Fractal

Δηλαδή η λογοτεχνία δεν είναι τέχνη του χρόνου;

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

 «Σημειώσεις για μια ιδιωτική θεωρία της λογοτεχνίας», Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. Κίχλη

 

Layout 1«Σημειώσεις για μια ιδιωτική θεωρία της λογοτεχνίας» από τον Αχιλλέα Κυριακίδη και τα Άστεγα/Αφορισμοί των εκδόσεων «Κίχλη». Μικρό βιβλίο, ευσύνοπτο, πυκνογραμμένο, ουσιαστικό. Τίποτα εδώ δεν μοιάζει περιττό και τίποτα δεν ακούγεται ως φλυαρία ή άσκοπος βερμπαλισμός. Για όσους αγαπούν την ανάγνωση, την λογοτεχνία, την μετάφραση, για όσους έχουν πάθος για την ιστορία της λογοτεχνίας. Ρήσεις που σου καρφώνονται στο μυαλό. Σε προκαλούν να σημειώσεις, να σκεφτείς, να στοχαστείς, να ερευνήσεις σχετικά με πρόσωπα ,πράγματα και καταστάσεις. Ρήσεις που λειτουργούν ως αρχικά ερεθίσματα για κάτι που πολύ θα ήθελες να γράψεις.

Διερευνά και ανιχνεύει την υφή και την ουσία της μυθοπλασίας, αλλά και της κριτικής και της θεωρίας της λογοτεχνίας. Αν σιωπηλός αφουγκραστείς τούτες τις ρήσεις, θα μπορέσεις μέσα στη σοφία τους να διεισδύσεις. Οι λέξεις μετρημένες μία προς μία. Όλα σαφή και ξεκάθαρα και έχοντας μια καθολική και διαχρονική ισχύ που γοητεύει και τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες. Μπαίνει ωστόσο, μαζί με τα παραπάνω και η έννοια του σοβαρού παιγνίου, γιατί, “αν η λογοτεχνία δεν είναι παιχνίδι, την έχουμε όλοι πολύ άσχημα”. Τα διαβάσματα ,οι λογοτεχνικές εμπειρίες ,τα αποτελέσματα της πολύχρονης τριβής του Κυριακίδη με την τέχνη του λόγου, φιλτράρονται δημιουργικά και συναντώνται μέσα στο βιβλίο.

Ο πολυσχιδής κύριος Κυριακίδης δηλώνει ότι δεν είναι ποιητής. Λέει χαρακτηριστικά: «Όποιος δεν είναι ποιητής δεν ξέρει γιατί γράφονται ποιήματα. Δεν είμαι ποιητής». Σαν ποιητής μας ταξιδεύει όμως ταξίδι μεγάλο. Aπό τον Πιερ Μενάρ («Ότανξαναδιαβάζουμε ένα βιβλίο το βιβλίο ξαναγράφεται») και τον Ρεμόν Κενώ (Ασκήσεις ύφους) στον μεταφραστή της «Μαντάμ Μποβαρύ», ο οποίος είπε «O Φλωμπέρ είμαι εγώ». Από τον Γκανά, που τον θεωρεί «τον πιο επώνυμο δημοτικό ποιητή μας» και τον Γιάννη Βαρβέρη (Γράφει για την ποιητική συλλογή «Ακυρο θαύμα»: Για πρώτη φορά, ένα ολόκληρο σχεδόν έργο του Γιάννη Βαρβέρη είναι γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο. Η εξήγηση είναι πρόδηλη: εκτός του ότι με τα θαύματα μπορεί και να συμβαίνει ό,τι και με τα εισιτήρια των λεωφορείων (πρέπει να ακυρωθούν για να ισχύουν),ένα θαύμα έχει ανάγκη τον Άλλο, χρειάζεται τη δυσπιστία του για να υπάρξει και την ευπιστία του για να κατακυρωθεί) μέχρι τον Μπόρχες , ο οποίος, «όταν κήρυσσε τη θεμελιώδη οικουμενική ενότητα του λογοτεχνικού έργου, δεν είχε σκοπό να φανεί επιεικής στους λογοκλόπους, αλλά να αποδείξει το ασύστατον του αδικήματος.» Υπάρχει μια διάχυτη πνευματικότητα, αλλά και ποιητικότητα στο όλο εγχείρημα, το οποίο αφορά τόσο τους αναγνώστες όσο και τους ίδιους τους συγγραφείς. Αναγνώστες και συγγραφείς.

Μπορεί να ανήκουν καμιά φορά σε διαφορετικούς κόσμους, μπορεί οι οπτικές τους να διαφέρουν, αλλά έχουν κάτι κοινό να τους συνδέει: την τέχνη του λόγου. Λέξεις- φράσεις κλειδιά του βιβλίου : τέχνη ανάγνωσης, κατανόηση, μετάφραση, μυθοπλασία, δημιουργικότητα, επινόηση, δεύτερη ανάγνωση, μυθοπλασία. To μυαλό όταν μαγευτεί σκαλώνει .Αναζητά τους συσχετισμούς ανάμεσα στα πράγματα. Υπάρχει σχέση ανάμεσα στη μουσική και τη λογοτεχνία; (Kάθε σπουδαίο λογοτεχνικό έργο είναι σαν τη μουσική. Δεν μπορείς να το αφηγηθείς.) Οι ερωτήσεις που προσφέρονται αφήνουν μετέωρες σκέψεις που μπορεί να αποτελούν πιθανές απαντήσεις, μπορεί όμως και να απέχουν παρασάγγας από την αλήθεια.(Μα τί έκανε ο Μπόρχες, ώρες ολόκληρες, κλεισμένος σ’ ένα δωμάτιο με τους αγαπημένους του τίτλους ;/Δηλαδή η λογοτεχνία δεν είναι τέχνη του χρόνου;)

 

b201255b

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top