Fractal

Προς έναν μεταμοντέρνο αναρχισμό

Γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης //

 

 

 

 

 

“Από τον Μπακούνιν στον Λακάν”,  Saul Newman, Μτφρ. Αντώνης Αγγελής, Πατάκης 2019, Σελ. 440

“Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία Του”, Max Stirner, Μτφρ. Ζήσης Σαρίκας, Θύραθεν 2005, Σελ. 400

“Αναρχία”, Πιοτρ Κροπότκιν, Μτφρ. Βασίλης Τομανάς, Κατσάνος 2008, Σελ. 142

 

 

 

Ο Saul Newman παρουσιάζει με τη σειρά τις σημαντικότερες θεωρίες που προέβαλαν το αίτημα της ανθρώπινης χειραφέτησης, εντοπίζοντας συγχρόνως τα σφάλματα και τις αδυναμίες τους, που καθιστούν αναγκαία την υπέρβασή τους προς έναν νέο αντιεξουσιαστικό λόγο, στην κατεύθυνση του μεταμοντέρνου/μεταδομιστικού αναρχισμού (ή πιο απλά, μετα-αναρχισμού). Η πολιτική ιδεολογία που πρεσβεύει ο Newman και που έχει χαρακτηριστεί ως «λακανικός» αναρχισμός, επιχειρεί τη συγκρότηση ενός νέου αντιεξουσιαστικού λόγου, διορθώνοντας αυτά που θεωρούν ως σφάλματα του κλασικού αναρχισμού, κυρίως στην εννοιολογική σύλληψη . Θεωρητικοί του κινήματος ήταν επίσης ο “Hakim Bey” (Peter Lamborn Wilson) και ο Todd May.

 

 

Στο βιβλίο, που εκδόθηκε το 2001, έχει ασκηθεί αρνητική κριτική, για έλλειψη κατανόησης του αναρχικού κινήματος, αλλά και το έχουν επαινέσει διανοούμενοι όπως ο Ernesto Laclau, ο οποίος έγραψε και τον πρόλογό του.

Στοχαστές όπως οι Hegel και Bauer πίστευαν στην αυτονομία του κράτους σε σχέση με την οικονομία, θεωρώντας αυτή την αυτονομία ως κάτι το ευεργετικό, οι αναρχικοί αντιμετώπισαν το κράτος (ή ακριβέστερα, του εξουσιαστικού μηχανισμού που βρίσκεται από πίσω του) αυτόνομο από οικονομικούς παράγοντες, αλλά συνάμα αρνητικό. Με τη σειρά του, ο Marx θεωρούσε το κράτος εξαρτημένο από την οικονομία (ή σύμφωνα με άλλες ερμηνείες, μονάχα μερικώς αυτόνομο) και η κρατική εξουσία στις καπιταλιστικές κοινωνίες εξυπηρετεί βασικά τα συμφέροντα των αστών σε βάρος της εργατιάς/προλεταριάτου, λειτουργώντας κατά κάποιον τρόπο ως η «δικτατορία» εκείνων (δηλ. των αστών) πάνω της. Προκειμένου ν’ αντιστραφεί αυτή η ισορροπία δυνάμεων, πρέπει να έχει προηγουμένως αντιστραφεί η παρούσα κατάσταση κυριαρχίας του κράτους. Γι’ αυτό, υποστήριξε, εργατική τάξη πρέπει να «αιχμαλωτίσει» το κράτος και να το μεταχειριστεί υπέρ της, υποτάσσοντας με τη βοήθειά του τους αστούς (π.χ. δημεύοντας τα μέσα παραγωγής, που τους ανήκουν). Αυτή η διαδικασία, που θα είναι το ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στον καπιταλισμό και στον κομουνισμό, ονομάζεται «δικτατορία του προλεταριάτου» και πρόκειται να τερματιστεί αφού πετύχει τον σκοπό της, οδηγώντας τελικά στην πλήρη καταστροφή του κράτους (που δε θα είναι πλέον χρήσιμο). Την ίδια εποχή όμως, οι αναρχικοί θα αρνηθούν αυτό το ιδεώδες του Marx και θα προβάλλουν την αξίωση της άμεσης καταστροφής του κράτους κατά την επανάσταση των εργατών. Ενώ δηλαδή, σύμφωνα με τον Marx, η κυρίαρχη τάξη εξουσιάζει μέσω του κράτους, για τους αναρχικούς στοχαστές όπως ο Bakunin, το κράτος εξουσιάζει μέσω της κυρίαρχης τάξης. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε απόπειρα προσεταιρισμού της κρατικής εξουσίας θα οδηγήσει γρήγορα σε μια νέα ανελευθερία και αδικία. Οι καταπιεστές θα αλλάξουν, αλλά η καταπίεση θα παραμείνει. Η κύρια διαφορά μεταξύ του μαρξισμού και του αναρχισμού, είναι το ότι ο πρώτος προβάλλει έναν οικονομικό αναγωγισμό-οικονομισμό, σε αντίθεση με τον τελευταίο, ο οποίος θεωρεί την εξουσία ως πρωταρχικότερη σε σχέση με τον οικονομικό παράγοντα. Η πριμοδότηση της οικονομίας από τον Marx, θα τον ωθήσει να θεωρήσει αυτονόητη την εξαφάνιση της ανελευθερίας και της αδικίας μετά τη ριζική οικονομική μεταβολή που εισηγείται ο ίδιος.

