Fractal

Τα δαιμόνια του Καραϊσκάκη

Γράφει ο Τάκης Γεράρδης //

 

Κώστας Ακρίβος «Πότε διάβολος, πότε άγγελος», Μεταίχμιο, 2021

 

Τον Κώστα Ακρίβο τον γνώρισα στο βιβλιοπωλείο των Αγίων Αναργύρων ΕΠΙΚΕΝΤΡΟΝ όπου μας είχε παρουσιάσει τα Τελευταία νέα από την Ιθάκη. Πράος, πειστικός, φορτωμένος σε γνώσεις, καλοκάγαθος, σκέφτηκα μελαγχολικά πως έναν τέτοιον καθηγητή θα ήθελα να είχα κι εγώ στα γυμνασιακά μου χρόνια. Μετά ακολούθησε  στον ίδιο χώρο η παρουσίαση του μυθιστορήματός του Γάλα Μαγνησίας, όπου πλέον μια οικειότητα απλώθηκε μεταξύ μας. Θαύμαζα το ξάνοιγμά του σε διαφορετικά θέματα, την ολοφάνερη εξέλιξη στη γραφή του και τον κόπο που κατέβαλε στο κάθε του βιβλίο. Στη βιογραφία του Καραϊσκάκη τώρα είναι άξιος επαίνων για την πολυετή έρευνά του σε βιβλιοθήκες και αρχεία, τα οποία τα εκμεταλλεύτηκε συνετά χωρίς να παρουσιάσει ένα στριφνό και με πολλές υποσημειώσεις κείμενο, αλλά να μας δώσει μια ενδιαφέρουσα μυθοπλαστική ιστορία. Η οποία ιστορία γίνεται αινιγματική γιατί παρόλο που λίγο ως πολύ σε όλους είναι γνωστή η ζωή και η δράση του ήρωά μας, εν τούτοις ο Ακρίβος μας κρατά σε αγωνία μέχρι το τέλος για έναν άλλο λόγο.  Μαζί με τον πολέμαρχο αλλά και ονειροπόλο Καραϊσκάκη και τους αγώνες του παρακολουθούμε κι έναν μακρινό πρόγονο του συγγραφέα να είναι στο κέντρο του ενδιαφέροντος.

Η δράση του Καραϊσκάκη, οι θέρμες που τον κατατρώγουν, οι μάχες του, οι έριδές του, οι ονειροπολήσεις του, οι βωμολοχίες του, το αίσθημα πατριωτισμού και η ανιδιοτέλειά του ζωντανεύουν μέσα από περιγραφές ή αποσπάσματα αφήγησης κάποιου αυτόπτη μάρτυρα. Αλλά κι ο Ακρίβος σαν άνθρωπος που γεννήθηκε και ζει στην επαρχία είναι εξοικειωμένος πολύ με τα ποτάμια, με τον κάμπο, με τα βουνά και αρκετά συχνά αφήνει την πένα του να απλωθεί σε πανέμορφες λυρικές περιγραφές.

Η εξιστόρηση της βιογραφίας είναι απόλυτα συνεπής με τον τίτλο. Και εννοώ πως από τη δράση και το χαρακτήρα του Καραϊσκάκη ούτε κρύφτηκαν πράγματα ούτε υπερτονίστηκαν. Κι αν ο Άγγελος κυριαρχεί στο Διάβολο αυτό προέκυψε από την αυθόρμητη, ηρωική και χειμαρρώδη προσωπικότητα του γιου της Καλογριάς. Οι Κλέφτες και Αρματολοί στα προεπαναστατικά χρόνια δρούσαν είτε για να επιβιώσουν, είτε για να συντηρήσουν την εξουσία τους και να αυξήσουν τον πλούτο τους. Η ελληνική συνείδηση πριν την επανάσταση ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Η Φιλική Εταιρεία με τη συγκρότηση και τη δράση της συνετέλεσε στον να αποκτηθεί ένας κυρίαρχος στόχος, να μορφοποιηθεί ο κυρίαρχος εχθρός, οι Τούρκοι.

Στο βιβλίο παρατίθενται συνεχώς αποσπάσματα διαφόρων Ελλήνων και ξένων που αναφέρονται σε περιστατικά της ζωής του Καραϊσκάκη. Αποσπάσματα που αλιεύτηκαν ύστερα από επίμοχθη και εξαντλητική έρευνα. Και αυτά τα αποσπάσματα που είναι αληθινά ντοκουμέντα μας δίνουν μια ολοκληρωμένη βιογραφία του ήρωα της Επανάστασης. Ο ίδιος, ο Κώστας Ακρίβος, φανερώνεται λίγο, δεν σχολιάζει φανερά. Στο βιβλίο όμως υπάρχει ένα πρόσωπο, που υπήρξε μακρινός πρόγονος του συγγραφέα. Και ίσως αυτή η σχέση του Ακρίβου με τον Μήτρο Αγραφιώτη να στάθηκε αφορμή για να γραφτεί το βιβλίο, παρόλο που η έκδοσή του συνέπεσε με τους εορτασμούς των 200 χρόνων από τη Επανάσταση.

