Fractal

Τα χρόνια της αθωότητας

Γράφει η Κατερίνα Παππά // *

 

“Ιστορίες οικογενειακής τρέλας”, διηγήματα της Κατερίνας Ζαρόκωστα, Εκδόσεις Σοκόλη

 

Με τις Ιστορίες οικογενειακής τρέλας η Κατερίνα Ζαρόκωστα καταδύεται στα βαθιά.

Η συλλογή περιλαμβάνει δεκατέσσερα διηγήματα, άλλα μεγαλύτερης και άλλα μικρότερης έκτασης, ταξινομημένα σε τρεις ενότητες: Τα πρώτα χρόνια, η πρώτη που περιλαμβάνει επτά διηγήματα, Αστερίες και ιππόκαμποι, η δεύτερη με δύο διηγήματα και Σαν πουλιά πάνω στο σύρμα, η τελευταία με πέντε διηγήματα.

Και ενώ στην πρώτη παράγραφο της πρώτης ιστορίας νιώθεις να εισέρχεσαι στο ειδυλλιακό περιβάλλον ενός μικρού δρόμου με το μαγικό όνομα «οδός Αστερόπης» όσο συνεχίζεις την ανάγνωση ξετυλίγονται μπροστά σου τυπικές σκηνές της δεκαετίας του ’50 σε ένα αθηναϊκό προάστιο, όπου η αριστοκρατική κυρία  τυλιγμένη στη γούνα της συνυπάρχει με τον ανάπηρο που «μια οβίδα του έφαγε τα πόδια στον πόλεμο» (σελ. 17).  Και φυσικά  πρωτοσυναντάμε την αφηγήτρια ενός χρόνου αγκιστρωμένη στην αγκαλιά της γιαγιάς της να οδηγείται στην εκκλησία για την ευλογία του ιερέα με τη συνοδεία της νεότατης και πανέμορφης μητέρας της .

Στο σπάνιο για την αποκαλυπτικότητά του Το περίσσεμα η αφηγήτρια, νήπιο πια, αντιλαμβανόμενη την ανατομική διαφορά του νεογέννητου αδελφού της από τον εαυτό της  ετοιμάζεται να αποκαταστήσει το σφάλμα της φύσης με ένα ψαλίδι,  μέχρι που η εμφάνιση της μητέρας ανακόπτει τη φοβερή εξέλιξη.

«Τι είναι πιο εύκολο;», σκέφτηκα. «Να κόψεις ένα περίσσεμα ή να περιμένεις να σου φυτρώσει κι εσένα;»

Αποφάσισα πως το πιο εύκολο ήταν να το κόψεις. Έτσι θα γινόταν ο αδερφούλης μου κανονικός άνθρωπος, να μην τον κοροϊδεύουν μεθαύριο τα παιδιά στο σχολείο.

Πήρα το μεγάλο ψαλίδι απ’ το συρτάρι της κουζίνας και προχώρησα αποφασιστικά προς την κούνια. Ξεσκέπασα τον μικρό, άνοιξα το ψαλίδι, αλλά μια τρομερή κραυγή, με σταμάτησε: «Τι κάνεις, κακούργα;»

Η μαμά χυμούσε καταπάνω μου αγριεμένη, χέρια σπαθιά, μάτια μαχαίρια, ως και τα μαλλιά στιλέτα ολάνοιχτα αριστερά δεξιά. (σελ. 20 – 21)

Η μικρούλα προβάλλει τη ζήλια για το νεοφερμένο βρέφος, που θα κλονίσει την κυριαρχία της στην οικογένεια, σε ό,τι το διαφοροποιεί από την ίδια και εκλογικεύει τον φθόνο της. Η κατηγορηματικότητα της απόφασής της είναι τρομακτική. Το  άλλο παιδί είναι   για αυτήν περιττό και θα ήθελε να το  εξαφανίσει.

