Fractal

«Η Μάχη του Μαραθώνα» – Από την συλλογή οδοιπορικών του Alberto Moravia. [Μέρος 3ο]

Μετάφραση-Εισαγωγικό σχόλιο: Κωνσταντίνος Μούσσας // *

 

Διαβάστε τα προηγούμενα:

[Μέρος 1ο] «Το Μυστικό της Ελληνικής Τέχνης»

[Μέρος 2ο] «Προσκύνημα στους Δελφούς»

 

 

 

Είναι γνωστό ότι οι Έλληνες δεν σταμάτησαν ποτέ να πολεμούν μεταξύ τους. Κι αν κάποιος χρειάζεται μια επιπλέον απόδειξη πως η Ελλάδα δεν ήταν ένα απλό έθνος, αλλά ένας ολόκληρος κόσμος, αυτή δεν άλλη από το μεγάλο νούμερο των συγκρούσεων στο έδαφος της. Μάχες που καθιστούσαν όλο και πιο απίθανη κάθε πιθανότητα συμφωνίας και που αναδείκνυαν τρομερές αντιθέσεις (κι  όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο).

Μάχες των οποίων το όνομα σήμερα μοιάζει να κουβαλά ιδιαίτερη σημασία, όχι πάντως λιγότερης αξίας από τα έργα τέχνης και ανάπτυξης της σκέψης που συνεισέφεραν στη διαμόρφωση του λεγόμενου Ελληνικού Πολιτισμού.

Η ανεξάντλητη ελληνική ιδιοφυία φαίνεται ακριβώς σ’ αυτή την ικανότητα να δημιουργεί αμέτρητες,  αλλά εντούτοις απαραίτητες αντινομίες, χρήσιμες η μία για την άλλη.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μου στο Μεξικό παρατήρησα πως ο μεξικανικός πολιτισμός έχει χαρακτηριστικά αρνητικά συνδυασμένα, με τόση μοναξιά και βαθμιαία τερατωδία, ίσως μόνο διότι έλειπαν, συνεισφορές και αντιθέσεις, ξένων πολιτισμών, στις οποίες να αντιπαρατεθούν ή ομόαιμες  με τις οποίες να συναγωνίζονται.

Το ακριβώς αντίθετο συνέβη στην Ελλάδα: κάθε πόλη είχε τη δική της μοναδικότητα, οπότε προσπαθώντας να υπερκεράσει αυτή των υπολοίπων στην πραγματικότητα την γονιμοποιούσε δικαιολογώντας έτσι θαρραλέα την ύπαρξή τους.

Το μίσος που χώριζε την Αθήνα, τη Σπάρτη, τη Θήβα, την Κόρινθο, το Άργος, τη Μεσσήνη, τις Πλαταιές και όλες τις άλλες πόλεις ήταν πιο αναζωογονητικό από τις νωθρές συμμαχίες των τεράστιων περσικών σατραπειών. Πόλεις στρατιωτικής αριστοκρατίας όπως  η Σπάρτη, ή Δημοκρατίας όπως η Αθήνα, αλλά και ναυτικού- εμπορικού χαρακτήρα όπως η Ιωνία, δεν θα μπορούσαν να έχουν συνείδηση του εαυτού τους , ούτε να ήταν αυτές που ήταν και το αντίθετο.

Αυτές οι αντιθέσεις μεταξύ αξιών τόσο ξεκάθαρων και παραδειγματικών, μεταξύ θέσεων και αντιθέσεων και μιας επακόλουθης σύνθεσης που συχνά κατέληγαν σε πολέμους με όλη την σημασία της έννοιας, είναι απόδειξη πως οι Έλληνες σοβαρολογούσαν και πως όπως στα άλλα θέματα με θαυμαστή και εκλογικευμένη επιμονή ξέφευγαν από κάθε συμβιβασμό.

