Fractal

Τέσσερα ποιήματα

Της Φένιας Κωνσταντινίδου // *

 

 

 

 

 

ΒΥΣΣΙΝΟ ΓΛΥΚΟ

 

Καλοκαίρι απόγευμα κι εγώ εδώ στο μπαλκόνι,

να προσπαθώ να ξαναφέρω στη μνήμη μου,

διακοπές, νησιά, ηλιοβασιλέματα που ζήσαμε μαζί.

 

Η ζέστη αφόρητη και το μυαλό να γυρίζει πίσω σ’ εσένα.

Σ’ εσένα, πάντα σ’ εσένα,

Σ’ εκείνο το καλοκαίρι,

Σ’ εκείνο το απόγευμα.

 

Τότε που γέλαγες σ’ αυτό το μπαλκόνι,

Τότε που γέμιζε ο αέρας από το άρωμά σου και τη φωνή σου,

Τότε που έλαμπες ολόκληρος από έρωτα.

 

(ή εγώ σε έβλεπα έτσι;)

Τότε που έτρωγες με λαιμαργία το παγωτό με το βύσσινο γλυκό που είχα φτιάξει μόνο για σένα.

Για σένα που ήθελα να σε βλέπω πάντα να γελάς.

 

Σ’ αυτό το μπαλκόνι τώρα, αλλά μόνη,

χωρίς εσένα, με μάτια υγρά από τις αναμνήσεις

και με το παγωτό στο μπολ να λιώνει.

Όπως ακριβώς και η καρδιά μου.

 

 

ΕΥΤΥΧΙΑ

 

Εκεί στην άκρη του λιμανιού

στέκεις μονάχη, μακριά απ’ όλους

 

Σα να μη θέλεις να μιλήσεις σε κανέναν,

Σα να θέλεις να μείνεις αόρατη, να κρυφτείς,

Σα να θέλεις να κρύψεις τον πόνο σου,

να μην τον δει κανείς.

 

Μόνο το όνομά σου έμεινε να θυμίζει μέρες απέραντης χαράς,

απέραντης ζωντάνιας,

απέραντης αισιοδοξίας.

 

 

ΕΥΤΥΧΙΑ!

 

Με την άκρη του ματιού σου βλέπεις τις νεότερες

να λικνίζονται νωχελικά και να καμαρώνουν τη νιότη τους.

Σκαριά νέα και περήφανα,

όπως κάποτε κι εσύ.

 

Τι σου θυμίζουν όλα αυτά τώρα;

Μέρες ανέμελες που τριγυρνούσες με τις φίλες σου

Έξω στο πέλαγος, που παίζατε με τα κύματα

και τα πανιά σας ανέμιζαν στο χάδι του μελτεμιού,

Τότε που γελάγατε όταν χορεύατε

με τους λευκούς αφρούς της θάλασσας,

ενώ οι γλάροι σας φλέρταραν από ψηλά.

 

Ο χρόνος αμείλικτος εχθρός,

Στο διάβα του παίρνει μαζί νιάτα, όνειρα, ζωές…

 

Κι εσύ εκεί, στα θολά νερά του λιμανιού,

μ’ ένα γλυκό παράπονο στα χείλη.

Δεμένη χωρίς σχοινί, ακούνητη,

να προσπαθείς να σταθείς, να μη λυγίσεις.

 

Να θες να φωνάξεις…

Εδώ είμαι, εδώ είμαι,

ΕΥΤΥΧΙΑ με λένε και πρέπει ευτυχισμένη να είμαι,

για όσα έζησα,

για όσα μου χάρισε η ζωή!

 

 

ΘΛΙΨΗ

 

Πάλι με βρήκε το ξημέρωμα να σκέφτομαι

εκείνον,

Πάλι οι ώρες σταμάτησαν και

κόλλησε

ο χρόνος,

Ατέλειωτη η νύχτα και μόνη συντροφιά η θλίψη.

 

Θλίψη πελώρια με ανοιχτές φτερούγες,

που θέλει να καλύψει τα πάντα στο δωμάτιο και την

ψυχή.

Μάγισσα με μαύρα πέπλα, με ξέπλεκα μαλλιά,

που με κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά της κόβοντάς μου την ανάσα.

 

Ο φθόνος της μεγάλος για την χαρά που ένιωθα

ως χθες,

που γέλαγα μαζί του, που ρούφαγα με λαχτάρα

τι στιγμές της ζωής.

Που πέταγα στον ουρανό μαζί με τα πουλιά.

Το βάρος της μεγάλο, με λυγίζει,

με γονατίζει.

 

Μαζεύω τις δυνάμεις μου,

σε φέρνω στο μυαλό μου, Φως, ήλιε,

Λιακάδα μου.

Η μέρα φώτισε τη γη, μαζί και την καρδιά μου.

Κι αυτό το πρόσωπο το γελαστό, το πρόσωπό του, τ

η θλίψη διώχνει μακριά.

 

 

Κι αυτή τρέχοντας φεύγει κυνηγημένη,

από τη δύναμη της χαράς και της αγάπης!

 

 

 

 

* Η Φένια Κωνσταντινίδου ζει στην Αθήνα. Η ποίηση αποτελεί μέσο έκφρασης για εκείνη και σύντομα ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει την πρώτη της ποιητική συλλογή.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top