Fractal

«Σταθερά μου η/ ποίηση, η όαση,/ σε κάθε μικρή/ ή μεγάλη αλλαγή/ στην οίηση του κόσμου»

Γράφει ο Δημήτρης Μπαλτάς // *

 

 

 

Γιώργος Τσιβελέκος, «Ποιήματα σαν μπονσάι», 192 χαϊκού & 8 τάνκα, Ιδιωτική έκδοση, 2023

 

Η ποιητική συλλογή του Γιώργου Τσιβελέκου, «Ποιήματα σαν μπονσάι» (Ιδιωτική έκδοση, 2023), αποτελείται από 192 ποιήματα σε μορφή χαϊκού και 8 ποιήματα σε μορφή τάνκα, δύο ποιητικές μορφές αντλημένες από την ποιητική παράδοση της Ιαπωνίας, εξαιρετικά σύντομες, περιεκτικές και υπαινικτικές. Ο τίτλος, φυσικά, δεν είναι τυχαίος. Η λέξη bonsai είναι σύνθετη και προκύπτει από τις λέξεις bon = γλάστρα και sai = δέντρο. Ο ιαπωνικός όρος μπονσάι, ο οποίος κατά λέξη σημαίνει «δέντρο σε δοχείο/γλάστρα», περιγράφει γενικότερα την τέχνη που αφορά στην καλλιέργεια νάνων δέντρων σε γλάστρες. Το μπονσάι δεν είναι ένα λουλούδι ή φυτό εσωτερικού χώρου, αλλά ένα δέντρο με τις δικές του ιδιαιτερότητες. Ως προς το μέγεθός του, όμως, αποτελεί στην ουσία αντιγραφή των δέντρων της φύσης, τα οποία λόγω του όγκου και των αναγκών τους είναι αδύνατον να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν έξω από το φυσικό τους περιβάλλον. Ο όρος μπονσάι, επομένως, αναφέρεται στη διαμόρφωση και τη συντήρηση νάνων δέντρων με συγκεκριμένες τεχνικές. Συμβολικά τα μπονσάι αποδίδουν την αρμονία μεταξύ φύσης και ζωής και, μετωνυμικά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ενσαρκώνουν  την τέχνη, η οποία αντιγράφει/μιμείται τη ζωή. Αποτελεί μια μικρογραφία της ζωής. Ο ποιητής πριν ακόμη διαβάσουμε το έργο του, μάς προϊδεάζει από τον τίτλο για το τι πρόκειται να συναντήσουμε στις σελίδες του βιβλίου του: μια ποίηση – μορφολογικά ολιγόστιχη λόγω της ποιητικής φόρμας που επιλέγει και  ως προς το περιεχόμενο αλληγορική σαν μπονσάι –  που γεννάται και θάλλει αφορμωμένη από την ώσμωση ανθρώπου και κοινωνίας.

Η συλλογή χωρίζεται σε τέσσερα μέρη: της ζωής και της φθοράς, του έρωτα και του χωρισμού, των εποχών, της ποίησης‧ ωστόσο, τη συλλογή συνέχει η απεύθυνση του ποιητικού υποκειμένου. Το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται σε ένα πρόσωπο – σύμβολο, το οποίο κάθε φορά μεταμορφώνεται ανάλογα με την ποιητική πρόθεση. Έτσι, στην πρώτη ενότητα της συλλογής έχουμε την αντιδιαστολή της ζωής με τον θάνατο, την καταστροφή. Το ποιητικό υποκείμενο προσφέρει απλόχερα νερό στο δέντρο της ζωής, ενώ παράλληλα καυτηριάζει την έλλειψη αγάπης από την εποχή μας. Κατακρίνει τον φθόνο και επισημαίνει στοχαστικά την απουσία συνείδησης που συνεπάγεται την αδιαφορία. Οι άνθρωποι εγκλωβίζονται, επειδή – μεταξύ άλλων – δεν διαβάζουν, υπόσχονται όσα δεν πράττουν, ενώ η κρυφή τους δύναμη είναι ικανή για ένα γερό ξεσκαρτάρισμα. Όσοι νιώθουν μειονεκτικά, και είναι πολλοί, τώρα έχουν το εισιτήριο για την αυτογνωσία και την προκοπή. Το εισιτήριο, φυσικά, τούς παρέχεται αφιλοκερδώς από την Ποίηση και τους καθιστά ικανούς να αντέξουν τη δυστυχία, να αποχαιρετίσουν τα δεινά και να καλωσορίσουν όσα πραγματικά αξίζουν. Πότε είναι η σωστή στιγμή; Όταν, όπως γράφει ο ποιητής, όλη η νύχτα/ μ’ ένα καλό όνειρο/ βιαστικά φεύγει. Και όταν η ζωή μας είναι βόθροι γεμάτοι/ όνειρα πεταμένα,/ ανεκτίμητα, τότε ο ποιητής μάς ωθεί να μετατρέψουμε την ατολμία σε φως και να κλείσουμε την πόρτα στους εφιάλτες της μνήμης.