Αντίθετα, οι αναρχικοί θεωρούν πιο αρχέγονη την τάση του ανθρώπου να εξουσιάζει και, κατά συνέπεια, είναι πεπεισμένοι ότι η οποιαδήποτε  μεταβολή στην οικονομία θα άφηνε την εξουσία, με όλες τις αρνητικές και απάνθρωπες συνέπειές της, άθικτη. Όταν οι Μπολσεβίκοι στη Ρωσία ανέτρεψαν τον τσάρο και κατέλαβαν τελικά την εξουσία, διατηρώντας όμως το κράτος, πρώτοι οι αναρχικοί θα προειδοποιήσουν προφητικά ότι μια νέα τυραννία θα λάβει τη θέση της παλιάς. Η πραγματικότητα θα τους δικαιώσει απόλυτα, συμπεραίνει ο συγγραφέας του βιβλίου. Σημειωτέον ότι ο Newman θεωρεί πως ακόμη και οι μεταγενέστεροι του Marx μαρξιστές (πχ Althousser) δε σημείωσαν ιδιαίτερη πρόοδο στην κατανόηση της ανεξαρτησίας της εξουσίας από την οικονομία.

Σύμφωνα με την αναρχική πολιτική θεωρία, η κρατική εξουσία διαιωνίζεται μέσω της διαφθοράς που σταδιακά προκαλεί σε όσους την αποκτούν. Το 1870, ο Bakunin (βλ. την επιστολή του στον Sergey Nechayev) συνόψιζε το επαναστατικό πρόγραμμά του ως εξής: «πλήρης εξάλειψη του κρατικού και δικαιικού κόσμου και του δήθεν αστικού πολιτισμού με μια βίαιη και ακαταμάχητη επανάσταση του λαού, διευθυνόμενη αόρατα όχι από μια επίσημη δικτατορία αλλά από εκείνη την ανώνυμη και συλλογική των φίλων της πλήρους χειραφέτησης του λαού από οποιονδήποτε ζυγό. Οι φίλοι αυτοί θα είναι στέρεα οργανωμένοι σε μυστική εταιρεία και θα δουν παντού και πάντα για έναν και τον αυτό σκοπό σύμφωνα με ένα και μοναδικό πρόταγμα».

