Fractal

«Έλλειψη» είναι η λέξη-κλειδί

Γράφει η Χλόη Κουτσουμπέλη //

 

Μυθιστόρημα “Ο φταίχτης”, Εύα Μ. Μαθιουδάκη & Κωστής Σχιζάκης, Εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 272

Εύα Μ. Μαθιουδάκη και Κωστής Σχιζάκης «Ο Φταίχτης», μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη 2019

 

Μπορεί να εντοπίσει κάποιος την ουσία αυτού του σκοτεινού μυθιστορήματος στην αρχή του όπου υπάρχει ως προμετωπίδα και στις τελευταίες σειρές του τέλους του. Η βροχή είναι που καθαγιάζει, εξαγνίζει, συγχωρεί, λυτρώνει. Αυτή είναι και η μόνη δικαίωση των τραγικών ηρώων του μυθιστορήματος που στο τέλος πεθαίνουν αδικαίωτοι.

Μέσα από το σκηνικό προηγούμενων δεκαετιών και ιδίως της δεκαετίας του εβδομήντα στην Ελλάδα αναδύεται η ανθρώπινη κατάσταση, μία πολυπρισματική, ψυχολογική τοιχογραφία ανθρώπων που νοσούν ψυχικά. Οι βασικοί χαρακτήρες αυτού του μυθιστορήματος :

Η μητέρα η Ωραία Ελένη νοσεί γιατί η φαλλοκρατική κοινωνία της έχει στερήσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, γιατί έχει βιαστεί και καταπιεστεί σε έναν γάμο χωρίς έρωτα, γιατί την συνθλίβει η κυρίαρχη άποψη της κοινωνίας για τις γυναίκες. Χωρίς αγάπη η ίδια, αδυνατεί να δώσει αγάπη. Διαρρηγμένες ανθρώπινες σχέσεις, ο κύκλος της αποστασιοποίησης καθώς διαιωνίζεται από τους γεννήτορες στους επιγόνους. Ζει, έξω από τον γάμο, έναν αιμομικτικό έρωτα με έναν άντρα ο οποίος έχει συγκεχυμένη φυλετική ταυτότητα. Έναν έρωτα που τελικά δεν θα τον ζήσει ποτέ ολόκληρο.

Ο Παναγιώτης, ο αιώνιος γιος, είτε ως Άμλετ ερωτευμένος με την μητέρα που παντρεύεται τον αδελφό του Βασιλιά, είτε ως Οιδίποδας ερωτευμένος με την μητέρα του, είτε ως Πινόκιο Ξύλινο αγόρι που αναζητά τον Τζεπέτο, τον πατέρα του, διαλέγεται σε όλη του την ζωή με έναν πατέρα απόντα, έναν πατέρα φάντασμα και αγαπά μία γυναίκα απόμακρη, την μητέρα του. Η απουσία του πατέρα είναι η πρώτη του έλλειψη. Η εντελώς διαταραγμένη σχέση με την ψυχρή, αποστασιοποιημένη μητέρα του, μία σχέση αγάπης μίσους που θα καθορίσει όλη του την ζωή η δεύτερη βασική έλλειψη. Η έλλειψη μητρικής αγάπης. Αυτή η ανεπάρκεια- αναπηρία θα καθορίσει όλη του την ζωή. Ο βιασμός στο αναμορφωτήριο, η δύσκολη θητεία στον στρατό, το ξεφούσκωμα κάθε μικρού του ονείρου, το σαθρό κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο κινείται, η φτώχεια, η μιζέρια αλλά και η απουσία κάθε ιδανικού, είναι παράγοντες που με την σειρά τους θα επιτείνουν την ψυχική του νόσο. Η χρήση των ναρκωτικών, η επίγνωση των μοιραίων ερωτικών σχέσεων της μητέρας του τόσο αυτή η αιμομικτική που καρπός της θα είναι η αδελφή του, όσο και η συμφεροντολογική με τον καφετζή Μενέλαο θα τον κάνουν να ξεσπάσει στην δική του γυναίκα τη Χριστίνα, θα γίνει από θύμα θύτης και θα την καταστήσει παθητικά ανάπηρη σε καροτσάκι, συμβολικά και πραγματικά μια και ως απόρροια του Οιδιπόδειου Συμπλέγματος που τον διακατέχει, ποτέ δεν μπόρεσε να συνδεθεί πραγματικά μαζί της και ούτε έπαιξε αυτή ποτέ ενεργό ρόλο στη ζωή του.