 

 

1

Λεύκτρα, Μαραθώνας, Πλαταιές, Σαλαμίνα, και τόσα άλλα είναι ονόματα τέτοιων αιματηρών συγκρούσεων όπου όλα διακυβεύονταν: από τη ζωή ως τη σκέψη κι από τη τέχνη ως το εμπόριο. Κι ακόμα και σήμερα περνώντας από τα πεδία των μαχών κοιτώντας αυτές τις θάλασσες, αναρωτιέται κανείς όχι χωρίς αγωνία, πως θα ήταν ο κόσμος στον οποίο ζούμε, πως  θα ήμασταν εμείς οι ίδιοι αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά.

Για να πάει κανείς στον Μαραθώνα, εκεί που συνέβη η διασημότερη από όλες τις μάχες της Ελλάδας, περνά από το Πεντελικό όρος: μια πυρωμένη και φωτεινή αλυσίδα λόφων. Σηκώνοντας όμως τα μάτια μπορεί να δει τις λευκές σχισμές από όπου βγήκαν τα μάρμαρα όλων των αρχαίων και σύγχρονων έργων: από τον Παρθενώνα στο ολυμπιακό στάδιο. Ύστερα στη διασταύρωση προς Σούνιο ο δρόμος κατεβαίνει ανάμεσα σε μικρά δασάκια και κατάφυτους λοφίσκους.

Εξαφανίζεται από το μυαλό η εικόνα της σύγχρονης Αθήνας και ολοκληρώνεται το γνωστό θαύμα του ελληνικού τοπίου.

Πολλές φορές προσπάθησα να προσδιορίσω μέσα μου την ποιότητα αυτού του τοπίου όμως οι λέξεις είναι λίγες. Και δεδομένου της μεταβλητότητας του φωτός ίσως η ζωγραφική να το κατάφερνε.

Μια ηρεμία ολοκληρωμένη, καθησυχαστική, μυστηριώδης, στον μεγάλο ανέφελο ουρανό. Βουνά που υψώνονται ογκώδη και μακρινά που όμως πέρα στον ορίζοντα φαίνονται απλώς σαν λόφοι.

Δέντρα χαριτωμένα που σχηματίζουν δασάκια για να βόσκει κάποιο κοπάδι κατσίκες.

Το σκυλί ορμητικό και αγαθό ρίχνεται στη μια πλευρά του αυτοκινήτου τρέχοντας και γαβγίζοντας, αλλά ο βοσκός με την κοντή γενειάδα, τα λευκά τσουλούφια, σκεπασμένος με τη κάπα, τις κάλτσες ως το γάμπες και τις στρατιωτικές γκέτες, σιωπηλός του ρίχνει μια ματιά. Κι ύστερα κοιτάζει τη γη ανάμεσα στις κατσίκες και παραμένει σκεφτικός.

Ο δρόμος γυρίζει σκονισμένος ανάμεσα σε λόφους και πεδιάδες όπου το σιτάρι μεγαλώνει αραιό και φτωχό. Μέσα στα στάχυα ροδοκοκκινίζει η σιδηρούχα γη.

Γυρίζει κατεβαίνοντας προς τη θάλασσα ανεπαίσθητα. Ύστερα οι καλλιέργειες σταματούν, βρισκόμαστε σε ένα είδος έλους, ανάμεσα σε σκούρος θάμνους ανθισμένους στα κίτρινα. Πέρα από αυτό το άγριο και μοναχικό ξεπέταγμα του μικρού δάσους, εκτείνεται ενδιάμεσα από δύων προεξοχών, μαβί όρμος τρικυμισμένος.

Από τη σκούρα παραλία γεμάτη αποσαθρωμένα πετρώματα η πεδιάδα κατάφυτη μεγάλες ελιές εκτείνεται τριγωνική, περιορισμένη από κάθε πλευρά από δασώδεις λοφίσκους.

Είναι η πεδιάδα του Μαραθώνα.

Πεδιάδα ερημική και σιωπηλή. Ο θρύλος θέλει όπως στις βίαιες σφοδρές τους επικλήσεις θυμούνται οι επιτύμβιες στήλες που τη νύχτα ακούν φωνές και καλπασμούς αλόγων και αστράφτουν από τα όπλα. Όμως υπάρχει αρκετή ποίηση στον Μαραθώνα χωρίς να είναι απαραίτητο να ενοχληθούν τα φαντάσματα Ελλήνων και Περσών.

