Fractal

Διήγημα: “Στο βαγόνι με τις μάσκες”

Του Ηλία Μπαντούνα // *

 

 

 

 

 

Άλλη μια μικρή «οδύσσεια» για τον πρόλογο της νέας ημέρας, μέσα στον συρμό του μετρό. Εκείνος στον ρόλο του οιονεί ακροβάτη, να προσπαθεί να αποφύγει την παραμικρή επαφή. Άλλοτε με τις μεταλλικές επιφάνειες, άλλοτε με τις άκρες από τα υφασμάτινα ρούχα των συνεπιβατών του.

 

Σε κάθε στάση και νέες εμφανίσεις μασκοφόρων. Άλλοι φορούσαν τις κλασσικές ψυχρές λευκές του ιατρού. Κάποιοι εμφανίζονταν με παρδαλές αποχρώσεις που τραβούσαν το βλέμμα του, ενώ παράλληλα προκαλούσαν ένα ειρωνικό μειδίαμα στο πρόσωπό του. Χαιρόταν που κανείς τους δεν ήταν σε θέση να παρατηρήσει εκείνη την έκφραση χλιαρής αποδοκιμασίας για το στιλιστικό ατόπημά τους.

Υπήρχαν και εκείνοι με τις κακοφτιαγμένες, αυτοσχέδιες μάσκες τους, οι οποίοι έχαναν σε αυτόν τον άτυπο ανταγωνισμό για την καλύτερη εμφάνιση εντός του βαγονιού.

Όσο περνούσαν τα λεπτά, ο προορισμός φάνταζε για κάποιον λόγο όλο και πιο μακρινός. Μαζί με την ανυπομονησία της αποβίβασης, φούντωνε μέσα του και ένα αίσθημα αγοραφοβίας που αγνοούσε μέχρι πρότινος την ύπαρξή του.

Οι μάσκες φάνταζαν απειλητικές και οι σιλουέτες γύρω του ομοίαζαν με εχθρούς που προσπαθούσαν να κερδίσουν μέτρα σε βάρος του, παραβιάζοντας τα αόρατα σύνορα που χώριζαν τις δύο πλευρές.

Τότε με το βλέμμα του έψαχνε μέσα στο πλήθος εκείνη. Συνήθιζε να επιβιβάζεται σε μια συγκεκριμένη στάση. Μπορεί να μην γνωρίζονταν. Τον ενοχλούσε που ποτέ του δεν έβρισκε περισσευούμενα αποθέματα θάρρους προκειμένου να την πλησιάσει και να μάθει το όνομά της.

Ήταν πάντοτε σοβαρή και με τα ακουστικά στα αυτιά, έδειχνε να χάνεται σε έναν άλλον κόσμο που πολύ τον ζήλευε καθώς την περιεργαζόταν. Φανταζόταν να τον καλεί να την ακολουθήσει σε ένα μουσικό ταξίδι που δεν μπορούσε να της αρνηθεί. Όχι γιατί η φιλομουσία ήταν από τα χαρακτηριστικά που τον διέκριναν σαν χαρακτήρα. Απλό και μόνο γιατί θα του το ζητούσε εκείνη και δεν υπήρχαν εναλλακτικές πέραν μιας καταφατικής απάντησης.

Κάθε που την συναντούσε, κάτι το οικείο διέκρινε στα μάτια πίσω από την μάσκα που κάλυπτε μέρος του προσώπου της. Αυτό το σπινθηροβόλο βλέμμα, που ξεχώριζε ακόμη και εν μέσω της πρωινής θολούρας, ήταν η πυξίδα που έψαχνε και συνάμα το κίνητρό για να συνεχίσει την μέρα του.

Και κάθε που αποβιβαζόταν από το ασφυκτικά γεμάτο βαγόνι, κουβαλούσε μαζί του σαν ενθύμιο την τελευταία τους συνάντηση μέχρι την επόμενη φορά που η τύχη θα την έφερνε και πάλι κοντά του για λίγο…

 

 

 

 

* Ο Ηλίας Μπαντούνας γεννήθηκε το 1986 στην Αθήνα. Το 2008 αποφοίτησε από το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς ενώ στην συνέχεια ασχολήθηκε με την δημοσιογραφία με μικρά διαλλείματα. Από την παιδική ηλικία έβρισκε «καταφύγιο» στην συγγραφή κειμένων μικρής έκτασης κάτι που συνεχίζει να κάνει ακόμη και σήμερα, όταν υπάρχουν τα κατάλληλα ερεθίσματα για έμπνευση.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top