Και ο δεύτερος γιος ο Σωτήρης νοσεί. Σκοτεινός και αυτός και αποστασιοποιημένος, αντικαθιστά την ανάγκη για αγάπη με την ανάγκη για χρήματα. Θα γίνει κουρέας και λαθρέμπορος ηλεκτρικών ειδών. Τελικά, τα δύο αδέλφια ανοίγουν μία αντιπροσωπεία αυτοκινήτων που θα λήξει όμως άδοξα, όπως και όλα τα σχέδια και τα όνειρα που κάνουν οι μικροί άνθρωποι μέσα στην φούσκα της συμφεροντολογικής μικροαστικής ζωής τους.

Και το περιβάλλον που αποτελεί το κοινωνικό υπόβαθρο νοσεί. Mετανάστευση, αστυφιλία, ανοικοδόμηση, αντιπαροχές, απατεωνίες, παρασκηνιακές συμφωνίες, κομπίνες, λαθρεμπόριο, ο αγώνας της εργατικής τάξης για ένα μεροκάματο, για ένα καλύτερο αυτοκίνητο, για ένα καλύτερο σπίτι, φτώχεια, Δικτατορία, καταπίεση, χαφιέδες, οι μεν και οι δε, οι παράγοντες και οι δοσίλογοι, δημοκρατία, βόλεμα, και πάλι κομπίνες, πολίτες φιλοτομαριστές, αεριτζήδες. Το τέλος της μικρής μας πόλης. Ο μικροαστισμός, η αδιαφορία, ο ζαμανφουτισμός. Ο εσωτερικός χρόνος του μυθιστορήματος εξελίσσεται την δεκαετία του εβδομήντα στην Ελλάδα και τελειώνει το 1982. Η ζωή της οικογένειας Σπανού κυλάει στις ράγες αυτού του ίδιου χρόνου.

Το κίνητρο όλων των χαρακτήρων είναι η στείρα εξασφάλιση του χρήματος. Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι διαταραγμένες, ελλιπείς, συμφεροντολογικές. Οι χαρακτήρες κάνουν συνέχεια εκπτώσεις σε κάθε είδους ηθικό κώδικα. Υπάρχουν ρουφιανιές, ρουσφέτια, απατεωνίες. Η ίδια η μητέρα, η Ελένη κάνει μία σχέση συμφέροντος με τον Καφετζή Μενέλαο, (ειρωνικά χρησιμοποιούνται από τους συγγραφείς τα ονόματα του τρωικού έπους) μόνο και μόνο για να επιβιώσει. Οι ήρωες χωρίς ηθικό ανάστημα είναι κολλημένοι στην λάσπη και στον βόρβορο, όπου κυριαρχεί η παντελής έλλειψη ψυχής.

 

Εύα Μαθιουδάκη & Κωστής Σχιζάκης

 

Το μυθιστόρημα κυλάει γρήγορα, χρησιμοποιείται εσωτερικός μονόλογος με εστίαση που αλλάζει συνέχεια από το ένα πρόσωπο στο άλλο, υπάρχουν συνέχεια αναδρομές, ο χρόνος δεν είναι γραμμικός αλλά παλινδρομεί πίσω μπρος και αυτό εντείνει στο να διατηρείται αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Υπάρχει ένα υπόκωφο, κρυφό αγκομαχητό στην εξέλιξη της πλοκής που δημιουργεί ένα κλίμα συνεχούς ανασφάλειας και ανησυχίας στον αναγνώστη. Συχνές ανατροπές καθώς και έντονες συγκινησιακές συγκρούσεις δημιουργούν μία ένταση που κρατάει όλα τα συναισθήματα στο κόκκινο. Η γλώσσα είναι ζωντανή, συχνά ιδιωματική, σκληρή, έντονη, καυστική, ενδιαφέρουσα.