Ο Μήτρος Αγραφιώτης εμφανίζεται σαν ένα 18ρικο παιδί που είχε μάθει γράμματα και που ο Καραϊσκάκης το επέλεξε να αντρέψει κοντά του και να μάθει να πολεμά. Από καλή και ευκατάστατη οικογένεια ο Μήτρος κι η επιμονή της μάνας του να πάει στον πόλεμο κοντά στον Καραϊσκάκη έδειχνε ανεξήγητη και ακατανόητη. Όμως κι ο Καραϊσκάκης που ποτέ δεν έμαθε ποιος υπήρξε ο βιολογικός του πατέρας, ζήτησε σθεναρά το νεαρό Μήτρο κοντά του. Μάλιστα ανεξήγητα εμπιστεύτηκε στο νεαρό Μήτρο το προσωπικό του ταμείο, άλλοτε μισογεμάτο, άλλοτε πολυφορτωμένο, και στα χρόνια μέχρι το θάνατό του στο Φάληρο, τον πρόσεχε διακριτικά και τον φρόντιζε χωρίς όμως να τον αφήνει να ξεθαρρεύει μαζί του, μέχρι που πριν πεθάνει, τον όρισε εκτελεστή της διαθήκης του. Μια εύνοια ανερμήνευτη εφόσον ο Καραϊσκάκης ποτέ δεν μίλησε για αυτή του την επιλογή. Όμως με έμμεσο τρόπο ο Ακρίβος εξηγεί – όσο μπορεί να εξηγήσει – αυτή τη συμπάθεια.

 

Κώστας Ακρίβος

 

Στο βιβλίο ξεδιπλώνεται ο καλός και ο κακός κόσμος των αγωνιστών: οι μικροψυχίες, η υστεροβουλία, η αρχομανία κι ο εγωισμός πάνε παρέα με τα ηρωικά στοιχεία. Φανερώνονται συνάμα και οι κοινωνικές σχέσεις εκείνης της εποχής, με τη μπέσα, τις βωμολοχίες, την προσήλωση στην εκκλησία, τους βιασμούς και τις σφαγές αμάχων, το πλιάτσικο αλλά και τον όρκο στα Ιερά Λάβαρα, το ανελέητο κυνηγητό των Τούρκων και το δόσιμο μέχρι αυτοθυσίας στον άνισο αγώνα. Η εξιστόρηση της δράσης του Καραϊσκάκη γίνεται με παράθεση σε μη οριζόντια χρονική ανάπτυξη. Πότε μπρος, πότε πίσω, ο συγγραφέας αδιαφορεί για μια συνήθη δραματουργία, ενδιαφέρεται περισσότερο για κάτι άλλο και μοιάζει σαν να μας λέει πως το αύριο έχει υπάρξει και το χτες θα συμβεί. Αυτό μπορεί να ακούγεται μοιρολατρικό και δυσοίωνο, εφόσον σκέφτεσαι πως όλα τα κακά θα επαναληφθούν,  μπορεί όμως να είναι και αισιόδοξο μιας και οι εποχές των ηρώων πάντα μας είναι χρήσιμες και απαραίτητες.

Ο κάθε άνθρωπος κρύβει μέσα του ένα δαιμόνιο. Ο Καρλ Κρατσάϊζεν ήταν Γερμανός αξιωματικός του στρατού, και αυτοδίδακτος εικονογράφος και φιλέλληνας που πολέμησε σαν εθελοντής στην ελληνική επανάσταση, φιλοτέχνησε πορτραίτα μεγάλων μορφών του αγώνα, όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης και άλλοι. Ο Κώστας Ακρίβος, σε ένα από τα καλύτερα κεφάλαια του βιβλίου του, σαν ένας ειδικός στην Τέχνη, μας περιγράφει την επίμονη αναζήτηση από το Γερμανό ζωγράφο ενός ξεχωριστού στοιχείου πάνω στο πρόσωπο του Καραϊσκάκη:

… Βρήκε τι είναι αυτό που κάνει τον Καπετάνιο ξεχωριστό! Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο το μοναδικό σε αυτόν και απόν από όλους τους άλλους! Ο καπετάνιος είναι όμορφος, όμορφος από ψυχής. Είναι όμορφος γιατί είναι αθώος. Και είναι αθώος γιατί δεν έχει επίγνωση της ομορφιάς του. Ανήκει σε αυτή την δυσεύρετη κατηγορία των ανθρώπων που δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν πόσο ωραίοι είναι, πόσο σπάνιοι και ξεχωριστοί….

Ο Ακρίβος, όπως ο ζωγράφος Καρλ Κρατσάιζεν που  δεν ασχολείται με τη φορεσιά του Καραϊσκάκη, παρά αναζητά στο βλέμμα του να βρει ένα  ξεχωριστό στοιχείο, έτσι κι αυτός δεν βιάζεται να ηρωοποιήσει το γιο της Καλόγριας. Αυτό προκύπτει από την συνεχή παράθεση αφηγήσεων ανθρώπων που είτε έζησαν κοντά του, είτε τον είδαν περιστασιακά και εντυπωσιαστήκαν από τον αγράμματο ήρωα. Και μοιάζει αυτή η τεχνική του βιβλίου με τον τρόπο ζωγραφικής του Γερμανού πορτρετίστα. Γιατί κι ο Γερμανός και ο Ακρίβος αυτό αναζήτησαν: Να βρουν και να αναδείξουν το δαιμόνιο του Καραϊσκάκη. Ο ένας στο βλέμμα ο άλλος στη βιογραφία του. Και το κατάφεραν απόλυτα.

 

 

 

ΥΓ

Τόσο ο παππούς μου, όσο και η μάνα μου, με μεγάλωσαν μέσα σε βωμολοχίες. Ο παππούς στο παραμικρό ζόρι κατέβαζε καντήλια. Η μάνα μου αυθόρμητα σκάρωνε και μια αισχρή ομοιοκαταληξία στη συζήτησή της κι η γειτονιά δεν ξεκολλούσε από το σπίτι μας. Εγώ μπορεί να μην συνέχισα τις ηρωικές δραστηριότητες του Καραϊσκάκη, αλλά τις βωμολοχικές του εκδηλώσεις τις τίμησα. Αλλά μήπως κι ο Αριστοφάνης που κυκλοφορούσε στο περιβάλλον του Πλάτωνα και του Σωκράτη μάζευε στο στόμα του;

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top