Fractal

Η Ηθική της Συμφιλίωσης

Γράφει ο Δημήτρης Περοδασκαλάκης //

 

Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου, «Η Συμφιλίωση» Εκδ. Μεταίχμιο 2021

 

Ο Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου, με μακρά διαδρομή στη δημόσια εκπαίδευση και τη λογοτεχνική γραφή, ασκημένος πλέον και στη φόρμα του μυθιστορήματος, καταθέτει από τις εκδόσεις Μεταίχμιο το καινούριο του βιβλίο: Η Συμφιλίωση.

Αρχίζω με τα σήματα του ίδιου του βιβλίου. Υπαινίσσομαι τον τίτλο, την εικόνα και το εσώφυλλο παράθεμα από τον Λειβαδίτη. Δύο ανθρώπινες φιγούρες, εκ των οποίων η μία ανεβαίνει και η άλλη κατεβαίνει μια σκάλα. Αυτή είναι η εικόνα στο εξώφυλλο. Οι δύο άνθρωποι κάποια στιγμή θα συναντηθούν στο ίδιο σκαλοπάτι, αφού η σκάλα είναι κοινή. Έτσι υπο-στηρίζεται εικαστικά ο τίτλος του βιβλίου Η Συμφιλίωση.

Ο όρος συμφιλίωση ασφαλώς αποδίδει μια σχέση, ακριβέστερα την ποιοτική μεταβολή μιας σχέσης, η οποία ήταν εχθρική και κατόπιν γίνεται φιλική. Ποιας σχέσης; Οποιασδήποτε! Ο άνθρωπος ο ίδιος εξάλλου ορίζεται ως σχέση με τον εαυτό του, τους ομόφυλους, ετερόφυλους, ανιόντες, κατιόντες, αλλοδαπούς, ημεδαπούς, αλλοεθνείς, ομοεθνείς, από τη σχέση του εν γένει με τον κόσμο.

Ποια είναι η σχέση με όλα αυτά που μας αφορούν όλους ως υπάρξεις, ως πολίτες, ως συζύγους, ως παιδιά, ως σύνολα κοινωνικά και εθνικά, ως ανθρώπους τελικά; Είναι η σχέση της φιλότητος ή η σχέση του νείκους, της εχθρότητος,  της φιλονικίας; Ή είναι η σχέση και των δύο, για να θυμηθώ τον Εμπεδοκλή που ορίζει έτσι τον κόσμο και τη ζωή μέσα από τη δυναμική της αντίθεσης και της διαλεκτικής; Το βιβλίο ουσιαστικά διερευνά την ποιότητα αυτών των πολυφασματικών σχέσεων, μέσα από την ιστορία που στήνει.

Έρχομαι τώρα στο εσώφυλλο αινιγματικό παράθεμα από τον Λειβαδίτη που ο συγγραφέας προτάσσει ως μότο: «Ό,τι ζήσαμε χάνεται…Όσα δε ζήσαμε αυτά μας ανήκουν». Έτσι μας προετοιμάζει ο Χατζηκωνσταντίνου για την ιστορία του, με αυτήν την παραδοξολογική, για να μην πω ειρωνική ποιητική απόφανση, διότι πώς μας ανήκουν όσα δεν ζήσαμε; Δεν χάνεται επομένως και μας ανήκει ό,τι δεν έχουμε ζήσει.  Διαπιστώσεις, θα έλεγε κανείς πικρές από τη μια, ελπιδοφόρες από την άλλη για όσα δεν έχουμε ακόμη ζήσει σε ένα μέλλον που είναι εκ της φύσεώς του πάντα ανοιχτό. Αν το μέλλον από τη φύση του είναι ανοιχτό, τότε και ο άνθρωπος που έχει πάντα μέλλον (όσο το έχει!) ενέχεται στην ίδια συνθήκη, τη συνθήκη της ανοικτότητας.

