Fractal

☆ Λόγος Ύπαρξης. Τι σημαίνει να είσαι γυναίκα; | Από τον θολό καθρέφτη τού χθες στις αμφίβολες αντανακλάσεις τού σήμερα.  

Επιμέλεια: Χρύσα Φάντη //

 

Από τον θολό καθρέφτη τού χθες στις αμφίβολες αντανακλάσεις τού σήμερα.  

 

 

George Frederic Watts, Ορφέας και Ευρυδίκη

 

Α.*

«Στην ταινία του Zαν Κοκτώ «Ορφέας και Ευρυδίκη» (1950), ένας νεαρός ποιητής ανασταίνεται μετά από κάποιο θανάσιμο ατύχημα, χάρη στην παρέμβαση μιας υπερβατικής γυναικείας μορφής, που του παρουσιάζεται ως «η Άγγελος» (προσωποποίηση  της Ποίησης και του Θανάτου).  Καθώς τα πάντα αιωρούνται μέσα σε μια  ατμόσφαιρα ομίχλης και αλληγορίας, ο αναστημένος ποιητής απαγγέλλει στίχους από το ραδιόφωνο ─ στίχους τους οποίους κάποιος άλλος ποιητής (και πρωταγωνιστής στην ταινία) αντιγράφει με πάθος.

Ο δεύτερος, για να ξαναβρεί τον οίστρο του πρέπει  να επιλέξει ανάμεσα στη γυναίκα Άγγελο και την εγκυμονούσα συμβία του. Επιλέγοντας τη γυναίκα Άγγελο, η σύντροφός του πεθαίνει και αυτός, ως άλλος μετανιωμένος Ορφέας, θα χρειαστεί να κάνει δυο φορές το ταξίδι στον Άδη  για να την ξαναφέρει κοντά του.

Άραγε, πρόκειται μόνο για το δίλημμα ενός ποιητή ανάμεσα στις απαιτήσεις της τέχνης του  και τα βάρη της πατρότητας ή κάτι πολύ βαθύτερο,  που έχει να κάνει με τον φόβο ενός άντρα (ακόμη και την απέχθεια) απέναντι στη γυναικεία φύση και το μυστήριο της τεκνοποιίας; 

 

 

Ορφέας και Ευρυδίκη, του Ζαν Κοκτώ

 

Β.

Έντεκα χρόνια αργότερα, το 1961, ο Ζαν Λικ Γκοντάρ θα δώσει στο κοινό την ταινία «Η κυρία θέλει έρωτα» («Une femme est une femme») ─ ταινία σταθμό, με αναφορές στον Μπρέχτ, το Χόλυγουντ και την πορνεία.

Στην ταινία,  τη στιγμή που η πρωταγωνίστρια ρωτά φορτικά τον σύντροφό της αν πρόκειται να της κάνει παιδί («Estceque tu vas me faire un enfant?»), εκείνος, προτιμώντας  το ποδήλατο και τους φίλους του, τη χαρακτηρίζει ανέντιμη («Τu es infamme»).

 Η γυναίκα απαντά με ένα έξυπνο λογοπαίγνιο, λέγοντάς του ότι δεν είναι ανέντιμη, είναι «απλώς»  γυναίκα («Non je suis une femme).

 Πόσο φυσιολογική και αναπόφευκτη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί  σήμερα η στάση της πρωταγωνίστριας του Γκοντάρ, με δεδομένο ότι στις μέρες μας μια γυναίκα μπορεί πλέον να γίνει μητέρα χωρίς να χρειάζεται τη συνδρομή κάποιου συγκεκριμένου συντρόφου; 

 

 

 

 

«Η κυρία θέλει έρωτα» του Ζαν Λικ Γκοντάρ

 

Στην 8η σειρά της Στήλης «Λόγος Ύπαρξης», τέσσερις γυναίκες ποιήτριες καταθέτουν με λόγο στοχαστικό, σπειροειδή, τσεκουράτο και ταυτόχρονα λυρικό, τη δική τους αποκαλυπτική  οπτική:

 

Η Άννα Δερέκα, με το ποίημα της «Ήμουν ποδηλάτισσα κάποτε»,

η  Έφη Καλογεροπούλου με το ποιητικό πεζόμορφο κείμενο «Όνειρο/δάσος»,

η Ασημίνα Ξηρογιάννη με το ποίημα «Έξαψη»,

και η Κατερίνα Γκιουλέκα (Πουπερμίνα – Μηχανικό Μολύβι) με το ποιητικό της κείμενο  Ηuh, εμπνευσμένο από τον πίνακα της Vlad Alex,  Kafka as a girl2020.