Είναι μια ποίηση που ξεπηδά από τις μικρές λεπτομέρειες της μάχης, από το περιβάλλον του τόπου, άσχετα με ό,τι μάθαμε στα σχολικά μας χρόνια, για τη σπουδαιότητα της σύγκρουσης.

 

2

Οι σύγχρονοι πόλεμοι έχουν κατ’ ένα μέρος καταργήσει τις συρράξεις στα πεδία των μαχών.

Ήδη ο Stendhal στην  περιγραφή του της μάχης του Βατερλό κατέδειξε εκείνο που τότε ήταν συνηθισμένο  και ατελές στου σύγχρονους πολέμους και που διαφεύγει από την ατομική παρατήρηση: η λογική του ελιγμού.

Επισκέφτηκα τη ζώνη του πολέμου στη Φλάνδρα, είδα τα χαρακώματα που απλώνονταν στους κάμπους μέχρι το βάθος του ορίζοντα και θυμήθηκα δύο λαοθάλασσες που η μια έσπρωχνε την άλλη και που συγκρούστηκαν εξαιτίας σκοτεινών δυνάμεων. Όμως στον Μαραθώνα τα γεγονότα εξελίχθηκαν εντελώς διαφορετικά. Σ’ αυτή τη τριγωνική πεδιάδα έπρεπε απλώς να εμποδιστεί η διέλευση.

Και τώρα ακόμα αφού ανέβει κανείς στον τύμβο χαίρεται ν’ αγναντεύει την πεδιάδα και προσπαθήσει να ανιχνεύσει τη θέση της αναμέτρησης.

Οι Πέρσες ήρθαν από τη θάλασσα αποβιβαζόμενοι από εκατοντάδες πλοία στην ακτή. Παρατάχθηκαν σε κάθετες γραμμές κατά μήκος της παραλίας και των πεδιάδων.

Μερικά μόλις μέτρα πιο ‘κει οι Έλληνες παρατάσσονταν με το ίδιο τρόπο εναντίων των Περσών.

Οι Έλληνες που λάτρευαν την υπερβολή καυχήθηκαν για το μεγάλο πλήθος του Περσικού.

Αντίθετα όμως φαίνεται να αποδεικνύεται ότι οι δύο στρατοί ήταν αμφότεροι μικροί και πως ο στρατός των Ελλήνων υπερτερούσε ελαφρώς αριθμητικά: 10.000 Έλληνες εναντίον περίπου 7.000 χιλιάδων Περσών. Η εξέλιξη της μάχης ήταν σχετικά απλή:

Οι Έλληνες είχαν την πρωτοβουλία κινήσεων. Στην αρχή στο κέντρο οι Πέρσες νικούσαν όμως στις πτέρυγες αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν. Βλέποντας ότι ηττώνται κατέφευγαν στα καράβια οπότε και σ’ αυτή την οπισθοχώρηση σκοτώθηκαν πολλοί. Φτάνοντας στα πλοία είναι σαν να τους βλέπω να συνωστίζονται στο ρηχό νερό παθαίνοντας χειρότερα από τα χτυπήματα και τους μπελάδες των Ελλήνων.

Λίγα από τα πλοία καταστράφηκαν. Τα περισσότερα με τη δύναμη των κουπιών απομακρύνθηκαν από το ολέθριο παράλιο, σκόρπισαν κατά τον όρμο κι εξαφανίστηκαν πίσω από το ακρωτήρι.

Ήταν νύχτα. Δέκα Αυγούστου, ζέστη κι άπνοια. Στους Έλληνες το αίμα από τις πληγές αναμιγνύονταν με τον ιδρώτα και σε εκείνους που όρμησαν στη θάλασσα για ν’ ακολουθήσουν τα περσικά πλοία, με το αλάτι και την υγρασία της θάλασσας.