Νομίζω ότι έχω φτάσει στο σημείο που θέλω. Η Συμφιλίωση λοιπόν είναι πάντα το πιθανόν μέλλον μιας εχθρικής σχέσης. Αλλά ως γνωστόν μέλλον δεν υπάρχει χωρίς παρελθόν, παρελθόν πρόσφατο και παρελθόν μη πρόσφατο. Η ιστορία λοιπόν του Χατζηκωνσταντίνου για την οποία θα αρχίσω να μιλάω ευθύς αμέσως έχει σχέση και με το πρόσφατο δεκαετίας παρελθόν και παρόν, το οριζόμενο από την μνημονιακή κρίση  θα έλεγα, και με το παρελθόν σε βάθος ογδοηκονταετίας, το οριζόμενο από τον β΄παγκόσμιο. Αυτός είναι ο ορίζοντας του βιβλίου με καμβά και αφορμή μια ιστορία του πολέμου που εκτυλίσσεται στο Μόναχο, την Αθήνα και την Κρήτη, μέσα από την αναληπτική αφήγηση του παρόντος της σύγχρονης μνημονιακής Ελλάδας που τρώει τα παιδιά της και αρκετά από αυτά τα παρώθησε στο εξωτερικό και δη εκ νέου στη Γερμανία.

Έρχομαι στην ιστορία:

Ο έλληνας γιατρός Ορέστης Ιωάννου αποφασίζει στα χρόνια της κρίσης να αναζητήσει την τύχη του στη Γερμανία. Πηγαίνει στο Μόναχο, όπου θα συναντηθεί για συνέντευξη με τον διευθυντή της πανεπιστημιακής κλινικής και πανεπιστημιακό ιατρό Κλάους Χάινριχ. Το κοινό πάθος και των δύο που είναι εκτός από την επιστήμη τους και η τέχνη της φωτογραφίας θα οδηγήσει τους δύο γιατρούς σε συγκλονιστικές αλληλοαποκαλύψεις, για να αποδειχθεί τελικώς ότι ο παππούς του Ιωάννου και ο πατέρας του Χάινριχ  ο Όττο συνυπήρξαν στο παν/ μιο ως συμφοιτητές και μέλη της αντιναζιστικής οργάνωσης Το Λευκό Ρόδο. Ο πόλεμος φέρνει στην οπισθοχώρηση του γερμανικού μετώπου τον Όττο στην Ελλάδα, όπου αναζητεί τον παππού του Ορέστη. Δεν θα αποκαλύψουμε όλη την ιστορία και το φοβερό μυστικό που κρύβεται για εβδομήντα και πλέον χρόνια.

Αυτή είναι η κύρια ιστορία που στήνεται αριστοτεχνικά από τον Χατζηκωνσταντίνου και παραπληρώνεται από τους κύκλους άλλων ιστοριών εν τινι τρόπω ομόλογων προς την κεντρική:

  Ο συνταξιδιώτης του Ορέστη Ιωάννου προς το Μόναχο και μετέπειτα φίλος του, Ιωάννης Παπαδάκης, κρητικός την καταγωγή , δικηγόρος, μετανάστης 2ης γενιάς, μόνιμος κάτοικος Γερμανίας, έχει τη δική του ιστορία, η οποία συμπλέκεται με την ιστορία ενός άλλου γερμανού, δημοσιογράφου για το μεταναστευτικό ρεύμα στη μεταπολεμική Γερμανία, του Χέρμπερτ, που έρχεται σε ταξίδι του στην Κρήτη και «ξεναγείται» στις ωμότητες των συμπατριωτών του και του στρατιώτη πατέρα του, συλλέγει υλικό και εκδίδει το βιβλίο «Όσα θέλουμε να ξεχάσουμε».

 

Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου

 

Η πρωταρχική ύλη λοιπόν σκιωδώς, η ραχοκοκαλιά του βιβλίου είναι αυτή. Το ενδιαφέρον ωστόσο, όπως συμβαίνει στη λογοτεχνία, δεν είναι μόνον το τι ιστορείται αλλά κυρίως το πώς. Και ο Χατζηκωνσταντίνου δείχνει και εδώ τις αρετές του. Φαντασία, αφηγηματική ροή, κλίμα εποχής, αληθοφάνεια, απλότητα χωρίς ακκισμούς στη γλώσσα, κινηματογραφική τεχνική στις σκηνές, συγγραφικά τρυκ για να προωθηθεί η δράση και να δέσουν οι συμπτώσεις, δουλεμένοι χαρακτήρες, συζήτηση για το παρελθόν μέσα από το παρόν, σημαδιακά ονόματα με υψηλούς συμβολισμούς και κλείσιμο του ματιού στον αναγνώστη. Για παράδειγμα: Με το που ξεκινάει το βιβλίο στο πρώτο κεφ. το όνομα που φιγουράρει είναι το όνομα Ορέστης. Ο επαρκής αναγνώστης αντιλαμβάνεται αμέσως τη μαγνητική έλξη του γνωστού μύθου της αισχύλειας Ορέστειας και τα νοηματικά σήματα που αυτό το όνομα και αυτός ο μύθος εκπέμπει, για να μην αναφερθώ στη σύζυγο του Ορέστη με το όνομα Αντιγόνη, η οποία παρά το όνομά της είναι ένας από τους ελάσσονες χαρακτήρες, με έντονη μάλιστα την απομυθοποίησή της από τον συγγραφέα με την ανάλωσή της στο διαζύγιο από τον άνδρα της. Δεν θα μπορούσα να προσπεράσω επίσης το προσφιλές πλέον για τους Έλληνες από τον καιρό της κατάκτησης του Euro όνομα Όττο με όλους τους πηγαίους συνειρμούς που αυτό δημιουργεί.

