Fractal

Βιωματική Λογοτεχνία

Γράφει η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη //

 

Ελένη Εφραιμίδου, “Γκέρα”, διηγήματα, εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2020

 

Η Ελένη Εφραιμίδου ποιήτρια και πεζογράφος από την Ξάνθη, στο τελευταίο βιβλίο της «Γκέρα», εκδόσεις Σαιξπηρικόν, πήρε συνεντεύξεις από συντοπίτες της, τους αφουγκράστηκε καταγράφοντας βιωματικές μαρτυρίες τους και τις μετασχημάτισε σε λογοτεχνία. Στη συλλογή διηγημάτων «Γκέρα», η συγγραφέας με γλαφυρό και παλλόμενο λόγο, με ποιητικές αποχρώσεις και  αντιπολεμική θέαση, κάνοντας χρήση άλλοτε του θρακιώτικου κι άλλοτε του ποντιακού ιδιώματος, άλλοτε σε τριτοπρόσωπη και άλλοτε σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, αναβιώνει τη βουλγαρική  κατοχή, τη δίνη του πολέμου, του κατατρεγμού, την απώλεια της ελευθερίας, των νοικοκυριών και του μόχθου των ανθρώπων, της πείνας, της αιχμαλωσίας, του θανάτου και του αγώνα επιβίωσης.

Και πώς αμύνεται ο ανθρώπινος ψυχισμός κάτω από την βίαιη μπότα του κατακτητή; Ένας τρόπος, πέρα από την οργανωμένη αντίσταση, είναι οι ενύπνιες αντιδράσεις εκδραμάτισης και εκτόνωσης της οδύνης και του θυμού. Άλλοτε με ονειρικά ποθητά τοπία και άλλοτε επιτιθέμενος, στο όνειρο έστω, τον ανάλγητο κατακτητή. Στο ομώνυμο διήγημα, από το οποίο και ο τίτλος του βιβλίου, η Αγλαΐα πετροβολούσε στον ύπνο της τους Βουλγάρους κατακτητές, που αλλοίωναν την ομορφιά του κόσμου κι απειλούσαν τις ζωές τους. Όπως στο πατροπαράδοτο παιχνίδι από τα Άβδηρα, τη μακρινή πατρίδα, όπου εκσφενδόνιζαν πέτρες σε υποτιθέμενο εχθρό. Άλλοτε πάλι κατέφευγε στη φαντασία φορώντας τα κριμένα φτερά της και σιωπώντας με υπομονή και εγκαρτέρηση πετύχαινε να νικήσει τον κατακτητή, γιατί  «… ο πόλεμος είναι αρένα και όποιος μπορεί να σωθεί είναι ο νικητής», όπως λέει η Αγλαΐα, σελ. 122. Έτσι και στο διήγημα «Τρούντοβ βόινικ (φαντάρος εργασίας)» διαβάζουμε για τη πολύπαθη ιστορία του αιχμάλωτου Παύλου του πόντιου πρόσφυγα, που δραπέτευσε από τα κάτεργα της Βουλγαρίας. Στον αγώνα του για να σωθεί είχε συμπαραστάτη του το ποτάμι, που τον έκρυβε στα παγωμένα νερά του και τον προφύλαγε από τις ριπές των κατακτητών. Η άγρυπνη μορφή της μάνας τον ενθάρρυνε και τον εμψύχωνε ενύπνια ή σαν σε όραμα. Ιδιαίτερα τις στιγμές που οι δυνάμεις του  καταπτοημένου ψυχισμού και του πληγωμένου σώματος στέρευαν: «Σου φτάνει ο θάνατος του ξαναείπε εκείνη. Σου φτάνει; κι άρπαξε με τα χέρια της τα μαλλιά του. Τον τράβηξε. Τίναξε εκείνος τα πόδια, τα κτύπησε με δύναμη στο βυθό, σπαρτάρισε το νερό γύρω του, τον σήκωσε», σελ. 132. Στον αγώνα του για την επιστροφή στον τόπο του τον συνέτρεξαν, κρύβοντας τον, πόντιοι συμπατριώτες. «Αγνά κι αγνέρ εφάισεν με (αγνά με την ψυχή σας με φιλοξενήσατε)», θα τους πει αποχαιρετώντας τους μ’ ευγνωμοσύνη, σελ. 134. Ο Παύλος που για χρόνια μετά στα όνειρά του κολυμπούσε.

