Fractal

«Η ποίηση ως αντίβαρο στην ζοφερή κατάσταση της αλλοτρίωσης που μας διαβρώνει»

Γράφει η Δάφνη Μαρία Γκυ-Βουβάλη //

 

Γιώργος Βέης «Για την ποιητική γραφή: δοκιμίων σύνοψις». Εκδ. Ύψιλον

 

Είναι γνωστό πως ποίηση και δοκιμιακή γραφή ξετυλίγουν, για τον πρέσβη επί τιμή και ποιητή Γιώργο Βέη, δρόμους παράλληλους. Και μέσα σ’ αυτούς τους δρόμους, ανευρίσκει κανείς έργα του, μεστά σπάνιου από κάθε άποψη πλούτου και γοητείας. Τρανή απόδειξη το τελευταίο βιβλίο του, μια πολύτιμη συλλογή δοκιμίων «περί ποιήσεως», για να χρησιμοποιήσουμε μια προσφυή αρχαιοπρεπή έκφραση, το οποίο τιτλοφορείται «Για την ποιητική γραφή: Δοκιμίων σύνοψις», και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ύψιλον.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που το συναπαρτίζουν δώδεκα ρωμαλέα   κείμενα, βγαλμένα μέσα από την ψυχή και την γραφίδα ενός από τους κορυφαίους ποιητές της σύγχρονης Ελλάδας, τα οποία έχουν δημοσιευτεί  κατά καιρούς σε διάφορα ηλεκτρονικά και μη λογοτεχνικά περιοδικά. Τα κείμενα αυτά αγκαλιάζουν και πραγματεύονται καίρια ζητήματα και ερωτήματα αναφορικά με την ποίηση και την ποιητική τέχνη, και ανάγονται σε πολύτιμο πνευματικό οδηγό για κάθε φιλόκαλο και φιλομαθή αναγνώστη, και προφανώς για κάθε ποιητή.

Η προσωπική πεποίθηση του συγγραφέα σχετικά με την λειτουργία και την προσφορά της ποίησης σήμερα, στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, αλλά  και πάντα στην ανθρωπότητα, μοιάζει με παράθυρο ανοιχτό, από το οποίο πλημμυρίζει με οξυγόνο το δωμάτιο της ύπαρξής μας. Την πεποίθηση αυτή διακηρύσσει ο ίδιος αναφανδόν, από το πρώτο κιόλας κείμενο των δοκιμίων του: «Στην εξαιρετικά δίσημη αυτή χρονική συγκυρία, όπου ο κόσμος, ηλεκτρονικά τουλάχιστον, συρρικνώνεται, γίνεται ένα δυναμικό χωριό επικοινωνίας, η ποίηση αναλαμβάνει, ως εκ των πραγμάτων, το πρόσθετο βάρος να μεγαλώσει αντίθετα τον κόσμο, να τον διευρύνει εννοιολογικά, να του δώσει εντέλει την ορθή του διάσταση, δρώντας ως το κατεξοχήν αντίβαρο στη μονοδιάστατη αγωγή των προσώπων ή των α-προσώπων.», γράφει στις σελίδες 10-11, στο κεφάλαιο ‘Η ποιητική προοπτική’.

Και συνεχίζει: «Είμαι πεπεισμένος ότι όσο ο κόσμος θα δείχνει απερίφραστα ότι διακατέχεται από τάσεις αυτοκαταστροφής, τόσο ανάστροφα θα δρα η ποίηση, ως τάση, δηλαδή, συντήρησης και επιβίωσης και αφαλκίδευτης αυτοεπιβεβαίωσης του ανθρώπινου παράγοντα, που επιμένει να αντιστρατεύεται στον εξανδραποδισμό του».

Προς επίρρωσιν μάλιστα αυτών των λόγων, έρχεται και το σονέτο, το οποίο προπορεύεται της δοκιμιακής περιήγησης του Βέη, και το οποίο φέρει τον τίτλο-ορισμό «Ars Poetica”, από την ποιητική συλλογή του «Ν όπως Νοσταλγία». Η ανάγνωσή του, ομολογουμένως, μου έφερε στο νου έναν ζωγραφικό πίνακα, ζωντανό, δυναμικό, γεμάτο από σημαίνουσες λέξεις–κλειδιά, χρώματα και νοήματα, ο οποίος μας καταδεικνύει τι είναι η ποίηση για τον γράφοντα. Σταχυολογώ τους στίχους που με άγγιξαν περισσότερο:

 

«σου μένει μόνο να μάθεις, ει δυνατόν, απόψε

για τη δόξα, όχι την εφήμερη ίσκιων και παθών

 

των ανθρώπων, αλλά για εκείνη της πανσελήνου

ιδίως του Σεπτέμβρη στα κλαδιά της καμφοράς

μπλεγμένη κι απελεύθερη, ακίνητη, άφαντη

 

ξαφνικά μέσα στην κόμη του χρόνου, ένα παιχνίδι

ομορφιάς, είδωλο κι αλήθεια μαζί, καλειδοσκό-

πιο δέους των πρωτόγονων φυλών, ένα βλέμμα μου».