 

* Στις  σελίδες του ηλεκτρονικού περιοδικού «Χάρτης», τεύχη 12 και 27 (Κινηματογράφος), η συγγραφέας Βέρα Παύλου, στα  κείμενα «Ορφέας και Ευρυδίκη του Zαν Κοκτώ»,  και «Η γυναίκα είναι γυναίκα»,  “ Une femme est une femme”, αναφέρεται διεξοδικά σε αυτές τις δυο ταινίες της Παρισινής νουβέλ βάγκ [την  ταινία του Zαν Κοκτώ, «Ορφέας και Ευρυδίκη» (1950),  και την ταινία του Ζαν Λικ Γκοντάρ, «Η κυρία θέλει έρωτα» (1961)], δίνοντας τις δικές της ενδιαφέρουσες ερμηνείες και προεκτάσεις.  

 

Χ. Φ.

 

 

 

Άννα Δερέκα

 

 

 

 

Ήμουν ποδηλάτισσα κάποτε

 

Φοβάμαι. Ο Ελεάζαρ, οι υιοί του Καάθ, οι υιοί του Ααρών, οι υιοί του Γηρσών και ο Ιθάμαρ μαζεύτηκαν και από αγγείο πήλινο, πίνουν το ιερό νερό.

– Προσφορά ζηλοτυπίας, λέει ο ένας, υψώνοντας το πήλινο αγγείο.

– Δεν θα λατρέψουμε ξένους θεούς, λέει ο άλλος.

– Θα αγαπήσουμε τις θυγατέρες των εχθρών μας, λένε όλοι.

Τους ακούω και τρέμω.

Δεν είναι συμπτώσεις όλα αυτά. Δεν είναι τυχαίο που μαζεύτηκαν τόσοι εχθροί και συμπίνουν. Ούτε πάλι στην τύχη θα το ρίξω που την ώρα του σούρουπου στη γωνιά του πεζοδρομίου στεκόταν ακίνητος ο Σταύρος, ο πεθαμένος Στεγνοκαθαριστής.

Η μέρα βγαίνει και το κακό μαντάτο δεν μου ‘ρθε ακόμη.

Δεν έχω ανοίξει τα γράμματα του πρωινού ταχυδρομείου.

Είναι πέντε. Το ένα έχει φύλλο λεπταίσθητο. Το άλλο καλλιγραφικά γράμματα.

Τα ταλαντεύω προσεκτικά. Τ’ απλώνω στο τραπέζι σαν τραπουλόχαρτα, τα χαϊδεύω σαν άνθρωπο που πνίγηκε.

Η μοναξιά είναι κοινή υπόθεση, σκέφτομαι. Τα τυλίγω με μια περσινή εφημερίδα και τ’ αφήνω πάνω στο γραφείο.

Ξέρω, το κακό θάρθει από αλλού.

Φοράω απ’ το πρωί το καλό μου φόρεμα. Αυτό για τις επίσημες περιπτώσεις. Αυτό που έχει τον λεκέ από αίμα – όσο το πλένω τόσο το κόκκινο φουντώνει κι απελπίζομαι. Γιατί δεν θυμάμαι: δικό μου αίμα ήταν; Γιατί έσταξε εκεί πάνω; Άλλου αίμα ήταν κι έγειρε και με λέρωσε;

Είμαι ξαγρυπνισμένη. Από χθες με τριγυρνούσε η μυρουδιά του κακού νέου. Με χαστούκιζε τη νύχτα, δε μ’ άφηνε να κοιμηθώ. Μα έχω την οργή μου μεταμφιεσμένη.

Ό,τι μπορεί να με προδώσει είναι τα λιωμένα τσιγάρα, η περηφάνια μου που χιλιοτρυπήθηκε, η φωνή μου που βγαίνει απ’ το λαιμό γυμνή σαν κρεμασμένο μακρύ λουκάνικο.

Δεν χρειάστηκα ρολόι όλη τη μέρα σήμερα κι όμως οι ώρες πέρασαν. Σκοτείνιασε.

