Fractal

Ποίηση: “Άσωτες υποσχέσεις”

Της Ζωής Δικταίου //

 

 

 

Άσωτες υποσχέσεις

 

Οκτώ το βράδυ, λόγια μπερδεμένα στο ραδιόφωνο,

ο άνεμος συνέχιζε να σκορπίζει

μαζί με τα κίτρινα φύλλα,

απατηλούς οιωνούς και άσωτες υποσχέσεις.

Λυγίζει τα κλαδιά της η τσιντόνια

σε μόνιμο διάλογο με τα κάγκελα του φράχτη,

«ανθοκυδωνιά μου όμορφη» κάποτε η γιαγιά

την παίνευε, πάει καιρός από τότε

που άφηνε τη φαντασία της να φτιάχνει

επεισόδια ζωής,

τότε που το κορμί της

χωρίς καταφρόνια γινόταν μοίρα με κόκκινα μαλλιά.

Άλλη μια φορά, η εξώπορτα

μόλις είχε κλείσει με θόρυβο,

απαράδεκτη συνήθεια, «δε βαριέσαι,

μια παραπάνω ματαίωση», από μέσα της,

το όνειρο ξεδιψά με δάκρυα.

Προσπάθησε να ζεστάνει με την ανάσα τα χέρια της,

πολλά ζητούσε

όσο ένας ακόμη περιττός ήχος χάνονταν στη βροχή

στις οκτώ, ώρα που είχε χωρίσει πια

η μέρα από τη νύχτα

κι εκείνος από εκείνη,

ώρα που η ελπίδα λοιδορούμενη

μονογράφει απώλειες.

 

Όρθια μπροστά στο παράθυρο

άφησε την ψίχα του ψωμιού στο περβάζι,

«τίποτα» αυτό ήθελε να γράψει στο ιδρωμένο τζάμι,

καθώς έτρεμε

μόνη στις ίδιες συμπληγάδες

προσμονής και ευτυχίας,

το φευγιό της σουσουράδας

αβγάτισε το κενό στην ψυχή.

Μια φωτεινή γιρλάντα έπαιξε φευγαλέα

από τη δαντέλα της κουρτίνας, στα μαλλιά, στο μέτωπο,

στο στήθος,

μετά στην κοιλιά της κάπως πένθιμα,

ύστερα

μετέωρη στο «τίποτα»,

στο τίποτα, τόσο άδικο τοπίο για να χαθεί.

 

Κοίταξε το ρολόι με μίσος,

αλαφιασμένη,

κι όχι γιατί σε κάτι έφταιγαν οι ωροδείχτες,

όχι, το οκτώ ήταν που την πλήγωνε,

το οκτώ όπου και αν το συναντούσε

σε λογαριασμούς, στις σελίδες των βιβλίων,

σε αποδείξεις,

στις τιμές των ρούχων,

σε ημερολόγια και ατζέντες,

αφορμή να θυμάται,

να κλαίει, να υποφέρει, να πονά,

να την κυριεύει ο φόβος,

να ξοδεύει την ψυχή της, και

αποκαμωμένη να επιστρέφει μέσα της,

να μετρά ξανά και ξανά,

οκτώ φορές, κάθε φορά με μεγαλύτερο ρίσκο

και κόστος

και την ίδια αξίωση,

να την φιλοδωρήσει το μέλλον

ένα ροδαλό χνουδάτο προσωπάκι

αναμονή, καρδιοχτύπια, παράξενες περιπλανήσεις

χωρίς δικαίωση.

 

Στην τελευταία προσπάθεια, «κάνε ό,τι θέλεις»

είχε πει, εκείνος, ο σύντροφος,

ένας σύζυγος απών από όλα.

Μεγαλύτερη προτεραιότητα έδινε στη χωρίστρα,

στη γραβάτα, στη δερμάτινη ζώνη του,

στην τσάκιση του παντελονιού,

όταν σταματούσε μπροστά στον καθρέφτη

ευθυτενής, βιρτουόζος του «θα…»

καμάρωνε μαζί με το ακριβό κοστούμι

και τον αήττητο εγωισμό του.

 

Ένιωθε το σώμα της λειψό

και τόσο διψασμένο,

είχε αρχίσει να την τρελαίνει

η ανομολόγητη συμβίωση

ένας άντρας τόσο αδιάφορος στην κοινή ζωή,

που την έφτανε μια ανάσα απ’ το παράλογο,

που ήξερε από φιλί

μα δεν είχε ιδέα από το αχ και το παράπονο.

«Κι όταν θα έχει τελειώσει η αγάπη, εσύ,

μακάρι να βρεις κάτι να κρατηθείς,

να συνεχίσεις να ζεις,

αγάπη κατά συρροήν απάτη κορίτσι μου

το πλεόνασμα της χαράς θα το βρεις

στη σχέση που έχεις με τον εαυτό σου»,

της είχε πει κάποτε η μητέρα της

δείχνοντάς της με τα μάτια τη σκονισμένη παλέτα.

 

Κάθε σταγόνα πετρωμένο γάλα στο στήθος

και μια ήττα,

κι όμως, οι πτυχές στα λευκά σεντόνια

κρατούσαν τα σημάδια,

ιδρώτας, δάκρυα, αναφιλητά, αγωνία,

«καταδικασμένη στέρφα» την έλεγε

κι όμως έλπιζε, η Ελένη,

περίμενε το γυναικείο θαύμα στοργικά,

ένα δικό της κρίκο ζωής

στην ανθρώπινη συνέχεια,

ανάγκη να πάρει και να δώσει αγάπη.