Ας δούμε εδώ το σχετικό βιβλίο ενός εκ των επιφανέστερων αναρχικών, του Ρώσου στοχαστή και πρώην πρίγκιπα, Pyotr Kropotkin. Ο Kropotkin, αντλώντας παραδείγματα από την ανάπτυξη των θετικών και θεωρητικών επιστημών, δια πιστώνει ότι έχει συντελεστεί εντός του μια βαθιά αλλαγή: συγκεκριμένα, το επιστημονικό ενδιαφέρον έχει μετατοπιστεί από την αναζήτηση γενικών και καθολικών νόμων στο πλήθος των μικρών, ατομικών δυνάμεων που παρότι αντιμαχόμενες μεταξύ τους, πετυχαίνουν να προσαρμόζονται και να εξισορροπούν, συντελώντας στην αρμονία του συνόλου. Στο ίδιο πλαίσιο της ιδεολογικής στροφής προς το άτομο, θεωρεί ο Kropotkin, εντάσσεται και η αναρχία ως ιδανικό, η οποία εντοπίζει την αλληλοσύγκρουση των επί μέρους ατομικών δυνάμεων σε μια κοινωνία. Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν τέσσερεις μορφές σοσιαλισμού: κρατικός, θρησκευτικός, κολεκτιβιστικός, και τέλος, ελευθεριακός (ή αλλιώς αναρχισμός). Καθώς τα δύο πρώτα ήταν τα προγενέστερα και απέτυχαν να εκφράσουν και να καθοδηγήσουν το διεθνές προλεταριάτο,  η Διεθνής Ένωση Εργατών δημιούργησε ένα τρίτο είδος, τον κολεκτιβιστικό σοσιαλισμό, ο οποίος υποστηρίζει την αιχμαλωσία του κράτους από τους εργάτες και τους αγρότες και έπειτα τη διανομή των αγαθών.

 

 

Σε αυτό το σημείο γίνεται ξεκάθαρη η κύρια διαφορά ανάμεσα στον κλασικό μαρξισμό και την αναρχία: ο Kropotkin απορρίπτει σθεναρά την αιχμαλωσία του κράτους, τονίζοντας πως ένας νέος μηχανισμός εξουσίας απλώς θα άλλαζε τα πρόσωπα των καταπιεστών, όχι όμως και την καταπίεση γενικά. Πάγια αντίληψη του Kropotkin είναι ότι οι άνθρωποι που ασκούν εξουσία κατά κανόνα διαφθείρονται από αυτή και τείνουν να είναι άδικοι. Για τον λόγο αυτόν, εκείνος εισηγείται το τελευταίο είδος σοσιαλισμού, την αναρχία, που θα δημιουργήσει ένα καθεστώς όχι κρατών αλλά χαλαρά συνδεδεμένων κοινοτήτων, όπου οι παραγωγικές σχέσεις θα βασίζονται στην ελεύθερη συνεργασία των ανθρώπων και στην καλή τους διάθεση. Ο Kropotkin ισχυρίζεται ότι αυτό που εμείς αποκαλούμε «κράτος» δεν είναι παρά μια πρόσφατη εφεύρεση του 16ου αιώνα, με κύριους θεμελιωτές του τους βασιλείς και το ιερατείο, με σκοπό να διασφαλιστούν νομικά τα οικονομικά τους συμφέροντα. Η καταστροφή του κράτους υπέρ ενός εθελούσιου συνασπισμού ατόμων είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για την απελευθέρωση του ανθρώπου.

