Fractal

Το αναπάντητο και πιο απαιτητικό ερώτημα της γραφής

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

 

Ανδρέας Μήτσου, «Ο καουμπόης του Αλίμου», εκδ. Καστανιώτη, σελ. 155

 

«Ο καθένας μπορεί να πέσει στην παγίδα της γραφής, εάν θελήσει να τακτοποιήσει το παρελθόν του και να κλείσει ανοιχτούς λογαριασμούς.» Μας πληροφορούσε ο συγγραφέας στην «Παγίδα» του.

Και συνεχίζοντας στην ίδια συλλογιστική και ηθική μας προσφέρει 19 διηγήματα αμφίδρομα: Ο γρίφος και η λύση τους. Η γραφή και η ζωή. Η ενοχή και το έργο.

«Γιατί, μια φράση, ένα ερώτημα, μια ασήμαντη ίσως λεπτομέρεια, μπορεί να είναι ο πυρήνας της κάθε ιστόρησης, η μαγιά της. Σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει ν’ απαντήσεις. Φουσκώνει από μόνο του, καθώς εσύ αποζητάς την απάντηση, “γίνεται”, το μυθιστόρημα, όπως ακριβώς το ψωμί από το προζύμι, Όμως συχνά στεγνώνει η ιστορία και σου απομένει η ψίχα. Η μία φράση της, το ίδιο ερώτημα. Αναπάντητο ακόμα, και πιο απαιτητικό» [Η τελευταία ελπίδα].

Ερμηνεύοντας κι εκείνο το δισερμήνευτο γιατί γράφουμε και ξαναγράφουμε. Πώς μπερδεύεται και κομποδένεται η ζωή με την γραφή. Ποια κρυφή ενοχή ξορκίζεται και ποιο ανεξόφλητο χρέος τρώσει σαν σαράκι ζωή και γραφή.

«Ανακουφιζόμουνα μόνο μόλις άκουγα τον αλλεπάλληλο, κούφιο ήχο από τα δυο πισινά τους πόδια πάνω στο καταματωμένο τσιμέντο των σφαγείων, λίγο πριν ξεψυχήσουν, και αμέσως μετά τη δυνατή βιτσιά της ουράς τους, για μια μόνο φορά, τον ύστατο αποχαιρετισμό στον βάναυσο κόσμο, σ’ εκείνους που σφάζουνε, κι όσους ακούνε αμέτοχοι.

»Όμως δεν μπορώ να δικαιολογήσω, να διακρίνω τη λογική σχέση και συνάφεια αυτής της σκόνης από τα τριμμένα κόκκαλά τους με τη δική μου συμμετοχή, με τη δική μου ενοχή. Να βρω, δηλαδή, ένα λόγο δίκαιο να κυνηγάνε εμένα οι αγελάδες, να με κατηγορούν ακόμα, τόσα χρόνια μετά. Τι θα μπορούσα να κάνω εγώ; Ένα παιδί ήμουνα που έτυχε να μένω δίπλα».

Ένα σφαγείο που υπήρχε δίπλα στο πατρικό του, μας αποκαλύπτει ο συγγραφέας υπήρξε το δικό του σαράκι που τον έκανε εσαεί ξενιστή:

«Είμαι υποχρεωμένος να το κατευθύνω με το λάσο μου, καβάλα στο άλογό μου, να τα σαλαγήσω προς τα πράσινα λιβάδια, τις μεγάλες κοιλάδες, στις απέραντες εκτάσεις και στους ανοιχτούς ορίζοντες.

Πρέπει να τα απελευθερώσω» [Ο καουμπόης του Αλίμου]

Διότι τα 19 διηγήματα της συλλογής αποτελούν αφ’ εαυτού τους μια αόρατη κλωστή. Ενώνουν το συγγραφικό έργο με τη ζωή του συγγραφέα, αποτελούν τον δικό του σωσία που απειλεί κι αυτή τη δική του ζωή, είναι το φαρμάκι και το φάρμακο ενός βιβλίου που δείγματα έδειξε απ’ όταν ακόμα ήταν παιδί [Το ξάγναντο]

Πολλά από τα διηγήματα αποτελούν ακόμα και τη μαγιά της μετέπειτα μυθιστορηματικής του γραφής. Κρατούν τα κλειδιά για την «Αλεξάνδρα», την «Γκαλίνα», «Τα ανίσχυρα ψεύδη», τον «Σκύλο της Μαρί», τον «κύριο Επισκοπάκη»…

