Fractal

Μήνυμα αλληλεγγύης προς όλους τους θαλασσοτσακισμένους

Γράφει η Ανθούλα Δανιήλ //

 

Ντίνος Σιώτης: «Στα βαθιά της Μεσογείου», Κοινωνία των (δε)κάτων 2023

 

Στ’ ανοιχτά του πέλαγου *με καρτέρεσαν

με μπομπάρδες τρικάταρτες * και μου ρίξανε…

(Οδυσσέας Ελύτης)

 

Η Μεσόγειος. Η θάλασσα η οικεία και γαλανή, η κοιτίδα των αρχαίων πολιτισμών, αυτή που διέπλευσαν οι αρχαίοι λαοί, που πήγαν και ήρθαν, επικοινώνησαν, αντάλλαξαν προϊόντα, ιδέες και γνώσεις, η θάλασσα η δικιά μας με τα όμορφα νησιά μας, η θάλασσα μητέρα και τροφός. Αυτή η θάλασσα η χιλιοτραγουδισμένη, τα τελευταία χρόνια έγινε ο τάφος όλων εκείνων των δυστυχισμένων που ανεβαίνουν στον χάρτη για να βρουν μια άλλη πατρίδα ειρηνικότερη εκείνης που γκρεμίστηκε πίσω τους. Άνθρωποι απελπισμένοι από την Ασία και την Αφρική, και όχι μόνο, ανεβαίνουν προς αναζήτηση νέας πατρίδας και γης για να στήσουν από την αρχή τη ζωή τους.

Η Ιστορία κάνει τον κύκλο της και επαναφέρει ότι προηγήθηκε. Γεμάτη από μεταναστευτικές ροές που τις μαθαίνουμε σαν μάθημα στο σχολείο και δεν υποψιαζόμαστε με τι μόχθο, θυσίες και θάνατο στήθηκαν οι νέες πατρίδες. Οι καιροί και τα μεταναστευτικά ρεύματα ποτέ δεν σταματούν. Πάντα σε κάποιο σημείο του πλανήτη άνθρωποι αναγκάζονται να φύγουν από τα σπίτια τους. Όμως αν πήζουν τα ποτάμια στο αίμα στην Αφρική  αυτό για μας είναι απλώς μια είδηση. Τα τελευταία χρόνια που αυτοί όλοι οι ξεσπιτωμένοι άρχισαν να έρχονται στην Ευρώπη, τότε είδαμε τη σοβαρότητα του θέματος και το μέγεθος του προβλήματος.

Στα αρχαία χρόνια, στον Μεσαίωνα ή στα νεότερα ήταν οι Ευρωπαίοι που κατηφόριζαν στον χάρτη για να βρουν στην Αφρική, στην Αυστραλία,  στην Αμερική καλύτερη τύχη. Σήμερα είναι οι Αφρικανοί και οι Ασιάτες που ανηφορίζουν για τον ίδιο λόγο. Αντίστροφη κίνηση, άνω και κάτω οδός μία και ωϋτή, έλεγε ο Ηράκλειτος που και εκείνου τα σοφά λόγια ήρθε η ώρα να τα δούμε ως πράξη. Μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας, Τραγωδία δηλαδή, η οποία δεν παίζεται στο θέατρο αλλά στις στεριές και,  στην προκειμένη περίπτωση, στη θάλασσά μας. Σ’ αυτή την όμορφη θάλασσα που δεν μας κάνει τη χάρη να λειτουργεί πάντα σαν τόπος αναψυχής, αλλά περιπέτειας, φόβου, θρήνου και θανάτου. Δεν είναι λοιπόν η θάλασσα πάντα ήρεμη και γλυκιά, δροσερή και γαλανή και τραγουδισμένη. Είναι η άλλη που Καμιά φορά σηκώνεται κι ουρλιάζει, όπως λέει ο Ανδρέας Εμπειρίκος.

