Fractal

Τι σημαίνει ευτυχία;

Γράφει η Χριστίνα Ραφτοπούλου //

 

Φοίβος Οικονομίδης, «Βορράς», Εκδόσεις Εστία

 

Ένας κομήτης ετοιμάζεται να πέσει στη Γη και να αναμετρηθεί με τα συναισθήματα των ανθρώπων.

«Σε εννιά μέρες θα πέσει ένας κομήτης στη Γη και θα απελευθερώσει τις τοξίνες του στην ατμόσφαιρα. Εκείνες θα απλωθούν παντού και εξαιτίας τους τα συναισθήματα των ανθρώπων θα παγώσουν. Από το δευτερόλεπτο εκείνο μέχρι το τέλος της ζωής τους οι άνθρωποι θα αισθάνονται διαρκώς και αποκλειστικά όπως αισθάνονταν την ώρα της σύγκρουσης.»

Μέσα σε αυτό το δυστοπικό περιβάλλον ο Αλέξανδρος, ο ήρωας του βιβλίου Βορράς, ξεκινά το δικό του κυνήγι προς την ευτυχία. Βρίσκεται στην ηλικία των είκοσι κάτι, στη στιγμή που πραγματοποιείται μέσα του η ουσιαστική ενηλικίωση. Αρχίζει να παρατηρεί με μεγαλύτερη προσοχή τον κόσμο που τον περιβάλλει και να ανασυνθέτει με άλλη ματιά το παζλ της ζωής του. Ανατρέχει σε στιγμές του παρελθόντος του, προσπαθεί να κατανοήσει τον ίδιο και τους γύρω του και να βάλει σε μια τάξη τη ζωή του.

Μέσα σε αυτές τις εννιά μέρες μέχρι την πτώση του κομήτη, συναντά όλα τα πρόσωπα που στιγμάτισαν την έως τώρα ζωή του. Επιστρέφει για λίγες μέρες στο πατρικό του και παρατηρεί την οικογένειά του. Ενδιαφέρον έχει η σκηνή που ο Αλέξανδρος κουβεντιάζει με τον πατέρα του Άγγελο και τον παππού του Πέτρο. Γινόμαστε μάρτυρες μίας συγκινητικής στιγμής τριών ανδρών, τριών γενεών, που συνδέονταν μεταξύ τους με τους δεσμούς του αίματος και της αγάπης και που «μοιράζονταν πολλά περισσότερα απ’ όσα είχαν τολμήσει να πουν. Αγάπη, μνήμη, φόβο. […] Οι τρεις άνδρες, πίνοντας, τρώγοντας, καπνίζοντας, δεν μπορούσαν παρά να αναρωτηθούν αν την ευθύνη τελικά την έφερε ο άνθρωπος ή ο χρόνος». Διοργανώνει με τους φίλους του μια εξόρμηση στο βουνό κι εκεί ξεκινούν ένα ταξίδι αναζήτησης της ευτυχίας και του στόχου. Ανοίγουν τις ψυχές τους, μιλούν για όλα όσα τους ταλαιπωρούν, αναρωτιούνται τι είναι η ζωή, θυμώνουν, αγκαλιάζονται.

Καθώς η πτώση είναι πλέον προ των πυλών, ο Αλέξανδρος σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βρει την ευτυχία βρίσκεται με τη Βασιλική, την πρώην κοπέλα του χωρίς κάποιο αποτέλεσμα. Έχοντας έτσι προσπαθήσει να βρει απαντήσεις σε όλους τους κρίκους της δικής του αλυσίδας, στο τέλος, τη στιγμή της πτώσης του κομήτη, ο Αλέξανδρος αναμετριέται με τον εαυτό του. Γιατί τελικά τη μεγαλύτερη πάλη τη δίνουμε με εμάς τους ίδιους.

Ο ήρωας του Οικονομίδη είναι βγαλμένος από το σήμερα. Είναι ένας νέος που βρίσκεται μετέωρος, που δεν ξέρει τίποτα για τη ζωή, που ψάχνει απαντήσεις σε μεγάλα ερωτήματα, που παλεύει με τους δικούς του δαίμονες. Είναι ένας άνθρωπος σαν όλους εμάς, που πασχίζουμε να κατανοήσουμε την ύπαρξή μας.

 

Φοίβος Οικονομίδης

 

Ο Οικονομίδης κατά τη γνώμη μου έχει καταφέρει να χτίσει μία ιστορία με την οποία εύκολα ο αναγνώστης μπορεί να ταυτιστεί, καθώς θα βρει σε αυτήν κομμάτια του εαυτού του. Καταπιάνεται με θέματα επίκαιρα αλλά ταυτοχρόνως και πολύ διαχρονικά. Λίγο πολύ όλοι έχουμε βρεθεί να αναζητάμε διακαώς την ευτυχία και να προσπαθούμε να την ορίσουμε. Να αισθανόμαστε ότι η ζωή μας δεν έχει νόημα, να νιώθουμε ότι ακόμα δεν έχουμε ζήσει όλα όσα θέλουμε κι ότι δε θα προλάβουμε να τα ζήσουμε. Το τέχνασμα του κομήτη που δίνει στους ανθρώπους τη διορία των εννιά ημερών, προσφέρει τη δυνατότητα στον συγγραφέα να μιλήσει ακριβώς για αυτά τα θέματα, για αυτό το ταξίδι των ανθρώπων προς τον εσωτερικό τους κόσμο.

Οι ρυθμοί της ζωής μας είναι τόσο γρήγοροι που δεν προλαβαίνουμε να πάρουμε μία ανάσα και να σκεφτούμε ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Ο κομήτης, που θυμίζει λίγο και τον δικό μας κορωνοϊό, έρχεται για να σου επιβάλλει αυτό το διάλειμμα, για να σου πει να σταθείς και να αναλογιστείς τη ζωή σου, για να σου υπενθυμίσει τη θνητότητά σου και να σε αναγκάσει να μάθεις να ζεις την κάθε στιγμή σου.

Τέλος, πρωταγωνίστρια στο βιβλίο του Οικονομίδη είναι και η Αθήνα του σήμερα με τους δρόμους και τα στενά της, με τη βουή και την πολυκοσμία της. Ο Αλέξανδρος ξεχύνεται στους δρόμους της και μπλέκεται με τον παλμό της. Υφαίνεται έτσι ο ιστός της πόλης μέσα από τα μάτια του.

«Η απελπισία του μεγάλωσε γιατί ήταν πάντα μαγική αυτή η ώρα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Ο ήλιος έπεφτε και στο βάθος ο ουρανός κοκκίνιζε  και τα κτήρια έμοιαζαν με χάρτινο σκηνικό, και τα φώτα έπλεαν, γαλάζια κα πράσινα και μωβ, και χόρευαν κρεμασμένα από πάνω τους. Όλη η ομορφιά ήταν εκεί και τον κοίταζε να τρέχει εξαντλημένος προς το πουθενά και γελούσε μαζί του κι εκείνος ήθελε να σταθεί και να της φωνάξει ¨γιατί δε με άφησες ποτέ να σε χαρώ;¨».

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top