Η νύχτα είναι πάλι πρόωρη. Μοιάζει με το μάτι του πνιγμένου. Ακίνητη.

Τα σπλάχνα μου είναι απέθαντα. Έχουν σκληρύνει. Όλα είναι παράλογα.

Οι λέξεις μου, βγαίνουν απ’ το ίδιο στόμα και δε σμίγουν. Γυρίζουν ανάποδα και κρεμιούνται σαν νυχτερίδες στο ταβάνι.

Ήμουν ποδηλάτισσα κάποτε. Είχα την κατάλληλη στάση πάνω στο ποδήλατο. Τ’ οδηγούσα μ’ ένα μικρό χαμόγελο.

 

 

Άννα Δερέκα ─ «Ήμουν ποδηλάτισσα κάποτε. Είχα την κατάλληλη στάση πάνω στο ποδήλατο. Τ’ οδηγούσα μ’ ένα μικρό χαμόγελο.»

 

 

Τρέχανε, γύρω μου – γύρω μου οι μοσκοβολιές των κήπων και των γυναικών. Ήμουν ολάκερη άγια.

Τώρα φοβάμαι. Το κακό είναι κυκλικό.

Το κακό πολλαπλασιάζεται σε διάττοντες που δε φελάνε αν θα πέσουν σε στήθια κοριτσιών, στον καθρέφτη που στολίζομαι, αν θα ρίξουν κάτω την καλή μου κολόνια.

Φοβάμαι. Το κακό όταν πρωτόρχεται αναποδογυρίζει τραίνα, διαμελίζει αγάλματα, ανεβαίνει στις κερκίδες και ουρλιάζει. Οι ματιές χάνουν τον στόχο τους, οι λιποτάκτες τον βρίσκουν. Τα άλογα παρασέρνουν τους φράχτες, παρασέρνουν τους τάφους των νεκρών το κακό είναι ανερμήνευτο, το ίδιο και η σκιά του.

Θα μπω στο αόρατο με μια τρύπια σημαία.

Θα μπω στη μεταμεσονύχτια αμαξοστοιχία, παίρνοντας μαζί μου μόνο το οικογενειακό φαρμακείο. Θα δραπετεύσω.

Θα ράψω δύο μεγάλα φτερά στην πλάτη του φουστανιού μου και θ’ ανταμώσω τον Ίκαρο.

Θα βάλω στα μαλλιά μου μπαμπάκι, θα καρφιτσώσω πάνω τους κι ένα ζωντανό πουλί.

Την ώρα που θα φιλονικούν οι άνθρωποι, σα μυρμήγκι θα χαθώ.

Επικαλούμαι τη μεγάλη τζαμόπορτα, που με είδε κλαμένη. Τα χαράματα που κελαηδούσα μαζί με τις πέρδικες. Τις χοντρόστηθες γυναίκες που κράταγα παρέα τα μεσημέρια.

Επικαλούμαι τις ανωφέλευτες ώρες που αγάπησα τους έφηβους, τα χίλια  κορίτσια που φωτογράφισα στην παρέλαση, την ασάλευτη μαρμάρινη σκάλα του πατρικού που είδε το χαστούκι του πατέρα στο μάγουλό μου.

Είμαι η μόνη γυναίκα που οι πεθαμένοι κρέμασαν στους ώμους της τεμάχια από τις αμαρτίες τους, απ’ τις ξαγρύπνιες τους, απ’ τις ανεκτέλεστες αποφάσεις τους.

Και, φοβάμαι, γιατί το κακό πριν έρθει, δεν θα μου ζητήσει αντίγραφα των ονείρων μου, ούτε τα κομμάτια των νυχιών μου που ‘τρωγα, σα μεγάλη ακρίδα, νύχτα και μέρα.

Δεν θα υπολογίσει πως το σάλιο μου, η μύξα, το αίμα, το σπλάχνο μου είναι μαύρο. Ούτε τις απωλεσμένες βαθύτερες λέξεις μου που ανηφορίζουν προς τα Σφαγεία κάθε βράδυ θα μετρήσει.

Μόλις προλαβαίνω ν’ απομακρυνθώ απ’ τα Μαρμαρένια Αλώνια, να σπάσω την αλυσίδα από το εκκρεμές, να γυρίσω με το δάκτυλο τους ωροδείχτες, να δώσω μ’ άλλα λόγια το εισιτήριο μου στον επόμενο επιβάτη.

