Fractal

✔ Ζέφη Κόλια: «Ομολογώ ότι ερωτεύτηκα τον Πωλ Λαφάργκ»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

 

 

«Έχω μια εμμονή με τους αποσυνάγωγους, τους flaneur, τα κορίτσια που μοιάζουν λίγο με αγόρια και τα αγόρια που μοιάζουν λίγο με κορίτσια.» Αναγνωρίζει η Ζέφη Κόλια και κάπως έτσι γράφτηκαν τα βιβλία της «Όταν όλα κλείνουν ο έρωτας διανυχτερεύει», «Κι αν είμαι… ροζ μη με φοβάσαι», «Ποπ καφέ», «X-αίματος», «Λώρα, η τελευταία των Μαρξ»….

«Τα τελευταία χρόνια γράφω κάτι σε non fiction που απαιτεί έρευνα και διάβασμα, αλλά με έχει κάνει ευτυχισμένη: τις ‘’Βελονιές της Πρωτοπορίας’’· ένα πέρασμα στον 20ο αιώνα που εξερευνά την σχέση της μόδας με τα κοινωνικά δρώμενα- τα εικαστικά κινήματα, τους πολέμους, τις επαναστάσεις, την μουσική, τον ακτιβισμό, την οικολογία- αλλά και τα πρόσωπα που την διαμόρφωσαν. Μεγάλο και φιλόδοξο project , στο οποίο ελπίζω κάποτε να βάλω μια τελεία.»

 

Αποκαλύπτει η συγγραφέας Ζέφη Κόλια στο Liberal.gr, ομολογώντας εν τούτοις ότι με τον πιο αλλόκοτο τρόπο μπήκε στη ζωή της «Η οικογένεια Μαρξ. Ενώ ξεκίνησα να γράφω κάτι άλλο– μοιραία να πω; – διάφορα μονοπάτια με οδήγησαν στο κατώφλι τους. Μπήκα στο νοικοκυριό τους, κοίταξα απ’ την κλειδαρότρυπα τα σπίτια τους. Και όταν κατάφερα να δρασκελίσω την αυλόπορτα και να μπω στο πραγματικό σπίτι όπου έζησαν και αυτοκτόνησαν μαζί η Λώρα Μαρξ και ο Πωλ Λαφάργκ, ένιωσα σα να ταξίδεψα με χρονομηχανή στις αρχές του 20ου αιώνα · ήταν σαν trip με LSD, αληθινή μαγεία. Δεν θα το ξεχάσω πότε.»

 

«Ομολογώ ότι ερωτεύτηκα τον Πωλ Λαφάργκ», υποστηρίζει κάτι χρόνια μετά και μας μιλά για ήρωες, ηρωίδες, αγαπημένους συγγραφείς, εμμονές, βιβλία και όλα τα παράξενα της λογοτεχνίας.

 

 

 

 

-Κυρία Κόλια, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;

Θα μου άρεσε να γράφω σε μπαλκόνια νεοκλασικών ξενοδοχείων, σε κυκλαδίτικες αυλές με μπουκαμβίλιες, σε ένα ξύλινο σπίτι χωμένο στα έλατα· πιο πολύ ονειρεύομαι πως γράφω ταξιδεύοντας Παρίσι- Κωνσταντινούπολη με το Οριάν Εξπρές, πίνοντας γαλόνια σοκολάτας βιενουά σε φίνες πορσελάνες. Αντ’ αυτού συνήθως γράφω στο γραφείο μου φορώντας ένα ελαστικό ζωνάρι που μου κρατάει ίσια την πλάτη, προσπαθώντας να μην σκεβρώσω απ’ το σκύψιμο. Κι έχω και τρεις γάτες να μου κάθονται στο σβέρκο.

 

-Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;

Φτιάχνω ένα Μικροπλάνο: κάτι σαν βασικό όχημα, που σιγά σιγά το τροφοδοτώ με βενζίνη από λέξεις. Ποτέ δεν ξέρω το τέλος. Ούτε καν το υποψιάζομαι.

 

-Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;

Το ‘’Ποπ Καφέ, το στέκι των παράξενων πλασμάτων’’: Μυθολογικά πλάσματα μπαινόβγαιναν στον ύπνο μου και απαιτούσαν να κάνουν στέκι τους το Ποπ Καφέ. Όσο το έγραφα θεωρούσα ότι κι εγώ μαζί με το παιδί μου κατοικούμε στο Μαγεμένο Δάσος και είμαστε θαμώνες του. Καθαρή ψυχεδέλεια!

 

-Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;

Έχω μια εμμονή με τους αποσυνάγωγους, τους flaneur, τα κορίτσια που μοιάζουν λίγο με αγόρια και τα αγόρια που μοιάζουν λίγο με κορίτσια. Επίσης δεν συμπαθώ τις πολλές περιγραφές και αποφεύγω να συμπάσχω με τους ήρωές μου, χωρίς να το πετυχαίνω πάντα· ομολογώ ότι ερωτεύτηκα τον Πωλ Λαφάργκ.

 

– Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;

Να είναι τόσο ενδιαφέρουσα ώστε να την διαβάσω όσες φορές χρειαστεί- που όπως ξέρεις δεν είναι λίγες, κυρίως στις διορθώσεις- και να μην φρικάρω. Δεν είμαι εύκολη αναγνώστρια, βαριέμαι γρήγορα.