«Μια Ελένη πολλές ιστορίες» συνήθιζε

να ιστορεί τις αδυναμίες της

ο δρόμος άκουγε

το ίδιο και η βρύση στην αυλή

γι’ αυτό δεν είχε σταματήσει να στάζει

το ήξερε πως τα θηλυκά πλάσματα

έλκονται πιο πολύ

από την ανάγκη αθανασίας.

Της έλειπε το θάρρος

να ακούσει το όχι. Απαρνιόταν ό,τι είχε

ζητώντας αυτό που της αρνιόταν. Ζήτησε και δάνειο,

ένα δάνειο για μια ακόμη εξωσωματική,

ήταν που από ολόκληρη τη διαδικασία

της έλειπαν τα μικρά γράμματα

της ξέφευγε αυτό το ρημάδι το «μαζί»

όσο πάσκιζε απεγνωσμένα

σε άκυρα αγκαλιάσματα

και αναίσχυντους εκβιασμούς

από την απάτη στην απογοήτευση,

από κλινική σε κλινική,

γυρεύοντας άσυλο στην προσδοκία

να γίνει μητέρα.

 

Θυμόταν όλες τις λεπτομέρειες,

αμίλητη, κολλημένη εκεί,

παρατημένη πια από την πιο ανθρώπινη φιλοδοξία,

να μηρυκάζει τη θλίψη της

να ηλεκτρίζεται στη θέα μιας παλιάς φωτογραφίας

να πέφτει στο πάτωμα

παραδομένη σε αρχαίο σπαραγμό.

Οκτώ Δεκέμβρη,

Έμοιαζε να την είχε χτυπήσει κεραυνός

το άλλοτε άβατο της μοναξιάς

τώρα κάποιος, κάτι το παραβίαζε.

Σκέφτηκε το χρέος στην τράπεζα

ζαλίστηκε, πιο χλομή από κερί,

παραπατώντας στο ατελιέ

πιάστηκε από ό,τι πρόχειρο ήταν μπροστά της,

μια σκακιέρα,

με μιας όλα τα πιόνια στο πάτωμα,

οκτώ Δεκέμβρη, το χρέος,

μια φωνή απ’ το βαθύ του χρόνου την ξύπνησε,

«Ζήσε όσα μπορείς, όσα προλαβαίνεις να κάνεις,

ζήσε Ελένη,

ζήσε χωρίς να βασανίζεις τη φύση σου».

Σήκωσε το βλέμμα

στην ανατολική όχθη τ’ ουρανού ένα άστρο

«κόπιασε, αν θες…»

στην πολυκατοικία απέναντι

γαλάζια, άσπρα, κίτρινα, πράσινα λαμπιόνια,

στην πλατεία παιδικά γέλια

πόσο άδολα προσφέρεται η χαρά

στο κρυφτό, από φανοστάτη σε φανοστάτη.

«Ελένη, ζήσε τουλάχιστον

αυτή την ακίνδυνη πλάνη των παιδιών,

έρχονται Χριστούγεννα»

μονολογώντας βούτηξε το πινέλο στο κόκκινο.

 

 

 

Αύριο, εν ονόματι της αγάπης

Ζωή Δικταίου

Ποιητική συλλογή : «Αύριο, λέξεις στην όμπρα»

Κέρκυρα, 8 Δεκέμβρη 2023

 

 

 

 

Χαρούλα Βερίγου – Μπάντιου, πεζογράφος – ποιήτρια, (λογοτεχνικό ψευδώνυμο Ζωή Δικταίου) γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης το 1962. Μεγάλωσε στο Τζερμιάδων του Οροπεδίου Λασιθίου. Είναι πτυχιούχος της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων Κέρκυρας. Εργάστηκε στον Ξενοδοχειακό Τομέα, καθώς και στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης ως Διοικητική Υπάλληλος. Συνεργάζεται με τα Διαδικτυακά Περιοδικά, Ποιείν, Fractal, Ατέχνως, Σβούρα, Open book κ.α. Έχει αρκετές συμμετοχές σε ημερίδες και συνέδρια. Στίχοι της έχουν μελοποιηθεί από τους: Νίκο Ανδρουλάκη, Γιώργη Κοντογιάννη, Ανδρέα Ζιάκα, Γιάννη Νικολάου, Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη, Αρετή Κοκκίνου και Θοδωρή Καστρινό. Η μέχρι τώρα εργογραφία της περιλαμβάνει τα βιβλία:

 

Αύριο, μια ελιά η μέσα πατρίδα, Ποιητική συλλογή

Λασίθι, Τόπος Μέγας – Η κούπα των θεών, Αφήγημα

Αύριο, αφή αλμύρας οι λέξεις, Ποιητική συλλογή

Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, Διηγήματα

Αύριο στάχυα οι λέξεις, Ποιητική συλλογή

Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, Διηγήματα

Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, Μυθιστόρημα

Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, Μυθιστόρημα

Ιστορίες για φεγγάρια, Παιδική Λογοτεχνία

 

Συμμετέχει επίσης στα συλλογικά έργα:

Γράμματα της ποίησης, Μονόλογοι, Λογοτεχνικά Μονοπάτια, Λογοτεχνικό Ολόγραμμα.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top