Ο Ντίνος Σιώτης, ποιητής νησιώτης, από το όμορφο νησί της Τήνου, τριγυρισμένος από θάλασσα, ταξιδεμένος, έχοντας βιώσει το αίσθημα του ξένου σε ξένον τόπο, αν και ευτυχής γιατί  ευλογήθηκε να μάθει πολλά χωρίς να πάθει, ο Σιώτης λοιπόν, στέλνει μήνυμα αλληλεγγύης προς όλους τους θαλασσοτσακισμένους. Κυρίως όμως στέλνει το μήνυμα ΣΟΣ προς εκείνους που κυβερνούν τον κόσμο, που κάνουν τους πολέμους, που γκρεμίζουν τις χώρες, τη ζωή και τα όνειρα των απλών ανθρώπων. Εκείνους που ακριβοπληρώνονται για να προσφέρουν ελπίδα, ενώ κατά βάθος ξέρουν ότι διακινούν τον θάνατο, ψυχρά απάνθρωπα και συμφεροντολογικά, με αντικείμενα μεταφοράς στα σαπιοκάραβά τους ανθρώπους απελπισμένους και διωγμένους από την πατρίδα τους, λόγω πολέμου ή άλλων ανυπέρβλητων δεινών. Ο Πόλεμος πατήρ πάντων σε άλλα του παιδιά -τους βιομηχάνους της πολεμικής βιομηχανίας- φέρνει πλούτο και ευημερία και στα άλλα απόγνωση και θάνατο.

 

Από το Δελτίο Ειδήσεων ο ποιητής μας πληροφορεί πώς «Ετησίως, περίπου 10 εκατομμύρια άνδρες, γυναίκες και παιδιά, από όλον τον κόσμο, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα τους  για να βρουν προστασία από πολέμους, διώξεις, πολιτικές διακρίσεις, κακοποίηση, βία και φανατισμό».

Ανάμεσα σ’ αυτούς συγκαταλέγονται και οι πνιγμένοι πρόσφυγες στα ανοιχτά της Πύλου, στις 14 Ιουνίου 2023. Τα είκοσι πέντε ποιήματα αυτής της συλλογής γράφτηκαν μέσε σε τρεις μέρες. Από τις 15 έως τις 18 Ιουνίου. Η βιασύνη της έκδοσης δηλώνει και το επείγον του πράγματος. Όπως μας λέει ο ποιητής, τα πολιτικά κόμματα «μαλλιοτραβιούνται για το φταίξιμο». Μερικά από τα ποιήματα  δημοσιεύτηκαν ως πολιτικά σχόλια στην Εφημερίδα των Συντακτών και άλλα  στο facebook.

Ο ποιητής λοιπόν ξαγρυπνά. Κινείται, γράφει με πάθος, βιαστικά, βάζει σε στίχους λέξεις, τραβάει από το μανίκι τους εφησυχασμένους. Δεν αφήνει την επικαιρότητα να παρασύρει όπως στο τρέιλερ των τηλεοπτικών καναλιών την είδηση και να την καλύψει με κάποια άλλη. Δεν επιτρέπει την ισοπέδωση των τραυματικών γεγονότων τα οποία, ωστόσο, δεν κρατούν πέρα από τρεις μέρες.

Ποίημα πρώτο. Μέσα σε ένα τόσο δα μικρό ποιηματάκι, με δυο στροφές και έξι στίχους συνολικά, πέντε φορές ο ποιητής, επιμένει στο ποσοτικό επίρρημα «πιο», το οποίο έρχεται να περιγράψει το μεγαλύτερο κακό που έγινε κοντά μας, στα νερά μας, στη θάλασσα μας.  Πόσοι ήταν πάνω στο καράβι άγνωστο και όλοι αυτοί οι πνιγμένοι άγνωστοι είχαν ξεκινήσει από μακριά, είχαν πληρώσει μια περιουσία για να βρουν «ένα κομμάτι ψωμί στην Ευρώπη». «Το ελάχιστο ζήτησα και με τιμώρησαν με το πολύ», λέει ο Οδυσσέας Ελύτης που ευτυχώς δεν ζει για να δει πως ο βυθός της θάλασσας κρύβει ανθρώπινα κορμιά, μεγάλους και  μικρά παιδιά, που αντί να παίζουν και να κάνουν μακροβούτια, βούλιαξαν στα βαθιά σαν λήκυθοι  στον πάτο, πλάι στις  πέτρες και τα λόγια των θεών και του Ηράκλειτου, όπως μας έχει παραδώσει τον θαλάσσιο παράδεισό του.