Στο Μάισεν παρακολουθούμε τις αρχικά μάταιες προσπάθειες του παιδιού να κρατήσει φυλακισμένη μία πεταλούδα που στη συνέχεια εξελίσσονται σε συστηματικό βασανισμό των πολύχρωμων εντόμων. Δεν είναι άμοιρη για αυτήν τη συμπεριφορά η αυστηρή και συγχρόνως άστοχη παρέμβαση της μητέρας. Η ενήλικη φωνή το επιβεβαιώνει:

Ε, είναι ή δεν είναι η οικογένεια η πρώτη σχολή τυραννίας; (σελ. 26)

Πολλά έχει ήδη καταθέσει  για την παιδική σεξουαλικότητα και επιθετικότητα η ψυχανάλυση.  Ενδιαφέρον είναι πώς θίγει τα δύο αυτά θέματα  η συγγραφέας.

Στο ξεκαρδιστικό Το αρχαίο δάχτυλο ο πατέρας της αφηγήτριας θέλοντας να αποδείξει στα παιδιά του την ελληνική τους καταγωγή ξυπολιέται μπροστά στο άγαλμα του Ποσειδώνα του Αρτεμισίου στο Αρχαιολογικό μουσείο αντιπαραβάλλοντας το δάχτυλο του ποδιού του με αυτό του αρχαίου αγάλματος. Ο ίδιος άνθρωπος με την άφιξη του φύλακα εξαφανίζεται τρέχοντας, αφήνοντας μάνα και κόρη να τα βγάλουν πέρα μόνες τους.

Περνώντας από το χαριτωμένο και αξιανάγνωστο Το γεράκι του σπιτιού καταλήγουμε στα Χειροποίητα παπούτσια, μια μικρή σύγχρονη τραγωδία για την άνοδο και πτώση ενός από τους θείους της αφηγήτριας. Στο ίδιο διήγημα η ηρωίδα μαγεμένη από τον ήχο γνωστών ή άγνωστων λέξεων συνειδητοποιεί την έλξη που αισθάνεται για αυτές και  αποφασίζει να συνδέσει τη ζωή της μαζί τους.

Καθώς στροβιλίζονταν στο δωμάτιο φόντια, ψίδια, βάρδουλα, φτερνίδια, φαλτσέτες, τσαγκαροσούβλια, ένιωσα τη γοητεία που ασκούν επάνω μου οι λέξεις, ακόμα και οι άγνωστες, ιδίως αυτές, γιατί με το πρώτο άκουσμα λειτουργεί η υπνωτιστική μαγεία τους, χωρίς να μεσολαβεί ο νους, το νόημα. Ναι, και τότε κατάλαβα, αντιλήφθηκα με όλο μου το είναι ότι αυτό θα ήταν το δικό μου ταξίδι. Με αποσκευές τις λέξεις θα γύριζα τον κόσμο. Κάθε νησί ένα βιβλίο. Κάθε βιβλίο μια Ιθάκη. Βαλίτσες είναι κι οι λέξεις, βαλίτσες με πολύχρωμες ετικέτες απ’ τα λιμάνια, τα βαπόρια, τις πόλεις που οι κάτοχοί τους έχουν επισκεφτεί, είτε ονειρευτεί πως επισκέφτηκαν, ή θα επισκεφτούν στο μέλλον. (σελ. 46)

Και τα επτά διηγήματα της ενότητας απεικονίζουν με σπάνια αμεσότητα αλλά και θαυμαστή οξυδέρκεια την οικογένεια της αφηγήτριας. Εκτός από τη μορφή του μικρού κοριτσιού αναδύονται και εκείνες των γονιών με προεξάρχουσα αυτή του πατέρα. Όσο «δύσκολη» και συχνά αψυχολόγητα αυστηρή παρουσιάζεται η μητέρα τόσο γενναιόδωρη, ευγενική και λαμπρή, παρά τις κάποιες ατέλειες, προβάλλει η μορφή του πατέρα. Και οι δύο μεταφέρουν βιώματα, εμπειρίες, συνήθειες  από την Κωνσταντινούπολη, τον χαμένο παράδεισο, και μπολιάζουν με αυτές τη νέα τους ζωή. Οι φιγούρες του παππού και της γιαγιάς, σωτήριες και κατά τη διάρκεια του βίου τους και μετά τον θάνατό τους  έρχονται και επανέρχονται σε όλα τα αφηγήματα.

