Fractal

Διήγημα: “Καύσωνας θερινός”

Γράφει η Άννα Πούδη // *

 

 

 

Άλλη μία καυτή ημέρα του Αυγούστου. Τα φύλλα των δέντρων χόρευαν ρυθμικά και συντονισμένα στο απαλό αεράκι που έκανε κάπου-κάπου αισθητή την παρουσία του και χάριζε μικρές ανάσες δροσιάς στους περαστικούς. Τόσο σημαντικές ανάσες, σαν ανάσες ζωής. Κοιτάζοντας λίγο παραπέρα, δυο γυναίκες στέκονταν όρθιες σαν κάτι να πρόσμεναν. Η μία από τις δύο, μάλιστα, της φάνηκε λιγάκι νευρική, καθότι πηγαινοερχόταν πάνω κάτω στον δρόμο, κοιτάζοντας αμήχανα δεξιά-αριστερά, με αργό και κουρασμένο βηματισμό αλλά συνάμα σταθερό, απόρροια της ζέστης ή των πολλών βαρέων και ανθυγιεινών καταστάσεων της ζωής της. Ποιος ξέρει… Το βλέμμα της περιπλανήθηκε ολόγυρα στη γειτονιά. Επικρατούσε σχεδόν απόλυτη ησυχία η οποία διακοπτόταν από τα σούρτα φέρτα των λιγοστών αυτοκινήτων-μιας και οι περισσότεροι είχαν φύγει από την πόλη για να παραθερίσουν σε κάποιο χωριό ή σε κάποια κοντινή παραλία λόγω της γιορτής του δεκαπενταύγουστου που κοντοζύγωνε-και από τα αλυχτίσματα των σκύλων που προσιδίαζαν σε ολιγόλεπτη χορωδία. Έκλεισε, εξαντλημένη, τα μάτια της και αναστέναξε σκεπτόμενη πως για άλλη μια χρονιά δε θα πήγαινε διακοπές, δε θα ένιωθε Καλοκαίρι, δε θα γευόταν την αλμύρα της θάλασσας, δε θα γέμιζε τα πνευμόνια της με ιώδιο ούτε τα μάτια της θα χόρταιναν με πορτοκαλοκόκκινα και βαθυκόκκινα ηλιοβασιλέματα που τόσο λαχταρούσε η ψυχή της. Αχ, πόσο ανάγκη είχε αυτά τα ηλιοβασιλέματα! Μόνο η ίδια το ήξερε πόσο πολύ τα είχε ανάγκη. Να που, τελικά, ισχύει αυτό που λένε πως κανείς δε μπορεί να σε καταλάβει καλύτερα από τον ίδιο σου τον εαυτό. Ακλόνητη αλήθεια.

Αν δε μπεις στα παπούτσια του άλλου, αν δεν αφουγκραστείς τα «αχ!» του και δεν τα μετρήσεις ένα προς ένα, αν δεν ξενυχτίσεις μερόνυχτα ολόκληρα βυθίζοντας το βλέμμα σου στο βλέμμα του και στεγνώνοντας τα δάκρυά του στις λύπες και στις αγωνίες του, αν δε γευτείς έστω ελάχιστες σταγόνες από το ποτό του και δε μοιραστείς δυο τρεις ρουφηξιές από το τσιγάρο του, πώς θα νιώσεις τον άλλον; Πώς θα γίνεις μέρος του εαυτού του; Και εδώ που τα λέμε, ποιος νοιάζεται, πια, για τον άλλον, τον διπλανό, τον παραδιπλανό; Εδώ δεν τους καίγεται καρφί για τους δικούς τους, θα νοιαστούν για τους ξένους… Άνοιξε τα μάτια της και πάτησε παύση στις περιπλανήσεις του μυαλού. Αρκετά για σήμερα οι φιλοσοφικές ανησυχίες και ο πόθος για εκπλήρωση των ανεκπλήρωτων!

«Ο καύσωνας είναι ισχυρό διεγερτικό των ενθυμήσεων», κατέληξε στο συμπέρασμα και αποφάσισε να μην ξανααφεθεί στην επιρροή του και να τις παγώσει επ’ αόριστον κλείνοντας τη μπαλκονόπορτα και θέτοντας σε λειτουργία το κλιματιστικό. «Οι 20 βαθμοί κελσίου έχουν αρκετά ικανοποιητική ψυκτική δράση» μονολόγησε ανθυπομειδιώντας και σκουπίζοντας, ταυτόχρονα, μερικές στάλες ιδρώτα που δεν είχαν ακόμη στεγνώσει στο ταλαιπωρημένο από τη ζέστη πρόσωπό της. Αποφάσισε να κάνει ένα δροσιστικό ντους και να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι και το φετινό Καλοκαίρι η ζωή της θα κυλούσε το ίδιο ανιαρά όπως και πέρυσι, αλλά δεν την τρόμαζε και ιδιαίτερα η σκέψη αυτή γιατί είχε γίνει, πλέον, κομμάτι της καθημερινότητάς της ο συγκεκριμένος τρόπος ζωής και δεν είχε σκοπό να προβεί προς το παρόν σε δραστικές αλλαγές γιατί την κούραζαν φριχτά. Άνοιξε τη βρύση και άφησε το κρύο νερό να κυλήσει επάνω στο σώμα της και να αναζωογονήσει κάθε πτυχή της ύπαρξής της. «Ας είναι! Φέτος έχουμε και τον κορωνοϊό. Πού διάθεση για μπάνια και μετακινήσεις», σκέφτηκε φωναχτά. «Αναβάλλονται, λοιπόν, οι επιθυμίες για του χρόνου» κατέληξε και γύρισε το νερό σε πιο χλιαρό.

 

 

 

* Ονομάζεται Άννα Πούδη. Είναι πτυχιούχος του τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δ.Π.Θ. Κομοτηνής με μεταπτυχιακές σπουδές στην Εκπαιδευτική Ψυχολογία. Παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα και λατρεύει τη γραφή. Τη θεωρεί ως μέσο εκτόνωσης όλων των ανείπωτων σκέψεων και των μη εκφρασμένων συναισθημάτων.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top