 

-Aφιερωμένο στο πρώτο μου ποδήλατο μάρκας Peugeot !, « Επάργυρον», 2005, Έκδοση: ΤΕΔΚ Ν. Ιωαννίνων.

 

 

Η Άννα Δερέκα γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη. Είναι δημοσιογράφος, αρχισυντάκτρια πολιτιστικών ημερήσιας εφημερίδας και παραγωγός του Δημοτικού Ραδιοφώνου Ιωαννίνων. Τον Φεβρουάριο του 2019, εκλέχτηκε  πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου και ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού Ηπειρωτικά Γράμματα. Εξέδιδε με τετραμελή ομάδα το λογοτεχνικό περιοδικό Φηγός. Έχει εκδώσει δεκαέξι ποιητικές συλλογές.

 

 

Έφη Καλογεροπούλου

 

 

 

 

Όνειρο/δάσος 

 

Έχεις χαθεί. Βλέμμα στραμμένο προς τα μέσα. Ποιός ζει εκεί; Τι βλέπεις; Υπάρχει τρόμος. Βαθύς. Πενθείς μια μητέρα. Κι αυτή μιαν άλλη. Τη δική της μητέρα.

Κάθε φορά, μια μητέρα πενθεί τη δική της μητέρα. Γίνεται τότε μια αλυσίδα από μητέρες. Κάθε μητέρα είναι πένθος. Όχι. Είναι δάσος. Δάσος από νεκρές μητέρες. Αυτό κοιτάζεις. Αυτό πενθείς. Τώρα άρπαξε φωτιά. Καίγεται. Ολοσχερώς. Ένας ήχος έρχεται από εκεί, σαν τριγμός από αυχενικούς σπονδύλους. Φτάνει ως εδώ. Με φτάνει.Tον ακούς; Τι βλέπεις; Διασχίζεις αυτό το απέραντο δάσος, έρχεσαι στο ίδιο σπίτι που είναι ακατοίκητο για χρόνια. Χτυπάς το κουδούνι. Δεν ανοίγει κανείς. Φεύγεις. Επαναλαμβάνεις την ίδια κίνηση. Χτυπάς το ίδιο κουδούνι, του ίδιου  σπιτιού, στην άκρη του δάσους, που είναι έρημο για χρόνια.

Το βλέπεις; Εγώ σε βλέπω. Μπορώ να δω. Νιώθεις οργή. Τώρα γύρισες ανάποδα τη φόδρα της. Το ρούχο σκίστηκε. Το αίμα του έσταξε στο χώμα. Χώμα και στάχτη. Η στάχτη άνθισε. Σε βλέπω ανάμεσα σε  ρόδα που ανθίζουν. Εσύ η πλασμένη από χιλιάδες μητέρες που είσαι  στάχτη. Που είσαι δάσος. Που είσαι φωτιά και κήπος.

Ήσουν εδώ. Μα τώρα είσαι κάτι που έφυγε. Ένας καθρέφτης που άδειασε από σιωπή.

 

Έφη Καλογεροπούλου είναι φυσικός και θεατρολόγος. Έργα της:  «Σκεύη ταξιδίου», «Ήχος από νερό»,  «Άμμος   Έρημος όπως Έρωτας-Desert as Desire», «Χάρτης Ναυαγίων»,  «Στην εξορία του βλέμματος-Banished look».  Είναι μέλος του Κύκλου Ποιητών.

 

 

 

Ασημίνα Ξηρογιάννη 

 

 

 

Έξαψη

Ζω διαρκείς επαναλήψεις

Κι αν ποίημα έκανα το Χέρι το μανιασμένο,

δεν υπάρχει σωτηρία.

Τα σημάδια κραυγάζουν στα μάγουλά μου επάνω.

Στα χέρια, τα πόδια, την πλάτη, το στήθος

Το σώμα μου στενάζει

Το σώμα μου κραυγάζει

Το σώμα μου θρηνεί

Κι όλο αναρωτιέμαι  αν έχει κάποια διαφορά

να ζήσω ή να πεθάνω.

Ούτε το φεγγάρι δεν απορροφά της βίας τους κραδασμούς

Το Xέρι εκεί,

ακούραστο, στιβαρό,

Κρέμεται σαν απειλή-πιο σκληρή κι από τη νύχτα-

Ο δήμιος μου,

Εφιάλτης!