Στο «Γκέρα», μέσα από τις 28 συναρπαστικές αφηγήσεις, η Ελένη Εφραιμίδου περιγράφει τις τραυματικές συνθήκες των κατοίκων του τόπου της, της Θράκης κατά την βουλγαρική κατοχή του ’41, αλλά και κατά τον εμφύλιο. Αναφορές στον εμφύλιο γίνονται στα τελευταία διηγήματα του βιβλίου, όπου οι ήρωες σκιαγραφούν με μελανές αποχρώσεις τους αντάρτες και εκφράζουν κάπως  μονομερώς την οδύνη τους για τον άδικο και αδικαιολόγητο αδελφοκτόνο σπαραγμό. Στο  «Σβούρα» πχ αναφέρεται: «Έρχονταν τα βράδια για να κοιμηθούν, γιατί κατέβαιναν τη νύχτα οι αντάρτες απ’ το βουνό και τους έπαιρναν» και πιο κάτω  «Πολλά κάρα ανατινάσσονταν στα χωριά, γιατί οι αντάρτες έβαζαν βόμβες στα χωράφια και στους χωματόδρομους», σελ. 179, ενώ η αφηγήτρια τελειώνει με τα ακόλουθα: «Αργότερα κατάλαβα. Αδελφός σκότωνε αδελφό. Άδικα έφευγε ο κόσμος. Διχασμός και τι έγινε; Όλοι ένα έγιναν πάλι. Σβούρα.», σ. 180.  Στο διήγημα  «Ευρύκλεια» η ηρωίδα εκφράζει τον συσσωρευμένο θυμό και το μένος της προς τον αντάρτη σύζυγο αποκαλώντας τον “σκύλο”, αρνούμενη να δεχτεί τη σορό του για να τον ενταφιάσει στον τόπο του, επειδή, πιστός στα ιδεώδη του και αρνούμενος να συμβιβαστεί υπογράφοντας, την είχε αφήσει να την ανατροφή των παιδιών τους. Λέει η Ευρύκλεια κυριευμένη από αισθήματα πόνου και οργής, προδοσίας και αβοηθησίας: «Και πήγε. Αυτό ήταν. Δεν τον ξαναείδα. Το ‘φαγε το κεφάλι τ’ Ελενειώ μ’. Εκεί άφκε το κοκαλάκι τ’, στη Γιούρα. Να τον εφέρνε λέει εδώ. Όοοοχι! Τί να τον κάνω τώρα εγώ; Εγώ ‘μαι μια πατρίδα προδομέν’. Εκεί να μειν’! Εκεί είναι η πατρίδατ’!», σελ. 184. Η Ευρυδίκη ως μια αρχετυπική μορφή προάσπισης της ζωής πρωτίστως και πάνω απ’ όλα, μέσα από τη σκληρή και ανάλγητη άρνηση της ταφής του συζύγου της, αδιαφορώντας για την ύβρη σε σχέση με τον ενταφιασμό του νεκρού, φαίνεται να απορρίπτει και να καταδικάζει άκριτα τον αγώνα των ανταρτών και τα ιδεώδη τους, αδιαφορώντας για τις όποιες συνθήκες που τους εξώθησαν στο εμφύλιο σπαραγμό. Κατά την εκτίμησή μας το «Γκέρα» αποτελεί μια αντιπολεμική μαρτυρία, η οποία διαπνέεται από την βασική αξία της προάσπισης και διασφάλισης της ζωής πρωτίστως και πάνω από όλα, αφήνοντας ανοιχτό το όποιο ηθικό διακύβευμα αυτής της στάσης. Ίσως γι’ αυτό η Εφραιμίδου ανοίγει τη συλλογή διηγημάτων με την προ κατοχική αφήγηση «Το στοιχειό», όπου διαδραματίζεται ένα φονικό “δια ασήμαντον αφορμήν”. Σ’ αυτό το διήγημα η Εφραιμίδου καθηλώνει τον αναγνώστη με την περιγραφή της οικογενειακής συνθήκης ανέχειας, τις ενδοψυχικές ματαιώσεις, την διαπροσωπική ατμόσφαιρα και την πρόκληση, όπου ο Θοδωρής φονεύει τον κουνιάδο του για μια μεσοτοιχιά. «Ύψωσε το χέρι και μαχαίρωσε την άβυσσο την άδικη, τη λαίμαργη, τη μαύρη. Άστραψε κι ο σουγιάς κάτω απ’ τον ήλιο κι έπεσε μ’ ορμή μια, δυο, τρεις φορές στο στήθος, στο στομάχι, στα πλευρά του Μόδεστου.», σελ. 17.

 

Ελένη Εφραιμίδου

 

Στο  «Γκέρα» η  Ελένη Εφραιμίδου  καταθέτει ένα ενδιαφέρον λογοτεχνικό ανάγνωσμα, αλλά και μια ιστορική μαρτυρία για τον τόπο της και τους ανθρώπους της. Δυστυχώς οι  μαρτυρίες σχετικά με τους απλούς ανθρώπους και τους λαούς απουσιάζουν συνήθως από τις επίσημες ιστορικές καταγραφές, εκτός από κάποιες φωτισμένες εξαιρέσεις βέβαια, όπως αυτή του Χάουαρντ Ζιν, του ιστορικού του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών.

 

 

 

* Η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη είναι κλινικός ψυχολόγος (Msc) και μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων (ΣΕΨ), του The Uppsala University Alumni Network, της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ) και Karin Boye Sällskapet. Εξέδωσε τέσσερις ποιητικές συλλογές, ένα βιβλίο μετάφρασης σουηδικής ποίησης και μια συλλογή διηγημάτων. Ποιήματα και διηγήματά της συμπεριλαμβάνονται σε ανθολογίες και συλλογικές εκδόσεις και μεταφράστηκαν στα αγγλικά, σουηδικά, γερμανικά, ιταλικά και βουλγαρικά.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top