Στην ηρεμία που ακολούθησε τη φασαρία της μάχης, σε εκείνη τη σιωπή, σ’ αυτή τη βραδινή σκιά, όπου ακόμη και τα τζιτζίκια το ένα μετά το άλλο σώπαιναν, περισυνέλεξαν όπου βρήκαν τους νεκρούς, λιγότερους από διακόσιους, που στοιβάχτηκαν σ’ ένα σωρό και αφού κάηκαν, καλύφθηκαν από ένα τύμβο. Η μέρα τέλειωσε.

Οι Έλληνες ασφαλώς πίστευαν ότι πέτυχαν μια μεγάλη νίκη: είχαν νικήσει τις τρομακτικές στρατιές του μεγάλου Βασιλιά και περισσότερο και από τις στρατιές αυτές τη φήμη και τον τρόμο που προκαλούσαν.

 

3

Αλλά κάνοντας έναν απολογισμό, όπως γίνεται πάντα στους πολέμους αντιλαμβάνεται κανείς πως έσωσαν την Αθήνα και όλη την Ελλάδα από την περσική κατοχή.

Κι ακόμη πιο μετά, υπολογίζοντας τις συνέπειες για όσα διακυβεύονταν οι ιστορικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ακόμη και αυτός ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, επιπλέον της Ελλάδας διασώθηκε σ’ αυτή τη μνημειώδη μάχη.

Εν ολίγοις ο Μαραθώνας είναι άλλη μια απόδειξη της δύναμης του πνεύματος, το οποίο μπορεί να κάνει μεγάλα τα μικρά και το αντίθετο.

Μάχη σύμβολο που σε μια εποχή όπου υπήρχαν μόνο απέραντες αυτοκρατορίες, αποκάλυψε την δύναμη της πόλης-κράτους.

Αλλά πάνω από όλα έσωσαν αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό, τον μοναδικό πολιτισμό που υπήρχε τότε και όμοιος του δεν θα υπάρξει ποτέ.

Διότι οι Πέρσες αν και πολιτισμένοι κατά μία έννοια, όπως όλοι οι λαοί της Ανατολής, ήταν ανίκανοι να εκφράσουν έναν παρόμοιο πολιτισμό. Από τον Μαραθώνα, στον Μέγα Αλέξανδρο και τη Ρώμη, έφτασε αδιάκοπα ως τις μέρες μας.

Τώρα στον Μαραθώνα, σε μια τριγωνική πεδιάδα, φυτρώνουν ελιές. Πνέει ο άνεμος από τη θάλασσα ανακατεύοντας τ’ ασημένια τους φύλλα. Τα σύννεφα τα παρατηρούν. Από μια αχυροθημωνιά ένας σκύλος γαυγίζει κι είναι η μόνη φωνή μέσα στη σιωπή.

Στον τύμβο φτάνει κανείς από ένα σκονισμένο μονοπάτι και μένει έκπληκτος από το γεγονός πως υπάρχει ακόμα ενώ τόσα άλλα μνημεία έχουν για πάντα χαθεί.

Στους πρόποδες του τύμβου οι σύγχρονοι Έλληνες ύψωσαν το αντίγραφο της αρχαίας στήλης που το πρωτότυπό της βρίσκεται στο εθνικό αρχαιολογικό μουσείο.

Αναπαριστά σε ανάγλυφο πάνω σε λευκό πεντελικό μάρμαρο έναν οπλίτη παρόμοιο με εκείνους που πολέμησαν στον Μαραθώνα.

Έχει το επιτηδευμένο αρχαίο χαμόγελο, τα αμυγδαλωτά μάτια, το μυτερό γένι.

Σβέλτος, οπλισμένος με ασπίδα και δόρυ, με χάρη και ελαφρότητα, σε έναν κόσμο που θα είναι δικός του.

Ξέρω καλά πως αυτό το χαμόγελο είναι μια τεχνοτροπία των αρχαίων χρόνων.

Μου αρέσει όμως να φαντάζομαι πως με αυτό το χαμόγελο, το ανεκτίμητο, κέρδισε τη μάχη του Μαραθώνα και όλες τις άλλες μάχες που έτυχε να πολεμήσει.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top