Fractal

Διήγημα: “Ο έρωτας του διαμεσολαβητή”

Γράφει ο Θεόδωρος Πάλλας //

 

 

 

 

 

Ο έρωτας του διαμεσολαβητή

 

Του αρέσει να αγαπιέται. Του ψήλωνε το φρόνημα όσο να πεις, στην αρχή, τώρα το έχει δεδομένο. Φτάνει τον Κύριό του. Άλλωστε είναι ο σύνδεσμός Του με το ποίμνιό Του. Το πιστεύει. Είναι τόσο εγωιστής; Ή φίλαυτος; Το να αγαπιέσαι είναι στην κορυφή των θέλω του ίδιου του Κυρίου του. Από εκεί εξουσιάζει τον κόσμο. Κι αυτός; Αγαπούσε; Αγάπησε ποτέ; Το να αγαπάει δεν τον ενδιέφερε όπως και τον Κύριό του. Άλλωστε αυτός έχει τον Κύριό του και τον αγαπά δίχως αμετροέπεια. Ή έτσι πιστεύει. Ο Κύριός του; Χρειαζόταν να βρει κάποιον να αγαπήσει; Μάλλον δεν το έχει ανάγκη. Από ανέκαθεν.

Αυτός λοιπόν αγαπά τον Κύριό του. Δεν φοβάται μην και εκείνος του το ανταποδώσει. Και είναι η αγάπη του καθαρή μιας και μοναδική. Και ο Κύριός του δεν χρειάζεται πολλά. Κάποιες προσευχές και μια εξωτερική ευπρέπεια. Άλλωστε ως διαμεσολαβητής ο ίδιος, κατέχει τα θέλω και των δυο συμβαλλόμενων.

Του αρέσει ιδιαίτερα ο τρόπος που ανεμίζει τα ράσα του σαν κάμει αναστροφή. Ο αέρας που σηκώνουν ξεσηκώνει τον θαυμασμό του. Και του εκκλησιάσματός του προφανώς. Προσπαθεί αυτή του η ουράνια αναστροφή να είναι ο επίλογος της ωδής του προς τον Κύριο. Σαν την ουρά ενός μουσικού μέρους.

Κάποια στιγμή αισθάνθηκε τόσο ένθεος που αυτοονομάσθηκε Αγγελιαφόρος, γιατί τέτοιος είναι. Προσκομίζει τα μαντάτα του Κυρίου, παραλλαγμένα ίσως κατά το συμφέρον του.

Μήπως είναι και ο Εκλεκτός; Εν μέρει το πιστεύει. Ή εν μέρει εκλεκτός. Ως εκλεκτός έχει και τον υπεράγιο θώκο. Να βρίσκεται πιο κοντά στον Κύριο. Να τον νιώθει.

Εκείνη τη λένε Ευγλωττία. Είναι η κόρη της καντηλανάφτισσας. Τον δύσκολο για τη μάνα της καιρό έπαιρνε το ροζ τσαντάκι της, έβαζε μέσα τα κεριά που μυρίζουν κερήθρα, φορούσε το κολλητό μαύρο της φόρεμα και διάβαινε την θύρα της εκκλησιάς. Με τα ροζ γάντια της έλεγε πως καθαρίζει τα καντήλια με ένα πατσαβούρι και έλεγε πως μιλούσε στις εικόνες. Η αλήθεια είναι πως τραγουδούσε το πέμπτο λιοντάρι και πως οι άγιοι έφευγαν από τις εικόνες μην και δαιμονιστούν και η Παναγιά έκρυβε τα μάτια του μικρού, που όσο μικρός και να ήταν ανασκιρτούσε σαν η κόρη έσκυβε με φιλαυτία δείχνοντας στο τέμπλο τα οπίσθιά της. Και ήταν το φόρεμα σχιστό ως πιο πάνω απ’ τον γλουτό.

Είναι σπουδαίο να σε αγαπούν, λέγει ο αγγελιοφόρος του Θεού. Είσαι σαν το λουλούδι που το επισκέπτονται μέλισσες και από αυτό γίνεται το πιο γλυκί μέλι. Και μετά, οι ίδιες μέλισσες έρχονται και στο ταΐζουν με ένα μικρό κουτάλι να το γευθείς καλύτερα. Με την αγάπη γίνεσαι η αρχή και το τέλος της δημιουργίας. Όπως και ο Κύριός μας. Δέχεται την αγάπη μας και εμείς τον ευχαριστούμε για την αποδοχή του. Το να αγαπιέσαι γυρίζει τον τροχό της ζωής σου, σε λευτερώνει από τα βαρίδια της κατάθλιψης του γήινου κόσμου. Το να αγαπάς είναι άλλο πράγμα. Είναι σαν βάρος που κάθεται πάνω σου και σου ξεπατώνει τις στιγμές. Σαν να περιστρέφεσαι αδέσποτα και ατέλειωτα και να είναι η ζάλη σαν μια πανδαισία θλίψης. Εδώ βέβαια ο αγγελιαφόρος ξεχώριζε την αγάπη προς τον Κύριο. Εκείνη δεν σε εξουσιάζει αλλά σε λευτερώνει, έλεγε. Είναι το γεφύρι που σε περνά από τον έναν κόσμο στον άλλον.

Ετούτα κήρυττε ο αγγελιαφόρος και όλοι θάμαζαν τη μεγαλοπρέπειά του. Ήταν άρχοντας. Ο άρχοντας στο πλάι του Κυρίου.

Τα της Ευγλωττίας του τα ψιθύρισε ο νεωκόρος του ναού κάποια στιγμή που προσευχόταν. Δεόταν στον κύριό Του εξομολογούμενος την μεγάλη αγάπη που τρέφει προς το πρόσωπό του.

Να τη διώξετε, είπε στον νεωκόρο, αλλά αμέσως, άφησε θα επιληφθώ επί του θέματος.

Ο αγγελιαφόρος του Κυρίου πούλησε τον Κύριό του. Άλλωστε εκείνος ήταν άφανος και τόσο απόμακρα κατοικούσε που κανέναν ποτέ δεν επισκέφθηκε. Πήρε τα χρυσά σκεύη και τα έλιωσε, πήρε τις φωτογραφίες του Κυρίου και της συνοδείας του και τις σκότωσε στην μαύρη.

Πήρε και την Ευγλωττία και ταξιδεύουν στον κόσμο, ο γύρος του κόσμου σε τριάντα έτη, συνηθίζει να λέει. Τόσα του απομένουν να φτάσει τα ενενήντα.

Ήταν άτυχη για τον κύριο η στιγμή που ο αγγελιαφόρος κρυμμένος στη γωνιά είδε την Ευγλωττία να σκουπίζει τις εικόνες που είχαν μείνει δίχως τους αγίους τους, να ανάβει τα καντήλια ανεβασμένη σε μιαν μικρή σκαλίτσα και τέλος να κάμει εκείνη τη θεόρατη υπόκλιση που φανέρωσε όλα της τα αφανέρωτα κάλλη.

 

 

 

 

Πλαγιάρι 14-16/10/2020

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top