Fractal

«Ραφείς ενός καινούργιου πολιτισμικού κοστουμιού»

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπούρας // *

 

Αλέξιος Μάϊνας, “Προσκόμματα και Ποιμαντικές Λύσεις για την Κατάβαση της Αγέλης στον Κάμπο σε Περίπτωση Αντάρας”, εκδόσεις μικρή άρκτος, Αθήνα, Ιούλιος 2021, σελ. 144

 

Του Αλεξίου Μάϊνα το τέταρτο ποιητικό βιβλίο με τον μεγαλόσχημο τίτλο και τα μεγαλογράμματα αρχικά των ουσιαστικών, με τον ανοσκολοπισμό των εννοιών, την ουσιαστικοποίηση των ρημάτων και την ρηματοποίηση των ουσιαστικών, με τον ορθό τονισμό των μονοσύλλαβων ώς (έως) και τού… κι όλα αυτά με έντονο, έκδηλο συμβολισμό που θα βάραινε ασφυκτικά τον επαρκή αναγνώστη αν δεν συνοδευόταν από έναν ελεύθερο «χημικό δεσμό» κι αν δεν απαλυνόταν από τον ελεύθερο συνειρμό ποιητικού τύπου.

Σπάνιες λέξεις είναι το μεγάλο πλεονέκτημα αυτού του λογοτεχνικού εγχειρήματος.

Η σύγχρονη ποίηση έχει περισσότερο γλωσσολογικό ενδιαφέρον παρά θεματολογικό ή ρυθμολογικό, αφού το νόημα αποδομήθηκε, το συναίσθημα εξορίστηκε και η μελωδία έγινε ατονική.

Αυτό που σώζει όμως κάποιους εξέχοντες από τους σημερινούς μαστόρους γραφιάδες είναι η μετρημένη χρήση της ειρωνείας και του σαρκασμού έτσι ώστε να μην αποδιώχνουν με εξυπνακίστικα καμώματα τον επαρκή αναγνώστη αλλά να τον «μαγεύουν» προκαλώντας του μιαν έντονη, αγιάτρευτη γοητεία (αν όχι και εθισμό) τόσο που να μην μπορεί ν’ αφήσει από τα χέρια του το βιβλίο (ο φετιχισμός τού τυπωμένου αξιοποιημένου χαρτιού, ξόρκι ενάντια στο Κενό και απέναντι στο Πρωταρχικό Μηδ-Έν, που δεν ταυτίζεται με το Τίποτα).

Έντονη η δραματικότητα των αποσπασματικών αυτών κειμένων που διακρίνονται από μία συνεκτικότητα ελεύθερου δεσμού (και δεν είναι οξύμωρο, αλλά όρος εμπνευσμένος από τις χαλαρές συνδέσεις ανιόντων και κατιόντων στην Χημεία – ανόργανη και οργανική).

Θεατρικό δίπτυχο αυτό το ποιητικό-θεατρικό έργο που αποτελείται από πολλά επιμέρους πολύπτυχα αρθρωμένα με έναν τρόπο μοναδικό κι ανεπανάληπτο, πρωτότυπο οπωσδήποτε.

Το πού διαλέγει να βάλει τόνο ή νι διαμορφώνει ένα κλίμα και ένα ύφος που φέρει την υπογραφή του εκπονητή λέξεων εις άγραν νοήματος.

«Μεγάλη Ποίηση» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αφειδώς αν δεν ήταν αυτοσαρκαστική κι αυτοαπομυθοποιητική. Προς τούτο πλησιάζει περισσότερο προς την θεατρική γραφή.

Φράσεις σαν γνωμικές σκηνικές οδηγίες, σουρεαλισμός και φουτουρισμός, το αστικό τοπίο φυσική δυστοπία.

Όλα κραυγάζουν υπέρ του «φυσικού ανθρώπου» του Ρουσώ δια της ομοιοπαθητικής ενός πολυδιαβασμένου αφηγητή που χρησιμοποιεί όλα τα μέσα και μετέρχεται όλων των τεχνασμάτων προκειμένου να προκαλέσει ηλεκτροσόκ στον αναγνώστη και να τον αποφορτίσει έτσι από τον περιττό όγκο της Πληροφορίας που δεν συνάδει με την Γνώση.