 

 

 

 

-Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;

Να μου προκαλεί σχεδόν ερωτικό ενδιαφέρον. Που σημαίνει να έχει μια κρυφή αλητεία, να είναι λίγο αλάνι ακόμα και στις κομψότερες των περιστάσεων. Και κυρίως να με ανέχεται για όσα θα τραβήξει, δίχως να αναγκαστώ να τον/την/το σκοτώσω στην επόμενη σελίδα.

 

-Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;

Η οικογένεια Μαρξ. Ενώ ξεκίνησα να γράφω κάτι άλλο– μοιραία να πω; – διάφορα μονοπάτια με οδήγησαν στο κατώφλι τους. Μπήκα στο νοικοκυριό τους, κοίταξα απ’ την κλειδαρότρυπα τα σπίτια τους. Και όταν κατάφερα να δρασκελίσω την αυλόπορτα και να μπω στο πραγματικό σπίτι όπου έζησαν και αυτοκτόνησαν μαζί η Λώρα Μαρξ και ο Πωλ Λαφάργκ, ένιωσα σα να ταξίδεψα με χρονομηχανή στις αρχές του 20ου αιώνα · ήταν σαν trip με LSD, αληθινή μαγεία. Δεν θα το ξεχάσω πότε.

 

-Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;

Ο ‘’Τρυποκάρυδος’’ , του Τομ Ρόμπινς. Οι λέξεις του μου πυράκτωσαν τον εγκέφαλο.

 

-Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;

Μόνο τα αγαπημένα μου κόμικς ξαναδιαβάζω. Σε βιβλία επανέρχομαι σπάνια, εκτός αν πρόκειται για βιβλία αναφοράς που χρησιμοποιώ ως πηγές : ξαναδιάβασα μετά από 40 χρόνια το ‘’Κομμουνιστικό Μανιφέστο’’, όταν έγραφα την Λώρα. Είχε ενδιαφέρον η διαφορετική προσέγγιση της κάθε ανάγνωσης· η πρώτη ήταν στις αρχές της μεταπολίτευσης, εγώ ήμουν πιτσιρίκι και το βιβλίο αυτό το ιερό μου κείμενο (παρ’ ότι δεν έπιανα ακριβώς το νόημα). Την δεύτερη φορά το διάβασα για να σκάψω κάτω απ’ τις φλογερές λέξεις προκειμένου να ανακαλύψω μια ιερή φιλία: αυτή του Μαρξ με τον Ένγκελς. Μερικές φορές ξαναδιαβάζω στίχους του Άλεν Γκίνσμπεργκ από το ΄Όυρλιαχτό’’ ή του Μποντλέρ από τα ‘’Άνθη’’: Όπως καταλαβαίνετε, όχι όταν είμαι σε μεγάλα κέφια.

 

-Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;

Σκοτ και Ζέλντα Φιτζέραλντ· αγαπώ την jazz age στην λογοτεχνία: γενικά αγαπώ την λογοτεχνία με ταπετσαρία την εποχή στην οποία αναφέρεται· να ακούω τους ήχους των γεγονότων, να δοκιμάζω γεύσεις, να οσφραίνομαι μυρωδιές, να βλέπω τα ρούχα. Γι’ αυτό εσχάτως προτιμώ να διαβάζω non fiction. Στην ποίηση αγαπώ τις δραματικές προσωπικότητες και τους αυτόχειρες· Ε.Α. Ποε, Σαρλ Μποντλέρ, Βλαντιμιρ Μαγιακόφσκι, Άννα Αχμάτοβα, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Αν Σέξτον, Σύλβια Πλάθ· ίσως επειδή θεωρώ ότι το σκοτάδι του μυαλού θρέφει την αληθινή ποίηση. Κυρίως όμως αγαπώ τους ροκ ποιητές που με διαμόρφωσαν: Τζιμ Μόρισσον, Φρανκ Ζάπα, Λου Ριντ, Λόρι Άντερσον, Πάτι Σμιθ, Ίγκι Ποπ, Ντέιβιντ Μπόουι, Μπομπ Ντίλαν, Λέοναρντ Κοέν – και οπωσδήποτε Άλεν Γκίνσμπεργκ.

 

 

 

 

-Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;

Δεν ακούω μουσική, με αποσυντονίζει. Θα ήθελα να γράφω σε συνθήκες απόλυτης ησυχίας (στο ξύλινο σπιτάκι μέσα στα έλατα), αλλά είναι κάπως ακατόρθωτο αφού δεν ζω μοναχή μου. Διαβάζω πολλά βιβλία σχετικά με αυτό που γράφω, τα οποία στοιβάζω δίπλα μου. Και έχω πάντα ένα mood board κρεμασμένο μπροστά μου, με σχετικά εικαστικά έργα, κάρτες, αποκόμματα, φωτογραφίες, υφάσματα, στίχους και ό,τι άλλο θεωρώ ότι μου στέλνει καλά vibes.

 

-Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;

Τα τελευταία χρόνια γράφω κάτι σε non fiction που απαιτεί έρευνα και διάβασμα, αλλά με έχει κάνει ευτυχισμένη: τις ‘’Βελονιές της Πρωτοπορίας’’· ένα πέρασμα στον 20ο αιώνα που εξερευνά την σχέση της μόδας με τα κοινωνικά δρώμενα- τα εικαστικά κινήματα, τους πολέμους, τις επαναστάσεις, την μουσική, τον ακτιβισμό, την οικολογία- αλλά και τα πρόσωπα που την διαμόρφωσαν. Μεγάλο και φιλόδοξο project , στο οποίο ελπίζω κάποτε να βάλω μια τελεία.

 

 

Δημοσιεύθηκε στο Liberal

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top