευταίο ποίημα τούτης της ευσύνοπτης συλλογής. Με διεξοδικό τρόπο, ο Γιώργος Βέης, μάς ξεναγεί σε πέντε μόλις στίχους στους μαιάνδρους της αγνής ποιητικής ψυχής του στο ποίημα “Άδειοι περιστεριώνες” (σελ. 68).

 

Και “Τα επινίκια” κλείνουν με τον σοφό διασκελισμό:

 

μέσα στο άπειρο τής σοφίας σου

σώμα. (σελ. 69).

 

Το πολυτονικό “χαρίζει” στην ποίηση μία τονικότητα ξεχασμένη πια στον καιρό των αγραμμάτων.

 

Ο ποιητής Γιώργος Βέης είναι περιηγητής, “ταξιδευτής”, ιχνευτής λεπταίσθητων ιαχών από αλλόφυλες και αλλόγλωσσες γωνιές του πανανθρώπινου Συλλογικού. Περιποιεί τιμήν εις την Ελλάδαν με την επιμονή του να μας αντέχει κι ελπίζουμε να τον δούμε και στα ύπατα αξιώματα. Ο Παρνασσός των Μουσών τού ανήκει.

 

 

 

* Ο Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητή, θεατρολόγο και κριτικός (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top