Fractal

Διήγημα: “Στιγμές”

Της Κατερίνας Παπαθεοφίλου //

 

 

 

 

Στιγμές

 

Είχαν ξεκλέψει λίγες στιγμές και επέλεξαν να τις περάσουν πίνοντας μπύρα σε ένα μέρος συνδεδεμένο με εφηβικές αναμνήσεις και ωραίες ιστορίες, τον Προφήτη Ηλία στον Πειραιά. Κοινός τόπος και των δύο για κοπάνες από το σχολείο και κρυφά ραντεβού. Τώρα είχαν εκείνοι ραντεβού, που δεν ήταν καθόλου κρυφό, κάνοντας κοπάνα από τη δουλειά τους και τη ρουτίνα της καθημερινότητας.

Η καφετέρια είχε μείνει σχεδόν ίδια από τότε, ξεχασμένη στο χρόνο, διακοσμημένη με κούρους και ενυδρεία με χρυσόψαρα. Τότε στην εφηβεία, σίγουρα δεν είχαν δώσει σημασία στην όποια διακόσμηση, τώρα απλά διασκέδαζαν με αυτή. Κάθισαν έξω στην μεγάλη βεράντα που είχε θέα στο Πασά Λιμάνι. Μόνο, κάποιοι ηλικιωμένοι ήταν εκείνη την ώρα εκεί, πίνοντας καφέ ή ούζο με μεζέ και συζητούσαν χαμηλόφωνα. Λες και κανείς δεν ήθελε να χαλάσει την ησυχία και τη γαλήνη της στιγμής και του μέρους. Γι αυτό το επέλεξαν κι εκείνοι. Ήξεραν ότι οι περισσότεροι συνομήλικοί τους, είτε θα βρίσκονταν για δουλειά, είτε θα επέλεγαν κάποιο πιο μοντέρνο καφέ σε κεντρικό σημείο για να περάσουν την ώρα τους.

Συζητούσαν για τις αναμνήσεις τους στο συγκεκριμένο μέρος, γελούσαν με τις γκάφες και τα καμώματα της εφηβικής ηλικίας και σιωπαίναν αμήχανα κρατώντας το χέρι ο ένας του άλλου. Οι σιωπές, γλύκαιναν την καρδιά τους. Τους έδεναν. Κοιτάζονταν στα μάτια και χάνονταν. Και μετά πάλι ξεκινούσαν τις ιστορίες και τα χάχανα. Γέμισαν τα μάτια τους θαλασσινό ορίζοντα και την καρδιά τους γλύκα και έφυγαν μεθυσμένοι. Όχι από την μπύρα που ήπιαν, αλλά από τον έρωτα τους που ολοένα φούντωνε και ακόμα έμενε σχεδόν ανείπωτος. Το έβλεπαν στα μάτια τους, το αναγνώριζε ο ένας στον άλλον, αλλά ακόμα δεν είχε πάρει μορφή και έκφραση.

Η εξέλιξη αυτή στην πολύχρονη φιλία τους, τους ευχαριστούσε και τους φόβιζε ταυτόχρονα. Και λογικό ήταν, ή θα κέρδιζαν τα πάντα ή θα τα έχαναν όλα, δεν υπήρχε μέση λύση. Στη φάση που ήταν η σχέση τους εκείνη τη στιγμή, έδειχνε ότι άξιζε το ρίσκο. Η φιλία, τους είχε δώσει χώρο για περισσότερη οικειότητα και παρόλο που θεωρούσαν ότι ήδη γνώριζαν πολλά ο ένας για τον άλλο, εκπλήσσονταν με το πόσα ακόμα μπορούσαν να μοιραστούν. Ήδη υπήρχε εμπιστοσύνη μεταξύ τους, οπότε το μοίρασμα για κάτι παραπάνω ήταν απλά η εξέλιξη της σχέση τους. Οπότε απλά απολάμβαναν όσα έφερνε η κάθε στιγμή.

Το αυτοκίνητο γλιστρούσε απαλά στην άσφαλτο πάνω από τη γέφυρα του Κεράνη. Η απογευματινή κίνηση είχε αρχίσει να αυξάνεται και το δροσερό αεράκι του πρώιμου καλοκαιριού τους χάιδευε το πρόσωπο από τα ανοιχτά παράθυρα. Του κρατούσε το χέρι, πάνω από το λεβιέ του αυτοκινήτου και έπιανε τον εαυτό της να κοιτά το προφίλ του ενώ οδηγούσε, λες και δεν το είχε δει ξανά. Φωτογράφιζε κάθε του έκφραση, το περίγραμμα της μύτης του, τις λεπτές γραμμές κάτω από τα μάτια του που γίνονταν πιο έντονες όταν γελούσε, τα σαρκώδη χείλη του, που της έλειπαν όταν δεν ακουμπούσαν τα δικά της… «Σε νιώθω…» της πετούσε που και που αναγνωρίζοντας τον βλέμμα της πάνω του κι εκείνη γελούσε και κοκκίνιζε, λες και ήταν πάλι έφηβη.

Μια μελωδία ακούστηκε από το ραδιόφωνο, μιας μαύρης φωνής, με πόνο και παράπονο. Μιλούσε για έναν χαμένο έρωτα, για έναν έρωτα που τελείωνε με πόνο, αλλά ταυτόχρονα αποτελούσε μια γλυκιά ανάμνηση. Εκείνος άρχισε να το τραγουδάει. Λάτρευε τη χροιά της φωνής του. Τον φανταζόταν να της ψιθυρίζει ερωτόλογα ή να της τραγουδάει μέχρι να αποκοιμηθεί στην αγκαλιά του. Να ακούει το τραγούδι μέσα από το στήθος του, μαζί με τους χτύπους της καρδιάς του.

Εκείνη δεν το είχε ξανακούσει το κομμάτι και παρόλο που μιλούσε για απώλεια, κάτι που το φοβόταν τη δεδομένη στιγμή, γιατί φυσικά δεν ήθελε ούτε να σκέφτεται την πιθανότητα να τον χάσει, το λάτρεψε. Λάτρεψε την τραγουδίστρια, αλλά βασικά λάτρευε εκείνον που το τραγουδούσε πλάι της. Σκέφτηκε ότι εκείνη τη στιγμή απλά χτιζόταν μια κοινή τους ανάμνηση. Μία ακόμα. Τον κοίταξε κι εκείνος λες και διάβασε τη σκέψη της, της χαμογέλασε και είπε, «είναι απλά καταπληκτικό τραγούδι, δεν μιλάει για εμάς» . «Ποιο είναι;» τον ρώτησε.

«Είναι το let me down easy από Bettye Lavette». Δυνάμωσε τη φωνή, εκείνη έκλεισε τα μάτια, του έσφιξε το χέρι και άφησαν τη μελωδία να τους ταξιδέψει. Το κοινό τους ταξίδι μόλις ξεκινούσε…

 

1.9.2022

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top