Fractal

Ο άλλος γιος

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

David Park: “Ταξιδεύοντας σε ξένη γη”, Μετάφραση: Νίκος Μάντης, εκδόσεις Gutenberg (σειρά Aldina)

 

Ο ήρωας του βιβλίου του David Park ταξιδεύει από τα περίχωρα του Μπέλφαστ ως το Σάντερλαντ της βόρειας Αγγλίας για να φέρει πίσω στο σπίτι τον Λιουκ, τον γιο του που αποκλείστηκε εκεί, στο φοιτητικό του δωμάτιο άρρωστος μέσα στα Χριστούγεννα, γιατί η κακοκαιρία ματαίωσε όλες τις πτήσεις.  Δικό του καθήκον που αποδεικνύει τη γονική μέριμνα, την αφοσίωση στην οικογένεια, να τους συγκεντρώσει όλους στο γιορτινό σπίτι· ή μήπως έτσι κι αλλιώς θα λείπει κάποιος; Από την αρχή γίνεται διακριτή η απουσία του Ντάνιελ, του άλλου γιου, που στοιχειώνει τη σκέψη του πατέρα και δένει απολύτως με το λευκό τοπίο που η ισχυρή χιονόπτωση έφτιαξε ως σκηνικό της ιστορίας. Τι έχει συμβεί μ’ αυτόν;

Ένα road fiction έχουμε εδώ, μια διαδρομή που περικλείει την πλοκή και βήμα βήμα οδηγεί τον ήρωα στη συνειδητοποίηση των πράξεων αλλά και των δυνατοτήτων του. Ο αναγνώστης –συνοδοιπόρος  κι αυτός παρασυρμένος από τη συναρπαστική γραφή–  ανακαλύπτει την παρουσία/απουσία του Ντάνιελ δίπλα στον πατέρα. Και αναρωτιέται ποιος άραγε είναι ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με το παιδί σου, ποια η ευθύνη σου για όσα του συμβαίνουν, ποια η ενοχή σου για την κατάληξη της ζωής του. Μια ξένη γη είναι ο κόσμος του παιδιού σου, για να δοθεί έτσι μια ερμηνεία στον τίτλο του βιβλίου. Κι εσύ ένας  ταξιδιώτης σε λευκό τοπίο, που καταργεί την επικοινωνία και επιτρέπει μόνον τους αυτοσχεδιασμούς στην πορεία που θα ακολουθήσεις. Ερασιτέχνης γονιός χωρίς καμία καθοδήγηση, γιατί ο κάθε άνθρωπος (από τη μικρή ηλικία) είναι ένας άγνωστος τόπος.

Ωστόσο, η ξένη γη του τίτλου αφορά και τον ίδιο τον ταξιδιώτη/πατέρα. Είναι αρχικά άγνωστο το τοπίο που αφορά τη δική του ζωή, τον εαυτό του απέναντι σε έναν καθρέφτη που θα τον ήθελε ειλικρινή και όχι παραμορφωτικό μέσα από δικαιολογίες  που εύκολα επινοούνται αλλά δύσκολα βιώνονται. Οι καθυστερήσεις κατά τη διάρκεια του ταξιδιού είναι επιβαλλόμενες (κάποιες) από τις καιρικές συνθήκες, όμως για κάποιες από αυτές ευθύνεται η ανάγκη του να κρατήσει ακόμη λίγο η πορεία αυτοσυνειδησίας στην οποία υποβάλλεται ακολουθώντας την άφευκτη συνθήκη της ένοχης σκέψης που επιζητεί την κάθαρση ψυχής. Καθαίρεται άραγε;

Της λέω αντίο δίχως να τη ρωτήσω εκείνο που είχα στο μυαλό μου – αν είναι να τα καταφέρουμε, να κρατήσουμε τα κεφάλια έξω από το νερό, και πώς να κρατήσουμε ασφαλή τα παιδιά μας όσο ζούμε. (σελ. 218)

Διττή ανάγκη (σε μια άλλη εκδοχή ίσως είναι υποχρέωση) να στηρίξει τον εαυτό του και την οικογένεια – ταυτόχρονη δύσκολη πορεία, τραγική συχνά στο ασύμπτωτο των δύο ενεργειών. Ακριβώς σ’ αυτό το κομβικό σημείο εσωτερικής ανισορροπίας έρχεται (εν είδει από μηχανής θεού) ο Άγγελος.

Πέφτω στα γόνατα και προσπαθώ να μην αρρωστήσω παίρνοντας μια χούφτα χιόνι και τρίβοντας μ’ αυτό το στόμα μου. Αν κάποιος ερχόταν τώρα και μ’ έβλεπε, θα έμοιαζα να προσκυνάω τον Άγγελο, προσφέροντας δέηση στο μεγαλείο που υψώνεται εμπρός μου. (σελ. 230)

Ο Άγγελος του Βορρά, επιβλητικός και θεόρατος, ικανός να κρύψει κάτω από τα απλωμένα φτερά του την ανθρώπινη ένδεια που αναζητά συγχώρεση, γαλήνη, τελικά μια ελάχιστη συμμετοχή στα θαύματα. Εκεί, λίγο πριν το τέλος του ταξιδιού που θα φέρει τον πατέρα δίπλα στον Λιουκ, και από εκεί πίσω στην ασφάλεια του σπιτιού, με τη μητέρα Λόρνα και τη μικρή κόρη Λίλη. Και τη διαρκή, την οριστική απουσία του αποσυνάγωγου Ντάνιελ που ο πατέρας έδιωξε από την οικογενειακή στέγη, γιατί αυτό ένιωθε πως έπρεπε να κάνει· κι ας το μετάνιωσε την ίδια στιγμή. Ο άσωτος γιος, όπως ένιωθε ο ίδιος.