 

Πύρινη βροχή.

Ομπρέλες οι προσευχές.

Ελπίδες ζωής.

 

Στη δεύτερη ενότητα της συλλογής το ποιητικό υποκείμενο αναμετριέται με το θάρρος του έρωτα στις ζεστές νύχτες των ονειρώξεων. Τα χαώδη μάτια και η θαλασσόμορφη αγάπη ατενίζουν με μια συγκρατημένη λυρική μελαγχολία το καράβι των συναισθημάτων. Ας τον ακούσουμε: Απ’ απόσταση/ θαυμασμός και σεβασμός./Υποκλίνομαι. Ο ποιητής δεν μπορεί παρά να υποκλιθεί στη δύναμη της ανόθευτης αγάπης. Το φιλί, το οποίο επισφραγίζει την αγάπη, γίνεται δηλητήριο και συνάμα ελιξίριο στην ποίηση του Γιώργου Τσιβελέκου και το απόσταγμά του μάς καλεί να λύσουμε τα μυστήρια του έρωτα, να αντικρίσουμε κατάματα το ποτήρι του ψεύδους και να το πιούμε, διότι πολύ απλά δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά. Όταν το πάθος κυριεύει την ανθρώπινη ψυχή, το ψέμα μεταμορφώνεται σε ηδονή και η όποια παραχώρηση ή ο οποιοσδήποτε συμβιβασμός φαντάζει ιδανικός. Η ειλικρινής παραδοχή του ποιητικού υποκειμένου είναι λυτρωτική για τον αναγνώστη:  Το αίνιγμά σου/ αδυνατώ να λύσω./ Είσαι ποίημα. Τα βέλη του έρωτα πληγώνουν κάθε φορά, η αγάπη αιμορραγεί και ο θάνατος καραδοκεί, για να σημάνει την έναρξη του ερωτικού πένθους.

 

Αιμοστάζουσα

η αγάπη που σου ’χα,

μα ατέρμονη.

 

Στην τρίτη ενότητα, αυτή των εποχών, η ποιητική φωνή τριγυρνά ξέγνοιαστη στην ομιχλώδη ψυχική κατάσταση του φθινοπώρου, για να συναντήσει το πεσμένο κίτρινο φύλλο του έρωτα. Ο βαρύς χειμώνας παγώνει τη φωνή του ποιητή και ο κρύος αέρας την παρασέρνει σε μια ανοιξιάτικη αυλή γεμάτη λουλούδια μεταμορφώνοντάς την άλλοτε σε μέλισσα και άλλοτε σε πασχαλίτσα μέχρι τη στιγμή που τα ξανθά λιβάδια/ την ομορφιά της ζωής/ υπενθυμίζουν. Το ζεστό καλοκαίρι έρχεται πάντα στην ώρα του και η φύση μάς αγκαλιάζει, παρόλη την κακοποιητική ανθρώπινη συμπεριφορά προς το πρόσωπό της.

 

Στο ιδρωμένο

σεντόνι του Αυγούστου

κάνω προσευχή.

 

Γιώργος Τσιβελέκος

 

Νομίζω ότι η τέταρτη και τελευταία ενότητα της συλλογής είναι και η περισσότερο αυτοαναφορική. Όχι μόνο επειδή αναφέρεται στην Ποίηση και λίγο έως πολύ περιλαμβάνει ποιήματα ποιητικής, αλλά μάλλον με την ενότητα αυτή ο ποιητής συνοψίζει και ανακεφαλαιώνει δια της ποιητικής πένας τον σκοπό του. Εξάλλου, μάς το λέει ξεκάθαρα ήδη από το εισαγωγικό ποίημα: Σταθερά μου η/ ποίηση, η όαση,/ σε κάθε μικρή/ ή μεγάλη αλλαγή/ στην οίηση του κόσμου. Η έμπνευση, οι ιδέες και το ποιητικό υλικό του Γιώργου Τσιβελέκου έρχονται και πλάθονται στο μυαλό του παντοιοτρόπως με μοναδικό οδηγό το συναίσθημα. Γι’ αυτό και η ποίηση του δεν είναι ψιμυθιωμένη αλλά γνήσια και διαυγής. Η ποίηση στο ποιητικό σύμπαν του δημιουργού είναι πανάκεια για τις πληγές και τους φόβους, φάρμακο για τις αρρώστιες της ψυχής, πόνος που ζυμώνεται και γίνεται άσμα για τα ιδανικά του. Η ποίηση είναι η ταυτότητά του. Γράφω ποίηση/ για χάριν διαμόρφωσης/ της ταυτότητας.

Συνεπώς, ο ώριμος λογοτεχνικός λόγος του Γιώργου Τσιβελέκου και η αστείρευτη δημιουργικότητα του πνεύματός του, τού επιτρέπουν να χαράζει με σταθερά βήματα τον δικό του δρόμο στη νεοελληνική ποίηση.

 

 

* Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top