 

Ντίνος Σιώτης

 

Ο Ντίνος Σιώτης δεν βλέπει τον παράδεισο, αν και το νησί του, η Τήνος, είναι δείγμα παραδείσου, αλλά βλέπει την Κόλαση που είδαν με τα μάτια τους οι πνιγμένοι και γι’ αυτό με αυτά τα 25 ποιήματα-μηνύματα, καταγγέλλει  τα μεγάλα και υποκριτικά λόγια, τους «χαμερπείς, τους ακοινώνητους, τους αργυρώνητους». Καταγγέλλει την πείνα, τη δίψα και τις πιθανότητες που έχουν οι απελπισμένοι· περισσότερες να χαθούν, περιορισμένες στο ελάχιστο να σωθούν.

Η Γη της Επαγγελίας δεν είναι αυτή που έχει καταγραφεί στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά η Ευρώπη. Σ’ αυτήν ρέει  το μέλι και το γάλα, αυτή είναι η γη της ευκαιρίας, αλλά έχει κλειστές τις θύρες εάν η χρεία ταις κουρταλεί. Κι εμείς οι Έλληνες το ξέρουμε καλά και ας νιώθουμε σπουδαίοι και ασφαλείς, αν και επί ξυρού ακμής, κι εμείς ζούμε στα σύνορα και της  γεωγραφίας και της καλοπέρασης.

«Οι άνθρωποι κρύβουν κακία μέσα τους

επειδή νιώθουν απόγνωση και μοναξιά».

 

«Στην ξηρά βρέχει/ στη θάλασσα βρέχει

μέσα μας όλα στεγνά»,

 

λέει ο ποιητής και στηλιτεύει την απανθρωπιά των για την ώρα τακτοποιημένων.

Ο Σιώτης, δεν μας δίνει την εντύπωση πως ενδιαφέρεται για τον στίχο, απλώς τον χρησιμοποιεί για να μεταφέρει το μήνυμα, όπως  π.χ.

 

«Αντί για μάννα χολή

κι αντί για ορχιδέες

ρατσιστικές ιδέες»

 

ωστόσο, σε τέτοια  λιλιπούτεια στιχουργήματα, όπως στο «Αντί» μας ταρακουνάει και μας τραντάζει  και μας θυμίζει τον Εσταυρωμένο που όταν ζήτησε νερό το έδωσαν ξίδι. Εσταυρωμένη η ανθρωπότητα ανεβαίνει τον Γολγοθά της. Θα λέγαμε πως δεν μας διαφύγει και εκείνη η «Άρνηση» του Γιώργου Σεφέρη, όντας κι εκείνος ένας πρόσφυγας με τον τρόπο του, όταν η γενιά δεν πέτυχε τίποτα από όλα όσα ζήτησε και πάνω σε θαλάσσια ξύλα πήρε τους δρόμους του νερού…

«Η Μεσόγειος θάλασσα πολιτισμού, …

το καταμαρτυρούν οι αρχαίοι αμφορείς…»

 

σήμερα οι αμφορείς είναι το δείγμα του αρχαίου ναυαγίου. Οι αμφορείς επιζούν και μπαίνουν στο Μουσείο, το κοινό θαυμάζει τα έργα τέχνης και ξεχνάει αυτούς που πνίγηκαν…

«Φτάσαμε στον πάτο του πολιτισμού μας

χωρίς ν’ ακούμε  τις πνιγμένες κραυγές

βυθού απ’ τα αμπάρια των αλιευτικών».