Δεν είναι ο άσωτος υιός, σπεύδω να του απαντήσω. Δεν είναι ο άσωτος υιός, εσύ απομακρύνθηκες από μας κι εμείς πάντα θέλαμε να γυρίσεις και κάθε βράδυ αφήναμε  ανοιχτή την αλυσίδα στην μπροστινή  πόρτα και η μητέρα σου κράταγε το κρεβάτι σου ζεστό τις νύχτες του χειμώνα… (σελ. 136)

Μόνο που η αναμονή είναι μάταιη. Ο άλλος γιος επέλεξε να διαχωριστεί από τον οικογενειακό κλοιό. Και ο πατέρας πυροδότησε το φυτίλι. Όσα προσφέρει εκπληρώνοντας τον στερεότυπο ρόλο του πατέρα/οικογενειάρχη δεν αρκούν για να αποσείσουν από πάνω του το άχθος μιας ένοχης συνείδησης. Αυτό το ταξίδι θα το κάνει μόνος του. Σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση θα συνομιλήσει με τον εαυτό του, με το νεκρό παιδί του, ακόμη και με την αδιάφορη γυναικεία φωνή του GPS που τον καθοδηγεί στα δύσκολα περάσματα μέσα από τους χιονισμένους δρόμους. Κάνοντας αναδρομή θα πλέξει προσεκτικά το τοπίο της ζωής του επικεντρώνοντας στον Ντάνιελ – ένα σύνολο εικόνων που επιστρατεύει για να ανακατασκευάσει το σκηνικό, να ερμηνεύσει το καθοριστικό λάθος. Δεν παύουν, όμως, αυτές οι μνήμες να λειτουργούν σαν φωτογραφικά στιγμιότυπα, σαν αυτά που απαθανάτιζε ως επαγγελματίας φωτογράφος, αποκομμένα από τις λεπτές συνδέσεις που θα συνιστούσαν μια ζωή σε πληρότητα.

 

David Park

 

Μόνον όταν αποφασίσει να αποσφραγίσει το κλειστό δωμάτιο (στεγανοποιημένο από την προστατευτική λειτουργία της μνήμης) θα αντιμετωπίσει την αλήθεια. Ως τότε το υποσυνείδητο λειτουργεί ανεξέλεγκτο και τον φέρνει αντιμέτωπο με ένα μονοσήμαντο (αλλά τόσο δύσκολο στην αποκρυπτογράφησή του) όνειρο:

Εκεί στη απώτερη όχθη, στέκει ένα σπίτι. Ένα σπίτι όπου καίει ένα μοναδικό φως.  Στο σπίτι υπάρχουν σκαλιά, τα οποία γνωρίζω ότι θα πρέπει ν’ ανέβω. Πώς όμως να φτάσω ως εκεί αν δεν διασχίσω τούτη την παγωμένη λίμνη; Και ποιος θα μου πιάσει το χέρι; Ποιος θα με οδηγήσει; Κοιτάζω πίσω μου, αλλά το μόνο που ακούω είναι ο άνεμος καθώς αχνίζει μεσ’ από τα δέντρα, σκορπίζοντας παγωμένους ατμούς και γεμίζοντας όλο τον κόσμο με ρίγη. (σελ.22)

Καθόλου τυχαία το μυθιστόρημα ξεκινά με αυτό ακριβώς το σκηνικό δημιούργημα του υποσυνειδήτου. Από κει θα ξεκινήσει το ταξίδι· ο εγκλωβισμένος Λιουκ τόσα μίλια μακριά από το σπίτι είναι η αφορμή, η αναγκαία συνθήκη (όχι η επαρκής όμως) για να λειτουργήσει η σχέση αιτίου και αιτιατού, για να λυθεί ο κόμπος, να εξιλεωθεί ο ένοχος. Κάθε ταξίδι έχει ένα σκοπό. Ή, όπως λέει ο ήρωας/αφηγητής: Όλα πρέπει να έχουν ένα σκοπό. Άραγε τι είναι αυτό που με οδηγεί στο ταξίδι;

Ο πολυβραβευμένος (και για το παρόν μυθιστόρημα) David Park διαμόρφωσε ένα ταξίδι ωρών (τόσο διαρκεί ο χρόνος της ιστορίας) σε μια διαδρομή απόλυτης συνειδητοποίησης με τον αφηγηματικό χρόνο όμως να εκτείνεται σε ευρύ φάσμα της ζωής του ήρωα. Έτσι η πλοκή αντιστοιχεί σε μυθιστόρημα (παρά τη μικρή έκταση) αποδεικνύοντας ότι δεν είναι η εκτεταμένη αφήγηση το βασικό γνώρισμα της μεγάλης αφήγησης αλλά  το χρονικό εύρος των αφηγημένων γεγονότων και η ενδελεχής ανάλυση των χαρακτήρων.

Ο Νίκος Μάντης (εδώ ως μεταφραστής) αναμετρήθηκε με ένα έξοχο κείμενο και το απέδωσε με τον καλύτερο τρόπο. Η σειρά Aldina των εκδόσεων Gutenberg πρόσθεσε ακόμη ένα διαμάντι στα τόσα που έχει ως τώρα προτείνει στο αναγνωστικό κοινό.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top