 

Κατερίνα Ζαρόκωστα

 

Και στα δύο διηγήματα της δεύτερης ενότητας βυθιζόμαστε στις μνήμες από τα παιδικά  καλοκαίρια της αφηγήτριας στο χωριό, όπου ζούσε ο παππούς. Εκεί κυρίαρχη θέση έχουν η πολυχρωμία των τσιγγάνων, η μαγεία της φύσης, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, αλλά και το παιχνίδι ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία, στην αίσθηση και την ψευδαίσθηση, τη ζωή και τον θάνατο.

Από την τελευταία ενότητα, όταν η αφηγήτρια είναι πλέον ώριμη γυναίκα, συναρπάζει το Εδώ πιο πέρα, ένας ύμνος – θρήνος για το σκυλάκι της με το όνομα Κέζια, όνομα δανεισμένο από το διήγημα της Katherine Mansfield Πρελούδιο με το οποίο στήνεται και μια εκλεκτική συνομιλία.

Στο Το άλμπατρος, μια εκδρομή της ηρωίδας με παρέα στα νεανικά της χρόνια γίνεται η αφορμή για να ταξιδέψει πάλι στον χώρο και τον χρόνο. Από τη Σπιναλόγκα στο χωριό το συνδεδεμένο με τον αγαπημένο παππού και ό,τι εκείνος συμβολίζει, από τον χώρο των λεπρών στο φως, την υγεία και τη ζωντάνια της παιδικής ηλικίας, από τον θάνατο στη ζωή. Αυτό το ταξίδι  άλλοτε  λανθάνει και άλλοτε  προβάλλεται με σαφήνεια στα περισσότερα από τα διηγήματα αυτής της συλλογής.

Η Κατερίνα Ζαρόκωστα με τις Ιστορίες οικογενειακής τρέλας ανατέμνει τα έργα και τις ημέρες μίας νεοελληνικής οικογένειας από τα μέσα του 20ου ως τις αρχές του 21ου αιώνα. Οι αδυναμίες, οι γραφικότητες της συμπεριφοράς, τα ελλείμματα και τα πλεονάσματα αγάπης, οι ασημαντότητες, οι μικρές κακίες, αλλά και η αφοσίωση και οι υπερβάσεις, όταν οι συνθήκες το απαιτούν, του ενός για τον άλλον ξεδιπλώνονται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Λάθη άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο σημαντικά γίνονται’ σε κάποια χωρούν επανορθωτικές κινήσεις, άλλα χάνονται, ωθούνται στο βάθος  και με την πρώτη ευκαιρία επανέρχονται στην επιφάνεια. Υπάρχουν και μυστικά που η οικογένεια καταχωνιάζει και κρατά φυλαγμένα από τη ματιά όσων κινούνται έξω από τους κόλπους της. Η  συγγραφέας βάζει την αφηγήτριά της να γράφει:

Την ίδια στιγμή έμαθα άπαξ και διά παντός τι πάει να πειοικογένεια”. Θα πει omerta, όρκος σιωπής. Θα πει επίσης ρούχο διπλής όψης, μια για τους εντός, άλλη για τους εκτός.» (σελ. 25)

Η συγγραφέας γράφει αγγίζοντας τις μικρές ή μεγάλες  πληγές της ηρωίδας της’ τις φέρνει στο φως και τις ψηλαφεί με ειλικρίνεια αφοπλιστική. Ανήκει στη χορεία των συγγραφέων που με το έργο τους  καταδεικνύουν  ότι η «παιδική αθωότητα» υπήρξε ένας από τους μύθους της ανθρώπινης ιστορίας, ή για την ακρίβεια, ότι συνυπάρχει με την επιθετικότητα, τη ζήλια, την αγριότητα. Η μικρή της ηρωίδα περνάει μπροστά από τα μάτια  των αναγνωστών πιασμένη χέρι χέρι με όλα τα παιδιά της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που άλλο περισσότερο άλλο λιγότερο πληγώθηκαν από το οικογενειακό ή το  κοινωνικό τους περιβάλλον: με  τον Γιωργή του μεγάλου Γεωργίου Βιζυηνού ως τη μικρή Κασσάνδρα της Μαργαρίτας Καραπάνου και  τον Γιάννη Αρχοντή του Γιάννη Ατζακά. Έρχεται να επιβεβαιώσει το γνωστό «Η παιδική μας ηλικία είναι η μόνη μας πατρίδα» του Roland Barthes.