Είναι λοιπόν ανάγκη, μας λέει, να υποστηριχθεί μια μη οικονομιστική θεωρία περί εξουσίας και πολιτικής. Μεταβαίνοντας έτσι από τον μαρξισμό στην αναρχική φιλοσοφία, ο Newman παρουσιάζει την τελευταία ως μια μανιχαϊστική διάκριση ανάμεσα σε φυσική εξουσία (καλή) και τεχνητή εξουσία (κακή). Κόντρα στη συνήθη παρανόηση, η αναρχική σκέψη δεν πολεμά κάθε μορφή εξουσίας. Αντίθετα, προκρίνει την εξουσία που είναι ενσωματωμένη στους φυσικούς νόμους, στους οποίους υπόκειται nolens volens ο άνθρωπος, ως οργανικά συνδεδεμένος με τον υπόλοιπο φυσικό κόσμο. Αυτή η εξουσία είναι όμως καλή διότι δεν είναι κάτι τεχνητό και εξωτερικό προς τον άνθρωπο, αλλά προέρχεται από την ανθρώπινη φύση. Η αναρχική κριτική απέναντι στην εξουσία είναι στην πραγματικότητα κριτική κάθε τεχνητής μορφής εξουσίας (π.χ. κράτος).

Η κριτική αυτή εξαπολύεται υπέρ της ανθρώπινης φύσης, μιας πρωταρχικής κατάστασης των φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Σύμφωνα με τον Krotorkin λόγου χάρη, η αληθινή βάση κάθε κοινωνίας δεν είναι οι καταναγκασμοί αλλά μάλλον το συναίσθημα του καθήκοντος και της συμπάθειας των πολιτών. Γι’ αυτό, ο αποτελεσματικότερος τρόπος να διατηρηθεί μια σταθερή κοινωνική ηθική δεν είναι η καταστολή, ούτε καν η εκπαίδευση, αλλά η οικειοθελής αλληλοϋποστήριξη μεταξύ των ατόμων. Έχοντας επηρεαστεί από τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, ο Kropotkin αντιτίθεται στη διαδεδομένη εντύπωση περί της «επιβίωσης του ισχυρότερου», μια εντύπωση που κατά τον 19ο αιώνα λειτούργησε ως δικαιολόγηση του καπιταλισμού (κοινωνικός δαρβινισμός). Σύμφωνα με τον ίδιο, τα επί μέρους είδη επιβιώνουν όχι γιατί είναι πιο κατάλληλα προσαρμοσμένα στο περιβάλλον τους αλλά επειδή συνεργάζονται μεταξύ τους.

Για τον Kropotkin και τους σημαντικότερους αναρχικούς θεωρητικούς, η ηθικότητα έχει τις ρίζες της στη φύση, ενώ η κοινωνία έχει τους δικούς της ρυθμιστικούς φυσικούς μηχανισμούς και δεν έχει καμία απολύτως ανάγκη το κράτος. Εδώ φαίνεται ότι η αναρχική πολιτική θεωρία, αν και απορρίπτει σθεναρά την ιδέα του κοινωνικού συμβολαίου, παρά ταύτα στηρίζεται στη θεωρία του φυσικού δικαίου του Διαφωτισμού. Για τους αναρχικούς λοιπόν, υπάρχει μια ανθρώπινη «ουσία», που είναι φυσική και ανεξάρτητη από το κράτος. Ακριβώς αυτή την ιδέα θεωρεί προβληματική ο Newman και γι’ αυτό καλεί σε υπέρβαση της αναρχίας ως πολιτικού ιδεώδους. Προς βοήθειά του, καλεί τον περίφημο διανοητή Max Stirner.

 

 

Πραγματικά, ο Stirner υπήρξε το «πρελούδιο» αυτού που αργότερα ονομάστηκε «μηδενισμός», αφού με τον αναρχοατομικισμό του συντελείται η μετάβαση από τον ντοστογιεφσκική έννοια του μηδενισμού στη νιτσεϊκή. Στο μοναδικό έργο που δημοσίευσε, ο Stirner ασκεί δριμεία κριτική στη θρησκεία, στην έννοια του κράτους και σε κάθε ιδεολογία (φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός, κομουνισμός) που ποδηγετεί το άτομο, απαιτώντας από αυτό την αυτοθυσία της μοναδικότητάς του. Ωστόσο, ο Stirner δεν επιδιώκει να προασπιστεί την ελευθερία του ατόμου, αφού δεν αναγνωρίζει αυτή την αξία, ενώ θεωρεί αφελείς όσους μιλούν για «ανθρώπινα δικαιώματα», αφού λησμονούν ότι στην πράξη το δίκαιο το φτιάχνει η δύναμη.