«Γιατί ο συγγραφέας σε έναν απευθύνεται, που ο ίδιος έχει πλάσει, στο άγνωστο κομμάτι του εαυτού του, για να του ομολογήσει τα δικά του κρίματα. Μια πρόφαση είναι ο κάθε ήρωάς του. Το όχημα που θα τον οδηγήσει σ’ αυτή την οριακή συνάντηση και στη θαμμένη μνήμη». (σ. 68) «Γιατί ο συγγραφέας δεν είναι, όπως πιστεύεται, η πηγή της ιστορίας παρά μόνο το πεδίο της μάχης όπου αυτή λαμβάνει χώρα, στην οποία μάχη ο αναγνώστης γίνεται ο αποκλειστικός υπεύθυνος για την έκβασή της, ο ύστατος μαχητής και υπερασπιστής της». Όπως μας έχει ήδη στην «Παγίδα» ο ίδιος εξομολογηθεί.

 

Ανδρέας Μήτσου

 

Μέγας στυλίστας της γραφής ο πολυβραβευμένος Ανδρέας Μήτσου, όπως και στην «Παγίδα» του, στα καινούργια διηγήματα αντιμετωπίζει την ίδια του την γραφή. Δημιουργός και ταυτοχρόνως ο αποδέκτης αλλά και το δημιούργημα. Βιώνει τις ιστορίες του και ψηλαφώντας τα γενεσιουργά αίτια: ποιο όνειρο, ποια εικόνα, ποιοι ήχοι, ποια αρχαία πληγή και ποια φαντασίωση, τον έριξε αρχικά στην παγίδα της γραφής για να γίνει στη συνέχεια το καύκαλό του.

Αγγίζει την ψίχα, τον πυρήνα της ιστορίας, τον αρχετυπικό ήχο, τη μουσική, την πρώτη φράση αυτής καθ’ εαυτής της λογοτεχνικής ζωής:

«Τώρα, το πώς εγγράφονται στη μνήμη τα λόγια ή τα τραγούδια και απροσδόκητα φτάνουν ως το στόμα, και γιατί ο άνθρωπος παρασέρνεται κάποια στιγμή και αποζητά καταφύγιο στο παράλογο, και πέφτει έτσι στον γκρεμό για να σωθεί, δεν το ξέρω.

»Πάντως, για να βγει το ηθικό δίδαγμα από αυτήν την εξιστόρηση- εξομολόγηση, όποιος δεν έχει πέσει στον γκρεμό, σωσμό δεν έχει. Αυτό έχω να πω». [Μια νύχτα με βροχή]

Από τα πιο καλά διηγήματά του. Αποκαλυπτικά, σχεδόν αχειροποίητα, ειλικρινή. Με το δικό του κομψό, φίνο στυλ.

Και για την ιστορία, ο Ανδρέας Μήτσου κατάγεται από την Αμφιλοχία. Έχει σπουδάσει αγγλική λογοτεχνία, ελληνική φιλολογία και είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής και υπεύθυνος ύλης του εκπαιδευτικού περιοδικού “Νεοελληνική Παιδεία”, που εκδιδόταν υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας, και μέλος της επιτροπής κρατικών βραβείων του Υπουργείου Πολιτισμού. Έχει δημοσιεύσει κείμενα δοκιμιακού λόγου καθώς και κριτική λογοτεχνίας στις εφημερίδες “Το Βήμα”, “Εξουσία”, “Καθημερινή” και στα περιοδικά “Αντί”, “Ίνδικτος”, “Διαβάζω”, “Ελίτροχος”. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Έχει εκδώσει επτά συλλογές διηγημάτων, τέσσερα μυθιστορήματα και μία νουβέλα. Το μυθιστόρημα του “Τα ανίσχυρα -ψεύδη” του Ορέστη Χαλκιόπουλου τιμήθηκε το 1996 με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος. Η συλλογή διηγημάτων του “Σφήκες” απέσπασε το Βραβείο Γραμμάτων Κώστα Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών το 2002. Το 2007 η νουβέλα του “Ο κύριος Επισκοπάκης” τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών (ΕΚΕΒΙ – ΕΡΤ), ενώ την επόμενη χρονιά διασκευάστηκε για το θέατρο από τον ίδιο τον συγγραφέα και ανέβηκε στο “104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης” σε σκηνοθεσία του Στέλιου Μάινα. Το 2016 απονεμήθηκε στον Ανδρέα Μήτσου το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή του “Η εξαίσια γυναίκα και τα ψάρια”. Έργα του έχουν ανθολογηθεί και μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Εργάζεται ως σχολικός σύμβουλος φιλολόγων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Αθήνας.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top