Η Κατερίνα Ζαρόκωστα αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο  με ζωντάνια και αμεσότητα τις ιστορίες της. Η μνήμη και το βίωμα, οι πηγές του υλικού της. Η ρεαλιστική γραφή εναλλάσσεται με σελίδες λυρισμού και ο σύντομος λόγος συχνά παραχωρεί τη θέση του στον μακροπερίοδο. Μεγάλη κατάκτηση της συγγραφέως η εναλλαγή των φωνών. Με σπάνια άνεση περνάει από τη φωνή του νηπίου σε αυτήν της ενήλικης ηρωίδας και το αντίστροφο. Οι φωνές και οι χρόνοι εναλλάσσονται χωρίς να επιβαρύνουν το κείμενο, απεναντίας προσκαλούν τον αναγνώστη  στις διαδρομές που χαράζει η αφηγήτρια. Ακόμη  και στις πιο δύσκολες στιγμές το χιούμορ ξεπροβάλλει με τις ιαματικές του ιδιότητες. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε και στα κοινωνικά σχόλια που ενοικούν στα διηγήματα. Από τα πιο χαριτωμένα και καυστικά  το παρακάτω.

 

 

Και πώς τύχαινε, λέω, εκείνη την ώρα να βγάζει βόλτα τις αλεπούδες της! Δυο υπέροχα ζώα, δεμένα ένα στ’ αριστερό, τ’ άλλο στο δεξί της χέρι, που συγχρόνιζαν σαν εκπαιδευμένοι σκύλοι το βήμα τους με το δικό της. Πάνω κάτω την οδό Αστερόπης να ξεμουδιάσουν τα ζωντανά , ώσπου μ’ ένα ανεπαίσθητο τράβηγμα στο λουρί που τα κρατούσε στη ζωή ξαναγίνονταν ακαριαία κι αδιαμαρτύρητα δυο ρενάρ αρζαντέ στο μπούστο της κυράς τους. (σελ. 16)

Οι Ιστορίες οικογενειακής τρέλας είναι, κατά τη γνώμη μου, η πιο ώριμη συλλογή διηγημάτων της Ζαρόκωστα.  Έχω την αίσθηση ότι κάθε αναγνώστης θα εντοπίσει ή θα ξανασυναντήσει  σε κάποιο από  αυτά  στοιχεία του εαυτού του. Και ταιριάζει εδώ η θέση του Σταύρου Ζουμπουλάκη, όπως τη διατυπώνει σε μία από τις συζητήσεις του με τον Στρατή Μπουρνάζο:

«Η λογοτεχνία δεν μιλάει για τη λογοτεχνία. Μιλάει για τον κόσμο. Ασφαλώς και υπάρχουν σχολές, ρεύματα, τεχνοτροπίες, επιρροές του ενός έργου πάνω στο άλλο, μια ρητή ή υπόρρητη συνομιλία των έργων και ούτω καθεξής. Σημασία όμως έχει το ερώτημα “γιατί διαβάζουμε;” Διαβάζουμε για να τα εντοπίσουμε όλα αυτά ή διαβάζουμε γιατί το έργο έχει κάτι να μας πει για τη ζωή μας; Ανήκω στη δεύτερη πλευρά.» [1]

 

 

[1] ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ  έντεκα συναντήσεις ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ με τον ΣΤΡΑΤΗ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟ  ΠΟΛΙΣ, σελ. 435 – 436

 

 

 

* Η Κατερίνα Παππά γεννήθηκε το 1954 στην Αθήνα όπου και ζει. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Ε.Κ.Π.Α. και εργάστηκε ως φιλόλογος επί τριάντα δύο χρόνια στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Διαβάζει ελληνική και ξένη λογοτεχνία.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top