Πυκνό κείμενο μαθηματικώς διαταγμένο, η μουσική αρχιτεκτονική δυσδιάκριτη αλλά υπαρκτή, λειτουργεί περισσότερο σαν παρτιτούρα που θα δικαιωθεί ίσως στο σκηνικό του ανέβασμα.

Το πρόβλημα με αυτά τα ερμητικά σύγχρονα κείμενα είναι πως για να πραγματωθούν απαιτούν έντονη συνδημιουργική φαντασία και πείρα από τη μεριά του κοινού. Έτσι είναι ενδεδειγμένη η διαμεσολαβημένη δραματοποίηση και σκηνική έκφανσή τους, που πολλαπλασιάζει τις δυνατότητες χωρίς να τις εξαιρεί ή να τις εξαίρει.

Το διαζύγιο της ποίησης με το ευρύ («λαϊκό») κοινό έχει επέλθει προ πολλού, από τότε που έπαψε να τραγουδιέται και διαχώρισε τους λογαριασμούς της με την στιχοπλοκία.

 

Αλέξιος Μάινας

 

Η εποποιία όμως του σύγχρονου κινηματογράφου που ξεπέρασε το ανάλογο εμπόδιο του κακώς (ή καλώς) εννοουμένου μοντερνισμού και της μετανεωτερικής θολότητας όπου όλα επιτρέπονται (πολλές φορές κι εν αγνοία του φυσικού αποδέκτη τους) έδειξε πως μόνον εάν επιχειρήσουν να επικοινωνήσουν οι σύγχρονοι ποιητές (οι ποιήτριες τα καταφέρνουν καλύτερα στη διαχείριση του εαυτού τους), τότε – και μόνον τότε, δυστυχώς – θα μπορέσουν να επανεφεύρουν αυτό το μαγικό μέσον εκφράσεως κι ενίοτε ΚΑΙ αυτοπραγματώσεως που λέγεται Ποίηση (με πι κεφαλαίο και διαφέρει από την οίηση κατά έναν ατέρμονα αριθμό που διακτινίζεται στο άπειρο).

Με όλα αυτά θέλω να πω πως ο Αλέξιος Μάϊνας, αγνώστων λοιπών (για εμένα) στοιχείων, είναι από τους λίγους σημερινούς γράφοντες που μπορούν να γίνουν και ραφείς ενός καινούργιου πολιτισμικού κοστουμιού που θα ταιριάζει καλύτερα στα διαφωτιστικά ιδεώδη μας και θα συμβάλλει δραστικά στην Αναγέννηση που ευελπιστούμε, όσοι εχέφρονες τολμούμε ακόμη να οραματιζόμαστε ένα καλύτερο Αύριο. Αλλιώς, προς τι όλα αυτή η λογιοσύνη κι η επιστημοσύνη μας; Προς τι όλη αυτή η σπουδή να δούμε τα πονήματά μας τυπωμένα; [Κακόμοιρα δεντράκια!!!]. Μπορεί, ενδέχεται λέω, η ηλεκτρονική ευπλαστότητα του Διαδικτύου να μας απελευθέρωσε από τις συντομογραφίες και από την οικονομία των τυπογραφικών στοιχείων του Γουτεμβέργιου, δημιούργησε όμως εκτός από τις φυγόκεντρες και τις κεντρομόλες εκείνες δυνάμεις που επιμένουν να αναδημιουργήσουν την πραγματικότητα, τη δική μας και των άλλων. Στην τομή αυτών των κύκλων έγκειται το μέλλον και η μακροζωία του ακαταλόγιστου και άκρως σαγηνευτικού φαινομένου που λέμε απλώς Ποίηση.

 

 

 

* O Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι Επισκέπτης Καθηγητής Θεατρικής Κριτικής στο ΕΚΠΑ (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top