Εδώ ο Stirner προσχηματίζει ιδέες που θα εκφράσει αργότερα ο Nietzsche.  Αυτό που χαρακτηρίζουμε ως «ελευθερία», υποστηρίζει, δεν είναι παρά μια αρνητική έννοια, δηλαδή απελευθέρωση από κάτι (πχ από την πίστη σε κάποιον θεό), οπότε όσο περισσότερες «ελευθερίες» κατακτάμε τόσο πιο πολλά εμπόδια συναντάμε. Οι επόμενες γενιές θα μάχονται για ελευθερίες η απουσία των οποίων είναι τελείως άγνωστη σε εμάς σήμερα. Ο Stirner αντιπροτείνει την έννοια της κυριότητας, που δεν είναι παρά η απελευθέρωση του ατόμου από όλες τις πλασματικές έννοιες που το ίδιο έχει κατά καιρούς επινοήσει. Οι κοινωνίες ήταν ανέκαθεν τέτοιου είδους πλασματικές έννοιες, «φαντάσματα» όπως τις αποκαλεί ο ίδιος, τις οποίες το άτομο όφειλε να υπακούει. Ο Stirner καταφέρεται εναντίον των σοσιαλιστών και των κομουνιστών, επειδή αυτοί προσπαθούν να επιλύσουν το πρόβλημα της ιδιοκτησίας, επικαλούμενοι αφηρημένες αρχές.

Στην πραγματικότητα, ρίζα τόσο των φιλελεύθερων όσο και των σοσιαλιστικών ιδεών που εξέφραζαν στην εποχή του οι Feuerbach, Bauer και Hesch, είναι ο «ανθρωπισμός», κατάλοιπο άλλων εποχών και  τελευταίος μετασχηματισμός της χριστιανικής ηθικής. Αυτό που παραγνωρίζουν οι θιασώτες του, είναι ότι ακόμη και η ιδιότητα του να είσαι άνθρωπος δεν είναι παρά μια αφηρημένη γενικότητα και η πραγματικότητα στην οποία στηρίζεται είναι το άτομο. Ο χαρακτήρας μιας κοινωνίας καθορίζεται πάντοτε  από τον χαρακτήρα των μελών της: αυτοί είναι οι δημιουργοί της. Απάντηση σε όλες αυτές τις πλασματικές αξίες είναι η μοναδικότητα: η αναγνώριση ότι όλα αυτά δεν είναι παρά ιδιότητες του ατόμου, στις οποίες το ίδιο δίνει ύπαρξη λόγω της μοναδικότητάς του. Για τον Stirner κάθε άτομο είναι κατά βάθος εγωιστικό και επιδιώκει το προσωπικό του συμφέρον, παρά το γεγονός ότι δεν το συνειδητοποιεί, ενώ διαθέτει ένα πλεονέκτημα σε βάρος όλων των υπόλοιπων, τη μοναδικότητά του που κανείς δε μπορεί να την αφαιρέσει ούτε να την προσεταιριστεί:

 

«Χιλιετίες πολιτισμού συσκότισαν το τι είστε, σας έκαναν να πιστέψετε ότι δεν είστε εγωιστές, αλλά η κλήση σας είναι να είστε ιδεαλιστές (“καλοί άνθρωποι”). Αποτινάξτε από πάνω σας αυτό! Μην αναζητάτε την ελευθερία, που σας στερεί ακριβώς τον εαυτό σας, με την “άρνηση του εαυτού”· αλλά αναζητήστε τον εαυτό σας, γίνετε εγωιστές, γίνετε, ο καθένας σας, ένα πανίσχυρο εγώ».