Ζω διαρκείς επαναλήψεις

Αλλά εγώ μπορώ ακόμα να νοσταλγώ-τουλάχιστον

Νοσταλγώ τον παιδικό μου κήπο με τις λεμονιές και τη ροδιά

Αν φυτέψω εκεί το Xέρι,

Άραγε θ’ ανθίσει λουλούδι;

 

Η Ασημίνα Ξηρογιάννη είναι θεατρολόγος, φιλόλογος. Σπούδασε υποκριτική και  είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Θεατρικών Σπουδών ΕΚΠΑ. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Ισπανικά, Γαλλικά. Πιο πρόσφατο βιβλίο της: «Ποιήματα 2009-2017» (Βακχικόν,  2021).

 

 

 

Κατερίνα Γκιουλέκα (Πουπερμίνα -Μηχανικό Μολύβι)

 

 

Kafka as a girl by Vlad Alex, 2020

 

 

 (ξέρει ο J. L.)

Ηuh*

Και ερωτώ αγαπητοί κι αγαπητές

και δώστε βάση

Υπήρξε, άραγε, γυναίκα ο Φράντς

Μήπως υπήρξε τάχα κι ο Μαρσέλ κορίτσι; 

Ακόμα – ακόμα και για τον Φιοντόρ

– και γιατί όχι άλλωστε – ερωτώ

Κι αφήσετε τις βεβαιότητες

Στους πάντα βέβαιΟΥς άλλΟΥς

Άσε που παίρνω ευθύς το θάρρος κι απαντώ

Υπήρξαν, ναι, εδώ για εσάς το πιστοποιώ,

Ήσαν, γυναίκες·

Μα δώστε λίγο προσοχή,

Δεν είναι απλό,

Πρόκειται για τ’ αριστουργήματα της

Ανδρικής γραφίδας

(Πένα εδώ, βελόνα εκεί,

Σαν τι κεντώ)

Άλλοτε για ηρωίδες γράφοντας 

Κι άλλοτε ηρώων τους

Τα κατορθώματα υμνώντας

Της αναγνώστριας,  λέγω σας, την

Ταύτιση με όλΟΥς αυτΟΥς,

Εμπόδιζε μια ετερόφυλη,

Όπως και να το κάνεις,

Οπτική και δη όταν πρωτοπρόσωπα 

Γραμμένη· μα να που όπως παράλληλα,

Συχνά αντωνυμικά αναφερόμενη και

Ηγεμονία επιβάλλοντας

Του ενός γένους πάνω στ’ άλλα,

-Μην κι υστερόβουλα αδιαφοροποίητη-

Η γλώσσα δεν επέτρεπε

Ούτε και κείνη από μεριάς της

Καμιά ταύτιση, και μιας και

Δυο αρνήσεις καταλήγουν σε

Κατάφαση, ανέκαθεν ωραία,

Να την σε μιας σελίδας γύρισμα

Την ταύτιση με τον αρσενικό

Αφηγητή  – και είναι εκεί που

Ξόβεργα της στήνει ο λυρισμός κι αθώα

Η συγκίνηση παγίδα -, διότι μιας

Που η αναγνώστρια η ίδια

Λόγο δεν έχει για το

Δικό της φύλο να ερωτά, τότε

Πάνω στη μέθεξη και

Υπερατομικότητα της

Ευστοχίας της ξένης πένας

Κείνου ανομολόγητα το

Φύλο τείνει ν’ αναθεωρεί και

Τόσο απλά, καλΕς μου,

Ο Προυστ (μα και ο Κάφκα) υπήρξε και

   Γυναίκα 

:‑P

 

* Πρώτη δημοσίευση στο έντυπο λογοτεχνικό περιοδικό ΑΠΙΚΟ – 8o Τεύχος / 2ος 2022, https://apikomagazine.gr/  [σελίδα 58 στο τεύχος (8)].

 

Η Κατερίνα Γκιουλέκα γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο του Μονάχου και ασκεί την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Γράφει συστηματικά από το 2011. Είναι συντάκτρια και εικαστική επιμελήτρια του ιστολογίου «Μηχανικό Μολύβι» , όπου αναρτά αποκλειστικά δικά της κείμενα και στίχους. Συμμετοχές της έχουν δημοσιευθεί σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και ιστολόγια.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top