Η συγχώνευση σε ένα σώμα δύο διαφορετικών στυλ γραφής παραμένει ακέραια, χωρίς ορατά τα σημεία της συρραφής.

Οι χαρακτήρες πεινούν, είναι αδηφάγοι, μας μολύνουν με την τραγική τους πείνα. Αναδύεται η ανθρώπινη κατάσταση, η ανικανοποίητη λαιμαργία των ανθρώπων που πάντα ζητούν αυτό που δεν έχουν και τελικά αυτοκαταστρέφονται, θύματα της ίδιας τους της ανάγκης που είναι πρωταρχικά και κυρίως η ανάγκη να αγαπηθούν. Η λέξη κλειδί αυτού του μυθιστορήματος είναι η λέξη Έλλειψη, αφού αυτή είναι ο κινητήριος μοχλός που σημαδεύει την ζωή όλων των ηρώων αλλά κυρίως του Παναγιώτη που φέρει επάνω του το σημάδι όλης της κοινωνίας της σήψης. Το βασικό ερώτημα που τίθεται από τους συγγραφείς του βιβλίου είναι αυτό. Ο άνθρωπος διαμορφώνει την δική του μοίρα; Υπάρχει μία ειμαρμένη που οδηγεί στην αυτοκαταστροφή και στον φόνο;  Μπορεί κάποιος να παλέψει με τα αρχετυπικά πρότυπα, με τον συναισθηματικό ευνουχισμό που τον κάνει ανίκανο να αγαπήσει, μέσα σε μία κοινωνία όπου δεν υπάρχει καμία έννοια δικαιοσύνης, ευνόμου τάξης ή ηθικής; Οι άνθρωποι είμαστε έρμαια αποφάσεων που παίρνουν άλλοι πριν από εμάς για μας; Διαφεντεύουμε την δική μας μοίρα; Και ποιος φταίει όταν κάτι πάει θανάσιμα στραβά σε ένα ολόκληρο κοινωνικό σύνολο, όταν διαρρηγνύεται ο κοινωνικός ιστός;

Ο Παναγιώτης είναι ο αμνός, που φέρει το στίγμα της συλλογικής ευθύνης.

Ένα μυθιστόρημα ευθύνης λοιπόν ατομικής και συλλογικής, ένα μυθιστόρημα δάχτυλο που ορθώνεται όχι με στείρο διδακτικό τρόπο για να κατηγορήσει, να καταδικάσει, να κατανείμει ευθύνες, αλλά για να αναδείξει και να εκθέσει το πρόβλημα, να αναλύσει τις συνιστώσες του και να παρουσιάσει όχι μόνο το ψυχογράφημα ενός χαρακτήρα αλλά μίας ολόκληρης κοινωνίας σε μία συγκεκριμένη φέτα τόπου και χρόνου.

Στο τέλος του δράματος οι κεντρικοί ήρωες σκοτώνονται. Οι υπόλοιποι παραμένουν βουβοί και αμήχανοι, προορισμένοι να στήνουν το σκηνικό στο οποίο δρουν οι πρωταγωνιστές.

Σε όλο το μυθιστόρημα η ζωντανή ψυχή εκφράζεται μόνο με την βροχή του τέλους. Είναι η φιλευσπλαχνία, η αγάπη που μουσκεύει έστω στο τέλος, έστω στις τελευταίες γραμμές, τα πρόσωπα των νεκρών. Μέσα σ’ αυτό το τόσο σκληρό ρεαλιστικό μυθιστόρημα, μέσα σ’ αυτό το σκοτάδι και την τρέλα, έρχεται η αναπλήρωση του τραύματος, η λογοτεχνία και βρέχει ευεργετικά το μάγουλο του αναγνώστη. Γιατί σε κάθε σταγόνα αυτής της τελικής βροχής εμπεριέχεται και το νόημα αυτού του τραγικού και σκοτεινού κόσμου που διαμορφώνουν αυτοί οι δύο συγγραφείς. Έρχεται η αγάπη, έστω αργά, έστω καθυστερημένα, για να επικαλύψει την έλλειψη.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top