Σήμερα όμως τα άτομα αρχίζουν πλέον να αναγνωρίζουν πως, ως άτομα, είναι οι ασυμφιλίωτοι εχθροί του κράτους, της κοινωνίας αλλά και κάθε γενικότητας, καθώς και ότι η μοναδική διέξοδος από τα κοινωνικά προβλήματα είναι η ατομική εξέγερση. Στις μέρες μας, όπως γράφει χαρακτηριστικά: «ο λαός είναι νεκρός- Καλά να είμαι εγώ!». Ο Stirner αποτελεί ενσάρκωση του ντοστογιεφσκικού αντιήρωα στο Υπόγειο: πρόκειται για το απομονωμένο και εγκλεισμένο Εγώ που αποζητά τον έλεγχο και την καθυπόταξη του οποιουδήποτε άλλου. Σε αντίθεση με όλες τις άλλες αξίες, η μοναδικότητα είναι το μηδέν υπό την έννοια της ουσίας. «Τοποθέτησα την υπόθεσή μου στο τίποτα» λέει χαρακτηριστικά ο Stirner. Αυτός υπήρξε όμως μονάχα η αρχή. Σύμφωνα με τον Newman:

«Η πολιτική θεωρία οφείλει να έχει ζωή στην εποχή του θανάτου του Θεού και του θανάτου του Ανθρώπου. Κοντολογίς, πρέπει να συνεχίσει τον δρόμο της δίχως τα θεμελιώδη ερείσματα που μέχρι τώρα είχαν καθορίσει την πορεία της. Η εποχή ενστάλαξε μέσα της ένα αίσθημα αβεβαιότητας και μιας αίσθηση μετατόπισης· είναι αυτή η θεμελιακή μετατόπιση που το πολεμικό μοντέλο των σχέσεων- ένα μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε σε όλη την έκταση αυτής της μελέτης- επιχείρησε να εξηγήσει. Οι εξετασθέντες μεταδομιστές υπήρξαν όλοι τους προφήτες αυτής της μετατόπισης. Το έργο τους διαμηνύει τη θεμελιακή κατάρρευση των καθολικών αξιών και των ουσιοκρατικών εννοιών- αποτελεί επιβεβαίωση της ρήξης και του ανταγωνισμού. Ο Στίρνερ μιλά για το ολοκληρωτικά δοσμένο στη μηδαμινότητά του εγώ. Ο Φουκώ βασίζει την ανάλυσή του για την ίδια την εξουσία στο πολεμικό μοντέλο. Οι Ντελέζ και Γκουατταρί, όπως έχουμε δει, μιλούν για μια ριζωματική εννοιολόηση και για ένα αφιστάμενο από οποιαδήποτε έννοια ενότητας και συνέχειας γλωσσολογικό μοντέλο. Το έργο του Ντερριντά σκοπεύει στην αποκάλυψη της πολλαπλότητας αι του κρυμμένου πίσω από δήθεν ενιαίες και συνεκτικές φιλοσοφικές και γλωσσολογικές δομές ανταγωνισμού. Ο Νίτσε, επίσης, γνώριζε πολύ καλά αυτή τη θεμελιακή αίσθηση μετατόπισης» (σελ. 372-373).

 

 

 

Όπως κάποτε ο Proudhon προέβαλε το αίτημα για μια ηθική η οποία δε θα στηρίζεται στον Θεό, έτσι και σήμερα χρειαζόμαστε μια ηθική που να μη στηρίζεται στον Άνθρωπο. Μόνο μια τέτοια, χωρίς θεμέλια, ηθική, θα ήταν δυνατό να αποφύγει το αντιεξουσιαστικό πρόταγμα τη διολίσθηση σε τόπο εξουσίας. Μόνο τότε θα μπορούσε αληθινά να αποφύγει τις νέες μορφές κυριαρχίας και να γίνει δημοκρατική, με όλη τη σημασία της λέξης, συμπεραίνει ο Newman.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top