Στήνεται λοιπόν μια ιστορία με ισχυρούς συμβολισμούς και φορτία που συμποσούνται στον όρο Συμφιλίωση. Η μεγάλη εικόνα στο βιβλίο συγκροτείται από τους ιστορικούς όρους του τραυματικού γεγονότος του β΄παγκοσμίου που αιματοκύλισε την ανθρωπότητα ωθώντας τον γερμανό φιλόσοφο Αντόρνο να πει την περίφημη ρήση ότι είναι βάρβαρο μετά το Άουσβιτς να γράψει κανείς ποιήματα και τον μεγάλο ποιητή Paul Celan να γράψει ότι ο θάνατος είναι ένας μάστορας που έρχεται από τη Γερμανία, ωστόσο η στόχευση του βιβλίου είναι διαφορετική. Η μεγάλη εικόνα προβάλλεται, αλλά πάνω σε αυτήν προβάλλεται επίσης η ανάγκη, οι άνθρωποι στη μικροκλίμακά τους ως ατομικές οντότητες και ως κοινωνικά και εθνικά σύνολα να βρίσκουν έναν τρόπο κοινού βηματισμού, κοινού αναστοχασμού που δεν επιτρέπει ασφαλώς τη λήθη των γεγονότων ούτε όμως διαιωνίζει τη σύγκρουση στις σχέσεις. Ο Χατζηκωνσταντίνου με τη γραφή του στήνει αυτή τη διόπτρα. Η συμφιλίωση με τα προσωπικά μας γεγονότα, μια και το βιβλίο παραπλεύρως δίνει χώρο σε διαζύγια και σε διασαλευμένες προσωπικές και οικογενειακές σχέσεις, αλλά και με γεγονότα που υπερβαίνουν την ατομική μας εμπειρία και αφορούν στη συλλογική μνήμη, είναι ασφαλώς δύσκολο ζητούμενο, γιατί το φορτίο είναι βαρύ και διότι απαιτείται διπλή κίνηση, η κίνηση δηλαδή και του άλλου, μόνον που ο πρώτος άλλος είναι πάντα ο εαυτός μας, αυτή η πιο επικίνδυνη ύλη που ο καθένας μας φέρει ανά πάσα ώρα και στιγμή.

Αυτήν ακριβώς την εκρηκτική ύλη μέσα από εθνικές και ατομικές τραυματικές εμπειρίες κάνει πεδίο αναφοράς ο Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου. Αυτό το αρχέγονο συμφιλείν της αρχαίας εκείνης Αντιγόνης έναντι του προσώρας πλεονάζοντος συνέχθειν. Υπό την έννοια αυτή η Λογοτεχνία θέτει ως ζητούμενα αυτά που η Ιστορία κακοποίησε και εξακολουθεί να κακοποιεί. Και καλώς τα θέτει η Λογοτεχνία. Μένει ασφαλώς το πιο δύσκολο, να τα γράψει και να τα υπογράψει επιτέλους και η Πραγματικότητα. Ωστόσο, ας τα γράφει, ας τα προτείνει και ας τα φωτίζει η Λογοτεχνία.

 

 

* Το κείμενο διαβάστηκε στη βιβλιοπαρουσίαση που έγινε στις 3/12/2021 στο καφέ Μαρίνα στο Ηράκλειο Κρήτης.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top