Fractal

Στη βαριά αδικαίωτη σκιά του Κώστα Κρυστάλλη

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Ευάγγελος Αυδίκος «Οδός Οφθαλμιατρείου», εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 216

 

«Αναζητώ την ψυχή ενός ανθρώπου που ταλαιπωρήθηκε. Που δεν είχε να φάει. Εγώ ο χορτάτος, που είχα την πολυτέλεια να παίξω με την καριέρα μου. Θα μπορέσει άραγε ένας άνθρωπος σαν και μένα να νιώσει τον συγκλονισμό αυτού του νέου;»

Στο καινούργιο του μυθιστόρημα «Οδός Οφθαλμιατρείου», ο καθηγητής Λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και μελετητής του Κώστα Κρυστάλλη, Ευάγγελος Αυδίκος, δίνει φωνή και δικαιώνει τον αδικαίωτο Κώστα Κρυστάλλη.

Ενώνοντας Χρόνο και Τόπο, άλλοτε τριτοπρόσωπα κι άλλοτε πρωτοπρόσωπα, αξιώνει τον ήρωά του ελληνοαμερικανό Χρήστο- Κρυς να συναντά τον συντοπίτη του εκ καταγωγής ποιητή Κώστα Κρυστάλλη. Περπατώντας στους ίδιους δρόμους, στην Οδό Οφθαλμιατρείου όπου υπήρξε το τυπογραφείο στο οποίο εργαζόταν για να βιοπορίζεται ο ποιητής, πρόσκαιρη σωτηρία και τάφο του. Ο ποιητής των βουνών που ήρθε στην Αθήνα κυνηγημένος από την υπό οθωμανική κατοχή Ήπειρο, πέθανε μόλις στα είκοσι έξι του χρόνια από φυματίωση, αρρώστια που επιδεινώθηκε από το αντιμόνιο στο υπόγειο τυπογραφείο.

Κέντρο σύγκλισης, η ανάγκη να βρει τον εαυτό του και να ξεφύγει από έναν ανεπίδοτο έρωτα, ο Χρήστος- Κρυς, να συναντήσει το ταλέντο, να επισημοποιηθεί ως έλληνας και να δικαιωθεί ο ποιητής. Η ποίηση του ίδιου του ποιητή, το κλειδί.

Κι εδώ έγκειται ο λογοτεχνικός άθλος του λογοτέχνη και μελετητή. Εγκιβωτίζοντας στίχους «Παρακαλώ σε, Σταυραετέ για χαμηλώσου λίγο και πάρε με στις φτερούγες σου, πάρε με απάνου στα βουνά, τί θα με φάει ο κάμπος», με δεκάδες διακειμενικές αναφορές [Ζυράννα Ζατέλη, Μιχάλη Γκανά, Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, Λορέντζο Μαβίλη] συνθέτει σαν λυρικό ποίημα τη ζωή του Κρυστάλλη και τα κοινά βήματα των δυο: «Εκεί που κολυμπούσα στους αριθμούς ο Κρυστάλλης μου έδωσε μια άλλη θάλασσα» θα αναγνωρίσει ο Κρυς.

Και απαντώντας στο ερώτημα «Ποιον ενδιαφέρουν αυτά που έγραψε ένας ποιητής εκατόν τριάντα χρόνια πριν, σε μια γωνιά της γης που μόνο πουρνάρια και κακοτράχαλα βουνά έχει για πλούτο της», συνθέτει το πορτρέτο της χώρας μας σε βάθος σχεδόν δυο αιώνων: τα επισφαλή σύνορα, οι αντιζηλίες, οι αδικίες, ο καθημερινός μόχθος, η περιφέρεια και η Αθήνα της εποχής ζωντανεύουν και υπογραμμίζουν τα ανυπέρβλητα εμπόδια που συνάντησε ο ποιητής. «Ήρθα ανυπόδητος στην Αθήνα κουβαλώντας μόνο την ψυχή των βουνών. Την γλώσσα της μάνας μου, της θειας μου και του μπάρμπα μου. Με είπαν σωστό ανθρωπομάγριο. Πώς τάχα ανήκα σε έναν κόσμο που τους αναστάτωσε», δίνει φωνή στον ίδιο τον ποιητή και ζωντανεύει νεράιδες και ξωτικά του βουνού. «Έτσι μ’ έβλεπαν στην πόλη της Αθήνας. Έναν κοκκινολαίμη, που πέταξε απρόσκλητος στην Αθήνα».

 

Ευάγγελος Αυδίκος

 

«Δεν μπορούσα να διανοηθώ πώς ο γιος του Δημήτρη Κρουστάλλη έπρεπε ν’ αποδείξει πως είναι έλληνας», ο μεγάλος καημός του [ενδεχομένως και του ίδιου του Κρυς]: «Κλινικά είπαν πως είμαι ηπειρώτης. Έλιωσα πολλά παπούτσια στο όρος των Ελαιών της γραφειοκρατίας. Κουβαλάω μαζί μου τον Αώο, τον Άραχθο, τον Αχέροντα, τον Καλαμά και τον Λούρο. Είμαι όμως πρόσφυγας. Είσθε, όθεν, Οθωμανός υπήκοος, λεπίδα που ξεσκίζει την ψυχή…. Ετάφην ως Οθωμανός, πρωταγγόνι μου», απευθύνεται στον εκλεκτικό συγγενή του εκ των υστέρων και από τα βάθη του χρόνου ο Ποιητής.

Και ο Ευάγγελος Αυδίκος συνθέτοντας μια δαντελωτή λυρική αφήγηση, ενώνοντας τους Έλληνες «όπου πατρίς», ζωντανεύει μια εποχή, δίνει φωνή και δικαιώνει έναν ποιητή και αποδεικνύει ταυτόχρονα και την λυτρωτική δύναμη της Ποίησής του. Η ποίηση του Κώστα Κρυστάλλη εκατόν τριάντα χρόνια μετά σώζει τον ελληνοαμερικανό Κρυς.

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top