 

«με τα συμπράγκαλα θα συμπορευτούμε βόρεια

προς τη φωταγωγημένη Ευρώπη»

 

και η ιστορία επαναλαμβάνεται. Μεταφράζω ελεύθερα από την Αινειάδα του Βιργιλίου την μεγαλειώδη τρικυμία, το βούλιαγμα των πλοίων, τον πνιγμό των ανδρών. Θυμίζω πως ο Αινείας, αφού κάηκε η Τροία από τους Αχαιούς, πήρε τον πατέρα του στην πλάτη, τη γυναίκα του πλάι, τον γιο του από το χέρι και τα ιερά κειμήλιά του στις αποσκευές και μπήκε στα πλοία αναζητώντας στην Ευρώπη μια νέα πατρίδα και ιδού πώς τα πάθη του καθόλου δεν διαφέρουν από τα σημερινά. Ίδια, αρχαία και τωρινά, στα ίδια νερά:

Ο Εύρος, ο Νότος και ο τρικυμιώδης Λίβας ορμούν όλοι μαζί και ανακατεύουν τη θάλασσα από τον πυθμένα… κραυγάζουν οι άνδρες, τρίζουν τα σκοινιά, χάνεται η μέρα, νύχτα ζοφερή απλώνεται πάνω στη θάλασσα, προμηνύοντας θάνατο… θύελλα σηκώνεται από τον βορρά, χτυπάει το ιστίον και σηκώνει τα νερά μέχρι τα άστρα, σαν βουνό υψώνεται το κύμα… οι άνδρες σκορπίζονται από δω και από κει πάνω στα νερά, όπλα, σανίδες και τρωικοί θησαυροί πλέουν στα κύματα…. Ταράζεται η θάλασσα με μεγάλο μουγκρητό …

Και έτσι άνθρωποι που ήταν βασιλιάδες ή άρχοντες ή απλοί στη χώρα τους με κανονική ζωή πολίτες, καταντούν πρόσφυγες, ζητιάνοι και ενοχλητικοί στα συρματοπλέγματα των συνόρων ή πνιγμένοι στη θάλασσα.

«σκιρτάνε τα αμαρτήματα, τα

εξανθήματα/ τα ανοήματα/

ο βυθός βωβός παραπαίει».

 

 

Στο εξώφυλλο του βιβλίου έχουμε τον πίνακα του Théodore Gericault (1791-1824), με τίτλο Η Σχεδία της Μέδουσας. Πρόκειται για ένα ιστορικό γεγονός, όπου οι επιβάτες ναυαγοί, αλληλοφαγώθηκαν λόγω έλλειψης φαγητού και κατέληξαν μισότρελοι οι ελάχιστοι που επέζησαν. Όταν η Γαλλία εόρταζε τα 200 χρόνια της από τη Γαλλική Επανάσταση, ο Μωρίς Μπεζάρ μας παρουσίασε, ανάμεσα στα άλλα μπαλέτα που χορογράφησε για την επέτειο, και τη Σχεδία της Μέδουσας. Ο Ζερικώ προφανώς είχε στο νου του τον Εμφύλιο, όπου οι μισοί Γάλλοι έφαγαν τους άλλους μισούς. Ο Μπεζάρ μιλάει για την γενικότερη ανθρωποφαγία που συμβαίνει στον κόσμο και ο Σιώτης πολύ σωστά επέλεξε αυτό το έργο για να δείξει ότι με την απανθρωπιά τους οι Ευρωπαίοι γίνονται και αυτοί, με τη σειρά τους, θύματα της πολιτικής τους… τρελοί και ανθρωποφάγοι.

Το ποίημα είναι μήνυμα. Ο Ντίνος Σιώτης δεν έγραψε έτσι στα γρήγορα αυτή την ποιητική συλλογή για να δρέψει τη δόξα του Παρνασσού, αλλά για να μας θυμίσει πως  έχουμε ηθική ευθύνη να μην ξεχνάμε.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top