 

Θα ’λεγε κανείς ότι ολόκληρο το περιεχόμενο των δοκιμίων που έπονται, αποτελεί αναλυτική παρουσίαση αυτού του ποιήματος. Η άφθαστη πένα του Βέη ‘κεντά’ όπως πάντα σε κάθε ένα από τα κείμενά του, από όλες τις απόψεις: γλωσσική, νοηματική και γνωσιακή. Τα θέματα που πραγματεύονται τα κείμενα είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα, και το απίστευτο φάσμα των γνώσεων του συγγραφέα αποδιπλώνεται, μαζί με τις απόψεις του, με ενάργεια, οξυδέρκεια και χάρη μέσα από ακατάπαυστες παραπομπές του σε λόγους και κείμενα μεγάλων ανδρών της ανθρωπότητας, Ελλήνων και ξένων, από τον χώρο της λογοτεχνίας και όχι μόνο.

Ανάμεσα στα ζητήματα που τον απασχολούν και τα οποία επισημαίνει με δυναμισμό, είναι και η ποίηση ως αντίβαρο στην ζοφερή κατάσταση της αλλοτρίωσης που μας διαβρώνει στις μέρες μας (γράφει εμβληματικά στη σελίδα 14, στο κεφάλαιο ‘Εστίες της ποιητικής γραφής σήμερα’: «Αντί άλλων ορισμών και επεξηγήσεων: η ποιητική γραφή ως μηχανή ηθικής… Το παν: η καθημερινή άσκηση αποτύπωσης, η γυμναστική των λέξεων, η αγωγή του ύφους. Όχι η σύμβαση της τρέχουσας συνθήκης, αλλά η αντίσταση στην αλλοτρίωση, στη δήθεν εξομάλυνση, την οποία μια επιθετική κανονικότητα επικαλείται ασυστόλως»).

Της προσοχής του δεν διαφεύγει επίσης η πληθώρα των νέων ποιητών που εμφανίζονται σήμερα, γεγονός, κατά την άποψή μας, τόσο θετικό, όσο και αρνητικό: το θετικό αντικατοπτρίζεται στην ενδεχομένως αυξημένη ευαισθησία των φερέλπιδων ποιητών, (εφόσον η ποίηση συνεπάγεται ευαισθησία), αλλά το αρνητικό εντοπίζεται στο χαμηλό επίπεδο έκφρασης και τον μιμητισμό σπουδαίων ποιητικών μορφών. Γράφει ο Βέης πολύ χαρακτηριστικά, στη σελίδα 16, πάλι στο κεφάλαιο ‘Εστίες της ποιητικής γραφής σήμερα’: «Οι δε λεγόμενες συλλογές των αμετανόητων ματαιόδοξων, δηλαδή των φανατικών οπαδών της λεγόμενης ‘vanity press’, εμφανίστηκαν και φέτος. Δεν πρωτοτυπούν. Μηρυκάζουν ασυστόλως φέρ’ ειπείν, τον Τάσο Λειβαδίτη, τον Γιάννη Ρίτσο, τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Γιώργο Σεφέρη και την Κική Δημουλά».

 

Γιώργος Βέης

 

Φυσικά, πάντα υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Έτσι, από τη συγκεκριμένη ‘μόδα’ εξαιρούνται οι χαρισματικές εκείνες νέες ποιητικές φωνές, οι οποίες φιλοδοξούν να διαδεχθούν επάξια τις προηγούμενες, μεγάλες από πνευματικής απόψεως γενιές, εμφυσώντας στην πανάρχαια ποιητική παράδοση της Ελλάδας νέες «ανάσες οξυγόνου», και αυτό το επισημαίνει επίσης ο Γιώργος Βέης.

Σε κάθε περίπτωση, ο φιλομαθής αναγνώστης θα πληροφορηθεί μέσα από το βιβλίο ποια είναι η προοπτική της ποιητικής τέχνης σήμερα, ποια είναι η σχέση ποίησης-χρόνου, ποίησης–ιστορίας και ποίησης–φιλοσοφίας, και πολλά άλλα, όλα μέσα από αποφασιστικής σημασίας, βαθυστόχαστες παρατηρήσεις και εμπεριστατωμένες αναλύσεις του συγγραφέα.

Σταχυολογώ και πάλι, αυτή τη φορά από την σελίδα 71 του κεφαλαίου ‘Ποίηση και φιλοσοφία», ένα καίριο παράδειγμα: «Αναμφίβολα, ως εξ ορμεμφύτου, η ποίηση θα εξακολουθεί να ενεργεί παλίντροπα – από τη μια θα την έλκει και θα την ελκύει ο πόλος του πραγματικού και ό,τι αυτό μπορεί ενδεχομένως να σημαίνει, και από την άλλη, θα τη διεγείρει το φαντασιακό με όλη τη δυναμική του». Μια διαπίστωση και αφορισμός μαζί.

Εξίσου σημαντικό προβάλλει και το γεγονός, ότι ολόκληρο το βιβλίο είναι αφιερωμένο με ευγένεια ψυχής σε φίλους – συνοδοιπόρους του Βέη στους θαυμαστούς δρόμους της ελληνικής διανόησης, της ποίησης και της λογοτεχνίας γενικότερα, ενώ υπάρχουν και τρία δοκίμια αφιερωμένα στην ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, της Ελένης Βακαλό και της Μαρίας Κυρτζάκη.

Ο Γιώργος Βέης γνωρίζει πώς να παντρεύει αριστοτεχνικά την συναισθηματική πλαστικότητα του ποιητή με την στέρεη, προσγειωμένη και πολυσχιδή δοκιμιακή σκέψη και γλώσσα του διανοούμενου, και το βιβλίο του «Για την ποιητική γραφή: δοκιμίων σύνοψις», είναι ένα κομψοτεχνικό απαύγασμα αυτής της σκέψης και της γλώσσας. Άποψή μας, ότι δεν πρέπει να απουσιάζει από καμιά βιβλιοθήκη.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top